Η Ιερά Μητρόπολη Δράμας είναι μια από τις Μητροπόλεις των λεγομένων «Νέων Χωρών[α]». Έδρα της είναι η πόλη της Δράμας και περιλαμβάνει το μεγαλύτερο τμήμα του ομώνυμου Νομού. Ο σημερινός Μητροπολίτης Δωρόθεος εξελέγη στις 7 Οκτωβρίου 2022[2] και χειροτονήθηκε στις 16 Οκτωβρίου.
Ιστορία
Η πόλη της Δράμας και η περιοχή της δέχθηκε πολύ νωρίς τον λόγο του Ευαγγελίου καθώς γειτνιάζει προς τους Φιλίππους, όπου ο Απόστολος Παύλος το 49 μ.Χ., ίδρυσε την πρώτη χριστιανική Εκκλησία επί ευρωπαϊκού εδάφους. Έχουν μάλιστα βρεθεί τα θεμέλια μεγάλης τρίκλιτης παλαιοχριστιανικής βασιλικής στον αύλειο χώρο του Ναού της Αγίας Σοφίας Δράμας[3].
Η Δράμα για εννέα περίπου αιώνες ανήκε εκκλησιαστικώς στη Μητρόπολη των Φιλίππων, διοικούμενη από πρωθιερέα (πρωτοπαπά) του Μητροπολίτη Φιλίππων, έως το 900 μ.Χ.
Ο Ναός της Αγίας Σοφίας της Δράμας όπως και τα τείχη της πόλης χρονολογούνται στον δέκατο αιώνα και η οικοδόμησή τους συμπίπτει με μία περίοδο μεγάλης ακμής του Βυζαντίου, στη διάρκεια της οποίας στο θρόνο ανέρχεται μια σειρά σπουδαίων αυτοκρατόρων της Δυναστείας των Μακεδόνων. Στον λόφο του Κορυλόβου βρισκόταν η βυζαντινή μονή της Παναγίας Κοριλιώτισσας, που αποτελούσε αθωνικό βατοπαιδινό μετόχιο και άκμασε περί το έτος 1050 μ.Χ.[4]
Στα τέλη του 1316 έφτασε στην πόλη της Δράμας η Ειρήνη Μομφερατική, σύζυγος του Αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β΄ Παλαιολόγου, όπου υπήρχαν βασιλικά κτήματα και επαύλεις και συνήθιζε να μεταβαίνει για αναψυχή. Μετά από σύντομη ασθένεια πέθανε το έτος 1317. Ο Ναός Παμμεγίστων Ταξιαρχών που ανάγεται στον 14ο αιώνα, εικάζεται ότι συνδέεται με τον θάνατο και την πρώτη ταφή της Ειρήνης στη Δράμα.
Η Αρχιεπισκοπή Δράμας ιδρύθηκε πιθανότατα τον 12ο αιώνα ενώ πρώτες αναφορές για την ύπαρξη Αρχιεπισκόπου Δράμας υπάρχουν από τις αρχές του 14ου αιώνα. Σύντομα η Αρχιεπισκοπή Δράμας ανυψώθηκε σε Μητρόπολη στη διάρκεια του ίδιου αιώνα. Στα τέλη του ίδιου αιώνα (1371) επιδόθηκε στον Μητροπολίτη Δράμας Ιωάσαφ και η διοίκηση της Μητροπόλεως Φιλίππων, για χρονικό διάστημα που δεν είναι γνωστό. Πιθανότατα στις αρχές του 15ου αιώνα η Μητρόπολη Φιλίππων απέκτησε και πάλι τον δικό της ποιμενάρχη. Το 1663 επί Πατριάρχου Διονυσίου η Μητρόπολη Ζιχνών προσαρτάται στη Μητρόπολη Δράμας - Φιλίππων που έφερε την ονομασία Μητρόπολη Δράμας, Φιλίππων και Ζιχνών[6].
