Γεννήθηκε στο ΡοδολίβοςΣερρών και γονείς του ήταν ο ιερέας Κωνσταντίνος και η πρεσβυτέρα Μαργαρίτα[α] το 1833. Σε ηλικία έξι ετών στάλθηκε στη Μονή Εικοσιφοινίσσης, στην οποία μόναζαν συγγενείς του, και φοίτησε στην εκεί Ελληνική Σχολή από το 1839. Με προτροπή του Μητροπολίτου Δράμας Αθανασίου (Καΐρη) φοίτησε μετά στην Ελληνική Σχολή Αλιστράτης.
Το 1851 έφτασε με πενιχρά μέσα στην Κωνσταντινούπολη για να σπουδάσει. Εκεί γνώρισε τον από Δράμας πρώην Πατριάρχη Γερμανό Δ' (ο οποίος ως Μητροπολίτης Δράμας είχε χειροτονήσει ιερέα τον πατέρα του), καθώς και τον Μητροπολίτη Δέρκων Νεόφυτο (Βεγλερή) τον από Δράμας που αποτέλεσε τον προστάτη και ευεργέτη του. Το 1852 ξεκίνησε τις σπουδές του στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του χειροτονήθηκε διάκονος και μετονομάστηκε σε Νεόφυτος, ως ένδειξη ευγνωμοσύνης προς τον ευεργέτη του, Μητροπολίτη Δέρκων Νεόφυτο. Στο πτυχίο του από τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης αναγράφεται ως Εικοσιφοινισσιώτης[1].
Μετά τις σπουδές του εργάστηκε για λίγο ως δάσκαλος, και κατόπιν ως βοηθός του Μητροπολίτη Νύσσης και αργότερα του Στρωμνίτσης. Έπειτα πήγε στη Γερμανία, όπου έμαθε γερμανικά και σπούδασε Θεολογία στο Μόναχο. Μετά την επιστροφή του έγινε αρχιδιάκονος του Μητροπολίτη Αμασείας, από τον οποίο και χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και χειροθετήθηκε αρχιμανδρίτης.
Μετά το θάνατο του Οικουμενικού Πατριάρχη Διονυσίου Ε΄, εξελέγη νέος Πατριάρχης στις 27 Οκτωβρίου1891, όχι όμως χωρίς αντιπαραθέσεις και επεισόδια, καθώς εκείνη την εποχή υπήρχε διχασμός μεταξύ «ιωακειμικών» και «αντιιωακειμικών». Στις 2 Νοεμβρίου του ίδιου έτους παρουσιάστηκε στο Σουλτάνο Αμπντούλ Χαμίτ Β΄ και κατόπιν ενθρονίστηκε.
Κατά τη διάρκεια της Πατριαρχίας του αντιμετωπίστηκε το λεγόμενο «σχολικό ζήτημα», δηλαδή το ζήτημα αναγνώρισης των σχολείων της ομογένειας, καθώς επίσης διευθετήθηκε το θέμα της εισαγωγής σε αυτά της διδασκαλίας της τουρκικής γλώσσας. Αυτή εισήχθη στην δευτεροβάθμια, αλλά όχι στην πρωτοβάθμια[4]. Επίσης καθορίστηκε να τελείται δοξολογία στο Οικουμενικό Πατριαρχείο κατά την ημέρα των γενεθλίων του Σουλτάνου, αλλά και την ημέρα ανάρρησης νέου Σουλτάνου στο Θρόνο. Επί Πατριαρχίας του ξεκίνησε επίσης η δημιουργία κτηματολογίου των μονών.
Στις 25 Οκτωβρίου του 1894 εξαναγκάστηκε σε παραίτηση και απεσύρθη στη νήσο Αντιγόνη, όπου και πέθανε στις 5 Ιουλίου1909. Ετάφη στο νεκροταφείο της Θεολογικής Σχολής Χάλκης[3].
Υποσημειώσεις και παραπομπές
Υποσημειώσεις
↑Σχετικά με την καταγωγή του μας αναφέρει ο ίδιος το 1853 στο «Απομνημονεύματα της εμής βιοτής», που έγραψε στην θεολογική σχολή της Χάλκης:
Πατρίς μεν είναι χωρίον τι Ροδολίβος καλούμενον… και τέσσαρας περίπου ώρας της Δράμας απέχον. Γεννήτορες δε, Κωνσταντίνος ιερεύς και Μαργαρίτα, οίτινες εννέα υιούς εγέννησαν μεθ’ ών και εμέ τρίτον, το 1833…
. Ο Ιερολογιότατος Ειρηναίος, στην επικήδειο ομιλία του Νεοφύτου, στην Κωνσταντινούπολη το 1909:
Εκ γονέων ευσεβών εν σωτηρίω έτει 1833 γεννηθείς ο αφ ημών μεταστάς σεπτός πρωθιεράρχης εν Ροδολείβω της ευάνδρου μακεδονικής γης...
Παραπομπές
↑Ημερολόγιο Ιεράς Μητροπόλεως Ζιχνών και Νευροκοπίου, 2022