Η Ταγγέρη (αραβ.نجة, ισπ.Tánger, πορτογ.Tânger, γαλλ.Tanger) είναι μια από τις σπουδαιότερες πόλεις και λιμένες του Μαρόκου με πληθυσμό περίπου 670.000 κατοίκων. Βρίσκεται στις ακτές της Βόρειας Αφρικής, στα δυτικά του στενού του Γιβραλτάρ. Η Ταγγέρη είναι πρωτεύουσα της περιφέρειας Ταγγέρης-Τετουάν.
Ιστορία
Αρχαιότητα
Η Ταγγέρη ιδρύθηκε από Φοίνικες πιθανότατα από τον 10ο αιώνα π.Χ., από τον 8ο αιώνα π.Χ. έγινε ένα από τα βασικά τους κέντρα.[3][4] Η πλειοψηφία των Βερβερικών τάφων του 6ου αιώνα π.Χ. παρουσιάζει πλούσια Φοινικική κοσμηματοποιεία, αυτό δείχνει ότι το εμπόριο ήταν αναπτυγμένο σε μεγάλο βαθμό.[5] Τον 5ο αιώνα π.Χ. η Αρχαία Καρχηδόνα μετέτρεψε την Ταγγέρη σε ένα από τα σημαντικότερα λιμάνια της.[3][6] Η Ταγγέρη ήταν βασικός στόχος στις εκστρατείες του περίφημου Φοίνικα θαλασσοπόρου Άννωνος του Εξερευνητή τον 5ο αιώνα π.Χ. στην Δυτική Αφρική.[3][6] Η πόλη κράτησε για πολλούς αιώνες την Φοινικική παράδοση, τα νομίσματα των βασιλέων της Μαυριτανίας είχαν επιγραφές στο Φοινικικό αλφάβητο. Στην Ρωμαϊκή αυτοκρατορία τα νομίσματα έφεραν στις Αμφότερες όψεις τις κεφαλές του Αυγούστου ή του Αγρίππα με Λατινικές επιγραφές και την κεφαλή του Φοινικικού θεού Βάαλ στην άλλη.[7] Στους Έλληνες η πόλη ήταν γνωστή σύμφωνα με την Interpretatio graeca καταγραφή των Βερβερικών θρύλων ως "Τίγγη" κόρη του Άτλαντα και χήρα του Ανταίου, ο Ηρακλής πλάγιασε μαζί της και γεννήθηκε ο Σόφακος. Μετά τον θάνατο της μητέρας του ο Σόφακος ίδρυσε λιμάνι και το ονόμασε προς τιμή της "Ταγγέρη".[8] Ο τάφος του Ανταίου και ο γιγάντιος σκελετός του έγιναν κορυφαίος τουριστικός προορισμός για τους αρχαίους επισκέπτες.[8] Στα "Σπήλαια του Ηρακλή" στα οποία πιστεύεται ότι κοιμήθηκε ο ήρωας πριν εκτελέσει έναν από τους άθλους του.. Την εποχή που ξέσπασαν οι Καρχηδονιακοί πόλεμοι η Ταγγέρη πέρασε υπό τον έλεγχο των Μαυριτανών, συμμάχων των Ρωμαίων. Ο Κουίντους Σερτόριος κατέλαβε την Ταγγέρη την δεκαετία του 70 π.Χ. που βρέθηκε σε πόλεμο με τον Σύλλα και την κράτησε πολλά χρόνια. Οι Μαυριτανοί κατόπιν απέκτησαν ξανά την πόλη, ίδρυσαν ένα δημοκρατικό κράτος υπό την βασιλεία του Βόκχου Γ΄ (38 π.Χ.).[9] Ο Οκταβιανός Αύγουστος της έδωσε πολλά προνόμια και τον τίτλο της Ρωμαικής επαρχείας, ο Κλαύδιος την έκανε πρωτεύουσα της επαρχείας της Μαυριτανίας.[10][11] Σύμφωνα με τις μεταρρυθμίσεις του Διοκλητιανού έγινε έδρα κομητείας.[9] Την εποχή εκείνη η πόλη συρρικνώθηκε σε μια περιοχή γύρω την ακτή, έγινε θέατρο των χριστιανικών διωγμών, στην Ταγγέρη αποκεφαλίστηκαν ο Άγιος Μάρκελλος και ο Άγιος Κασσιανός (298).[3]
Νεότερα χρόνια
Κατά το Μεσαίωνα, η πόλη καταλήφθηκε από τους Πορτογάλους τις περιόδους 1471-1580 και 1640-1661. Το 1661, δόθηκε στον Κάρολο Β' της Αγγλίας ως μέρος της προίκας της ινφάνταΑικατερίνης της Μπραγκάνσα.