Αρχιερατεία Αγίου Χρυσοστόμου Δράμας, Φιλίππων και Ζιχνών[7] 1902-1910
Η άφιξη, η ενθρόνιση του Χρυσοστόμου στη Δράμα έγινε στις 22 Ιουλίου1902. Ως πρώτο μέλημά του έθεσε την ενίσχυση της Ελληνικής Κοινότητας, των φιλεκπαιδευτικών σωματείων και των Ελληνικών σχολείων. Μάλιστα με πρωτοβουλία του ιδρύθηκε πληθώρα ελληνικών σχολείων όπως το καλλιμάρμαρο Γυμνάσιο Δράμας με σχήμα κάτοψης Π με σαφή αναφορά στη λέξη Πατρίδα. Ταυτόχρονα πραγματοποιούσε περιοδείες στις ελληνικές κοινότητες που δέχονταν τη βουλγαρική πίεση και προπαγάνδα, όπως η Προσοτσάνη και ο Βώλακας[14]. Παράλληλα, έκτισε μεγαλοπρεπή Ναό στη Δράμα, μέγαρο Μητροπόλεως, σχολές αρρένων και θηλέων, νοσοκομείο και γυμναστήριο. Επίσης φρόντισε για την ανέγερση οικιών για τους καπνεργάτες, ιδρύοντας και πολλά φιλανθρωπικά καταστήματα, ορφανοτροφεία, γηροκομεία και άλλα κοινωφελή καθιδρύματα. Η εθνική αυτή δράση του Χρυσοστόμου ανησύχησε την τουρκική διοίκηση, η οποία και αναφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, επιτυγχάνοντας την ανάκλησή του από Μητροπολίτη τον Οκτώβριο του 1907. Διασώζεται το γεγονός πως ο Χρυσόστομος αναχώρησε από τη Δράμα συνοδευόμενος έως το σιδηροδρομικό σταθμό της πόλης από ολόκληρο τον ελληνικό πληθυσμό της. Ο Ιεράρχης μετέβη και παρέμεινε στην Τρίγλια, τη γενέτειρά του, στα παράλια της Μικράς Ασίας. Τον Ιούλιο του 1908 παραχωρήθηκε από τους Οθωμανούς γενική αμνηστία με την ανακήρυξη του Συντάγματος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και έτσι ο Χρυσόστομος βρήκε την ευκαιρία να επιστρέψει στο ποίμνιό του στη Δράμα τον Αύγουστο του 1908.[15][16]
Ο Μικρασιάτης Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Β΄ Χατζησταύρου (τότε Θεμιστοκλής Χατζησταύρου) διετέλεσε την περίοδο 1902-1908 διάκονος του μητροπολίτη Χρυσοστόμου στη Δράμα, με σημαντική δράση κατά τον Μακεδονικό Αγώνα.