Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν.Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί και να αφαιρεθεί.
Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 11/06/2021.
* Οι συμμετοχές και τα γκολ στις προηγούμενες ομάδες υπολογίζονται μόνο για τα εγχώρια πρωταθλήματα.
† Συμμετοχές (Γκολ).
Ο Γουέσλεϊ Μπένιαμιν Σνάιντερ (ολλανδικά: Wesley Benjamin Sneijder, ορθή προφορά Βέσλι Μπένιαμιν Σνάιντερ, γνωστός ως Γουέσλεϊ Σνάιντερ στα ελληνικά ΜΜΕ, γεννήθηκε 9 Ιουνίου 1984) είναι Ολλανδός πρώην διεθνής ποδοσφαιριστής, ο οποίος αγωνιζόταν ως μέσος.
Το 2004, ο Σνάιντερ έλαβε το Βραβείο Γιόχαν Κρόιφ, το οποίο είναι βραβείο που δίνεται σε έναν ποδοσφαιριστή κάτω των 21 χρόνων που αγωνίζεται σε ολλανδική ομάδα και αποτελεί βραβείο για το νέο ταλέντο της χρονιάς-σεζόν.
Δημιούργημα της περίφημης ποδοσφαιρικής ακαδημίας του Άγιαξ, θα παίξει με τους άνδρες στον Άγιαξ και μετέπειτα θα μεταγραφεί στη Ρεάλ Μαδρίτης. Μετά, το 2009, μετακόμισε στην Ίντερ, και στην πρώτη του χρονιά εκεί θα καταφέρει να κατακτήσει με την ομάδα της Ίντερ το πρωτάθλημα, το κύπελλο και το Τσάμπιονς Λιγκ.
Ο Γουέσλεϊ Σνάιντερ γεννήθηκε στην Ουτρέχτη, αλλά έμαθε ποδόσφαιρο στην νεανική ακαδημία του Άγιαξ στο Άμστερνταμ. Προέρχεται από ποδοσφαιρική οικογένεια: ο πατέρας του ήταν επαγγελματίας ποδοσφαιριστής, ο μεγαλύτερος του αδερφός (Τζέφρι) το ίδιο, όπως, επίσης, και ο μικρότερος του αδερφός (Ρόντνι), ο οποίος παίζει ακόμα ποδόσφαιρο.
Το ντεμπούτο του Σνάιντερ στον Άγιαξ σημειώθηκε στις 22 Δεκεμβρίου 2002, στον αγώνα απέναντι στην Εξέλσιορ, ο οποίος έληξε με σκορ 2–0 υπέρ του Άγιαξ. Ο Σνάιντερ συμπεριελήφθη στη βασική ομάδα, η οποία ήταν υπό την ηγεσία του Ρόναλντ Κούμαν, χάρις στις συστάσεις του προπονητή της νεανικής ομάδας, Ντάνι Μπλιντ, καθώς πολλοί παίκτες της κύριας ομάδας ήταν τραυματισμένοι. Στο πρωτάθλημα ποδοσφαίρου Ολλανδίας 2006–07 πέτυχε 18 τέρματα, όπου τα περισσότερα ήταν από εκτελέσεις φάουλ. Όταν ο Άγιαξ άρχισε να μην προκρίνεται στα ευρωπαϊκά κύπελλα, η Ρεάλ Μαδρίτης ενδιαφέρθηκε για τον Σνάιντερ.
Ρεάλ Μαδρίτης
Στις 12 Αυγούστου 2007, η διοίκηση του Άγιαξ δέχθηκε να τον πουλήσει στη Ρεάλ Μαδρίτης για 27 εκατομμύρια ευρώ, κάνοντάς τον τη δεύτερη ακριβότερη μεταγραφή Ολλανδού ποδοσφαιριστή, μετά τον Ρουντ φαν Νίστελροϊ, ο οποίος είχε μετακομίσει στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ για 30 εκατομμύρια ευρώ.
Εκτός από τον Σνάιντερ, οι Μαδριλένοι αγόρασαν ακόμα και δύο άλλους Ολλανδούς, τους Ρόιστον Ντρέντε και Άριεν Ρόμπεν.
Πέτυχε το νικητήριο τέρμα μόλις στον πρώτο του αγώνα με τη Ρεάλ, απέναντι στην Ατλέτικο Μαδρίτης. Στον επόμενο αγώνα, απέναντι στη Βιγιαρρεάλ, πέτυχε άλλα δύο τέρματα.
Ίντερ
Εξαιτίας του ότι η Ρεάλ ξόδεψε πολλά χρήματα για να αγοράσει τον Κριστιάνο Ρονάλντο και τον Κακά, ο Σνάιντερ θεωρήθηκε μη χρήσιμος και του ανακοινώθηκε ότι δε θα συμπεριληφθεί στη βασική ομάδα. Παρά την πρόταση της Ίντερ, άργησε να μετακομίσει στην ομάδα του Μιλάνου, καθώς ήλπιζε να ξανακερδίσει μια θέση στη Ρεάλ. Αλλά, μετά από συζητήσεις με τον Ζοσέ Μουρίνιο, δέχθηκε την πρόταση της Ίντερ. Για τη μεταγραφή αυτή, η Ίντερ έδωσε στη Ρεάλ περίπου δεκαπέντε εκατομμύρια ευρώ.
Κατά τη διάρκεια της πρώτης του χρονιάς στην Ίντερ, ο Σνάιντερ κατέκτησε το Τσάμπιονς Λιγκ και ανακηρύχθηκε κορυφαίος μέσος της διοργάνωσης.[1]
Στις 7 Νοεμβρίου 2010, στον αγώνα απέναντι στην Μπρέσια, ο Σνάιντερ δεν ένιωθε καλά[2]: «Πέντε λεπτά πριν το διάλειμμα, άρχισα να νιώθω πόνο σε όλο το σώμα και έτρεμα. Η κατάσταση μου ήταν χάλια, ποτέ δεν ένιωσα κάτι χειρότερο».[3] Αργότερα ανακοινώθηκε ότι έχει αναιμία[4], εξαιτίας της συμμετοχής του σε πολλούς αγώνες για την ομάδα του.[3]
Εθνική Ολλανδίας
Έκανε το ντεμπούτο του στην Εθνική Ολλανδίας το 2003, στον αγώνα απέναντι στην Πορτογαλία. Από τη στιγμή που προπονητής της ομάδας έγινε ο φαν Μπάστεν, ήταν συχνά στις κλήσεις στην εθνική. Με την Εθνική Ολλανδίας συμμετείχε στα Παγκόσμια Κύπελλα του 2006 και του 2010, όπου σημείωσε πέντε τέρματα και έφτασε με την ομάδα ως τον τελικό της διοργάνωσης.[5] Οι πολύ καλές εμφανίσεις του (σε τέσσερις αγώνες ήταν ο καλύτερος της συνάντησης) του χάρισαν την τέταρτη θέση στην ψηφοφορία της Χρυσής Μπάλας ΦΙΦΑ, αν και η τελική εκλογή του νικητή (Λιονέλ Μέσι) δέχθηκε αρκετή κριτική.[6][7][8]