Η Στενωσιά βρίσκεται δυτικά από τον Χανδρινό από τον οποίο απέχει 4,5 περίπου χιλιόμετρα και βορειοανατολικά από την Πύλο από την οποία απέχει περίπου 11,5 χιλιόμετρα. Έχει υψόμετρο 177[1] μέτρα και απέχει από τον Κόλπο του Ναυαρίνου περίπου 9 χιλιόμετρα. Κοντά στην Στενωσιά βρίσκονται, προς τα βόρειά της η Κουκκουνάρα σε απόσταση 2,5 περίπου χιλιομέτρων, προς τα νότιά της τα Μπαλοδημαίικα σε απόσταση 3,5 περίπου χιλιομέτρων και προς τα νοτιοδυτικά της η Πύλα σε απόσταση 5 περίπου χιλιομέτρων. Η Στενωσιά συνδέεται, μέσω διασταύρωσης, οδικά με την Εθνική Οδό 82.
Ιστορία
Το χωριό, έχει μακρόχρονη ιστορία που ακολουθεί την ιστορία της Μεσσηνίας και της ευρύτερης περιοχής της Πυλίας. Η περιοχή του χωριού κατά την αρχαιότητα, ήταν τμήμα του βασιλείου του Νέστορα, της αρχαίας Πύλου. Ο οικισμός, αναφέρεται τουλάχιστον από την εποχή της Ενετοκρατίας με ονομασίες, όπως ο Λέζαγας ή το Λέζαγα, από το 1927[5] ως η Στενοσιά και από το 1940 ως σήμερα ως η Στενωσιά.
Την εποχή της Β΄ Ενετοκρατίας αναφερόταν ως Λέζαγα (Lesaga[6]). Ο οικισμός αναφέρεται επίσης σε διάφορες απογραφές των Βενετών Προνοητών της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, οι οποίες έγιναν στο χρονικό διάστημα της τριακονταετίας (1683/84-1715), κατά την οποία οι Βενετοί κατείχαν την Πελοπόννησο, μέσω της κτήσης τους (Stato da Mar), η οποία είναι γνωστή και ως Βασίλειο του Μορέως (1688-1715). Το χωριό Λέζαγα (Lesaga), ανήκε, το 1689, στην επαρχία του Ναβαρίνου (Territorio di Navarin), η οποία ήταν μια από τις 4 επαρχίες, στις οποίες χωριζόταν τότε το διαμέρισμα της Μεθώνης (επαρχία Φαναριού, επαρχία Αρκαδιάς, επαρχία Ναβαρίνου και επαρχία Μεθώνης). Με βάση την ενετική απογραφή Corner του 1689, το χωριό Λέζαγα είχε 23 κατοίκους.[6]
Μετά το 1715, όταν οι Τούρκοι έδιωξαν τους Ενετούς από τον Μωριά και ξαναγύρισαν, μετονόμασαν τη Βαρωνία της Μεθώνης σε Βιλαέτι της Αρκαδιάς.
Κατά την περίοδο που η ευρύτερη περιοχή της Πυλίας τελούσε υπό τη β’ οθωμανική κατοχή (1715-1821), το χωριό Λέζαγα ή Λέζαγδα υπαγόταν στον Καζά Ναβαρίνου σύμφωνα και με την έκδοση της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα με τίτλο A Historical and Economic Geography of Ottoman Greece: The Southwestern Morea in the 18th Century, αφού μετά την ανακατάληψη των περιοχών του Μωριά από τους Τούρκους, η περιοχή του Ναβαρίνου, δηλαδή της Πυλίας, αποτέλεσε ένα ακόμα τμήμα της οθωμανικής (defter) κτηματογράφησης. Το χωριό αναφερόταν στα οθωμανικά τουρκικά ως Elyas Aga (τσιφλίκι, Çiftlik).[7]
