Η Κυπαρισσία[2] είναι κωμόπολη, η οποία υπάγεται διοικητικά στον Δήμο Τριφυλίας και βρίσκεται στα βορειοδυτικά του Νομού Μεσσηνίας, ενώ ως το 2010, αποτελούσε έδρα του ομώνυμου Δήμου.
Η Κυπαρισσία είναι σήμερα η έδρα του Δήμου Τριφυλίας, που υπάγεται στην Περιφερειακή Ενότητα Μεσσηνίας, η οποία συστάθηκε το 2011 με το Πρόγραμμα Καλλικράτης. Ο Δήμος Τριφυλίας έχει πληθυσμό 27.373 κατοίκους και έκταση 101 τ. χλμ.. [3] Στην τελευταία απογραφή πληθυσμού που έγινε το 2011, η Δημοτική Ενότητα Κυπαρισσίας είχε 7.728 κατοίκους, ενώ η Κυπαρισσία είχε 5.131 κατοίκους και ήταν η τέταρτη σε πληθυσμό πόλη της Περιφερειακής Ενότητας Μεσσηνίας, μετά την πρωτεύουσα Καλαμάτα (54.100), τη Μεσσήνη (6.065) και τα Φιλιατρά (5.969)[4]. Η Κυπαρισσία είναι το γεωργικό και εμπορικό κέντρο της επαρχίας Τριφυλλίας.
Τοποθεσία
Είναι χτισμένη σε αμφιθεατρική θέση, καθώς απλώνεται από τους πρόποδες του όρους Αιγάλεω, επίσης γνωστό με το όνομα «Ψυχρό»,[2] έως τα νερά του Ιονίου Πελάγους, δηλαδή σε υψόμετρο από 0-116[1] μέτρα. Είναι πρωτεύουσα και έδρα του Δήμου Τριφυλίας. Απέχει 255 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά από την Αθήνα, 63 χιλιόμετρα νότια από τον Πύργο Ηλείας, 100 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά από την Τρίπολη, 67 χιλιόμετρα βορειοδυτικά από την Καλαμάτα και 74 χιλιόμετρα βόρεια από τη Μεθώνη.
Ονομασία
Το όνομά της, η Κυπαρισσία το οφείλει κατ' άλλους μεν στα πολλά κυπαρίσσια, που σαν δάση τη γυρώζωναν στη χαραυγή της ιστορίας της, κατ' άλλους δε στον Κυπάρισσο. Αυτός ήταν γιος του Μινύα.
Ο μύθος πάντα, θέλει τον Κυπάρισσο, καλό κυνηγό και φίλο του θεού της μουσικής και του φωτός, του Απόλλωνος. Κάποτε στο κυνήγι του, σκότωσε ένα ελάφι. Και από τότε, μελαγχόλησε. Πριν να πεθάνει, τον λυπήθηκαν οι θεοί και άκουσαν τις παρακλήσεις του. Τον έκαναν κυπαρίσσι. Και πολλά ήταν τα κυπαρίσσια την εποχή εκείνη στην Κυπαρισσία, στην πόλη δηλαδή που λατρευόταν ο θεός - φίλος του Κυπάρισσου, ο Απόλλων.[5]
Στην Κυπαρισσία, λατρευόταν τότε πλην του Απόλλωνος και η θεά της σοφίας, η Αθηνά. Η λατρευόμενη μάλιστα στην Κυπαρισσία Αθηνά, είχε και την επωνυμία «Κυπάρισσος» ή «Κυπαρίσσια» Αθηνά, της οποίας μάλιστα ο ναός βρισκόταν στη θέση του σημερινού ναού της Αγίας Τριάδας (λέγεται ότι η Αγία Τράπεζα του Ιερού Ναού στηρίζεται πάνω στα απομεινάρια μιας κολόνας του αρχαίου). Και ο ναός του Απόλλωνος, πρέπει να ήταν εκεί που είναι σήμερα το παλαιοκτισμένο εκκλησάκι του καβαλάρη Αη-Γιώργη, κοντά στην είσοδο του σιδηροδρομικού σταθμού. Επίσης λατρευόταν και ο θεός Διόνυσος.
Αναζητώντας τις ρίζες, βρίσκουμε τις πρώτες αναφορές για την Κυπαρισσία στους στίχους του Ομήρου.
Ακόμη ο μεγάλος ταξιδευτής και γεωγράφος της αρχαιότητας Παυσανίας πέρασε από τον Κυπαρισσίεντα και έκανε αναφορές, μεταξύ άλλων και στη Διονυσιάδα πηγή (σημερινό Αη Λαγούδη), στην παραλία της πόλης.