[17] Ο Θεμιστοκλής Χατζησταύρου, ως Αρχιδιάκονος και Πρωτοσύγκελλος του Μητροπολίτη Χρυσοστόμου, διενήργησε ανασκαφές πίσω από την κόγχη του ιερού βήματος του βυζαντινού Ναού Αγίας Σοφίας Δράμας που λειτουργούσε τότε ως τζαμί, ύστερα από την άδεια, που του παραχώρησε ο τούρκος ιερωμένος της περιοχής, και βρήκε δισκοπότηρα, θυμιατά, κανδήλες και άλλα ιερά σκεύη, τα οποία τοποθέτησε στην Ιερά Μητρόπολη της Δράμας. Επίσης εντόπισε στον αύλειο χώρο του ναού μαρμάρινη πλάκα, την οποία αναποδογύρισε και με έκπληξή του διάβασε την ακόλουθη ημικατεστραμμένη επιγραφή: «… ΕΝ ΚΟΥΡΟΠΑΛΑΤΟΥ ΑΛΕΞΙΟΥ ΤΕ ΦΗΜΗ ΤΟΥ ΜΑΝΙΑΚΗ. ΦΕΡΕΙ ΚΑΙ ΗΣ ΔΙΑΓΡΑΦΗΣ ΤΟΝ ΤΥΠΟΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΕΙΣ ΣΩΤΗΡΙΑΝ. ΕΝ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΜΑΝΟΥΗΛ ΚΟΜΝΗΝΟΥ». Την επιγραφή αυτή ο Θεμιστοκλής Χατζησταύρου τη δημοσίευσε στην εφημερίδα «Αλήθεια» της Θεσσαλονίκης. Ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος με τον π. Θεμιστοκλή Χατζησταύρου επέδειξαν μέριμνα ώστε να περισώσουν όσο το δυνατόν περισσότερες αρχαιότητες από την κλοπή και την καταστροφή. Έτσι ενεργούσαν για τη συγκέντρωση, διαφύλαξη και δημοσίευση των επιγραφών καθώς θεωρούσαν πως οι λίθοι οι ενεπίγραφοι (επιγραφές) ήταν αψευδείς μάρτυρες της ελληνικότητας της Μακεδονίας.[18]
Μάρτυρες 1912-1918
Τόσο κατά την Α' Βουλγαρική Κατοχή (Οκτώβριος 1912-Ιούνιος 1913), όσο και κατά τη Β' Βουλγαρική Κατοχή (1916-1918), ο ελληνικός πληθυσμός υπέστη διώξεις, λιμοκτονία, ομηρίες καθώς και συλλήψεις και βασανισμούς από τη μυστική βουλγαρική αστυνομία και τον κατοχικό βουλγαρικό στρατό. Τότε εκλάπησαν και κρατούνται έως σήμερα στη Βουλγαρία, κειμήλια και θησαυροί της Μονής Παναγίας Εικοσιφοινίσσης της Μητροπόλεως Δράμας αλλά και της Μονής Τιμίου Προδρόμου Σερρών και των Μονών Παναγίας Καλαμούς και Παναγίας Αρχαγγελιώτισσας Ξάνθης.
Ειδικότερα κατά τη Β' Βουλγαρική Κατοχή (1916-1918) εφαρμόστηκε από τους Βούλγαρους ένα σκληρό μέτρο εξόντωσης του πληθυσμού: η εκτόπιση και η ομηρία χιλιάδων Ελλήνων κατοίκων, μεταξύ αυτών και του συνόλου σχεδόν των ιερέων της Ανατολικής Μακεδονίας σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και καταναγκαστικά έργα στη Βουλγαρία. Ενδεικτικά την περίοδο της Βουλγαρικής κατοχής εξορίστηκαν από την πόλη της Δράμας 1.965 άτομα, από τα οποία επέστρεψαν μόνο 1.359. Πολλοί εκπατρισθέντες έχασαν τη ζωή τους από τις στερήσεις, τα βασανιστήρια και την εξοντωτική εργασία και δεν επέστρεψαν ποτέ στην πατρίδα τους[19][20][21].