Διοικητική ιστορία
Το Λέζαγα[8] προσαρτήθηκε αρχικά, το 1835,[9] στον παλαιό Δήμο Αιγαλαίου,[10] με έδρα τον Χανδρινό. Μόλις 5 χρόνια αργότερα, το 1840,[11] ο οικισμός αποσπάται από τον Δήμο Αιγαλαίου, ο οποίος καταργήθηκε τότε και προσαρτάται στον παλαιό Δήμο Πύλου,[12] ή Δήμο Πυλίων, όπως αναφερόταν τότε, όπου και παρέμεινε ως το 1912 που ο δήμος καταργήθηκε. Το χωριό αναφέρεται, το 1853, επίσης σαν Λέζαγα στον β΄ τόμο των «Ελληνικών» του Ιάκωβου Ρίζου Ραγκαβή, ως χωριό του Δήμου Πύλου της Επαρχίας Πυλίας με πληθυσμό 62 κατοίκων, με βάση την απογραφή του 1851.[13] Έδρα του Δήμου Πύλου τότε, βάση της ίδιας πηγής, ήταν η κωμόπολη της Πύλου, (Νεόκαστρον) και Καλύβια. Το 1912[14] το Λέζαγα προσαρτάται στην Κοινότητα Κουκουνάρας,[15] στην οποία προσαρτώνται επίσης οι οικισμοί Κουκκουνάρα ως έδρα και η Σχινόλακκα (το 1919 αποσπάσθηκε από την Κοινότητα Κουκκουνάρας και προσαρτήθηκε στην Κοινότητα Πύλου). Τουλάχιστον από το 1844 ως το 1927 το χωριό αναφερόταν επίσημα ως το Λέζαγα. Το 1927[16] το Λέζαγα μετονομάζεται σε Στενοσιά, ενώ από το 1940 ως σήμερα αναφέρεται επίσημα ως η Στενωσιά. Το χωριό παρέμεινε ως οικισμός της Κοινότητας Κουκκουνάρας, από το 1912 ως το 1997, όταν τότε, στα πλαίσια των αλλαγών που επήλθαν στη τοπική αυτοδιοίκηση, μέσω του σχεδίου «Καποδίστριας», η Στενωσιά υπήχθη στον κατηργημένο Δήμο Χιλιοχωρίων,[17][18] με έδρα τον Χανδρινό, ως το 2010. Από το 2011, μετά τις νέες αλλαγές του σχεδίου «Καλλικράτης» η Στενωσιά ανήκει πλέον στον νέο Δήμο Πύλου - Νέστορος.[19][20] Ο δήμος αυτός, συστάθηκε με το Πρόγραμμα Καλλικράτης με την συνένωση των προϋπαρχόντων δήμων Κορώνης, Μεθώνης, Παπαφλέσσα, Πύλου, Νέστορος και Χιλιοχωρίων. Η Στενωσιά σήμερα είναι οικισμός της Τοπικής Κοινότητας της Κουκκουνάρας του Δήμου Πύλου-Νέστορος,[4] με έδρα την Κουκκουνάρα.
Κάτοικοι
Ο οικισμός, με βάση την απογραφή του 2011, έχει 446 μόνιμους κατοίκους, οι οποίοι απασχολούνται κυρίως σε διάφορες αγροτικές εργασίες και με το εμπόριο.
Εκτός από τα παραδοσιακά σπίτια υπάρχει και η εκκλησία του χωριού, ο Ιερός Ναός των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, ο οποίος υπάγεται στην Ιερά Μητρόπολη Μεσσηνίας. Στα αξιοθέατα της περιοχής του χωριού περιλαμβάνονται το φαράγγι και οι μικροί καταρράκτες του ομώνυμου μικρού ποταμιού της Στενωσιάς.