Ιστορία
Η ιστορία της είναι πολύ μεγάλη και συμβαδίζει με αυτήν της Πελοποννήσου. Το ξεκίνημά της χάνεται στα βάθη της προϊστορίας. Κατά τα ομηρικά χρόνια η Κυπαρισσία ονομαζόταν «Κυπαρισσίεντας» και ανήκε στο βασίλειο της Πύλου, του βασιλιά Νέστορα.[2] Αργότερα η περιοχή υποδουλώθηκε στην Αρχαία Σπάρτη μαζί με την υπόλοιπη Αρχαία Μεσσηνία.[2] Πολλοί ενδιαφέρθηκαν για τη στρατηγική θέση της πόλης ανά τους αιώνες: Στη θέση της αρχαίας Ακρόπολης χτίστηκε κάστρο κατά τα Βυζαντινά χρόνια, στη συνέχεια Φράγκοι και Τούρκοι κατακτητές ανακατασκεύασαν το φρούριο κάνοντας τις απαραίτητες προσθήκες δίνοντας του τη σημερινή του μορφή. Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας η Αρκαδιά, όπως ονομαζόταν τον Μεσαίωνα η Κυπαρισσία, είχε προνομιούχο θέση ως εμπορικό κέντρο της περιοχής. Το σημερινό της όνομα οφείλεται στον Όθωνα.[2] Στην Κυπαρισσία ανακαλύφθηκαν τάφοι της Κλασικής και Ρωμαϊκής εποχής, ενώ στην κορυφή του όρους Ψυχρό διασώζεται σήμερα το ΦράγκικοΚάστρο της.[2]
Μυκηναϊκή εποχή
Ο «Κυπαρισσίεντας» ανήκε στο βασίλειο της Πύλου, του βασιλιά Νέστορα. Μάλιστα ο Κυπαρισσίεντας συμμετείχε στον Τρωικό Πόλεμο αποστέλλοντας 11 πλοία, υπό τη διοίκηση του Νέστορα, σύμφωνα με τον Όμηρο.[2]
Κλασική εποχή
Αργότερα η περιοχή του Κυπαρισσίεντα υποδουλώθηκε στους Σπαρτιάτες μαζί με την υπόλοιπη Μεσσηνία. Ο Κυπαρισσίεντας ήταν μια ακμάζουσα πολιτισμικά, οικονομικά και εμπορικά πόλη. Μάλιστα το 199 π.Χ. έκοψε και δικό του νόμισμα.[2]
Ανασκαφές στην Κυπαρισσία
Από το 2006 που άρχισε τη λειτουργία της ΛΗ΄ ΕΠΚΑ, η οποία προήλθε από τη διάσπαση της Ζ΄ ΕΠΚΑ (στην οποία έως τότε υπαγόταν ο Νομός Μεσσηνίας), έχει διενεργηθεί σημαντικό σωστικό ανασκαφικό έργο στην περιοχή της Κυπαρισσίας, σε τρία κυρίως σημεία: την θέση «Μούσγα», την θέση του Κάστρου (αρχαίας Ακρόπολης) και την θέση της παραλίας του αρχαίου Κυπαρισσίεντα.[6]
«Μούσγα»
Στην περιοχή «Μούσγα» η σωστική ανασκαφική έρευνα έφερε στο φως ερείπια μεγάλης έπαυλης της υστερορωμαϊκής εποχής. Οι κτηριακές υποδομές περιλαμβάνουν λουτρικές και υδραυλικές εγκαταστάσεις οι οποίες ανήκουν σε τρεις αλλεπάλληλες οικοδομικές φάσεις, που αρχίζουν από τον 1ο αιώνα π.Χ. και διαρκούν ως και τις αρχές του 5ου αιώνα. Ο αρχαιολογικός χώρος περιλαμβάνει την έπαυλη και συγκρότημα κατοικιών που ανήκαν στον οικοδομικό ιστό του αρχαίου Κυπαρισσίεντα, ο οποίος αναπτύχθηκε γύρω από την αρχαία αγορά, με κομβικό σημείο το λιμάνι. Στα ευρήματα περιλαμβάνονται τμήματα αγγείων και διακοσμημένων λύχνων, χάλκινα νομίσματα, κ.α.[6]
Δυτικές υπώρειες του Κάστρου Κυπαρισσίας
Το 2007 διενεργήθηκε σωστική ανασκαφή στις δυτικές υπώρειες του Κάστρου της Κυπαρισσίας, όπου και αποκαλύφθηκαν θεμέλια κτηρίου, πιθανότατα κατοικία, η αρχαιότερη φάση της οποίας ανάγεται στους ύστερους ελληνιστικούς και τους πρώιμους ρωμαϊκούς χρόνους (1ος αιώνας π.Χ.- 1ος αιώνας), ενώ φαίνεται ότι συνέχισε να είναι σε χρήση έως την ύστερη ρωμαϊκή εποχή (3ος-4ος αιώνας).[6]
Ο αρχαιολογικός χώρος στην παραλία της Κυπαρισσίας
Το 2010 σε εργασίες για τη θεμελίωση ξενοδοχειακής μονάδας στην παραθαλάσσια περιοχή βόρεια του λιμανιού της Κυπαρισσίας, διενεργήθηκε σωστική ανασκαφή στην παραλία, η οποία αποκάλυψε εκτεταμένο
συγκρότημα κατοικιών, τμήμα του αρχαίου παράλιου οικισμού, η κατοίκηση του οποίου άρχισε από
τους ύστερους ελληνιστικούς χρόνους (2ος αιώνας π.Χ.) και συνεχίστηκε έως την ύστερη ρωμαϊκή εποχή (4ος αιώνας). Στα ευρήματα περιλαμβάνονται αγκίστρια και βελόνες για το ράψιμο των διχτυών, ένδειξη ότι η κύρια ασχολία των κατοίκων του οικισμού ήταν η αλιεία, καθώς επίσης πληθώρα κεραμικών, νομισμάτων και άλλων αντικειμένων της καθημερινής ζωής των κατοίκων του αρχαίου Κυπαρισσίεντα.[6]
Βυζαντινή εποχή
Κατά τη βυζαντινή εποχή στη θέση της αρχαίας Ακρόπολης του Κυπαρισσίεντα χτίστηκε το Κάστρο της Αρκαδίας, γνωστό και ως Κάστρο των Γιγάντων ή Κάστρο της Αρκαδιάς. Μάλιστα ο ένας από τους πύργους του κάστρου αυτού έμεινε γνωστός ως «πύργος του Ιουστινιανού».[2] Την περίοδο αυτή όμως, η Κυπαρισσία, όπως και η Πάτρα και άλλες πόλεις και μικρότεροι οικισμοί της δυτικής Πελοποννήσου, παρουσιάζουν πληθυσμιακή μείωση. Κατά την ιστορικό Άννα Αβραμέα στη μελέτη της «Η παλαιοχριστιανική και πρωτοβυζαντινή Πελοπόννησος», συγκρίνοντας τους οικισμούς που αναφέρονται στην «Tabula Peutingeriana»,[7] του 4ου αιώνα, με αυτούς που περιλαμβάνει ο κατάλογος του «Συνέκδημου» του Ιεροκλέους, του 6ου αιώνα, διαπιστώνεται «ότι το κεντρικό και δυτικό τμήμα της Πελοποννήσου γίνεται προοδευτικά ασθενέστερο, δηλαδή εξαφανίζονται από τα μέρη αυτά οι περισσότεροι μικροί οικισμοί, ενώ αντίθετα το ανατολικό τμήμα ενισχύεται. Αυτή η κλίση προς τα ανατολικά, που ανιχνεύεται τόσο νωρίς, δικαιολογείται από τη στροφή του τόπου προς τις νέες πολιτικές κατευθύνσεις της Αυτοκρατορίας, οι οποίες υπαγορεύονται από την ίδρυση της Κωνσταντινούπολης».[8] Σύμφωνα επίσης με τον «Συνέκδημο», η Κυπαρισσία, τον 6ο αιώνα, περιλαμβανόταν ανάμεσα στις 79 (εσα: οθ') πόλεις της βυζαντινήςΕπαρχίας Ελλάδος, η οποία αποτελούσε διοικητική συνέχεια της προηγούμενης ρωμαϊκήςΕπαρχίας Αχαΐας και η οποία διοικείτο από ανθύπατο, με έδρα την Κόρινθο.[9]