Το 1679, ο σουλτάνος Ισμαήλ του Μαρόκου προσπάθησε ανεπιτυχώς να καταλάβει την πόλη, αλλά επέβαλε αποκλεισμό στο λιμάνι της πόλης, ωθώντας έτσι σε υποχώρηση τους Άγγλους. Οι Άγγλοι κατέστρεψαν την πόλη και τις εγκαταστάσεις στο λιμάνι, αλλά η πόλη ανοικοδομήθηκε μερικώς υπό την εξουσία του Ισμαήλ. Ωστόσο, άρχισε να παρακμάζει και μέχρι το 1810 ο πληθυσμός της μειώθηκε στους 5.000 κατοίκους.
Το 1821, το κτίριο της αμερικανικής πρεσβείας στην Ταγγέρη έγινε το πρώτο κομμάτι ιδιοκτησίας της κυβέρνησης των ΗΠΑ στο εξωτερικό, δώρο από το Σουλτάνο Σουλιμάν. Το κτίριο βομβαρδίστηκε το 1844.
Στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα, η γεωγραφική θέση της Ταγγέρης κοντά στα στενά του Γιβραλτάρ τη μετέτρεψε σε κέντρο ευρωπαϊκού διπλωματικού και εμπορικού ανταγωνισμού στο Μαρόκο. Ο πληθυσμός της έφτασε τους 40.000 κατοίκους, εκ των οποίων οι μισοί ήταν Μουσουλμάνοι και οι υπόλοιποι Εβραίοι και Ευρωπαίοι, κυρίως Ισπανοί. Η πόλη βρισκόταν υπό την επιρροή της Γαλλίας και το 1905 ο Κάιζερ Γουλιέλμος Β' προκάλεσε διεθνή κρίση, που παραλίγο να οδηγήσει σε πόλεμο τη Γερμανία με τη Γαλλία, υποστηρίζοντας ανοιχτά την ανεξαρτησία του Μαρόκου.
Το 1912, τα εδάφη του Μαρόκου μοιράστηκαν ανάμεσα στη Γαλλία και την Ισπανία. Η Ταγγέρη αποτέλεσε «διεθνή ζώνη» το 1923 υπό τη διοίκηση της Γαλλίας, της Ισπανίας και της Μεγάλης Βρετανίας, ενώ το 1928 προστέθηκε και η Ιταλία. Μετά από μια περίοδο ισπανικής κυριαρχίας από το 1940 ως το 1945, μετά το τέλος του Β' Παγκόσμιου Πολέμου ενώθηκε ξανά με το υπόλοιπο Μαρόκο, το οποίο αναγνωρίστηκε επισήμως σαν ανεξάρτητο κράτος το 1956.
Λόγω της στρατηγικής της θέσης, αλλά και της πολιτικής ουδετερότητάς της και του ανεπτυγμένου εμπορίου της, κατά τη διάρκεια του 19ου και του 20ού αιώνα η Ταγγέρη αποτέλεσε κέντρο της διεθνούς κατασκοπείας, κάτι που ενέπνευσε και πολλούς δημιουργούς είτε στη λογοτεχνία είτε στον κινηματογράφο.