Μικροί καταρράκτες Στενωσιάς
Πολύ κοντά στο χωριό της Στενωσιάς, στο καταπράσινο φαράγγι του ομώνυμου ποταμού της Στενωσιάς, μήκους 3-4 χιλιομέτρων περίπου, υπάρχουν οι μικροί καταρράκτες της Στενωσιάς με τις αντίστοιχες λιμνούλες. Το ποτάμι της Στενωσιάς καταλήγει προς τον Καταρράκτη Καλαμάρη, ο οποίος βρίσκεται ανάμεσα στη Σχινόλακκα και τη Γιάλοβα. Σύμφωνα με την τοπική ιστορία, στο ποτάμι της Στενωσιάς οι Ιταλοί είχαν φτιάξει παλαιότερα εκεί φράγμα και τον πρώτο υδροηλεκτρικό σταθμό της Μεσσηνίας, ο οποίος ηλεκτροδοτούσε την Πύλο.[36]
Οι συγκεντρώσεις στα κατώφλια των σπιτιών
Από τις παλαιότερες εποχές, μέχρι και πριν δύο δεκαετίες στην ευρύτερη περιοχή της Πυλίας, όπως και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, υπήρχε η συνήθεια κυρίως τους θερινούς μήνες να βγαίνουν οι γυναίκες το βράδυ και να κάθονται στα κατώφλια των σπιτιών. Όσες έμεναν στα καντούνια πήγαιναν και αυτές εκεί. Αυτή η συνήθεια διασώζεται ακόμα και σήμερα στο χωριό Λέζαγα – Στενωσιά της επαρχίας Πυλίας.[37]
Πλανόδιοι κινηματογραφιστές
Τις δεκαετίες '60 και '70 οι κάτοικοι του χωριού διασκέδαζαν επίσης με τις υπαίθριες κινηματογραφικές προβολές που πραγματοποιούσαν στο χωριό, όπως και σε πολλά άλλα χωριά της περιοχής, κινηματογραφιστές, όπως οι: Αριστείδης Τέντες, Γιάννης Λιγουδιστιανός, Γιάννης Χαρίτος, Ηλίας Ναθαναήλ ή Τρίκυκλος κ.α.[38]
↑Από το άρθρο του Πέτρου Τσώνη, με τίτλο, "Σινεμά ο Παράδεισος… στα χωριά της Μεσσηνίας", στην ιστοσελίδα moriasnews.gr: [...]«Τα πρώτα χρόνια που ξεκίνησα ο Χαρίτος δε με άφηνε να παίξω στου Λέζαγα (σήμερα Στενωσιά). Μου έλεγε: «Ρε αδέρφι, αν πας στου Λέζαγα, θα τσακωθείς, γιατί είσαι νευρασθενικός». Ένα βράδυ πάω στου Χανδρινού, βρίσκω τον Χαρίτο να έχει σβήσει τη μηχανή. Πάω στο Χατζή, βρίσκω τον Γραμμένο. Τηλεφωνώ για να πάω Κορυφάσιο, ήταν ο Τρίκυκλος, έτσι λέγαμε τον Ηλία του Ναθαναήλ. Στο μεταξύ νύχτωνε και δεν ήξερα τι να κάνω. Κάτσε, λέω, να πάω στου Λέζαγα να κάνω μια δοκιμή. Μπαίνω στο χωριό και βάζω δυνατά ένα τσιφτετέλι. Βλέπω στις γωνίες, από παιδάκια μέχρι και γριές, να χορεύουν. Σκέφθηκα τι έχανα τόσα χρόνια που πίστεψα τον Χαρίτο. Βρίσκω τον καταστηματάρχη, βάζω τα ηχητικά τέρμα, με αποτέλεσμα να γίνει μακελειό. Να φανταστείς τους πήγα τέσσερις φορές το ίδιο καουμπόικο με διαφορετικό όνομα και όταν τελείωνε, μου έλεγαν “κάπου το έχουμε δει το έργο”. Ήταν ωραίοι άνθρωποι, γλεντζέδες. Το Λέζαγα έγινε η καλύτερή μου πιάτσα. Όταν έμπαινα στο χωριό και άρχιζα να γυρνάω στις ρούγες, 30 – 40 παιδάκια τρέχαν πίσω από το αυτοκίνητο»…[...] Σινεμά ο Παράδεισος… στα χωριά της Μεσσηνίας
Πηγές
Οι απογραφές των Προνοητών της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, Corner (1689), Grimani (1700) Angelo Emo (ίσως το 1708), η αχρονολόγητη απογραφή που αναφέρεται στο χειρόγραφο Querini-Stampalia (ίσως το 1711), είναι τέσσερις από τις διάφορες βενετσιάνικες απογραφές, οι οποίες επιχειρήθηκαν στο χρονικό διάστημα της τριακονταετίας (1683/84-1715), κατά την οποία οι Βενετοί κατείχαν την Πελοπόννησο. Μέχρι σήμερα πλήρως έχει δημοσιευθεί μόνο η απογραφή Grimani, από τον ιστορικό και ομότιμο διευθυντή ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (ΕΙΕ) Βασίλη Παναγιωτόπουλο, στο έργο του "Πληθυσμός και οικισμοί της Πελοποννήσου. 13ος - 18ος αιώνας", (1985).