Στην περίοδο του Μεσαίωνα, μεταξύ 1262-1432, η Κυπαρισσία, αναφερόμενη τότε ως Αρκαδία ή Αρκαδιά αποτέλεσε την έδρα της Βαρωνίας της Αρκαδίας. Η βαρωνία αυτή ήταν ένα κρατίδιο υποτελές στο Πριγκιπάτο της Αχαΐας που ιδρύθηκε το 1261/2 από τον πρίγκιπα Γουλιέλμο Β' Βιλλαρδουίνο. Αρχικά, η πόλη της Αρκαδίας αποτελούσε τμήμα των προσωπικών κτήσεων του πρίγκιπα και σχηματίστηκε ως αποζημίωση για τον Βιλαίν Α΄ ντ'Ωλναί (Vilain d'Aulnay) μετά τη βυζαντινή ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τη Λατινική Αυτοκρατορία το 1261.[10][11] Η κατοικία του βαρώνου ήταν το επισκευασμένο αρχαίο Κάστρο της Αρκαδίας.[12] Η ιστορία της περιόδου αυτής είναι ιδιαίτερα πλούσια. Η Βαρωνία της Αρκαδίας ήταν και το τελευταίο υπόλειμμα του Πριγκιπάτου της Αχαΐας που υπέκυψε, το 1432, στους Βυζαντινούς Δεσπότες του Μορέως. Μετά την κατάκτηση της Πάτρας και της Χαλανδρίτσας το 1429-1430, που σήμανε και την ντε φάκτο κατάλυση του Πριγκιπάτου, ο τελευταίος Πρίγκιπας, Κεντυρίων Β΄ Ζαχαρίας, κράτησε μόνο την Αρκαδία ως προσωπικό του φέουδο. Μετά τον θάνατό του το 1432 όμως, ο Δεσπότης Θωμάς Παλαιολόγος, καίτοι γαμπρός του Ζαχαρία, κατέλαβε τη βαρωνία και φυλάκισε τη χήρα του Ζαχαρία και πεθερά του, η οποία και πέθανε στη φυλακή.[13][14][15]
Τουρκοκρατία
Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας η Αρκαδιά, είχε προνομιούχο θέση ως εμπορικό κέντρο της περιοχής και το κάστρο της φυλασσόταν από φρουρά 300 Αλγερινών.[2]
Β΄ Ενετοκρατία
Κατά τη δεύτερη περίοδο των Ενετών έγινε η πρώτη επίσημη απογραφή στην Πελοπόννησο στην οποία αναφέρεται ότι το 1689 η Κυπαρισσία (Αρκαδία ή Αρκαδιά) είχε 745 κατοίκους. Ο οικισμός αναφέρεται επίσης σε διάφορες απογραφές των Βενετών Προνοητών της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, οι οποίες έγιναν στο χρονικό διάστημα της τριακονταετίας (1683/84-1715), κατά την οποία οι Βενετοί κατείχαν την Πελοπόννησο. Η Αρκαδία (Arcadia quattro Borghi), ανήκε, το 1689, στην επαρχία της Αρκαδίας (ή Αρκαδιάς, δηλαδή την περιοχή της σημερινής Κυπαρισσίας), η οποία ήταν μια από τις 4 επαρχίες, στις οποίες χωριζόταν τότε το διαμέρισμα της Μεθώνης (επαρχία Φαναριού, επαρχία Αρκαδιάς, επαρχία Ναβαρίνου και επαρχία Μεθώνης).[16]
Νεότερη ιστορία
Ο σεισμός του 1886
Ο μεγάλος και καταστροφικός σεισμός που έγινε στις 15 Αυγούστου 1886,[17] τραυμάτισε την κωμόπολη, όπως και τα γειτονικά Φιλιατρά, με αποτελέσματα καταστροφικά, τόσο στην οικονομία της, όσο και στη γενικότερη ζωή των κατοίκων της, αλλά συνέβαλε ταυτόχρονα και στην εκ νέου ανοικοδόμησή της.
Η Κυπαρισσία στην «κοινωνία της σταφίδας»
Στα τέλη του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ου αιώνα η περιοχή της Κυπαρισσίας, όπως και οι γειτονικές περιοχές του Πύργου, των Φιλιατρών και των Γαργαλιάνων, άκμασαν οικονομικά με την άνθιση του εμπορίου και την καλλιέργεια της σταφίδας καθώς και τις μεγάλες εξαγωγές της στην Ιταλία και γενικότερα στην Ευρώπη. Η ευρύτερη περιοχή της Τριφυλίας, διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην παραγωγή της σταφίδας, κατά το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα ως και τις αρχές του 20ου αιώνα, καθώς η σταφιδοκαλλιέργεια εξελίσσεται σταδιακά σε μονοκαλλιέργεια. Σύμφωνα με την ιστορικό Καίτη Αρώνη-Τσίχλη: "Μετά το άνοιγμα της γαλλικής αγοράς (1878 και εξής) όλη η εθνική οικονομία εξαρτάται από την εξαγωγή του «χρυσοφόρου» προϊόντος (που αντιπροσωπεύει πάνω από το μισό των συνολικών εξαγωγών της χώρας). Γύρω από την καλλιέργεια και το εμπόριο της σταφίδας ζει και αναπτύσσεται ένας ολόκληρος κόσμος, η «κοινωνία της σταφίδας». Στα μεγάλα αστικά κέντρα, όπως η Πάτρα κατ' εξοχήν πόλη-λιμάνι που οργανώνει την παραγωγή του προϊόντος και ελέγχει τις εξαγωγές ή ο Πύργος, αλλά και στα χωριά και στις κωμοπόλεις, όπως το Ξυλόκαστρο, τα Λεχαινά, οι Γαργαλιάνοι ή τα Φιλιατρά, όλη η ζωή και οι δραστηριότητες των κατοίκων καθορίζονται από τη σταφίδα. Μια ολόκληρη αλυσίδα επαγγελμάτων, από τους σταφιδοπαραγωγούς και τους σταφιδεμπόρους, τους τραπεζίτες, τους μεσίτες, τους παραγγελιοδόχους, τους ασφαλιστές και τους δικηγόρους ως τους φορτωτές, τους μαουνιέρηδες και τους εργάτες κατασκευής κιβωτίων, ζει, ευημερεί και πλουτίζει χάρη στη σταφίδα".[18][19] Το λιμάνι της Κυπαρισσίας, όπως και τα λιμάνια των Φιλιατρών (η Αγία Κυριακή και ο Άγριλος) και των Γαργαλιάνων (η Μαραθόπολη), αλλά και η σιδηροδρομική γραμμή των ΣΠΑΠ, με αφετηρία τον Σιδηροδρομικό Σταθμό Κυπαρισσίας θα διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στη μεταφορά της σταφίδας, αλλά και άλλων προϊόντων της ευρύτερης περιοχής της Τριφυλίας,[17] όπως το ελαιόλαδο, το κρασί και το αλάτι, προς τα μεγάλα εμπορικά κέντρα. Μετά το 1925 ενεργότερο ρόλο είχε επίσης στην ευρύτερη περιοχή της Τριφυλίας και ο Αυτόνομος Σταφιδικός Οργανισμός (ΑΣΟ).
