Από το 2019 συνεργάζεται με τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α., ενώ το καλοκαίρι του 2022 το κόμμα ανέστειλε και επίσημα την λειτουργία του.[2][3]
Ιστορικό
Ίδρυση
Η Δημοκρατική Αριστερά ιδρύθηκε στις 27 Ιουνίου 2010 από μέλη της Ανανεωτικής Πτέρυγας του Συνασπισμού της Αριστεράς, των Κινημάτων και της Οικολογίας, τα οποία αποχώρησαν από το κόμμα μετά το 6ο Συνέδριο, με επικεφαλής το Φώτη Κουβέλη και άλλους τρείς βουλευτές (Λεβέντη, Ψαριανό και Τσούκαλη) καθώς και από την «Πρωτοβουλία για την Ανασυγκρότηση της Ανανεωτικής Αριστεράς», ανένταχτους πολίτες και διανοούμενους της Αριστεράς.[4][5] Με επιστολή του, ο Λεωνίδας Κύρκος στήριξε το νέο πολιτικό κόμμα[6]
Στην Πανελλαδική Συνδιάσκεψη της Ανανεωτικής Πτέρυγας, αναδείχτηκαν 170 μέλη που στελέχωσαν και συγκρότησαν την Πανελλαδική Πολιτική Επιτροπή της Δημοκρατικής Αριστεράς[7]. Πρόεδρος εκλέχτηκε ο Φώτης Κουβέλης.[8]
2010-2012
Από τις 31 Μαρτίου έως 3 Απριλίου 2011 διεξήχθη το 1ο Συνέδριο της Δημοκρατικής Αριστεράς. Πρόεδρος του κόμματος εκλέχτηκε ο Φώτης Κουβέλης, συγκεντρώνοντας ποσοστό 97,31%.[9]
Τον Ιανουάριο του 2012 η Δημοκρατική Αριστερά ανακοίνωσε την από κοινού πολιτική, προγραμματική και εκλογική της συνεργασία, με την κίνηση των Ελευθέρων Πολιτών, που είχε ιδρύσει ο πρώην βουλευτής του ΠΑ.ΣΟ.Κ.Βασίλης Οικονόμου, με στόχο την αναμόρφωση της ευρύτερης κεντροαριστεράς.[10] Δύο μήνες αργότερα, πέντε βουλευτές του ΠΑ.ΣΟ.Κ. (Αμοιρίδης, Μιχελογιαννάκης, Θεοδωρίδης, Παπαμανώλης, Βουδούρης), οι οποίοι είχαν καταψηφίσει το 2ο Μνημόνιο και είχαν διαγραφεί,[11] προσχώρησαν στη Δημοκρατική Αριστερά.[12] Η ΔΗΜ.ΑΡ. συγκεντρώνοντας τον απαιτούμενο αριθμό των δέκα βουλευτών, συγκρότησε Κοινοβουλευτική Ομάδα.[13]
2012-2015
Στις εθνικές εκλογές του Μαΐου 2012, η Δημοκρατική Αριστερά έλαβε την έβδομη θέση, με ποσοστό 6,11%, εκλέγοντας 19 βουλευτές στην Βουλή.[14] Μετεκλογικά, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας διερευνητικής εντολής, η Δημοκρατική Αριστερά έδωσε στήριξη στο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. προκείμενου να σχηματιστεί κυβέρνηση,[15] ενώ όταν η προσπάθεια αυτή δεν καρποφόρησε, πρότεινε την δημιουργία οικουμενικής κυβέρνησης με τη συμμετοχή της Νέας Δημοκρατίας, του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και της ΔΗΜ.ΑΡ..[16]
Στις επαναληπτικές εκλογές του Ιουνίου, η Δημοκρατική Αριστερά κατετάγη έκτη με ποσοστό 6,26% και 17 βουλευτές στην Βουλή.[17] Τελικά, η Νέα Δημοκρατία, το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και η ΔΗΜ.ΑΡ. συμφώνησαν στο σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας, βάσει προγραμματικής συμφωνίας, για επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου (το οποίο είχε υπογράψει η προηγούμενη κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.) και απάλυνση των δυσβάσταχτων όρων που επεβλήθησαν.[18][19] Πρωθυπουργός ορκίστηκε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Αντώνης Σαμαράς.