Ο ιερέας Ιωακείμ Παπαϊωακείμ, από τον Σκοπό της Ανατολικής Θράκης, δολοφονήθηκε από τους Βουλγάρους στην περίοδο της δεύτερης κατοχής, το 1917, στον Ξηροπόταμο Δράμας. Συγκεκριμένα, από τα υπόγεια των Εκπαιδευτηρίων Δράμας 10 Μακεδόνες προύχοντες και προεστοί και ο ιερέας Ιωακείμ Παπαϊωακείμ, αφού βασανίστηκαν επί πέντε σχεδόν μήνες, μεταφέρθηκαν ημιθανείς στην θέση «Τσομπάνκα», στην δυτική είσοδο της Δράμας, και αφού λογχίσθηκαν ρίχτηκαν στο εκεί ευρισκόμενο ξηροπήγαδο. Τα ονόματα των σφαγιασθέντων: (από την Προσοτσάνη) Χρ. Ζάμπας, Αβραάμ Χάλλας, Λάμπρος Στακέτας, Α. Καραγιάννης, Νικ. Σακκής, Α. Καραγεώργης, Νικ. Στεργίου, Αλεξ. Κωστής, (από τον Βώλακα) Κ. Κούπτσιος, ο πατέρας του εθνομάρτυρα Άρμεν Κούπτσιου, (από την Καλλιθέα) Γ. Κομβόκης, (από τον Ξηροπόταμο) ο ιερέας Ιωακείμ Παπαϊωακείμ. Τα σώματα ρίχθηκαν σε πηγάδι της περιοχής Ξηροποτάμου το 1917. Τον Οκτώβριο του 1918 μέλη της Διεθνούς Επιτροπής που συστάθηκε για τις ωμότητες των Βουλγάρων, συγκέντρωσε πληροφορίες από κατοίκους της περιοχής και προέβη στην εκταφή οστών από το πηγάδι παρουσία του Δημάρχου Δράμας, ενώ το 1931 τοποθετήθηκε αναθηματική στήλη στο σημείο σφαγής με τα ονόματα των δολοφονηθέντων. Το 1941 με την τρίτη έλευση των Βουλγάρων καταστρέφεται η στήλη και οργώνεται το χωράφι για να εξαφανιστούν τα ίχνη του εγκλήματος. Όμως στις 11 Αυγούστου 2010 μετά από πρωτοβουλία της Μητροπόλεως Δράμας πραγματοποιήθηκε η εκσκαφή του πηγαδιού στον Ξηροπόταμο και βρέθηκαν οστά τα οποία συγκεντρώθηκαν και σήμερα φυλάσσονται στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου Τροπαιοφόρου Ξηροποτάμου Δράμας.[22][23]
Ανάμεσα στους εκτοπισθέντες ιερείς ήταν και ο Απόστολος Παπαποστόλου, εφημέριος του Ναού Εισοδίων της Θεοτόκου Χωριστής, καταγόμενος από το Ορτάκιοϊ της Ανατολικής Ρωμυλίας,[24][25][26][27] και ο Γαβριήλ Διονυσιάτης.[28]
Γυναικείος μοναχισμός μετά την Μικρασιατική Καταστροφή
Εξέχουσες μορφές του γυναικείου μοναχισμού της περιοχής αποτέλεσαν τρεις Μικρασιάτισσες που έφθασαν ως πρόσφυγες στη Δράμα:
Γεώργιος Αλεξιάδης, ιερέας στο χωριό Κοκκινόγεια Δράμας. Γεννήθηκε το 1874 στην Λιτίτσα της περιοχής Ορτάκιοϊ της Ανατολικής Ρωμυλίας. Ως γνώστης της Βυζαντινής Μουσικής και καλλίφωνος, έγινε πρωτοψάλτης στον Ναό Αγίων Αποστόλων της γενέτειράς του. Χειροτονήθηκε Ιερέας το έτος 1904. Μετά την Ανταλλαγή πληθυσμών ήρθε στην Ελλάδα και διακονούσε ως εφημέριος στα Κοκκινόγεια Δράμας. Οι Βούλγαροι τον απήγαγαν από το σπίτι του, μαζί με την Πρεσβυτέρα του Φανή και τους οδήγησαν στο Σχολείο, όπου τους χώρισαν. Τον ρώτησαν εάν είναι Έλληνας ή Βούλγαρος Ιερεύς. «Ἕλλην Ιερεύς» απάντησε ο πατήρ Γεώργιος. Μετά από λίγο τον άφησαν ελεύθερο αλλά μόλις βγήκε στο προαύλιο του Σχολείου οι Βούλγαροι στρατιώτες τον σκότωσαν με πυροβόλο όπλο εκ των όπισθεν στις 30 Σεπτεμβρίου1941.