Κατοχή–Εθνική Αντίσταση–Εμφύλιος
Η Κυπαρισσία περιλαμβάνεται στις κωμοπόλεις-πόλεις οι οποίες υπέστησαν καταστροφές και είχαν θύματα κατά τη διάρκεια της Κατοχής, αλλά και κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου.
Σύγχρονος οικισμός
Η Κυπαρισσία έχει άριστη ρυμοτομία και διαθέτει όλες τις ανέσεις μιας σύγχρονης πόλης.[2] Είναι παράλληλα αγροτικό και εμπορικό κέντρο.
Άνω Πόλη–Κάτω Πόλη
Η πόλη είναι χωρισμένη στην παλαιά Άνω Πόλη, η οποία έχει κηρυχθεί παραδοσιακός διατηρητέος οικισμός, και στη Νέα Πόλη ή Κάτω Πόλη, μία πρόσφατα χτισμένη περιοχή που φθάνει μέχρι την ακτή. Στην Άνω Πόλη υπάρχουν πολλά διάσπαρτα ιστορικά μνημεία που μαρτυρούν την ιστορία της, όπως το Κάστρο της Αρκαδιάς, η πλατεία της Αρκαδιάς με τον πλάτανο[17] και τις Κρήνες στην είσοδο του κάστρου, τα Δημόσια Λουτρά (χαμάμ), τα καλντερίμια κ.α.[20] Η Κάτω Πόλη είναι μία σύγχρονη πόλη με ελάχιστα παραδοσιακά στοιχεία.[2]
Το Βασιλικό Διάταγμα του 1833,[38] όριζε τον νομό Μεσσηνίας με τις Επαρχίες Ολυμπιάς, Τριφυλίας, Μεθώνης, Μεσσήνης και Καλαμών, με την Κυπαρισσία (Αρκαδία) ως πρωτεύουσα της Επαρχίας Τριφυλίας.[39] Το 1844 η Επαρχία Τριφυλίας είχε συνολικά 20.731 κατοίκους, ο Δήμος Κυπαρισσίας 2.962 κατοίκους και η Κυπαρισσία 2.077 κατοίκους.[21]
Παλαιός Δήμος Κυπαρισσίας (1835–1912)
Η Κυπαρισσία, το 1835,[40][41] ορίζεται ως έδρα στον πρώτο παλαιό Δήμο της Κυπαρισσίας,[42] και μαζί της προσαρτώνται και οι οικισμοί: Μπλεμενιάνοι, Βρύσες, Μουριατάδα, Καρβούνι, Μαλενίτι, Άγιος Ιωάννης (καταργήθηκε το 1889),[43][44] Στασιό, Αρμενοί, Ποδογορά και Φαρακλάδα. Πέντε χρόνια αργότερα, το 1840,[45] στον Δήμο Κυπαρισσίας προσαρτώνται επίσης οι οικισμοί: Δάρας, Λεντεκάδα και Μάλι οι οποίοι αποσπάσθηκαν από τον παλαιό Δήμο Τριπύλης και οι οποίοι πολύ σύντομα, μόλις το 1842, θα επαναπροσαρτηθούν στον ίδιο δήμο της Τριπύλης.[46] Το 1845 στον Δήμο Κυπαρισσίας προσαρτώνται οι οικισμοί Σπηλιά, Μύρον, Ράχες και Μονή Κατσιμινάδας.[47] Η Κυπαρισσία αναφέρεται, το 1853 στον β΄ τόμο των «Ελληνικών» του Ιάκωβου Ρίζου Ραγκαβή, ως κωμόπολη, με πληθυσμό 2.328 κατοίκων και ως έδρα του Δήμου Κυπαρισσίας της Επαρχίας Τριφυλίας, ο οποίος δήμος είχε συνολικά 3.274 κατοίκους, με βάση την απογραφή του 1851.[22] Το 1889 στον παλαιό Δήμο Κυπαρισσίας προσαρτώνται οι οικισμοί Αλημάκι, Μύλοι και Ροντάκι, ενώ καταργούνται οι οικισμοί Μονή Κατσιμινάδας και Άγιος Ιωάννης.[43] Το 1897 καταργείται ο οικισμός Μύλοι και προσαρτάται επίσης στον παλαιό Δήμο Κυπαρισσίας ο οικισμός Παραλία Κυπαρισσίας.[48] Το 1899 η Κυπαρισσία και ο δήμος της μεταφέρονται από τον Νομό Μεσσηνίας και υπάγονται στον Νομό Τριφυλίας,[49] για μια περίπου δεκαετία, ως το 1909, που επανέρχονται ξανά στον Νομό Μεσσηνίας,[50] ως οικισμός και δήμος της Επαρχίας Τριφυλίας.
