Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν.Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί και να αφαιρεθεί.
Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 01/01/2011.
Μαζί με τη Προποντίδα, τη Μαύρη Θάλασσα και την Αζοφική Θάλασσα που κατά την αντίληψη των Γάλλωνγεωγράφων θεωρούνται εσωτερικά μέρη, παραρτήματά της, αλλά κατά την αντίληψη των Άγγλων γεωγράφων θα πρέπει να θεωρούνται ως ξεχωριστά μέρη ή άσχετα με τη Μεσόγειο, άποψη που έχει επικρατήσει ως πρακτικότερη επί της περιγραφής, έχει έκταση 2.505.000 τ.χλμ.. Το μέγιστο μήκος της, από το Γιβραλτάρ μέχρι τις ακτές της Συρίας, είναι 2.100 ν. μίλια ή 3.860 χλμ., το μέγιστο πλάτος 1.800 χλμ., ενώ το μέγιστο βάθος είναι 5.121 μέτρα σε απόσταση 62 μιλίων νοτιοδυτικά από το ακρωτήριο Ταίναρο στη νότια Πελοπόννησο. Το μέσο πλάτος είναι 600 χλμ. και το μέσο βάθος 1.500 μέτρα. Γενικά η Μεσόγειος Θάλασσα είναι η μεγαλύτερη κλειστή θάλασσα της Γης και μοιάζει κατά κάποιον τρόπο με γιγάντια λίμνη.
Υπήρξε σημαντικό εμπορικό και ταξιδιωτικό πέρασμα από τα αρχαία χρόνια, καθώς στην ευρύτερη περιοχή της αναπτύχθηκαν και άκμασαν πολλοί σημαντικοί πολιτισμοί.
Προέλευση ονόματος
Παρά το πλήθος των παράκτιων λαών εκ των οποίων αναπτύχθηκαν με τη σειρά τους διάφοροι αρχαίοι πολιτισμοί, πρώτα εκ του Αιγαίου και της ανατολικής λεκάνης και μέχρι της δυτικής (που εξαπλώθηκαν στη συνέχεια με ενδιάμεσες αποικίες) περιέργως δεν είχε εξ αρχής και επί αιώνες ιδιαίτερο όνομα.
Ο Ηρόδοτος π.χ. χρησιμοποιεί επί μέρους ονόματα θαλασσών και κολπώσεών της αντί ενιαίου ονόματος (Α 163). Άλλοι αρχαίοιΈλληνες αναφέρονται σε αυτήν περιφραστικά, είτε προς τον έξω από τις Ηράκλειες στήλες απλωμένο ωκεανό, είτε ως γνωστότερη την έσω από τις εν λόγω στήλες. Π.χ. ο Στράβων την ονομάζει: «η εντός και καθ΄ ημάς λεγομένη θάλασσα», προσδιορισμό που πιστά μιμήθηκαν αργότερα οι Ρωμαίοι και τον μετέφρασαν ως «Μare Nostrum» (= ημέτερη θάλασσα). Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης την ονομάζει «θάλασσα» έναντι εκείνου του ωκεανού. Το αυτό και ο Πολύβιος, ενώ άλλοι Ρωμαίοι χρησιμοποιούν τον όρο «mare internum» ή «mare insentinum» (= εσωτερική θάλασσα) καθώς και «Μare magnum» (=Μεγάλη θάλασσα).
Η πατρότητα του όρου «Μεσόγειος θάλασσα» ανήκει ιστορικά στους Λατίνους και μάλιστα περί τα μέσα του 3ου αιώνα, οπότε πρώτος ο Σολίνος τη ονομάζει χαρακτηριστικά «Mare Mediterraneum» ως μεταξύ δύο ηπείρων θάλασσα, καθιστάμενος ιστορικός ανάδοχος του ονόματος αυτής.
Ο 16ος και 17ος αιώνας βρίσκει τη θάλασσα αυτή να ονομάζεται: «Λευκή θάλασσα», ή «θάλασσα των Ελλήνων» (έτσι την ονόμαζαν και οι Τούρκοι σε αντιδιαστολή με το Αιγαίο και τον Εύξεινο Πόντο). Η πατρότητα του ελληνικού όρου «Μεσόγειος» οφείλεται στον γεωγράφο - επίσκοπο Αθηνών Μελέτιο Β΄ (Γεωγραφία παλαιά και Νέα, Α 80 - 1707) με τον επιπρόσθετο χαρακτηρισμό ως «δεύτερο κόλπο του ωκεανού», εννοώντας ως πρώτο τον Βισκαϊκό.