Στυλιανός Γρίππας, από την Ηρακλείτσα Καλλιπόλεως Ανατολικής Θράκης, ιερέας στο χωριό Νικηφόρος Δράμας. Όταν τον ρώτησαν εάν είναι Έλληνας ή Βούλγαρος, απάντησε: «Έλλην εγεννήθηκα και Έλλην ιερεύς είμαι». Οι Βούλγαροι τότε τον εκτέλεσαν στις 6 Οκτωβρίου1941. Το σώμα του παρέμεινε κατά τη διάρκεια της νύχτας στον τόπο της εκτέλεσης καθώς οι Βούλγαροι δεν επέτρεπαν σε κανέναν να πλησιάσει. Το επόμενο πρωί έσυραν τη σορό του ιερέα στις οδούς και έπειτα το έριξαν σε κοντινή χαράδρα, όπου έμεινε για οκτώ μέρες. Μετά, επετράπη στην πρεσβυτέρα του να θάψει το σώμα στη χαράδρα καθώς απαγόρευσαν να ταφεί κανονικά στο κοιμητήριο του χωριού. Ακολούθως οι Βούλγαροι αστυνομικοί μετέβησαν στο σπίτι του δολοφονηθέντος ιερέως, ξυλοκόπησαν βαριά την Πρεσβυτέρα, άρπαξαν χρηματικό ποσό δέκα χιλιάδων λέβα, για την αξία των τριών σφαιρών, με τις οποίες δολοφόνησαν τον ιερέα και έφυγαν αφού πήραν και τα άμφια του δολοφονηθέντος ιερέως.
Δανιήλ Θάσιος, μοναχός της Μονής Παναγίας Εικοσιφοινίσσης. Καταγόταν από τις Μαριές Θάσου. Κατά τα γεγονότα της εξέγερσης της Δράμας (28 Σεπτεμβρίου 1941), όταν οι Βούλγαροι άρχισαν τις σφαγές Ελλήνων ως αντίποινα, τον συνέλαβαν έξω από το Παλαιοχώρι Παγγαίου, στη θέση Πλατανάκια, ενώ επέστρεφε από την Καβάλα, και αφού προηγουμένως τον βασάνισαν, τον εκτέλεσαν, στις 25 Οκτωβρίου1941.
Ιωάννης Ηλιάδης, ιερέας. Ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου από τους Γερμανούς στο χωριό Πλατανιάς τον Αύγουστο του 1943.
Σάββας Καραγιαννίδης, ιερέας. Εκτελέστηκε στο χωριό Ψηλή Ράχη Δράμας από Βουλγάρους στρατιώτες το 1941.
Αναστάσιος Καρυπίδης, εφημέριος στο χωριό Πλατινόφυλλο Παγγαίου. Θανατώθηκε το 1942 από τον Βούλγαρο πρόεδρο της κοινότητας.
Ιάκωβος Κορυφίδης, ιερέας στα Κύργια Δράμας. Εκτελέστηκε από Βουλγάρους στρατιώτες τον Σεπτέμβριο του 1941.
Άνθιμος Παπαδόπουλος, ιερέας στην κοινότητα Σιταγρών Δράμας. Τον Σεπτέμβριο του 1941, ενώ προσπαθούσε να βοηθήσει τους συγχωριανούς του να σωθούν, πυροβολήθηκε από Βουλγάρους στρατιώτες.
Ιωάννης Πασχαλίδης, ιερέας. Συνελήφθη κοντά στο χωριό Λατικός Δράμας τον Σεπτέμβριο του 1941 από Βουλγάρους οι οποίοι τον ξυλοκόπησαν άγρια και τον φυλάκισαν, με αποτέλεσμα να πεθάνει λίγο αργότερα.
Χρυσόστομος Τοπάσης, αρχιμανδρίτης, μοναχός στη Μονή Παναγίας Εικοσιφοινίσσης. Συνελήφθη τον Σεπτέμβριο του 1942 από Βουλγάρους, οι οποίοι τον έστειλαν ως όμηρο στη Βουλγαρία. Πέθανε λόγω κακουχιών δύο χρόνια αργότερα τον Μάρτιο του 1944.