Ο Νομός Τριφυλίας καταργήθηκε το 1909,[54] όταν γίνεται επανασύσταση του Νομού Μεσσηνίας, ο οποίος περιλαμβάνει τις Επαρχίες Καλαμών, Μεσσήνης, Πυλίας, Τριφυλίας και Ολυμπίας, με πρωτεύουσα τις Καλαμές.[55]
Κοινότητα Κυπαρισσίας (1912–1944)
Το 1912 η Κυπαρισσία αποσπάται από τον παλαιό Δήμο Κυπαρισσίας, ο οποίος τότε καταργείται και γίνεται έδρα της Κοινότητας Κυπαρισσίας. Η Κυπαρισσία παρέμεινε έδρα της ομώνυμης κοινότητας, από το 1912 έως το 1944, που αναγνωρίζεται επίσημα ξανά ως Δήμος Κυπαρισσίας
Η δεύτερη σύσταση του Δήμου της Κυπαρισσίας έγινε το 1944 με έδρα και πάλι την Κυπαρισσία,[56] ενώ ο δήμος συνέχισε τη λειτουργία του και μετά το 1997, όταν τότε, στα πλαίσια των αλλαγών που επήλθαν στην τοπική αυτοδιοίκηση, μέσω του σχεδίου «Καποδίστριας», υπήχθη στον κατηργημένο Δήμο Κυπαρισσίας,[57] έως το 2010. Ο πρώην δήμος Κυπαρισσίας είχε 11 Δημοτικά Διαμερίσματα, τα οποία με τους αντίστοιχους πληθυσμούς τους, με βάση την απογραφή του 2001, ήταν:
Από το 2011, μετά τις νέες αλλαγές του σχεδίου «Καλλικράτης» η Κυπαρισσία ανήκει στην Περιφερειακή Ενότητα Μεσσηνίας η οποία συστάθηκε με το Πρόγραμμα Καλλικράτης, και συγκεκριμένα ανήκει πλέον στον νέο Δήμο Τριφυλίας.[2][58] Ο δήμος αυτός,[59] συστάθηκε με το Πρόγραμμα Καλλικράτης με τη συνένωση των προϋπαρχόντων δήμων Αετού, Αυλώνος, Γαργαλιάνων, Κυπαρισσίας, Φιλιατρών και την κοινότητα Τριπύλας. Η Κυπαρισσία σήμερα εκτός από έδρα του δήμου είναι και η έδρα της Δημοτικής Ενότητας της Κυπαρισσίας του Δήμου Τριφυλίας.[2] Σύμφωνα με την τελευταία απογραφή του 2011 η Δημοτική Ενότητα Κυπαρισσίας έχει 7.728 κατοίκους, και η Κυπαρισσία 5.131 κατοίκους, ενώ άλλες μεγάλες κωμοπόλεις του Δήμου Τριφυλίας είναι οι Γαργαλιάνοι με 5.007 κατοίκους και τα Φιλιατρά με 5.969 κατοίκους[4]. Η έκταση της Δημοτικής Ενότητας Κυπαρισσίας είναι 101 τ.χλμ.[3]. Το μεγαλύτερο μέρος των καλλιεργήσιμων εκτάσεων του Δήμου καλύπτεται από ελαιώνες. Στις αμμουδιές του Κυπαρισσιακού Κόλπου, βρίσκεται ο δεύτερος - μετά τη Ζάκυνθο - βιότοπος αναπαραγωγής της θαλάσσιας χελώνας Καρέτα καρέτα.
Στην Κυπαρισσία λειτουργούν τραπεζικά υποκαταστήματα, ταχυδρομείο, διάφορα ιατρεία, Κέντρο Υγείας, δημοτικά σχολεία, καθώς και Γυμνάσιο και Λύκειο. Η πόλη είναι επίσης έδρα αρκετών πολιτιστικών, αναπτυξιακών και αθλητικών σωματείων.
Αγορά
Στην Κυπαρισσία εκτός από τις κατοικίες, υπάρχει κεντρική αγορά, καθώς και διάφορα εμπορικά καταστήματα, φαρμακεία, φούρνοι, παραδοσιακά καφενεία γύρω από την κεντρική πλατεία της και άλλους κεντρικούς δρόμους. Επίσης, καφέ, εστιατόρια, μπαρ, ταβέρνες, σούπερ-μάρκετ, βενζινάδικα, βουλκανιζατέρ κ.λπ. καταστήματα διαφόρων μηχανολογικών εφοδίων και αγροτικών εργαλείων, που βρίσκονται σε διάφορα κεντρικά σημεία και τις οδικές αρτηρίες της κωμόπολης. Από αθλητικές υποδομές υπάρχουν επίσης γήπεδο, κλειστό γυμναστήριο και κολυμβητήριο, ολυμπιακών προδιαγραφών, σε έκταση 3.900 τ.μ., το οποίο λειτουργεί μόνο κατά τη θερινή περίοδο.[64]
Εκκλησίες
Στην Κυπαρισσία, έχει την έδρα της η Ιερά Μητρόπολη Τριφυλίας και Ολυμπίας. Ο πολιούχος Άγιος της Κυπαρισσίας είναι ο Άγιος Αθανάσιος ο Νέος, ο Θαυματουργός επίσκοπος Χριστιανουπόλεως, ο οποίος τιμάται στις 17 Μαΐου.[65][66][67][68] Οι πλέον σημαντικές εκκλησίες της Κυπαρισσίας είναι ο Ιερός Ναός Αγίας Τριάδας στην Άνω Πόλη (πρώην μητροπολητικός) ο Ιερός Καθεδρικός Ναός του Αγίου Αθανασίου και ο Ιερός Ναός της Ευαγγελιστρίας.
Βιολογικός καθαρισμός Κυπαρισσίας
Η Κυπαρισσία διαθέτει, από το 2012, μια από τις πλέον σύγχρονες μονάδες βιολογικού καθαρισμού.[69][70] Ως εκ τούτου η θάλασσα και οι παραλίες κυπαρισσιακού κόλπου, είναι από της πλέον καθαρές, βραβευμένες κάθε χρόνο με τη γαλάζια σημαία του ΕΟΤ.
Στην Κυπαρισσία έχει την έδρα της και η Κοινωφελής Επιχείρηση Παιδείας, Πολιτισμού, Αλληλεγγύης, Περιβάλλοντος (Κ.Ε.Π.Π.Α.ΠΕ.ΔΗ.Τ)[71] με δράσεις που στοχεύουν στην αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των πολιτών του Δήμου Τριφυλίας, όπως:
α. Το Εικαστικό Εργαστήρι,
β. Το Τμήμα Εκμάθησης Μουσικών Οργάνων,
γ. Η Σχολή Τέχνης,
δ. Η Οργάνωση Πολιτιστικών Εκδηλώσεων.
