Η Νέα Δημοκρατία είναι η πολιτική παράταξη που ταυτίζει το έθνος με το λαό, την πατρίδα με τους ανθρώπους της, την πολιτεία με τους πολίτες της, την εθνική ανεξαρτησία με τη λαϊκή κυριαρχία, την πρόοδο με το κοινό αγαθό, την πολιτική ελευθερία με την έννομη τάξη και την κοινωνική δικαιοσύνη.
Στις βουλευτικές εκλογές του 1974, τις πρώτες μετά την πτώση της Χούντας των Συνταγματαρχών, η Νέα Δημοκρατία με πρόεδρο τον ιδρυτή της, κέρδισε την απόλυτη πλειοψηφία των ψήφων λαμβάνοντας ποσοστό 54,37%, το υψηλότερο που έχει καταγραφεί σε βουλευτικές εκλογές, και εξασφάλισε 220 έδρες στην Βουλή. Ο πρωταρχικός στόχος της Νέας Δημοκρατίας ως κυβέρνηση, ήταν η ένταξη της Ελλάδας στην τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, προκάτοχο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με σκοπό την επιτάχυνση της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης της χώρας, καθώς και την ενίσχυση της ασφάλειάς της από εξωτερικούς κινδύνους, ενώ προτεραιότητα αποτέλεσε και η συμμετοχή της χώρας σε υπερεθνικούς οργανισμούς. Επίσης, τον Δεκέμβριο του 1974, η Κυβέρνηση έλυσε οριστικά το πολιτειακό ζήτημα της χώρας, διεξάγοντας δημοψήφισμα, με το οποίο καταργήθηκε η Βασιλευομένη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία και εγκαθιδρύθηκε η Προεδρευομένη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία.
Το 1976, η Νέα Δημοκρατία προχώρησε στην εσωτερική της αναδιοργάνωση, με κορυφαία διαδικασία το Προσυνέδριο της Χαλκιδικής τον Απρίλιο του έτους αυτού, όπου συζητήθηκαν προτάσεις για το καταστατικό και τους κανονισμούς λειτουργίας των κομματικών οργανώσεών της. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής τόνισε:
Τα κόμματα για να εκπληρώσουν την αποστολή τους πρέπει: Πρώτον, να έχουν σαφή ιδεολογία και σταθερό προσανατολισμό. Δεύτερον, να κατέχονται από υψηλό αίσθημα ευθύνης. Τρίτον, να είναι δημοκρατικά οργανωμένα.
Τον Απρίλιο του 1979, συγκλήθηκε το 1ο Συνέδριο του κόμματος στην Χαλκιδική, όπου εγκρίθηκαν ομόφωνα οι ιδεολογικές αρχές της Νέας Δημοκρατίας τις οποίες είχε εισηγηθεί ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Σύμφωνα με αυτές, η ιδεολογία του κόμματος, γνωστή ως «ριζοσπαστικός φιλελευθερισμός», αναγνωρίζει την ελευθερία της αγοράς με τη ρυθμιστική παρέμβαση του κράτους για χάρη της κοινωνικής δικαιοσύνης. Επίσης εγκρίθηκε το καταστατικό και οι κανονισμοί λειτουργίας των κομματικών οργανώσεων. Αυτό ήταν το πρώτο συνέδριο ελληνικού κόμματος, του οποίου οι σύνεδροι ήταν αιρετοί από τα μέλη.[7]
Τον Μάιο του ίδιου έτους έγινε δεκτή η ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα. Η συνθήκη ένταξης υπογράφηκε στο Ζάππειο από τον Πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή και από τον Υπουργό ΕξωτερικώνΓεώργιο Ράλλη, παρουσία όλων των Ευρωπαίων ηγετών, ενώ χαρακτηριστική ήταν η απουσία της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, δηλαδή του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και του προέδρου του, Ανδρέα Παπανδρέου.
Τον Μάιο του 1980, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, εξελέγη Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ενώ πρόεδρος του κόμματος εκλέχτηκε ο Γεώργιος Ράλλης, ο οποίος αναλαμβάνει και χρέη Πρωθυπουργού. Τον Ιούνιο του 1981, πραγματοποιήθηκε έκτακτο συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας ενόψει των επερχόμενων βουλευτικών εκλογών.