Βασίλειος Ζωγράφος, ιερέας. Συνελήφθη και βασανίσθηκε από τους Βουλγάρους. Κατέφυγε στη Θεσσαλονίκη, όπου και πέθανε από τις κακουχίες το έτος 1943.
Γρηγόριος Κατσιβάκης, αρχιμανδρίτης, Ηγούμενος της Μονής Παναγίας Εικοσιφοινίσσης και παλαιός Μακεδονομάχος. Οι Βούλγαροι τον εκτόπισαν στο Σεβόλτεβο της Β. Βουλγαρίας όπου υπέστη τα πάνδεινα. Απεβίωσε από τις κακουχίες.
Εκτός των παραπάνω προσώπων, δεκάδες Έλληνες διδάσκαλοι και κληρικοί την εποχή της βουλγαρικής κατοχής υπέστησαν βασανιστήρια, ξυλοδαρμούς, εκτοπίσεις και εξορίες. Ο αρχιμανδρίτης Ιερώνυμος Γιαμαλάκης, αρχιερατικός επίτροπος Δράμας, εκδιώχθηκε επειδή αρνήθηκε να παραδώσει τον Μητροπολιτικό Ναό και το Επισκοπείο στους Βουλγάρους.[31][32]
Επισκοπικός κατάλογος
Σημαντικές προσωπικότητες διετέλεσαν επίσκοποι και μητροπολίτες Δράμας, όπως οι εξής:
ο Πατριάρχης Ιωακείμ Α΄, διετέλεσε μητροπολίτης Δράμας μέχρι την εκλογή του στον Πατριαρχικό Θρόνο το 1498.
ο Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης, διετέλεσε αρχικά Μητροπολίτης Δράμας την περίοδο 1902-1910, συντελώντας τα μέγιστα στην πνευματική καλλιέργεια του ποιμνίου με ανέγερση σχολείων και ναών αλλά και αναλαμβάνοντας κομβικό ρόλο στον Μακεδονικό Αγώνα για τη διατήρηση της Ορθόδοξης ταυτότητας του πληθυσμού.
Οσίου Γεωργίου του νέου του εν Δράμα (η μνήμη του τιμάται στις 4 Νοεμβρίου).
Αγίας Θέκλης της εξ Ικονίου Μικράς Ασίας, της οποίας το Ιερό Λείψανο μεταφέρθηκε από τους Μικρασιάτες εξ Ικονίου που εγκαταστάθηκαν στην πόλη της Δράμας και σήμερα φυλάσσεται στον Ι.Ν. Αγίων Ανάργυρων Δράμας (η μνήμη της τιμάται στις 24 Σεπτεμβρίου).
Αγίου Γρηγορίου του Ωρολογά, ο οποίος διετέλεσε, προ της χειροτονίας του σε επίσκοπο, Πρωτοσύγκελος της Μητροπόλεως Δράμας κατά τα έτη 1901-1902 (η μνήμη του τιμάται την Κυριακή προ της Υψώσεως - Σεπτέμβριος). Αποτέλεσε έναν από τους πρώτους ιεροκήρυκες που χρησιμοποίησαν τη δημοτική γλώσσα στο κήρυγμα. Ακόμη συνεργάστηκε με τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο για την προάσπιση των ελληνικών εθνικών δικαίων κατά τον Μακεδονικό Αγώνα. Μαρτύρησε το 1922 στη Μικρά Ασία ως Μητροπολίτης Κυδωνιών.
Αγίου Ιωσήφ Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης, του από Δράμας. Διετέλεσε Μητροπολίτης Δράμας από το 1787 έως το 1810, οπότε και μετατέθηκε στη Θεσσαλονίκη. Με την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, ο Σουλτάνος θα ζητήσει για εγγύηση επτά αρχιερείς, μεταξύ των οποίων ήταν και ο Θεσσαλονίκης Ιωσήφ[58] Μετά τον απαγχονισμό του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄ στις 3 Ιουνίου 1821, θανατώθηκε μαζί με άλλους αρχιερείς.[59][60] (η μνήμη του τιμάται στις 3 Ιουνίου).