Διεθνές Φεστιβάλ Παράδοσης
Το Διεθνές Φεστιβάλ Παράδοσης, το οποίο ξεκίνησε για πρώτη φορά το 2004, αποτελεί δημιούργημα του Μορφωτικού Πολιτιστικού Συλλόγου Κυπαρισσίας (Μ.Ε.Σ.Κ.) και συνδιοργανώνεται κάθε χρόνο από τον Μ.Ε.Σ.Κ., τον Δήμο Τριφυλίας, την Κοινωφελή Επιχείρηση του Δήμου Τριφυλίας, την Περιφέρεια Πελοποννήσου και άλλους φορείς με τη συμμετοχή ξένων αποστολών. Διαρκεί πέντε ημέρες και αποσκοπεί στη βελτίωση της γνώσης για τον πολιτισμό και την ιστορία των λαών, καθώς και για την ενθάρρυνση των πολιτιστικών συνεργασιών σε διεθνές επίπεδο.[71]
Δημοτική Βιβλιοθήκη Κυπαρισσίας
Η Δημοτική Βιβλιοθήκη Κυπαρισσίας, στεγάζει περίπου 13.000 βιβλία και ιδρύθηκε το 1970. Κατά το παρελθόν είχε σημαντική επιμορφωτική δραστηριότητα, αλλά σήμερα δεν λειτουργεί λόγω έλλειψης χώρου στέγασης.[71]
Λαογραφικό Μουσείο Κυπαρισσίας
Το Λαογραφικό Μουσείο Κυπαρισσίας, το οποίο έχει ως στόχο τη διατήρηση, προβολή και διαφύλαξη κάθε είδους παραδοσιακού υλικού ή πνευματικού δημιουργήματος των κατοίκων της Τριφυλίας, βρίσκεται στην Άνω Πόλη Κυπαρισσίας και κατά καιρούς φιλοξενούνται σε αυτό εκθέσεις, αλλά και διάφορες άλλες εκδηλώσεις στον προαύλειο χώρο του. Το Λαογραφικό Μουσείο Κυπαρισσίας, στεγάζεται στο αναπαλαιωμένο κτίριο του παλιού Επαρχείου. Στο κτίριο αυτό υπηρέτησε ως έπαρχος ο Χρηστάκης Παλαμάς και διέμεινε επίσης εκεί, για έναν περίπου χρόνο και ο αδερφός του Κωστής Παλαμάς, στο χρονικό διάστημα κατά το οποίο ήταν φοιτητής.[71]
Πολιτιστικοί φορείς
Στην Κυπαρισσία, αλλά και σε γειτονικά της χωριά, τα οποία ανήκουν στον Δήμο Τριφυλίας, έχουν σημαντική δράση αρκετοί σύλλογοι και φορείς με ποικίλες πολιτιστικές δραστηριότητες, όπως οι: Η Δημοτική Φιλαρμονική Ορχήστρα Κυπαρισσίας, ο Μορφωτικός Σύλλογος Κυπαρισσίας (Μ.Ε.Σ.Κ.), ο Σύλλογος Φίλων Μουσικής και Καλών Τεχνών, ο Σύλλογος Γυναικών Κυπαρισσίας "Η Γαία", ο Σύλλογος για την Προστασία και Αναβίωση της Άνω Πόλης της Κυπαρισσίας, το Πρόγραμμα για την Προστασία και Ανάδειξη της Παλαιάς Πόλης της Κυπαρισσίας, ο Σύλλογος Ολυμπίων "Επικούρειος Απόλλων", ο Φυσιολατρικός Εκπολιτιστικός Σύλλογος Απανταχού Ξηροκαμπιτών, ο Πολιτιστικός Σύλλογος "Καπούτσι" Αρμενιών, ο Εκπολιτιστικός Σύλλογος Σπηλιάς "Ο Ερμής", ο Σύλλογος Απανταχού Αρμεναίων, ο Σύλλογος Περδικονεριτών Τριφυλίας, ο Σύλλογος Κυπαρισσίων "Η Αρκαδία", ο Πολιτιστικός Σύλλογος Γιαννίτσαινας "Ο Άγιος Διονύσιος" και ο Προοδευτικός Σύλλογος Φαρακλάδας.[71]
Τοπικά έθιμα - πανηγύρια
Τα τοπικά έθιμα και τα πανηγύρια της Κυπαρισσίας διακρίνονται για την ιδιαιτερότητά τους.
Καλοκαιρινές εκδηλώσεις και πανηγύρια, με ποικίλα προγράμματα, διοργανώνονται κάθε χρόνο στην κεντρική πλατεία της Κυπαρισσίας.