1981-1989: Αντιπολίτευση
Στις βουλευτικές εκλογές του 1981, που διεξήχθησαν στις 18 Οκτωβρίου, η Νέα Δημοκρατία ηττάται για πρώτη φορά, συγκεντρώνοντας το χαμηλότερο ποσοστό της έως τότε ιστορίας της (35,88%) και καταλαμβάνοντας 115 έδρες στην Βουλή, αναδεικνυόμενη έτσι σε Αξιωματική Αντιπολίτευση. Την ίδια μέρα διεξήχθησαν και οι ευρωεκλογές του 1981, όπου και εκεί η Νέα Δημοκρατία ηττήθηκε, λαμβάνοντας ποσοστό 31,34% και κερδίζοντας 8 από τις 24 έδρες της Ελλάδας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Μετά από αυτό το εκλογικό αποτέλεσμα, τον Δεκέμβριο του 1981, ο Γεώργιος Ράλλης έθεσε θέμα εμπιστοσύνης προς το πρόσωπό του στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος και καταψηφίστηκε. Νέος πρόεδρος ανέλαβε ο Ευάγγελος Αβέρωφ.
Στις ευρωεκλογές του 1984, στις 17 Ιουνίου, η Νέα Δημοκρατία ηττάται, αυξάνοντας όμως το ποσοστό της σε 38,05% και παίρνοντας 9 από τις 24 ελληνικές έδρες στο Ευρωκοινοβούλιο. Παρόλα αυτά, τον Αύγουστο του ίδιου έτους, ο Ευάγγελος Αβέρωφ με επιστολή του προς την κοινοβουλευτική ομάδα, παραιτήθηκε από πρόεδρος του κόμματος και την 1η Σεπτεμβρίου, εξελέγη στο αξίωμα αυτό ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης.
Στις 2 Ιουνίου1985, στις βουλευτικές εκλογές, η Νέα Δημοκρατία αύξησε το ποσοστό της στο 40,85%, ηττήθηκε όμως ξανά, παραμένοντας στην θέση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου, ο Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος μαζί με εννέα ακόμα βουλευτές αποχώρησαν από τη Νέα Δημοκρατία και ίδρυσαν τη Δημοκρατική Ανανέωση.[8]
Τον Φεβρουάριο του 1986, συνεκλήθη στη Θεσσαλονίκη το 2ο Συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας, όπου αποφασίζεται να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στις φιλελεύθερες ιδέες, εμπλουτίζοντας τις ιδεολογικές αρχές του κόμματος, ενώ πραγματοποιήθηκαν κάποιες καταστατικές αλλαγές καθώς και αλλαγές των κανονισμών λειτουργίας των κομματικών οργανώσεων.[7] Μέσα σε αυτή τη δύσκολη περίοδο για το κόμμα, τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας αποφάσισαν να πολιτικοποιήσουν έντονα τις δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές του 1986, κερδίζοντας τους τρεις μεγαλύτερους δήμους της χώρας, τους δήμους Αθηναίων, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης. Επίσης τρία χρόνια αργότερα, στις 18 Ιουνίου1989, η Νέα Δημοκρατία κέρδισε και τις ευρωεκλογές του 1989, με ποσοστό 40,45% και 10 από τις 24 έδρες.
Δύο χρόνια από την ανάληψη των καθηκόντων του, τον Απρίλιο του 1992, ο Αντώνης Σαμαράς αποπέμφθηκε από υπουργός Εξωτερικών.[10] Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, παραιτήθηκε από βουλευτής[11] και μαζί με κάποιους βουλευτές, από την Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέα Δημοκρατίας, ίδρυσε την Πολιτική Άνοιξη, με αποτέλεσμα η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη να χάσει τη δεδηλωμένη εμπιστοσύνη της Βουλής.
1993-2004: Αντιπολίτευση
Στις πρόωρες εκλογές που προκηρύχθηκαν για τις 10 Οκτωβρίου, η κεντροδεξιά παράταξη ηττήθηκε με ποσοστό 39,30% και επανήλθε στη θέση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Αμέσως μετά ο Μητσοτάκης παραιτήθηκε από πρόεδρος του κόμματος. Νέος πρόεδρος εξελέγη ο Μιλτιάδης Έβερτ, από ειδικό εκλεκτορικό σώμα, με 141 ψήφους, έναντι 37 ψήφων του Ιωάννη Βαρβιτσιώτη.
Τον Απρίλιο του 1994, πραγματοποιήθηκε το 3ο Συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας στην Χαλκιδική, όπου εγκρίθηκε το νέο καταστατικό του κόμματος, το νέο πλαίσιο του κυβερνητικού προγράμματος και επιβεβαιώθηκαν οι ιδεολογικές αρχές του κόμματος.[7] Στις ευρωεκλογές του ίδιου έτους, το κόμμα βγήκε δεύτερο με ποσοστό 32,63% και 9 από τις 25 έδρες, ενώ στις δημοτικές και νομαρχιακές του ίδιου έτους κέρδισε τους δύο από τους τρεις μεγάλους δήμους, την Αθήνα και την Θεσσαλονίκη, εκλέγοντας ταυτόχρονα και δώδεκα νομάρχες.