Ωστόσο η απόφαση αυτή, προκάλεσε εσωτερικούς τριγμούς και αποχωρήσεις από το κόμμα. Τον Οκτώβριο του 2012 ο βουλευτής ΗρακλείουΓιάννης Μιχελογιαννάκης ανεξαρτητοποιήθηκε από το κόμμα, επικαλούμενος αθέτηση των όρων της συγκυβέρνησης,[20] και αργότερα εντάχθηκε στην Ενωτική Κίνηση και στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥ.ΡΙΖ.Α..[21] Λίγους μήνες αργότερα, τον Ιανουάριο του 2013, διεγράφησαν από την Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΔΗΜ.ΑΡ. ο Οδυσσέας Βουδούρης και ο Πάρις Μουτσινάς,[22] οι οποίοι ίδρυσαν την Κοινωνία Πρώτα[23] και ήταν υποψήφιοι με το ΣΥ.ΡΙΖ.Α..[24]
Στις 21 Ιουνίου 2013, η Δημοκρατική Αριστερά αποφάσισε να άρει την στήριξή της από την κυβέρνηση Σαμαρά, με αφορμή την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου για την κατάργηση της Ε.Ρ.Τ..[25] Στον απόηχο της απόσυρσης από την κυβέρνηση, του εσωκομματικού διχασμού αλλά και των διεργασιών στην κεντροαριστερά, διεξήχθη το Δεκέμβριο του ίδιου έτους το 2ο Συνέδριο της Δημοκρατικής Αριστεράς, στο οποίο παρευρέθηκαν περισσότεροι από 1.000 σύνεδροι, καθώς και στελέχη της ευρύτερης κεντροαριστεράς.[26][27]
Εν όψει των ευρωεκλογών του 2014, η Δημοκρατική Αριστερά συγκρότησε ένα διευρυμένο ψηφοδέλτιο με στελέχη και προσωπικότητες του κεντροαριστερού χώρου. Είχε προηγηθεί η προσχώρηση του πρώην υπουργού Οικονομικών, Νίκου Χριστοδουλάκη[28] και της ευρωβουλευτού του ΠΑ.ΣΟ.Κ., Μαριλένας Κοππά.[29]
Ωστόσο, ο συνδυασμός έλαβε μόνο 68.873 ψήφους, που αντιστοιχεί σε ποσοστό 1,20% και καμία έδρα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Το αρνητικό εκλογικό αποτέλεσμα και η κρίση προσανατολισμού που δημιουργήθηκε στο εσωτερικό της ΔΗΜ.ΑΡ. προκάλεσε αποχωρήσεις βουλευτών και κατά συνέπεια αποδυνάμωση του κόμματος. Από τη ΔΗΜ.ΑΡ. αποχώρησε ο Βασίλης Οικονόμου[32] και εντάχθηκε στη Νέα Δημοκρατία,[33] ενώ ο Σπύρος Λυκούδης ανεξαρτητοποιήθηκε[34] και ίδρυσε τους Μεταρρυθμιστές της Αριστεράς.[35] Από το κόμμα διαγράφτηκε ο Γρηγόρης Ψαριανός, ενώ ανεξαρτητοποιήθηκαν άλλοι δύο βουλευτές,[36][37] και όλοι εντάχθηκαν στο Ποτάμι.[38]
Εν μέσω αποχωρήσεων, διεξήχθη το 3ο Συνέδριο της Δημοκρατικής Αριστεράς, τον Οκτώβριο του 2014.[39] Στο συνέδριο αποφασίστηκε να μην ψηφίσει η ΔΗΜ.ΑΡ. για εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, ενώ επανεξελέγη ο Φώτης Κουβέλης στην ηγεσία του κόμματος, παρά την έκκληση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας να μην είναι υποψήφιος.[40]
2015-2022
Εν όψει των εκλογών του Ιανουαρίου του 2015, η Δημοκρατική Αριστερά συνεργάστηκε με τους Πράσινους του Νίκου Χρυσόγελου, σε κοινό συνδυασμό, υπό την ονομασία «Πράσινοι-Δημοκρατική Αριστερά».[41] Ωστόσο, το σχήμα δεν κατάφερε να εισέλθει στη Βουλή, αφού συγκέντρωσε ποσοστό της τάξης του 0,48%, πολύ χαμηλότερο από το ποσοστό του 3%, όριο που χρειαζόταν για να εισέλθει στη Βουλή.[42][43] Μετά από την εκλογική αποτυχία, ο Φώτης Κουβέλης παραιτήθηκε από πρόεδρος της Δημοκρατικής Αριστεράς και ξεκίνησαν οι διαδικασίες για την διεξαγωγή συνεδρίου.[44]
Το 4ο Συνέδριο της Δημοκρατικής Αριστεράς διεξήχθη τον Ιούνιο του 2015.[45] Ο Φώτης Κουβέλης ανακοίνωσε ότι δεν θα είναι ξανά υποψήφιος. Υποψηφιότητες για την προεδρία κατέθεσαν ο γραμματέας του κόμματος, Θανάσης Θεοχαρόπουλος, η πρώην βουλευτής, Μαρία Γιαννακάκη, και οι Βαγγέλης Ιντζίδης και Αλέξανδρος Πολυχρονιάδης. Νέος πρόεδρος της Δημοκρατικής Αριστεράς εξελέγη ο Θανάσης Θεοχαρόπουλος με το 52,88% των ψήφων.[46]
Εσωκομματικές εκλογές ανάδειξης προέδρου ΔΗΜ.ΑΡ., 2015
Στις 31 Αυγούστου 2015, ο πρόεδρος της Δημοκρατικής Αριστεράς και η πρόεδρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Φώφη Γεννηματά , ανακοίνωσαν την κοινή κάθοδο των δύο κομμάτων ενόψει των βουλευτικών εκλογών του 2015, σε κοινό συνδυασμό, με το όνομα «Δημοκρατική Συμπαράταξη».[48] Ο Θανάσης Θεοχαρόπουλος, τοποθετήθηκε επικεφαλής του ψηφοδελτίου επικρατείας, της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, ενώ δεκάδες στελέχη του κόμματος συμμετείχαν στους συνδυασμούς σε όλες τις περιφέρειες.