Σε ανακαινισμένο παλαιό οίκημα του Σταθμού στεγάζεται επίσης ο πολυχώρος πολιτισμού, το «Τρενοτεχνείον Ο Σταθμός», που ίδρυσε ο ηθοποιός Νίκος Καλογερόπουλος.[74][75]
Αξιοθέατα
Η Κυπαρισσία διαθέτει πολλά αξιοθέατα, με χαρακτηριστικότερο όλων το κάστρο της:
Το Κάστρο της Κυπαρισσίας[76] θεωρείται από τους κατοίκους της Τριφυλίας, ως το κόσμημα της Κυπαρισσίας. Λόγω της θέσης του, προσφέρει στον επισκέπτη μία ανεπανάληπτη θέα, όχι μόνο προς την πόλη, αλλά και προς όλη τη γύρω περιοχή και τις ακτές του Ιονίου Πελάγους. Σύγχρονοι μελετητές, με βάση το χτίσιμό του, πιστεύουν ότι το σημερινό διασωζόμενο κάστρο είναι κυρίως φράγκικο χτίσμα, καθώς τέτοιου είδους χτίσματα εμφανίζονται μετά το 1204/1205.[20][77] Το Κάστρο δημιουργήθηκε πάνω από την αρχαία Ακρόπολη του Κυπαρισσίεντα και τα ερείπια των προγενέστερων φρουρίων (αρχαίου και βυζαντινού), αφού ο αρχικός πυρήνας του κάστρου προϋπήρχε του 13ου αιώνα και έχει ενσωματώσει σε αυτό το αρχαίο οικοδομικό υλικό.[76]
Στα χρόνια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, το φρούριο της Κυπαρισσίας ανακαινίζεται στα πλαίσια της οργάνωσης ισχυρής αμυντικής θωράκισης των παράκτιων περιοχών.[77] Στις 4 γωνίες του φρουρίου χτίζονται προπύργια, ένα εκ των οποίων, ο πύργος της ανατολικής πλευράς, διασώζεται και είναι γνωστός ως ο «Πύργος του Ιουστινιανού».[77] Κατά την πρώιμη βυζαντινή περίοδο, η Κυπαρισσία αλλάζει όνομα και αναφέρεται πλέον ως Αρκαδία ή Αρκαδιά, από τους πολλούς Αρκάδες,[76] που κατέφυγαν εκεί, κατά τη διάρκεια των επιδρομών των Σλάβων. Από τότε και το παλαιό Κάστρο των Γιγάντων αναφέρεται ως Κάστρο της Αρκαδίας ή Κάστρο της Αρκαδιάς[76] και στη συνέχεια διαδραματίζει σημαντικό ρόλο κατά την Φραγκοκρατία. Τις πρώτες δεκαετίες του 13ου αιώνα, στο κάστρο κυριαρχούν οι Ενετοί και οι Φράγκοι και παραμένει σε αυτούς για τους επόμενους δυο αιώνες.[77] Από το 1430 εντάσσεται στο Δεσποτάτο του Μορέως[76] και το ελέγχουν και πάλι ως βυζαντινό κάστρο οι Παλαιολόγοι ως και το 1459/1460 που περνά στα χέρια των Τούρκων, ενώ 10.000 Αρκαδινοί υποχρεώνονται να μετοικήσουν στα μικρασιάτικα παράλια. Την περίοδο της πρώτης Τουρκοκρατίας (1459-1685) [20] οι Τούρκοι πραγματοποιούν συμπληρωματική οχύρωση. Ακολουθεί η περίοδος της δεύτερης ενετοκρατίας (1685-1715).[20][77] Οι Ενετοί ξανάχτισαν τα γκρεμισμένα μέρη του κάστρου (πύργους και επάλξεις), τα οποία είχαν ανατινάξει οι Τούρκοι πριν το χάσουν, και προσθέτουν νεώτερες οχυρώσεις, αλλά το κάστρο υπέστη νέες καταστροφές λίγο πριν τη δεύτερη Τουρκοκρατία. Μετά τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου, το Κάστρο της Αρκαδιάς απελευθερώθηκε.[77] Το 1970 μέσα στον χώρο του Κάστρου της Κυπαρισσίας χτίστηκε ένα υπαίθριο μικρό θέατρο, στο οποίο πραγματοποιήθηκαν και πραγματοποιούνται διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις, όπως θεατρικές παραστάσεις, αρχαίες τραγωδίες, μουσικές και ποιητικές βραδιές, κ.ά.
Παζαρόβρυση, πέτρινη κρήνη και μνημείο της οθωμανικής περιόδου, που βρίσκεται στη συνοικία της Άνω Πόλης. [78]. Βρίσκεται σε κομβικό σημείο του Σταυροπάζαρου και στον δρόμο που ανηφορίζει για το κάστρο. Στη βρύση αυτή οι γυναίκες της περασμένης εποχής έπαιρναν νερό και έπλεναν τα ρούχα και τα χαλιά τους.
Παραλίες
Σε κοντινές αποστάσεις από την κωμόπολη της Κυπαρισσίας βρίσκονται γνωστές παραλίες, όπως, η Παραλία της Κυπαρισσίας, η Παραλία του Άι-Λαγούδη, η Παραλία Σεργιάνι, η οργανωμένη Παραλία Σανί, η Παραλια Σανι(στον Πέτρινο Μύλο),η Παραλία Καρτελά, η Παραλία Γιαννίτσαινα και η Παραλία της Τερψιθέας.[79]
Το ευρύτερο παραλιακό μέτωπο του Κυπαρισσιακού Κόλπου αποτελεί τη σπουδαιότερη, μετά τη Ζάκυνθο, περιοχή φωλιάσματος κατά μήκος της Μεσογείου των θαλάσσιων χελωνών Caretta caretta, οι οποίες θεωρούνται είδος υπό εξαφάνιση και προστατεύονται από τη Διεθνή Ένωση για τη Διατήρηση της Φύσης. Στα όρια του δήμου λειτουργεί τμήμα του Συλλόγου για την Προστασία της Θαλάσσιας Χελώνας «Αρχελών», ενός μη κερδοσκοπικού σωματείου με αντικείμενο τη μελέτη, την προστασία και την περίθαλψη των χελωνών Caretta caretta, καθώς και τη διαχείριση των τοπικών οικοσυστημάτων.[80][81]
Ο Αθλητικός Όμιλος Κυπαρισσίας ιδρύθηκε το 1952 και δραστηριοποιείται στο άθλημα του ποδοσφαίρου, μετέχοντας στα τοπικά πρωταθλήματα της Ε.Π.Σ. Μεσσηνίας.[82] Έχει παρουσία στην Δ΄ Εθνική με αρχή τη σεζόν 1982-83, παραμένοντας συνεχώς μέχρι και τη σεζόν 1984-85.[83] Έπειτα από τον υποβιβασμό το 1985, το 2010 κατέκτησε το τοπικό πρωτάθλημα και επέστρεψε στην Δ΄ Εθνική μετά από 25 χρόνια,[84] καταγράφοντας την τελευταία του παρουσία τη σεζόν 2010-11.
Δίων Κυπαρισσίας
Η Γυμναστική Αθλητική Ένωση Τριφυλίας «Δίων ο Κυπαρισσεύς» ιδρύθηκε το 1985 με έμφαση τον κλασσικό αθλητισμό[85] και δραστηριοποιείται επίσης στα ομαδικά αθλήματα της καλαθοσφαίρισης και της πετοσφαίρισης, μετέχοντας στα τοπικά πρωταθλήματα.[64][86]
Προσωπικότητες από την Κυπαρισσία
Αναφέρονται παρακάτω γνωστές προσωπικότητες που γεννήθηκαν, κατάγονταν ή είχαν κάποιου είδους σχέση με την Κυπαρισσία:
Αριστείδης Καλαντζάκος του Γεωργίου (1928–2017), πολιτικός. Υπήρξε βουλευτής Μεσσηνίας από το 1958 έως το 1967 και από το 1974 έως το 1996, και είχε υπηρετήσει ως υπουργός Εργασίας (1990-1993), Εμπορίου (1980-1981), καθώς και ως υφυπουργός Οικονομικών (1967) και Συντονισμού και Πληροφοριών (1976-1977). Ο Αριστείδης Καλαντζάκος είχε καταγωγή από οικογένεια πολιτικών. Ο πατέρας του Γεώργιος Καλαντζάκος ήταν δήμαρχος Κυπαρισσίας (τελευταία θητεία το 1964) και οι θείοι του ήταν, ο μεν Νίκος Καλαντζάκος βουλευτής το 1920 και το 1926 και ο γιατρός Αλέξανδρος Καλαντζάκος βουλευτής από το 1928 έως το 1957 και υπουργός.