Το 1996, προκηρύχθηκαν πρόωρες εκλογές, στις οποίες η Νέα Δημοκρατία αναδείχθηκε δεύτερη, συγκεντρώνοντας 38,12% και 108 έδρες. Αυτό οδήγησε τον Μιλτιάδη Έβερτ σε παραίτηση και την κίνηση διαδικασίας για εκλογή νέου προέδρου, όπου ο Έβερτ υπερίσχυσε του Γιώργου Σουφλιά με ψήφους 103, έναντι 84, και επανεξελέγη στην ηγεσία του κόμματος.
Τον Μάρτιο του 1997, διεξήχθη το 4ο Συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας στην Αθήνα, με θέμα την ψήφιση νέου καταστατικού και προγράμματος, καθώς και την εκλογή προέδρου. Πρόεδρος του κόμματος εξελέγη ο Κώστας Καραμανλής με 69,16%, έναντι του Γεώργιου Σουφλιά. Λίγες ημέρες μετά, πραγματοποιήθηκε το Συνέδριο Αρχών και Θέσεων της Ν.Δ., όπου επαναδιατυπώθηκαν οι αρχές και οι θέσεις του κόμματος και επανασχεδιάστηκαν άλλες, με φόντο τον 21ο αιώνα και την είσοδο της Ελλάδας στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση.[7]
Ένα χρόνο μετά, τον Φεβρουάριο του 1998, ξέσπασε εσωκομματική κρίση, η οποία είχε ως αποτέλεσμα τη διαγραφή των Στέφανου Μάνου, Βασίλη Κοντογιαννόπουλου και Γιώργου Σουφλιά, εκ των κορυφαίων στελεχών της Νέας Δημοκρατίας, και κάποιων βουλευτών που πρόσκειντο στον πρώην Πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.[12] Αργότερα ο Στέφανος Μάνος ίδρυσε τους Φιλελεύθερους.[13] Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, στις εκλογές της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, υποψήφιοι υποστηριζόμενοι από τη Νέα Δημοκρατία κέρδισαν τους τρεις μεγάλους δήμους και εκλέχτηκαν 27 νομάρχες.
Τον Μάρτιο του 2001, πραγματοποιήθηκε το 5ο Συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας, όπου συζητήθηκαν θέματα αρχών και θέσεων και αποφασίστηκαν οργανωτικές αλλαγές, με σημαντικότερη τη θεσμοθέτηση Γενικού Γραμματέα. Στο Συνέδριο αυτό, ο Γιώργος Σουφλιάς επέστρεψε στη Νέα Δημοκρατία.[7] Ένα χρόνο αργότερα, επέστρεψε και ο Δημήτρης Αβραμόπουλος,[18] ενώ στις δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές του 2002, το κόμμα κέρδισε ξανά τους τρεις μεγαλύτερους δήμους, καθώς και 30 νομαρχίες.
Στις βουλευτικές εκλογές του 2004, που διεξήχθησαν το Μάρτιο του 2004, η Νέα Δημοκρατία συνεργάστηκε με τη Δημοκρατική Αναγέννηση του Στέλιου Παπαθεμελή.[19] Έλαβε το 45,36% των ψήφων, κατέλαβε την πλειοψηφία στη Βουλή με 165 έδρες και σχημάτισε αυτοδύναμη κυβέρνηση υπό τον Κώστα Καραμανλή. Τον Ιούνιο του ίδιου έτους, διεξήχθησαν και οι ευρωεκλογές, όπου η Νέα Δημοκρατία κέρδισε με μεγάλη διαφορά, συγκεντρώνοντας 43,01% και 11 από τις 24 έδρες. Είχε προηγηθεί η διάλυση της Πολιτικής Άνοιξης και η προσχώρηση του Αντώνη Σαμαρά και των περισσότερων στελεχών της στη Νέα Δημοκρατία.[20] Τον επόμενο μήνα πραγματοποιήθηκε το 6ο Συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας. Το Συνέδριο ενέκρινε αλλαγές στο καταστατικό του κόμματος και εξέλεξε τη νέα Κεντρική Επιτροπή.[7]
Τον Ιούλιο του 2007 διεξήχθη το 7ο Συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας, κατά το οποίο επιβεβαιώθηκε η στήριξη στο πολιτικό πρόγραμμα της κυβέρνησης, χωρίς να γίνει κάποια ουσιαστική αλλαγή στην κομματική δομή και οργάνωση.[7] Ένα μήνα αργότερα, ο Κώστας Καραμανλής προκήρυξε εκλογές[21] επικαλούμενος ως εθνικό θέμα τις μεταρρυθμίσεις στην παιδεία, οικονομία και την κατάρτιση του προϋπολογισμού του 2008.
