Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν.Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί και να αφαιρεθεί.
Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 27/05/2015.
Ιερέας (αρχ.: ἱερεύς) είναι ένας θρησκευτικός ηγέτης που εξουσιοδοτείται να εκτελεί λειτουργικά, ποιμαντικά και διοικητικά καθήκοντα που αντιστοιχούν στο βαθμό της ιεροσύνης που φέρει.
Περιγραφή
Το επάγγελμα του ιερέα θεωρείται ειδικότερα λειτούργημα και τα καθήκοντα του ορίζονται από το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα, τους αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες, την Ιερά Παράδοση και τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδας ή τους ανάλογους ιερούς κανόνες άλλων επίσημα αναγνωρισμένων δογμάτων.
Ο κληρικός -δια μέσω του Θεού- τελεί την Θεία Λειτουργία και άλλες ακολουθίες, εκφωνεί το κατά περίπτωση κήρυγμα, τελεί το μυστήριο της εξομολόγησης, μέσω του οποίου αφαιρούνται όλα τα παραπτώματα του εξομολογουμένου και δίνονται νουθεσίες για την μετέπειτα ζωή του. Ο ιερέας συντελεί στη σωτηρία των ανθρώπων και στη μακαριότητα της κοινωνίας τους με τον Θεό.
Ως εφημέριος, οργανώνει τη ζωή της ενορίας του, δημιουργεί κοινωνικές και φιλανθρωπικές εκδηλώσεις και δρα ως κινητήριος μοχλός για την προσέγγιση, την επικοινωνία και την αλληλοκατανόηση των ανθρώπων. Επίσης, φροντίζει ο ιερός ναός να γίνει χώρος λατρείας και έμπρακτης χριστιανικής αγάπης και παίρνει πρωτοβουλίες για τη θεραπεία ή την προσωρινή ανακούφιση των ευάλωτων ή κοινωνικά αποκλεισμένων κοινωνικών ομάδων και ατόμων.
Ιερέας, Πρεσβύτερος ή παπάς στην Ορθόδοξη και στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία είναι ο κληρικός που φέρει τον δεύτερο βαθμό της ιεροσύνης.
Μπορεί να τελεί όλα τα μυστήρια πλην της χειροτονίας, η οποία τελείται μόνο από επίσκοπο, και της εξομολόγησης, για την οποία στην Ορθόδοξη Εκκλησία χρειάζεται ειδική άδεια από τον επίσκοπο. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία ιερέας μπορεί να είναι μόνο άνδρας είτε έγγαμος είτε άγαμος. Ο έγγαμος πρέπει να έχει παντρευτεί πριν τη χειροτονία του, ενώ ο άγαμος είναι συχνά και μοναχός. Στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ο ιερέας είναι υποχρεωτικά άγαμος άνδρας.
Ο αντίστοιχος αγγλικός όρος priest σημαίνει «πρεσβύτερος», αν και έχει ταυτιστεί με το λατινικόsacerdos που σημαίνει «ιερέας».