Ιστορικά ονόματα που έχουν δοθεί για επιμέρους περιοχές της Μεσογείου είναι: Σαρδώο πέλαγος, Ιβηρικό π., Γαλλικό π., Ταρτησσός κόλπος, Βαλεαρικό π., Λυγουρικό, Λιγυστικό, Αυσώνιο, Τυρρηνό, Σικελικό, Ιόνιο, Αιγαίο, Αδρίας, Ρόδιο, Κύπριο, Κιλικίας αυλών κ.ά.
Στη Μεσόγειο γίνονται καθημερινά σεισμοί αλλά δρουν και αρκετά ηφαίστεια, καθώς η Μεσόγειος βρίσκεται στο σημείο σύγκλισης (σύγκρουσης) των λιθοσφαιρικών πλακών της Ευρασίας και της Αφρικής. Η Ελλάδα είναι η πρώτη χωρά σε σεισμικότητα στη Μεσόγειο.
Λόγω της θέσης της και του ότι είναι μία κλειστή θάλασσα με μόνο δύο εξόδους στις ακτές της επικρατεί γενικά ήπιο κλίμα με διαφορές κατά τόπους, το οποίο ονομάζεται μεσογειακό κλίμα. Το κλίμα της είναι μεσογειακό, ένα ήπιο κλίμα με ήπιους, υγρούς χειμώνες αλλά και ζεστά, ξηρά καλοκαίρια με μια σχετική νηνεμία. Σημαντικοί άνεμοι είναι τα μελτέμια, ο σιρόκος, ο μιστράλ (μαΐστρος ή τραμουντάνα), ο λεβάντες και ο γαρμπής.[3] Η ροή του νερού είναι αριστερόστροφη και ακολουθεί τους ανέμους[4].
Θαλάσσιο Περιβάλλον
Η σημερινή Μεσόγειος αποτελεί μόνο το 6% των εκτάσεων του «Mare Nostrum» των Ρωμαίων, καθώς τώρα οι δασικές εκτάσεις που τη περιέβαλαν έχουν μειωθεί. Οι θάμνοι και οι έρημοι που συναντούμε τότε ήταν πλούσια δάση. Για την αλλαγή αυτήν υπεύθυνος είναι ο άνθρωπος[5].
Υπολογίζεται ότι υπάρχουν 17.000 είδη, ενώ αναφέρεται ότι δεν θα ανακαλυφθούν ποτέ είδη, που ζουν στα βαθύτερα νερά, διότι μέχρι τότε θα έχουν εξαφανιστεί[6]. Η πανίδα της είναι σημαντική, καθώς αθροίζονται σε 25.000 είδη τα ζώα που βιώνουν στη Λεκάνη της. Ενώ τα περισσότερα από αυτά είναι ενδημικά. Στην Ανατολική Μεσόγειο τα Δέλτα των ποταμών Νείλου και Έβρου, αποτελούν πλούσια οικοσυστήματα, τα οποία επισκέπτονται 2-5 εκατομμύρια αποδημητικά πουλιά κάθε χρόνο[7].
Άλλα αίτια ρύπανσης είναι η μόλυνση λόγω λυμάτων, που φτάνουν μέσω των ποταμών, αλλά και της εισροής εκατομμυρίων τόνων αργού πετρελαίου λόγω ατυχημάτων κατά τη διακίνηση του μέσα από τη Μεσόγειο. Τέλος, ο τουρισμός φέρνει αρνητικές επιπτώσεις. Κάθε χρόνο 100-200 εκατομμύρια τουρίστες επισκέπτονται τη Μεσόγειο, γεγονός που οδηγεί στην καταστροφή των ακτών λόγω τουριστικών εγκαταστάσεων για τους επισκέπτες[8].
Πολιτική γεωγραφία
Η Μεσόγειος θάλασσα βρέχει την Ασία, την Ευρώπη και την Αφρική. Στις ακτές της Μεσογείου βρίσκονται μεγάλες πόλεις όπου βρίσκονται και τα μεγάλα λιμάνια της. Βρέχει τις εξής χώρες:
Τον 19ο αιώνα η Μεσόγειος ήρθε στο προσκήνιο της Παγκόσμιας Αγοράς. Η διάνοιξη της διώρυγας του Σουέζ το 1869 την κατέστησε κύρια οδό μεταφοράς προϊόντων από την Ανατολή στη Δύση και αντίστροφα, καθώς συνδέεται με τον Ινδικό Ωκεανό. Ένας άλλος λόγος ήταν τα σιτηρά, καθώς ο Εύξεινος Πόντος έγινε ο σιτοβολώνας της Ευρώπης[9].