Η κυβέρνηση κλήθηκε να αντιμετωπίσει το ζήτημα της ένταξης της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ, στο οποίο πρόβαλε βέτο, λόγω της μη επίλυσης του προβλήματος της ονομασίας. Επιπλέον, κατά τη διάρκεια της δεύτερης θητείας Καραμανλή ολοκληρώθηκε το έργο της Εγνατίας Οδού, ενώ κατασκευάστηκε το νέο Μουσείο της Ακρόπολης. Ολοκληρώθηκε, επίσης, και η διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος, για την οποία υπήρξαν καταγγελίες για νοθεία.[22]
Καθ' όλη τη διάρκεια της διακυβέρνησης της χώρας από τον Κώστα Καραμανλή, δεν ήταν λίγες οι φορές που βγήκαν στο φως της δημοσιότητας αποκαλύψεις σχετικά με οικονομικά και κοινωνικά σκάνδαλα, πολλά από τα οποία αφορούσαν την Νέα Δημοκρατία.[23] Ανάμεσα στις υποθέσεις που αποκαλύφθηκαν ήταν αυτές των δομημένων ομολόγων, της Siemens, και της Μονής Βατοπεδίου και άλλα.[24][25][26] Το Δεκέμβριο του 2008 έλαβαν χώρα ταραχές και εκτεταμένα επεισόδια με αφορμή τη δολοφονία δεκαεξάχρονου μαθητή από αστυνομικό στα Εξάρχεια.[27]
Στις βουλευτικές εκλογές του 2009 η Νέα Δημοκρατία έχασε την εξουσία από το ΠΑ.ΣΟ.Κ., καταλαμβάνοντας τη δεύτερη θέση με ποσοστό 33,47% και 91 έδρες.[30] Το ποσοστό αυτό αποτέλεσε ιστορικό χαμηλό για τη Νέα Δημοκρατία, γεγονός που οδήγησε σε στην παραίτηση του Κώστα Καραμανλή[31] και την εκλογή νέου προέδρου από τη βάση του κόμματος.[32] Μεταξύ τριών υποψηφίων, νέος πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας εξελέγη ο Αντώνης Σαμαράς, με ποσοστό 50,06%.[33]
Ένα μήνα αργότερα, τον Ιούνιο του 2010 διεξήχθη το 8ο Συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας. Το Συνέδριο εξέλεξε τη νέα Κεντρική Επιτροπή του κόμματος, ενώ ενισχύθηκε η επικράτηση των ιδεών του κοινωνικού φιλελευθερισμού.[7] Στις αυτοδιοικητικές εκλογές του 2010, τις πρώτες που διεξήχθησαν στη χώρα μετά την επιβολή του Μνημονίου, ο Σαμαράς επιδίωξε να προσδώσει χαρακτήρα αντιμνημονιακού δημοψηφίσματος,[36] χωρίς, ωστόσο, να προκύπτει κάτι τέτοιο από την αποτίμηση του αποτελέσματος, καθώς η Νέα Δημοκρατία κέρδισε μόλις πέντε από τις δεκατρείς Περιφέρειες ενώ έχασε τους δύο μεγάλους δήμους Αθήνας και Θεσσαλονίκης.[37][38]
Στις βουλευτικές εκλογές του Μαΐου 2012 η Νέα Δημοκρατία εξασφάλισε την πρώτη θέση έναντι του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., με 18,85%, ποσοστό που αποτελεί ιστορικό χαμηλό για τις εκλογικές επιδόσεις του κόμματος, και χωρίς αυτοδυναμία (108 έδρες). Οι συζητήσεις για σχηματισμό κυβέρνησης απέτυχαν, κι έτσι προκηρύχθηκαν νέες εκλογές.[55] Εν όψει τον εκλογών η Δημοκρατική Συμμαχία συγχωνεύτηκε με τη Νέα Δημοκρατία,[56] ενώ το κόμμα ενισχύθηκε επιπλέον με στελέχη του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού, τα οποία αποχώρησαν μετά την αποτυχία του τελευταίου να εισέλθει στη Βουλή.[57][58]
Στις επαναληπτικές εκλογές του Ιουνίου, το κόμμα κέρδισε ξανά τις εκλογές με 29,66% και 129 βουλευτές. Μη έχοντας την πλειοψηφία, η Νέα Δημοκρατία συμφώνησε στο σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας και μαζί με το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και τη Δημοκρατική Αριστερά, βάσει προγραμματικής συμφωνίας, για επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου (το οποίο είχε υπογράψει η προηγούμενη κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.) και απάλυνση των δυσβάσταχτων όρων που υπεβλήθησαν.[59][60] Πρωθυπουργός ορκίστηκε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Αντώνης Σαμαράς.