Αγίου Προκοπίου Μητροπολίτου Ικονίου, ο οποίος το 1898 ως επίσκοπος Αμφιπόλεως και έξαρχος του Οικουμενικού Πατριαρχείου μετέβη στη Μονή Παναγίας Εικοσιφοινίσσης, προς αποκατάσταση της ενότητας και της ομόνοιας μεταξύ των μελών της μοναστικής αδελφότητας. Μαρτύρησε το 1923 στη Μικρά Ασία ως Μητροπολίτης Ικονίου (η μνήμη του τιμάται την Κυριακή προ της Υψώσεως - Σεπτέμβριος).
Αγίου Αυτοκράτορα Ιωάννη Δούκα Βατάτζη του ελεήμονος, ελευθερωτή της Δράμας και της ευρύτερης Μακεδονίας από τους Βουλγάρους κατά τον 13ο αιώνα (η μνήμη του τιμάται στις 4 Νοεμβρίου).
Παναγίας Παχνιώτισσας (τιμάται στις 8 Σεπτεμβρίου εορτή Γενεθλίου της Θεοτόκου). Οι Θρακιώτες πρόσφυγες από το χωριό Μαγούλα (Καβατζίκι) της Ανατολικής Θράκης μετέφεραν στο Δοξάτο την εικόνα της Παναγίας Παχνιώτισσας. Η εικόνα προέρχεται από τον Ναό της Παναγίας Παχνιώτισσας του Καβατζικίου και σήμερα φυλλάσσεται στον Ναό Αγίου Αθανασίου Δοξάτου.[61]
Αθανασίου Βαλαβάνη, του εθνομάρτυρος, ο οποίος μαρτύρησε στις 29 Οκτωβρίου 1902 από το βουλγαρικό κομιτάτο στην Πετρούσα, διότι ως Έλληνας προεστός, στάθηκε εμπόδιο στον εκβουλγαρισμό και την βίαιη προσάρτηση του ελληνικού πληθυσμού στην βουλγαρική εξαρχική εκκλησία.[62]
Αγία Βαρβάρα πολιούχος Δράμας
Σύμφωνα με την παράδοση, όταν το 1383 η Δράμα κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς, το εκκλησάκι της Αγίας Βαρβάρας τέθηκε προς κατεδάφιση από τους κατακτητές για να χτιστεί στη θέση του ένα τζαμί. Τα σχέδιά τους όμως άλλαξαν ανήμερα της Αγίας Βαρβάρας καθώς η περιοχή πλημμύρισε με νερό και δημιουργήθηκε λίμνη που σκέπασε την εκκλησία. Έτσι, η αγία Βαρβάρα καθιερώθηκε ως πολιούχος της Δράμας, και ακριβώς απέναντι από τη λίμνη χτίστηκε αργότερα νέα εκκλησία που αφιερώθηκε στην Αγία.
Μέχρι σήμερα διατηρείται το έθιμο την παραμονή της γιορτής της, στις 3 Δεκεμβρίου, εκατοντάδες παιδιά να αφήνουν τα αυτοσχέδια φωταγωγημένα καραβάκια τους στα νερά της λίμνης, ακριβώς μπροστά από την ομώνυμη εκκλησία. Με αυτόν τον τρόπο ο κόσμος στέλνει στο βυθισμένο εκκλησάκι το κερί του για την Αγία επάνω σε ένα σανίδι από ξύλο.[63][64][65][66]
Εκκλησιαστική Τέχνη
Μουσείο Εκκλησιαστικής Τέχνης δημιουργήθηκε από τον Μητροπολίτη Δράμας Διονύσιο και λειτουργεί παραπλεύρως του Επισκοπείου. Μεγάλο μέρος ιερών λειψάνων και κειμηλίων της Ιεράς Μονής Εικοσιφοινίσσης αφαιρέθηκε από τους Βούλγαρους κατακτητές κατά τα έτη 1916-1918, 1941-1944 και εκτίθεται στη Σόφια.
