Ήταν μοναχός της Μονής Χαρσιανείτου από την ηλικία των δεκαπέντε ετών, πριν το 1380, οπότε χειροτονήθηκε διάκονος. Ήταν μορφωμένος μοναχός και φαίνεται ότι έγινε και ηγούμενος της μονής το 1388[1]. Ήταν μαθητής του ησυχαστή Μάρκου, ηγουμένου της Μονής Χαρσιανείτου, αλλά και του επόμενου ηγουμένου και μετέπειτα πατριάρχη Νείλου Κεραμέως[1][2].
Εξελέγη μητροπολίτης Χαλκηδόνος, αλλά παρέμεινε ως εψηφισμένος[3], αφού η δεινή οικονομική κατάσταση της Χαλκηδόνος μετά την κατάκτησή της από τους Οθωμανούς δεν επέτρεπε τη χειροτονία νέου αρχιερέα[4]. Έτσι του επεδόθη ο τίτλος του «Προέδρου» Χαλκηδόνος. Τον Νοέμβριο του 1387 εξελέγη και χειροτονήθηκε και μητροπολίτης Κυζίκου[α][5] και ξεκίνησε να συμμετέχει στην Ενδημούσα πατριαρχική σύνοδο. Περί τα τέλη της βραχύβιας πατριαρχίας του Καλλίστου Β´ (τέλη Μαΐου -Ιούλιος ή Οκτώβριος 1397) μετείχε στην πατριαρχική σύνοδο ως «Πρωτόθρονος»[6].
Μετά τον θάνατο (ή την παραίτηση[7]) του Καλλίστου Β΄ το 1397, εξελέγη Πατριάρχης ο Ματθαίος[8], με την υποστήριξη του Αυτοκράτορα Μανουήλ Β' Παλαιολόγου[9] και παρά τις αντιδράσεις μελών της Συνόδου, όπως του ΑγκύραςΜακαρίου[10] και του Μηδείας Ματθαίου, αλλά και του μέγα Χαρτοφύλακα Ιωάννη Ολόβωλου.
Κατά την απουσία του Μανουήλ Β´ στην Δύση, ο Ματθαίος συμμετείχε στις κυβερνητικές υποθέσεις και συνέβαλε στην απόκρουση της οθωμανικής πολιορκίας της Πόλης (1399-1402)[9]. Οι αντίπαλοί του, Μακάριος Αγκύρας και Ματθαίος Μηδείας, τον κατηγόρησαν όμως ότι διαπραγματευόταν με τους πολιορκητές. Έτσι, το πρώτο εξάμηνο του 1402[11] συνεκάλεσαν Σύνοδο, η οποία τον εκθρόνισε. Λόγω της οθωμανικής πολιορκίας της Πόλης, πολλοί αρχιερείς δεν κατόρθωσαν να φτάσουν και να συμμετάσχουν[12], οπότε η Σύνοδος θεωρήθηκε μη μόνιμη, αφού σε αυτή συμμετείχαν μόνο τέσσερεις αρχιερείς αντί των αναγκαίων τουλάχιστον δώδεκα[9]. Όταν επέστρεψε ο Αυτοκράτορας, συνεκάλεσε άλλη Σύνοδο τον Ιούνιο του 1403, η οποία επιβεβαίωσε την εκθρόνισή του και τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους νέα Σύνοδο, η οποία τον επανέφερε στον Θρόνο γνωματεύοντας ότι προηγουμένως ήταν μόνον Μητροπολίτης Κυζίκου και όχι και Χαλκηδόνος[9]. Κατόπιν αυτών, ο Ματθαίος παρέμεινε στον Θρόνο ως τον θάνατό του, μεταξύ Αυγούστου και Νοεμβρίου του 1410[1][13].
Κατά την Πατριαρχία του αγωνίστηκε να εξυγιάνει τα οικονομικά του Πατριαρχείου και πήρε σημαντικές συνοδικές αποφάσεις για τον κλήρο και τους μοναχούς. Το 1408 χειροτόνησε και έστειλε στη Ρωσία ως νέο Μητροπολίτη Κιέβου τον μοναχό Φώτιο[14]. Σώζεται η διαθήκη του («Επιτελεύτιος βούλησις και διδασκαλία...»[8]).
Καψάλης, Α. (2005). Η Συμμετοχή των Εψηφισμένων ως Επισκόπων στην Πατριαρχική Σύνοδο: Συμβολή στη λειτουργία του θεσμού της Πατριαρχικής Συνόδου έως τον ΙΔ´ αιώνα. Αθήνα. ISBN9606309746.
Trapp, Erich; Beyer, Hans-Veit; Walther, Rainer; Sturm-Schnabl, Katja; Kislinger, Ewald; Leontiadis, Ioannis; Kaplaneres, Sokrates (1976–1996) (στα γερμανικά). Prosopographisches Lexikon der Palaiologenzeit. Βιέννη: Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften. ISBN3-7001-3003-1.
Κονιδάρης, Ιωάννης (1981-1982). «Επιτελεύτιος βούλησις και διδασκαλία του οικουμενικού πατριάρχου Ματθαίου Α΄ (1397-1410)». Επετηρίς της Εταιρείας Βυζαντινών ΣπουδώνΜΕ΄: 462-515.
Dennis, George T. (1967). «The Deposition and Restoration of Patriarch Matthew I, 1402-1403» (στα αγγλικά). Byzantinische Forschungen2: 100-106.