Λίγες ημέρες μετά την ορκωμοσία της νέας κυβέρνησης, παραιτήθηκε από τη θέση του υφυπουργού Εργασίας ο Νίκος Νικολόπουλος, καταγγέλλοντας αναντιστοιχία των προεκλογικών δεσμεύσεων με την ακολουθούμενη πολιτική του κόμματος.[61] Ακολούθησε η διαγραφή του από την Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας,[62] με τον ίδιο να ιδρύει αργότερα το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα Ελλάδος.[63] Το Φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς, διαγράφτηκαν άλλοι τρείς βουλευτές (Σταυρογιάννης,[64]Κασαπίδης,[65]Σολδάτος[66]) οι οποίοι με διάφορους τρόπους διαφοροποιήθηκαν από την κομματική γραμμή κατά την ψήφιση νομοσχεδίων μέτρων λιτότητας.
Τον Ιούνιο του 2013 πραγματοποιήθηκε το 9ο Συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας. Το Συνέδριο ολοκληρώθηκε με την εισήγηση του Αντώνη Σαμαρά για την πορεία της χώρας και τον ρόλο της Νέας Δημοκρατίας, έγιναν βελτιώσεις στο καταστατικό του κόμματος, ενώ εξελέγη και η νέα σύνθεση της Πολιτικής Επιτροπής.[7] Λίγες ημέρες μετά το Συνέδριο επέστρεψε στη Νέα Δημοκρατία ο βουλευτής ΛευκάδαςΘεόδωρος Σολδάτος, ενώ προσχώρησε ο προερχόμενος από τους Ανεξάρτητους Έλληνες, βουλευτής ΕυβοίαςΚώστας Μαρκόπουλος.[67]
Η πολιτική αυστηρής λιτότητας προκάλεσε τη διαγραφή του ιστορικού στελέχους Βύρωνα Πολύδωρα, ο οποίος καταψήφισε την επιβολή φόρου ακινήτων και διεγράφη,[68] ενώ ίδρυσε αργότερα την Ένωση για την Πατρίδα και τον Λαό,[69] αλλά και του Νικήτα Κακλαμάνη,[70] ο οποίος όμως επέστρεψε και πάλι στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματος.[71]
Η κυβέρνηση Σαμαρά ακολούθησε πολιτική λιτότητας με σκοπό να μειώσει τα κυβερνητικά έξοδα και να κάνει ανταγωνιστική την ελληνική οικονομία. Σε αυτό το πλαίσιο πραγματοποιήθηκαν 15.000 απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων, έκλεισε η Ε.Ρ.Τ., καθιερώθηκε ο Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) ενώ διευκολύνθηκαν οι πλειστηριασμοί. Τελικά, επετεύχθη πλεόνασμα, καταγράφηκε ανάπτυξη 0,7% και η χώρα επέστρεψε στην παγκόσμια αγορά ομολόγων.[72] Επί διακυβέρνησης Σαμαρά λήφθηκαν μέτρα ενάντια στην παράνομη μετανάστευση, ενώ η Ελλάδα ανέλαβε την προεδρία τη Ευρωπαϊκής Ένωσης το πρώτο εξάμηνο του 2014.
Το δυσάρεστο κλίμα που είχε διαμορφωθεί στην κοινή γνώμη λόγω των οικονομικών μέτρων, είχε ως αποτέλεσμα η Νέα Δημοκρατία να χάσει από το ΣΥ.ΡΙΖ.Α. στις ευρωεκλογές που πραγματοποιήθηκαν το Μάιο του 2014. Συγκέντρωσε 22,72% και εξέλεξε 5 ευρωβουλευτές.
Το Δεκέμβριο του ίδιου έτους ξεκίνησαν οι διαδικασίες για την ανάδειξη νέου Προέδρου της Δημοκρατίας. Για τη θέση αυτή η κυβέρνηση πρότεινε τον Αντιπρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας Σταύρο Δήμα,[73] ο οποίος απέτυχε να εκλεγεί,[74] εξαιτίας της άρνησης της αντιπολίτευσης να συναινέσει,[75][76] προκειμένου να συμπληρωθεί ο απαιτούμενος αριθμός των 180 βουλευτών. Ωστόσο, η Νέα Δημοκρατία βγήκε ενισχυμένη από αυτήν τη διαδικασία, καθώς προσχώρησαν στο κόμμα αρκετοί ανεξάρτητοι βουλευτές (Ιατρίδη, Κασαπίδης, Νταβρής, Γιοβανόπουλος,[77]Μελάς,[78]Οικονόμου[79]).