Οικονομία
Η Ταγγέρη είναι το δεύτερο σημαντικότερο βιομηχανικό κέντρο του Μαρόκου μετά την Καζαμπλάνκα. Η πόλη έχει τέσσερα βιομηχανικά πάρκα, από τα οποία δυο είναι «ελεύθερες οικονομικές ζώνες».
Η οικονομία της Ταγγέρης βασίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στον τουρισμό. Ξένες επενδύσεις χρηματοδοτούν την ανάπτυξη παραθαλάσσιων θερέτρων, ενώ έντονη δραστηριότητα αναπτύσσουν και κτηματομεσιτικές και κατασκευαστικές εταιρείες. Μέσα στα επόμενα χρόνια θα ολοκληρωθούν μεγάλα αναπτυξιακά έργα, όπως το λιμάνι Ταγγέρης-Μεσογείου (Tan-Med) και η βιομηχανική ζώνη γύρω του, ένα στάδιο χωρητικότητας 45.000 θεατών, μια διευρυμένη επιχειρηματική περιοχή και τουριστικά έργα υποδομής.
Η υποδομή της πόλης, που βρίσκεται στο στενό του Γιβραλτάρ, περιλαμβάνει ένα λιμάνι και μια μαρίνα, το οποίο εξυπηρετεί τη διακίνηση προϊόντων αλλά και την πρόσβαση των επισκεπτών, οι οποίοι ξεπερνούν το ένα εκατομμύριο το χρόνο. Στην παλαιά μεντίνα, το εμπόριο αναπτύσσεται στους τομείς της βυρσοδεψίας, των χειροτεχνιών από ξύλο και ασήμι, των παραδοσιακών υφασμάτων και ενδυμάτων και των μαροκινών υποδημάτων.
Τα τελευταία 25 χρόνια, παρατηρήθηκε ένα ρεύμα αστυφιλίας από μικρότερες πόλεις και χωριά, καθώς ο πληθυσμός της πόλης τετραπλασιάστηκε από 250.000 κατοίκους το 1982 σε 1.000.000 το 2007, κάτι που οδήγησε στην ανάπτυξη μικρών προαστίων, που κατοικούνται από φτωχές οικογένειες και ελλείπονται επαρκούς υποδομής.
Η πόλη συνδέεται μέσω οδικού δικτύου με την πρωτεύουσα της χώρας, Ραμπάτ, την Καζαμπλάνκα και το Μαρακές προς τα νότια και το Φεζ στα ανατολικά. 15 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά από το κέντρο της πόλης βρίσκεται το διεθνές αεροδρόμιο Ιμπν Μπατούτα, που πήρε το όνομά του από τον περίφημο Άραβα ταξιδευτή.
Εκπαίδευση
Η Ταγγέρη παρέχει εκπαίδευση από επίπεδο προσχολικής ηλικίας μέχρι απολυτηρίου Λυκείου ή διεθνούς Baccalaureat με βάση πέντε διαφορετικά εκπαιδευτικά συστήματα: το αραβικό, το αμερικανικό, το γαλλικό, το ισπανικό και το αγγλικό.
Μέσα και έξω από την πόλη βρίσκονται πολλά πανεπιστήμια, όπως το Institut Supérieur Internationale de Tourisme (ISIT), το οποίο διαθέτει ποικιλία τμημάτων, από Διοίκηση Επιχειρήσεων μέχρι Τουριστικό και Ξενοδοχειακό Μάνατζμεντ, το École Nationale de Commerce et de Gestion, από τις μεγαλύτερες οικονομικές σχολές του Μαρόκου, καθώς και το École Nationale des Sciences appliquées, ανερχόμενη πολυτεχνική σχολή εφαρμοσμένων επιστημών.
Κουλτούρα
Ο πολυπολιτισμικός χαρακτήρας της Ταγγέρης, στην οποία συνυπήρχαν η μουσουλμανική, η εβραϊκή και η χριστιανική κοινότητα μαζί με ξένους μετανάστες, προσέλκυσε συγγραφείς όπως ο Γουίλιαμ Μπάροους, ο Τζακ Κέρουακ, ο Τένεσι Ουίλιαμς, ο Τρούμαν Καπότε, αλλά και πολλούς άλλους που έμεναν μόνιμα, επισκέφθηκαν την πόλη ή την ενσωμάτωσαν στα έργα τους, κάνοντας αναφορά σε αυτήν.