Κούλα Μαραγκοπούλου (1910 ή 1913–1997), ζωγράφος του 20ού αιώνα. Από τις κυριότερες εκπροσώπους του εξπρεσιονισμού της πρώτης μεταπολεμικής ελληνικής γενιάς εικαστικών καλλιτεχνών.
Παναγιώτης Παυλίδης (1837–1894), θεολόγος του 19ου αιώνα, καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ντίνος Ηλιόπουλος (1915–2001), ηθοποιός. Θεωρήθηκε ως ένας από τους μεγαλύτερους εκπροσώπους του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου. Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια από Έλληνες γονείς και η καταγωγή του πατέρα του ήταν από την Κυπαρισσία.
Ιωάννης Πετρόμπεη Μαυρομιχάλης (1804–1825), αγωνιστής του 1821 και γιος του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Γεννήθηκε στη Μάνη, τραυματίστηκε στις 14 Απριλίου 1825 κατά τη μάχη του Νεοκάστρου της Πύλου και πέθανε λίγο αργότερα στην Κυπαρισσία.
Ησαΐας Μιχαλόπουλος, κληρικός και αγωνιστής του 1821, ο οποίος πριν την επανάσταση δίδασκε τα Ελληνικά γράμματα στον Άγιο Πέτρο, στη Ζάτουνα, στην Κυπαρισσία και σε διάφορα άλλα μέρη.
↑Άννα Αβραμέα, «Η παλαιοχριστιανική και πρωτοβυζαντινή Πελοπόννησος», (σελ. 9-18), στο συλλογικό έργο, «Οι μεταμορφώσεις της Πελοποννήσου (4ος-15ος αι.)», Επιστήμης κοινωνία: Ειδικές μορφωτικές εκδηλώσεις, κύκλος ομιλιων: 26 Ιανουαρίου - 16 Φεβρουαρίου 1999, ο τόμος αυτός περιλαμβάνει εισηγήσεις, κατά κύριο λόγο επιστημόνων - ερευνητών του Ινστιτούτου Βυζαντινών Ερευνών του EIE, στις οποίες αναφέρονται οι σημαντικές αλλαγές, τομές αλλά και διάρκειες που παρατηρούνται στην ιστορία του πελοποννησιακού χώρου κατά διαφορετικές χρονικές περιόδους από την ύστερη αρχαιότητα ως τον 15ο αι. Επιμελητής Έκδοσης: Ελένη Γραμματικοπούλου, Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών, Αθήνα 2000, ISBN 960-7998-03-0, σελ. 14.
↑Πηγή: Το άρθρο της Νάση Μπαλτά, με τίτλο: "Ο πολιτισμός της σταφίδας. Η σταφιδοκαλλιέργεια στην Πελοπόννησο του 19ου αιώνα, η οικονομική κρίση και η εξέγερση των καλλιεργητών. Το πολιτικό, πολιτισμικό και κοινωνικό πλαίσιο", 06/02/2000, στην εφημερίδα Το Βήμα.
↑Υπουργείον Εσωτερικών, Στατιστική της Ελλάδος, "Πληθυσμός του έτους 1861, εκ του βασιλικού τυπογραφείου, Εν Αθήναις 1862. Και φωτομηχανική ανατύπωση με προλεγόμενα - επιμέλεια ανατύπωσης: Γιάννης Μπαφούνης, "Εταιρεία Μελέτης Νέου Ελληνισμού", παράρτημα περιοδικού "Μνήμων", αρ. 7, έκδοση: "Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ETBA", Αθήνα 1991. ISBN 960-7089-02-2 και ISBN 960-244-020-1. Επίσης: "Πληθυσμός του έτους 1861", σελ. 94.
↑[Ελληνική απογραφή 1909. Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία. 1909. σελ. 428. Ελληνική απογραφή 1909. Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία. 1909. σελ. 395-396. Σημειώνεται ότι από τα συγκεντρωτικά στοιχεία της απογραφής, το άθροισμα του πληθυσμού των Δήμων δεν συμπίπτει ακριβώς με το άθροισμα του πληθυσμού των επαρχιών]
↑«Άνω Πόλη Κυπαρισσίας». odysseus.culture.gr. Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Απριλίου 2016. Ανακτήθηκε στις 18 Ιουνίου 2021.
Οι απογραφές των Προνοητών της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, Corner (1689), Grimani (1700) Angelo Emo (ίσως το 1708), η αχρονολόγητη απογραφή που αναφέρεται στο χειρόγραφο Querini-Stampalia (ίσως το 1711), είναι τέσσερις από τις διάφορες βενετσιάνικες απογραφές, οι οποίες επιχειρήθηκαν στο χρονικό διάστημα της τριακονταετίας (1683/84-1715), κατά την οποία οι Βενετοί κατείχαν την Πελοπόννησο. Μέχρι σήμερα πλήρως έχει δημοσιευθεί μόνο η απογραφή Grimani, από τον ιστορικό και ομότιμο διευθυντή ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (ΕΙΕ) Βασίλη Παναγιωτόπουλο, στο έργο του "Πληθυσμός και οικισμοί της Πελοποννήσου. 13ος - 18ος αιώνας", (1985).
Πηγή: Το άρθρο της Νάση Μπαλτά, με τίτλο: "Ο πολιτισμός της σταφίδας. Η σταφιδοκαλλιέργεια στην Πελοπόννησο του 19ου αιώνα, η οικονομική κρίση και η εξέγερση των καλλιεργητών. Το πολιτικό, πολιτισμικό και κοινωνικό πλαίσιο", 06/02/2000, στην εφημερίδα Το Βήμα.