Τελικά, η Κυβέρνηση Σαμαρά, σύμφωνα με τις επιταγές του Συντάγματος (επειδή δεν συγκεντρώθηκαν 180 ψήφοι για να εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας), αναγκάστηκε να προκηρύξει πρόωρες εκλογές για τις 25 Ιανουαρίου2015.[80]
Στις βουλευτικές εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 η Νέα Δημοκρατία ηττήθηκε από το ΣΥ.ΡΙΖ.Α. με ποσοστό 27,81% και 76 βουλευτές,[81] και οδηγήθηκε στη θέση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Τον Ιούλιο του 2015, στο δημοψήφισμα που ανακοινώθηκε από τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα,[82] η Νέα Δημοκρατία τάχθηκε υπέρ του «ΝΑΙ».[83] Όμως, μετά την επικράτηση του «ΟΧΙ», ο πρόεδρος του κόμματος Αντώνης Σαμαράς παραιτήθηκε από την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας και προσωρινός πρόεδρος ορίστηκε ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης.[84]
Μετά την παραίτηση του Αντώνη Σαμαρά, και την δεύτερη συνεχόμενη ήττα του κόμματος στις πρόωρες εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015,[85] προγραμματίστηκαν εσωκομματικές εκλογές για τον Νοέμβριο,[86] με υποψηφίους τον Κυριάκο Μητσοτάκη,[87] τον Απόστολο Τζιτζικώστα,[88] τον Ευάγγελο Μεϊμαράκη[89] και τον Άδωνι Γεωργιάδη.[90] Την ημέρα των εκλογών η διαδικασία διακόπηκε για τεχνικούς λόγους.[91] Μετά από αυτήν την εξέλιξη, ο Ευάγγελος Μεϊμαράκης παραιτήθηκε από την προεδρία του κόμματος και ορίστηκε μεταβατικός πρόεδρος ο Γιάννης Πλακιωτάκης.[92] Οι εκλογές πραγματοποιήθηκαν τελικά τον Δεκέμβριο[93] και επειδή κανένας υποψήφιος δεν συγκέντρωσε το 50% των ψήφων, η εκλογή επαναλήφθηκε τον Ιανουάριο του 2016. Πρόεδρος του κόμματος αναδείχθηκε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, επικρατώντας του Ευάγγελου Μεϊμαράκη με 52,43%.[94] Τον Απρίλιο του ίδιου έτους διεξήχθη το 10ο Συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας.[95] Το Συνέδριο εξέλεξε την νέα Πολιτική Επιτροπή του κόμματος και υπερψήφισε τις αλλαγές στο Καταστατικό.[96]
Τον Ιανουάριο του 2017 ανακοινώθηκε η συνεργασία της Νέας Δημοκρατίας με τη Δράση,[97] η οποία αργότερα ανέστειλε τη λειτουργία της, προσχωρώντας στη Νέα Δημοκρατία.[98] Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, διαγράφτηκε από τη Νέα Δημοκρατία η βουλευτής Β' ΑθηνώνΚατερίνα Παπακώστα,[99] η οποία ίδρυσε τη Νέα Ελληνική Ορμή.[100] Το Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς διεξήχθη το 11ο Συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας. Το Συνέδριο επικαιροποίησε τις αρχές και τις αξίες του κόμματος, ενώ καθόρισε το κυβερνητικό του πρόγραμμα.[101]
Η νέα κυβέρνηση ξεκίνησε άμεσα την εφαρμογή ενός κεντροδεξιού έως κεντρώου κοινωνικά φιλελεύθερου πολιτικού προγράμματος. Ο Υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης κατάργησε αμέσως εγκύκλιο για απλοποίηση διαδικασιών για έκδοση ΑΜΚΑ σε ξένους υπήκοους.[108] Ανάμεσα στις προτεραιότητες του είναι καλύτερος έλεγχος των συνόρων για μείωση των μεταναστών, αντιμετώπιση των Εξαρχείων, η βελτίωση της κατάστασης στο σωφρονιστικό σύστημα και σύγχρονη διαχείριση κρίσης και καταστροφών.[109] Αξιοσημείωτη είναι επίσης η έμφαση που δίνεται στον τομέα των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία (ΑΜΕΑ) και των ατόμων της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας (το Νοέμβριο του 2020 ψηφίστηκε το "Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τα δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία"[110][111], ενώ το Μάρτιο του 2021 με απόφαση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη συστάθηκε η Επιτροπή σύνταξης Εθνικής Στρατηγικής για την Ισότητα των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων στην Ελλάδα[112]). Η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως έθεσε ως προτεραιότητα τις αλλαγές στο πανεπιστημιακό άσυλο το οποίο καταργήθηκε,[113] προκαλώντας έτσι άμεσες αντιδράσεις από τα κόμματα της Αριστεράς και από την φοιτητική κοινότητα.[114][115][116]