Η Ταγγέρη έγινε απαραίτητος σταθμός όσων καλλιτεχνών αναζητούσαν τα χρώματα και τους φωτισμούς των πινάκων του Ντελακρουά, όπως για παράδειγμα του επίσης Γάλλου ζωγράφου Ανρί Ματίς. Τη δεκαετία του '40 και μέχρι το 1956, οπότε και η πόλη ήταν «Διεθνή Ζώνη», η Ταγγέρη αποτέλεσε πόλο έλξης για εκκεντρικούς μεγιστάνες, σημείο συνάντησης για μυστικούς πράκτορες και κάθε είδους απατεώνες και κερδοσκόπους.
Akram, Agha Ibrahim (1980), The Muslim Conquest of Spain, Rawalpindi: Army Education Press.
Amitay, Ory (2011), "Procopius of Caesarea and the Girgashite Diaspora", Journal for the Study of the Pseudoepigrapha.
Baedeker, Karl (1901), "Tangier", Spain and Portugal: Handbook for Travellers (2nd ed.), Leipzig: Karl Baedeker.
Blankinship, Khalid Yahya (1994), The End of the Jihad State, Albany: SUNY Press.
Brett, Michael (2017), "Conversion of the Berbers to Islam", Islamisation: Comparative Perspectives from History, Edinburgh: Edinburgh University Press.
Civantos, Christina (2017), The Afterlife of al-Andalus: Muslim Iberia in Contemporary Arab and Hispanic Narratives, Albany: State University of New York Press.
Collins, Roger (2003), Count Julian.
Davies, Ethel (2009), "Tangier", North Africa: The Roman Coast, Chalfont St Peter: Bradt Travel Guides.
Elbl, Martin Malcolm (2009), "(Re)claiming Walls: The Fortified Médina of Tangier under Portuguese Rule (1471–1661) and as a Modern Heritage Artefact", Portuguese Studies Review, vol. No. 15, pp. 103–192.
Elbl, Martin Malcolm (2012), "Tangier's Qasba Before the Trace Italienne Citadel of 1558–1566: The 'Virtual' Archaeology of a Vanished Islamic and Portuguese Fortress", Portuguese Studies Review, vol. No. 17, pp. 1–44.
Elbl, Martin Malcolm (2013), Portuguese Tangier (1471–1662): Colonial Urban Fabric as Cross-Cultural Skeleton, Peterborough: Baywolf Press.
Finlayson, Iain (1992), Tangier: City of the Dream, London: Tauris Parke.
Gerli, E. Michael (2003), "Mūsā ibn Nusayr", Medieval Iberia, New York: Routledge.
Ghaki, Mansour (2015), "Toponymie et Onomastique Libyques: L'Apport de l'Écriture Punique/Néopunique" (PDF), La Lingua nella Vita e la Vita della Lingua: Itinerari e Percorsi degli Studi Berberi, Studi Africanistici: Quaderni di Studi Berberi e Libico-Berberi.
Haller, Dieter (2021). Tangier/Gibraltar: A Tale of One City—An Ethnography. Bielefeld: Transcript.
Hartley, James (2007), "Tangier", Cities of the Middle East and North Africa, Santa Barbara: ABC-CLIO.
Head, Barclay; et al. (1911), "Mauretania", Historia Numorum (2nd ed.), Oxford: Clarendon Press, pp. 887 ff.
Hume, H. Harold (1913), Citrus Fruits and Their Culture, New York: O. Judd Co.
Ilahiane, Hsain (2010), Historical Dictionary of the Berbers (2nd ed.), Lanham: Rowman & Littlefeld.
Lévi-Provençal, Évariste (1936), "Tangier", Encyclopaedia of Islam, vol. IV, Leiden: E.J. Brill.