Το Εξοχικό, -γνωστό και ως Γαλλέικα[5]- είναι ημιορεινό χωριό σε υψόμετρο 209 μέτρων[1] από την επιφάνεια της θάλασσας και βρίσκεται νοτιοδυτικά, στο Νομό Μεσσηνίας. Απέχει 53 χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα Καλαμάτα, 17 από την Κορώνη και 7 χιλιόμετρα από το γνωστό τουριστικό θέρετρο Φοινικούντα. Επίσης απέχει 4 χιλιόμετρα από το Καπλάνι και 6,5 χιλιόμετρα από την Υάμεια.
Ιστορικό
Οι πρώτοι κάτοικοι του Εξοχικού ήταν Αρκάδες προερχόμενοι από το Ροεινό Αρκαδίας, το οποίο βρίσκεται κοντά στα κεφαλοχώρια Αλωνίσταινα και Χρυσοβίτσι. Ασχολούνταν αποκλειστικά με την κτηνοτροφία και ο λόγος της καθόδου τους στη νότια Μεσσηνία ήταν η εξασφάλιση τροφής για τα αιγοπρόβατα τους. Αυτό γινόταν κατά τους χειμερινούς μήνες και για αρκετά χρόνια μέχρι που θα εγκατασταθούν μόνιμα στο χωριό. Είναι γνωστό ως ανεξάρτητο χωριό από το 1816, που κατά τον Γάλλο περιηγητή Φρανσουά Πουκεβίλ, είχε 12 οικογένειες.
Η αρχική ονομασία του χωριού ήταν Βάλτσουκα. Το 1889 προσαρτάται στο παλαιό Δήμο Κολωνίδων (ημερομηνία μεταβολής: 04/10/1889),[6] ενώ το 1912 αποσπάται από το Δήμο Κολωνίδων και προσαρτάται στην Κοινότητα Καπλανίου (ημερομηνία μεταβολής: 31/08/1912).[7] Το 1913 το όνομα του οικισμού διορθώνεται σε Βάλτουκα (ημερομηνία μεταβολής: 0910/1913),[8] αλλά αναφερόταν και ως Βαλτούκα, ενώ το 1956 θα μετονομαστεί σε Εξοχικόν (ημερομηνία μεταβολής: 0910/1913),[9] που είναι και η επίσημη ονομασία του. Το 1997 ο οικισμός αποσπάται από την Κοινότητα Καπλανίου και προσαρτάται στο πρώην Δήμο Κορώνης (ημερομηνία μεταβολής: 04/12/1997),[10] ενώ το 2010 ο οικισμός αποσπάται από το Δήμο Κορώνης και προσαρτάται στο Δήμο Πύλου - Νέστορος (ημερομηνία μεταβολής: 07/06/2010).[11][12] Η ονομασία Γαλλέικα[5] έχει επικρατήσει λόγω του ότι οι κάτοικοι -σχεδόν στο σύνολο τους- φέρουν το επώνυμο Γάλλος. Λέγεται ότι είναι προσωνύμιο που «κόλλησαν» στους πρώτους κατοίκους από κάποια σχέση που πιθανότατα είχαν με τους Γάλλους στρατιώτες του στρατηγού Μαιζών (Μαιζώνος).
Ο οικισμός, με βάση την Απογραφή του 2011, έχει 32 μόνιμους κατοίκους, οι οποίοι απασχολούνται κυρίως με παραδοσιακές αγροτικές καλλιέργειες, την παραγωγή ελαιολάδου και σταφίδας.