Η Νέα Δημοκρατία είναι διαχρονικά ένα οικονομικά φιλελεύθερο, κοινωνικά συντηρητικό[117] και χριστιανοδημοκρατικό[118] κόμμα, παρόλο που πολλές φορές αυτοπροσδιορίζεται ως κόμμα των ιδεών του κοινωνικού φιλελευθερισμού, μία ιδεολογία περισσότερο συνυφασμένη με τον κεντρώο πολιτικό χώρο[119]. Ο διαχρονικός ισχυρισμός ορισμένων μελών ότι το κόμμα υιοθετεί της ιδεολογία αυτή, ότι δηλαδή ανήκει στον κεντρώο πολιτικό χώρο[120], έχει οδηγήσει σε κριτική εναντίον του κόμματος, αφού η ρητορική αυτή δεν συμβαδίζει με τις πολιτικές που έχει ακολουθήσει και εφαρμόσει ως κυβερνών κόμμα, ούτε και εκφράζει την πλειοψηφία της εκλογικής της βάσης.[121]
Μετά την ανάδειξη στην ηγεσία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη (1984–1993) όμως το κόμμα υιοθέτησε μια ακόμη πιο οικονομικά φιλελεύθερη και μεταρρυθμιστική ατζέντα, ενώ παρατηρήθηκε και άνοιγμα στο φιλελεύθεροκέντρο. Σε αυτά τα ανοίγματα υπήρξαν αντιδράσεις από παλαιά στελέχη του κόμματος (Έβερτ, Κεφαλογιάννης, Βαρβιτσιώτης), οι οποίοι είχαν αρκετές κρατιστικές απόψεις.[122] Επίσης, την εποχή της ηγεσίας του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, και ιδίως στις εκλογές του 1985 (σπάνια άλλες φορές), ο τότε αντίπαλός του, ο Ανδρέας Παπανδρέου, τον είχε κατηγορήσει έντονα για νεοφιλελευθερισμό, με τη σημερινή έννοια του όρου, την απουσία κρατικής παρεμβατικότητας στην αγορά, καθώς είχε προσπαθήσει να ταυτίσει τον Μητσοτάκη με την πολιτική που εφήρμοζε τότε η Μάργκαρετ Θάτσερ στο Ηνωμένο Βασίλειο, ιδεολογία που έγινε από τότε και μετά γνωστή ως Θατσερισμός (αντιθέτως, πριν την πρωθυπουργία της Θάτσερ το 1979 - 1990, ο όρος αυτός είχε άλλη έννοια και μάλιστα θετική, καθώς σήμαινε την μέση οδό μεταξύ του κλασικού φιλελευθερισμού και του κολλεκτιβιστικούκεντρικού σχεδιασμού,[123] προωθώντας έναν πιο ενεργό ρόλο του κράτους στις αγορές. Κατά την αρχική του αυτή θετική διατύπωση, στον νεοφιλελευθερισμό «προείχε η ελεύθερη λειτουργία του μηχανισμού τιμών της ανοικτής αγοράς, η ελεύθερη επιχειρηματικότητα, ο ελεύθερος ανταγωνισμός, και ένα ισχυρό και άτεγκτο Κράτος Δικαίου»[124]) και μάλιστα επηρέασε τότε κάποια άρθρα.[125] Ωστόσο, στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους η πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη 1990 - 1993 χαρακτηρίζεται ως μια μετριοπαθής προσπάθεια εφαρμογής μιας φιλελεύθερης πολιτικής.[126]
Μετά την άνοδο του Μιλτιάδη Έβερτ (1993–1997) στην ηγεσία της παράταξης, η Νέα Δημοκρατία έκανε στροφή προς την λαϊκή δεξιά και απέρριψε τον οικονομικό φιλελευθερισμό, υποστηρίζοντας κρατικά παρεμβατικές πολιτικές.
Επί Κώστα Καραμανλή (1997–2009), το κόμμα έκανε στροφή στο κέντρο και υιοθέτησε πιο μετριοπαθείς πολιτικές επιδιώκοντας να κυριαρχήσει στον λεγόμενο "μεσαίο χώρο".[127] Η προεδρία του ήταν μια μείξη κεντρώας και λαϊκής δεξιάς πολιτικής.[128] Το κόμμα συνέχισε μια ελαφρώς κρατική παρεμβατική πολιτική, που δεν ακολουθούσε τον οικονομικό φιλελευθερισμό.
Υπό την ηγεσία του Αντώνη Σαμαρά (2009–2015), αρχικά το κόμμα ακολούθησε αντιπολιτευτική και αντιμνημονιακή ρητορική, βασισμένη στο αίτημα επαναδιαπραγμάτευσης του Μνημονίου και της υιοθέτησης νέου μίγματος πολιτικής, προς την κατεύθυνση της λήψης αναπτυξιακών μέτρων και τόνωσης της αγοράς, η οποία όμως χαρακτηρίστηκε από μεγάλη μερίδα πολιτικών αναλυτών και δημοσιογράφων ως αδύνατη και ουτοπική.[129] Αντίθετα με τις προεκλογικές δηλώσεις, η κυβέρνηση Σαμαρά υπέγραψε τελικά το δεύτερο μνημόνιο, διαγράφοντας μάλιστα στελέχη που δεν το ψήφισαν. Δέχθηκε κριτική εξαιτίας της πολιτικής του αστάθειας όσον αφορά την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, για λαϊκισμό, καθώς και για το κλείσιμο της ΕΡΤ που θεωρήθηκε από μερίδα της πολιτικής σκηνής και της κοινωνίας ως στοιχείο πάταξης της ελευθερίας του λόγου[130].