Τα σημαντικότερα λιμάνια της είναι η Κωνσταντινούπολη, ο Πειραιάς, η Αλεξάνδρεια, η Σμύρνη και η Σύρος. Οι θαλάσσιες διαδρομές που ακολουθούνται για τα σιτηρά είναι από τον Εύξεινο Πόντο και το Αιγαίο προς την Κωνσταντινούπολη και από εκεί προς τη Δύση, το αλάτι από την Κύπρο προς τη Δύση: το μαλλί ξεκινά από τη Βόρεια Αφρική και Βαλκάνια για να καταλήξει στη Βόρεια Ιταλία. Τα πολύτιμα μπαχαρικά φτάνουν από την Ινδονησία προς τη Βενετία και την Αμβέρσα μέσω της Αλεξάνδρειας. Οι μεταφορές των προϊόντων την περίοδο του 19ου-20ου είναι ασφαλέστερες, καθώς θεσμικά πατάχτηκε ο <<μεσογειακός κούρσος>>.
Η είσοδος του ατμού επέφερε σημαντικές αλλαγές: τα ταξίδια γίνονταν ταχύτερα και φθηνότερα. Μπορούσαν επίσης να νηολογηθούν πλοία με μεγαλύτερη χωρητικότητα, ενώ το ιστίο δεν μπορούσε να ξεπεράσει κάποια όρια. Τέλος, πρέπει να αναφερθεί ότι στην εποχή που υπήρχαν τα κωπήλατα πλοία, οι γαλέρες και οι γαλεάσσες ή άλλα ελαφρά σκάφη δεν έπαψαν να υπάρχουν [13].
Κατά την περίοδο του 19ου αιώνα σημειώθηκε ξαφνική δημογραφική έκρηξη, καθώς ο πληθυσμός από 900 εκατομμύρια έφτασε τα 1,6 δισεκατομμύρια. Το γεγονός αυτό φυσικά είναι απόρροια πολλών παραγόντων.
Πρώτον, σημαντικός παράγοντας κατέστη η καταπολέμηση των θανατηφόρων επιδημιών, όπως η ευλογιά (1796) και η βουβωνική πανώλη (1816). Υπήρχαν εν τούτοις και άλλες ασθένειες αργότερα, όπως η χολέρα, η φυματίωση και ο τύφος, αλλά τα μέτρα που πάρθηκαν περί δημόσιας υγιεινής και η καραντίνα μείωσε τις επιπτώσεις τους. Επιπλέον, δεν έχουμε ούτε μεγάλους πολέμους, αλλά ούτε και λιμούς λόγω της ανόδου της γεωργίας. Ακόμα γίνονται γάμοι σε πολύ μικρή ηλικία, γεγονός που καθιστά μεγαλύτερο το ποσοστό γεννήσεων. Τέλος, και το βιοτικό επίπεδο ανέβηκε έχοντας έτσι λιγότερους θανάτους.
Η μετανάστευση ήταν απόρροια αυτής της ανόδου. Άνθρωποι εγκατέλειπαν τα χωρία ή τις πόλεις τους με το όνειρο των οικονομικών ευκαιριών. Η Ευρώπη δεν μπορούσε να συντηρήσει όλο αυτόν τον αριθμό ανθρώπων και έτσι η ξενιτιά προς την Αμερική, την Ασία, την Αφρική ή την Αυστραλία θα τους παρείχε καλύτερες συνθήκες διαβίωσης. Ο πληθυσμός αυτών των ηπείρων από 5,7 εκατομμύρια άγγιξε το 200 εκατομμύρια κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, ενώ μόνο το 1/4 επέστρεψε στην πατρίδα του. Άνθρωποι όμως έφευγαν λόγω ασθενειών και λόγω φυλετικών διωγμών κυρίως στην Ανατολική Ευρώπη, αλλά και για να χρησιμοποιηθούν ως σκλάβοι στους Νέους Τόπους (Αφρικανοί). Το δουλεμπόριο απαγορεύτηκε κατά τα τέλη του 19ου αιώνα[14].