Γεννήθηκε το 1770 στην συνοικία της Ξυλόπορτας στην Κωνσταντινούπολη. Σπούδασε στην Πατριαρχική Σχολή και στη συνέχεια στο Ιάσιο. Από εκεί, το 1789 ο κόμης Πίτερ Αλεξάντροβιτς Ρουμιάντσεφ τον έστειλε στην Ακαδημία του Κιέβου, μετά από την αποφοίτησή του από την οποία υπηρέτησε ως αρχιμανδρίτης στο σιναΐτικο μετόχι στο Κίεβο. Ως «ρωσοσπουδαγμένος» θωρούνταν και «ρωσόφιλος»[2]. Μιλούσε λατινικά, ρωσικά και γαλλικά.
Το 1795 εκάρη μοναχός της Αγιοταφιτικής Αδελφότητας[3]. Το 1804 εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Σινά και διέμενε στα σιναϊτικά μετόχια στην Κύπρο και στην Κωνσταντινούπολη. Τον τίτλο αυτόν διατήρησε και ως Οικουμενικός Πατριάρχης, και στη συνέχεια μέχρι τον θάνατό του[4][3].
Εξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως το 1830[5]. Κατά τη διάρκεια της Πατριαρχίας του, το 1831 ή 1833, ιδρύθηκε το το λεγόμενο «Ελληνικό Φροντιστήριο» και εγκαταστάθηκε σε νεόδμητα κτήρια της Μονής Καμαριώτισσας στη Χάλκη, η οποία έγινε μετέπειτα γνωστή ως «Ελληνοεμπορική Σχολή» ή «Σχολή των Ελλήνων Εμπόρων» και λειτούργησε ως το 1915[6]. Επίσης επί των ημερών του ανακαινίστηκε ο ιστορικός ναός της Ζωοδόχου Πηγής στο Μπαλουκλί. Το 1831, μετά την απόκτηση πολιτικής αυτονομίας του Πριγκιπάτου της Σερβίας, παραχώρησε αυτονομία στην τοπική Εκκλησία. Όταν ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Αθανάσιος Ε΄ ζήτησε τη βοήθειά του για την απόσβεση των χρεών της Αγιοταφιτικής Αδελφότητας, μετά από σύσκεψη με προκρίτους του Γένους, ο Κωνστάντιος αποφάσισε τον Φεβρουάριο του 1832 κάθε ορθόδοξος χριστιανός να πληρώσει ένα γρόσι υπέρ του Παναγίου Τάφου[7].
Στις 18 Αυγούστου1834[8] παραιτήθηκε και αποσύρθηκε στη νήσο Αντιγόνη[3], όπου ασχολήθηκε με τη μελέτη και συγγραφή. Ήταν σοφός[2] και φιλόμουσος[6] και συνέγραψε επιστημονικά, ιστορικά και θεολογικά έργα.
Πέθανε στις 5 Ιανουαρίου1859[9] και ετάφη στο νεκροταφείο των Πατριαρχών στο Μπαλουκλί. Το 1865 τα οστά του μεταφέρθηκαν στη Μονή Σινά.
Συγγράμματα
Κωνσταντινιάς, παλαιά τε και νεωτέρα, ήτοι περιγραφή Κωνσταντινουπόλεως. Απ' αρχής μέχρι του νυν, καθιστορούσα γενικώς τα της Πόλεως ταύτης, τας πέριξ αυτής τοποθεσίας, τας τε αντιπροσώπους δύω παραλίας των Στενών του Βοσπόρου και τας παρακείμενας νήσους τη Πόλει ταύτη. Συνταχθείσα παρά [Κωνστάντιου Α΄], ανδρός φιλολόγου και φιλαρχαιολόγου. [Εκδ.:] Παρά Πάνω Θεοδοσίου τω εξ Ιωαννίνων, Βενετία 1824.