Ωστόσο, ο πρώην πρόεδρος Φώτης Κουβέλης μαζί με 30 στελέχη της Κεντρικής Επιτροπής τάχθηκαν κατά της συνεργασίας με το ΠΑ.ΣΟ.Κ..[49] Τελικά, 111 στελέχη του κόμματος αποχώρησαν και υποστήριξαν το ΣΥ.ΡΙΖ.Α..[50] Αργότερα, ίδρυσαν την Ενωτική Κίνηση Ευρωπαϊκής Αριστεράς.[51]
Τελικά, ο συνασπισμός των κομμάτων αύξησε τα ποσοστά του συγκριτικά με τις εκλογές του Ιανουαρίου, λαμβάνοντας 6,28% και 17 έδρες, έναντι 4,68% (13 έδρες) και 0,48% (καμία έδρα) για το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και τη ΔΗΜ.ΑΡ., αντίστοιχα.[52] Ο πρόεδρος του κόμματος, Θανάσης Θεοχαρόπουλος εξελέγη βουλευτής επικρατείας.
Στις 20 Ιανουαρίου 2019, ο Θανάσης Θεοχαρόπουλος διαγράφτηκε από Κοινοβουλευτική Ομάδα, εξαιτίας της πρόθεσής του να υπερψηφίσει τη συμφωνία για το Μακεδονικό ζήτημα,[53] Το γεγονός αυτό, οδήγησε στην αποχώρηση της Δημοκρατικής Αριστεράς από το Κίνημα Αλλαγής.[54]
Τον Απρίλιο, μετά από συνάντηση του προέδρου της ΔΗΜ.ΑΡ. Θανάση Θεοχαρόπουλου με τον Πρωθυπουργό και πρόεδρο του ΣΥ.ΡΙΖ.Α.Αλέξη Τσίπρα, αποφασίστηκε η συμπόρευση των δύο κομμάτων ενόψει των ευρωεκλογών και των εθνικών εκλογών του ίδιου έτους.[55] Πέντε στελέχη που διαφώνησαν με τη συνεργασία, παραιτήθηκαν από το κόμμα.[56] Είχε προηγηθεί η διαγραφή των μελών της Δημοκρατικής Αριστεράς, που αποφάσισαν να παραμείνουν στο Κίνημα Αλλαγής, μετά την αποχώρηση του κόμματος από αυτό.[57][58]
Ιδεολογικός προσανατολισμός
Οι θεμελιώδεις αρχές της Δημοκρατικής Αριστεράς είναι[59]:
Η Δημοκρατική Αριστερά αυτοπροσδιορίζεται ως ένα αριστερό κόμμα, το οποίο όμως, σε αντίθεση με τα συνήθως ευρωσκεπτικιστικά κόμματα της αριστεράς, τάσσεται καθαρά υπέρ της διατήρησης της Ελλάδας στην υπάρχουσα Ευρωπαϊκή Ένωση. Υποστηρίζει πως η οικονομική κρίση πρέπει να αντιμετωπιστεί μέσω της ισχυροποίησης της ευρωπαϊκής ενοποίησης και της οικονομικής διακυβέρνησης της Ε.Ε., με μια αριστερή προσέγγιση όμως[60][61].
Παράλληλα, δεν θεωρεί άκριτα ως δίκαιο αίτημα την υπεράσπιση κάθε εργασιακού κεκτημένου[62].