Οι τακτικές του Σαμαρά προκάλεσαν προβληματισμό σε πολλά στελέχη του κόμματος για την ταυτότητα του κόμματος, με τον επίτιμο πρόεδρο Κωνσταντίνο Μητσοτάκη αλλά και άλλα στελέχη να χαρακτηρίζουν λαϊκιστή τον Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος ανταπέδωσε με ανακοινώσεις[131]. Πολλοί αναλυτές παρατηρούν ότι επί της ηγεσίας του αλλοιώθηκε η ιδεολογία του κόμματος και ότι ο ίδιος ανέπτυσσε ρητορική με επιρροές "δεξιότερες της Νέας Δημοκρατίας".[132] Ο Σαμαράς αντέτεινε ότι η Νέα Δημοκρατία κατά το προηγούμενο διάστημα είχε υποστεί "ιδεολογικό αφοπλισμό" και ότι ο ίδιος πολιτευόταν με αρχές και αξίες.[133]
Επί προεδρίας Κυριάκου Μητσοτάκη (2016–σήμερα), η Νέα Δημοκρατία αυτοπροσδιορίζεται ως ένα κόμμα που συμπεριλαμβάνει και τον πολιτικό χώρο του κυρίως του κέντρου και ύστερα και της κεντροαριστεράς.[134][135] Σύμφωνα με ορισμένους αναλυτές και εφημερίδες, όντως έχει εφαρμόσει πιο προοδευτικές πολιτικές κυρίως σε κάποια κοινωνικά και πολιτισμικά θέματα, ενώ έχει συμπεριλάβει και πολιτικά πρόσωπα που ανήκουν στον ευρύτερο χώρο του κέντρου και της κεντροαριστεράς, κάνοντας έτσι -σύμφωνα με ορισμένους- μια "στροφή" προς αυτόν τον πολιτικό χώρο[134][136]. Παρόλα αυτά, κατά την διακυβέρνηση Μητσοτάκη από το 2019, θεωρείται ότι έχει δώσει περισσότερη έμφαση στον οικονομικό φιλελευθερισμό και σε πολιτικές μικρότερου κράτους.[137] Κατά το 14ο συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας, έγινε περισσότερο σαφές ότι το κόμμα επιθυμεί να εκπροσωπεί πολίτες από τα κεντροαριστερά έως την λαϊκή δεξιά.[138]
↑Mirowski, Philip, & Plehwe, Dieter The road from Mont Pèlerin: the making of the neoliberal thought collective, Harvard University Press 2009, ISBN 0-674-03318-3, p. 14-15.
↑Philip Mirowski, Dieter Plehwe, The road from Mont Pèlerin: the making of the neoliberal thought collective, 2009, p. 13–14
Αλεξάκης, Ε., Η ελληνική δεξιά: Δομή & Ιδεολογία της Νέας Δημοκρατίας 1974-1993, εκδ. Α. Ν. Σάκκουλας, 2001.
Βούλτεψης, Γ., Δέκα σκληρά χρόνια στη Νέα Δημοκρατία, εκδ. Προσκήνιο, 2005.
Δημητροκάλλης, Ι., Ο ηγέτης μετά τον ηγέτη. Από την Νέα Δημοκρατία του μεγάλου Κωνσταντίνου Καραμανλή στην μεγάλη και δημοκρατική του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, εκδ. Μίλητος, 2014.
Δήμου, Ν., Παρακμή και πτώση της Νέας Δημοκρατίας, εκδ. Νεφέλη, 1982.
Λουλούδης, Θ., Νέα Δημοκρατία. Από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή στον Αντώνη Σαμαρά. Μία διαδρομή 40 χρόνων στον νομό Αχαΐας, 1974-2014, εκδ. Πελοπόννησος, 2014.
Μακρής, Σπ., Προς ένα φιλελεύθερο πραγματισμό. Η περίπτωση της Νέας Δημοκρατίας. Ιδεολογικά χαρακτηριστικά στον 21ο αιώνα, εκδ. Ι. Σιδέρης, 2008.
Μπρατάκος, Α., Η ιστορία της Νέας Δημοκρατίας, εκδ. Λιβάνη, 2002.
Συλλογικό, Μπροστά από την εποχή της. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας 1990-1993, εκδ. Εστία, 2013.