Εικόνα της Παναγίας Οδηγήτριας της Ι.Μ. Εικοσιφοινίσσης (Σόφια).
Κειμήλια της Ιεράς Μονής Εικοσιφοινίσσης (Σόφια).
Αρτοφόριο της Ιεράς Μονής Εικοσιφοινίσσης (Σόφια).
Ιστορικά Μνημεία
α) Ιερός Ναός Αγίας Σοφίας Δράμας (10ος αιώνας) κτισμένος επί τρίκλιτης παλαιοχριστιανικής βασιλικής.
β) Ιερός Ναός Παμμεγίστων Ταξιαρχων Δράμας (14ος αιώνας).
γ) Παλαιός Μητροπολιτικός Ναός Εισοδίων της Θεοτόκου Δράμας (18ος αιώνας).
δ) Ιερός Ναός Ταξιαρχών Κοκκινογείων.
ε) Ιερός Ναός Εισοδίων της Θεοτόκου Χωριστής, ο οποίος οικοδομήθηκε το έτος 1906 με μέριμνα του τότε Μητροπολίτη Δράμας Χρυσοστόμου και λειτούργησε για πρώτη φορά του 1907. Ο ναός είναι κατασκευασμένος με τρίκλιτη βασιλική σε σχέδια Αυστριακού αρχιτέκτονα ενώ το τέμπλο είναι έργο της περιόδου 1842 - 1844. Η παλαιότερη εικόνα του ναού ανάγεται στον 18ο αιώνα ενώ στις υπόλοιπες εικόνες συμπεριλαμβάνονται και έργα του Έλληνα ζωγράφου Κωνσταντίνου Παρθένη.[67][68]
στ) Βυζαντινός Ναός Αγίου Παντελεήμονος Προσοτσάνης, κτίσμα της εποχής των Παλαιολόγων (β' μισό του 13ου αιώνα) σταυροειδούς εγγεγραμμένου τύπου, που αποτελούσε καθολικό μονής και ταυτίζεται με το βυζαντινό μετόχι του Αγίου Παντελεήμονος, πλησίον του Πάνακος (σημερινός Αγγίτης).[4]
η) Στον λόφο Κορυλόβου υφίστανται κατάλοιπα βυζαντινής μονής, που πιθανώς να ταυτίζεται με τη γνωστή από πηγές μονή της Παναγιάς της Κοριλιώτισσας, που αποτελούσε βατοπεδινό μετόχιο και άκμασε περί το έτος 1050 μ.Χ.[4]
θ) Ναός της Αγίας Βαρβάρας πολιούχου Δράμας. Σύμφωνα με την παράδοση, όταν το 1383 η Δράμα κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς, το εκκλησάκι της Αγίας Βαρβάρας τέθηκε προς κατεδάφιση από τους κατακτητές για να χτιστεί στη θέση του ένα τζαμί. Τα σχέδιά τους όμως άλλαξαν ανήμερα της Αγίας Βαρβάρας καθώς η περιοχή πλημμύρισε με νερό και δημιουργήθηκε λίμνη που σκέπασε την εκκλησία. Έτσι, η αγία Βαρβάρα καθιερώθηκε ως πολιούχος της Δράμας, και ακριβώς απέναντι από τη λίμνη χτίστηκε αργότερα νέα εκκλησία που αφιερώθηκε στην Αγία. Μέχρι σήμερα διατηρείται το έθιμο την παραμονή της γιορτής της, στις 3 Δεκεμβρίου, εκατοντάδες παιδιά να αφήνουν τα αυτοσχέδια φωταγωγημένα καραβάκια τους στα νερά της λίμνης, ακριβώς μπροστά από την ομώνυμη εκκλησία. Με αυτόν τον τρόπο ο κόσμος στέλνει στο βυθισμένο εκκλησάκι το κερί του για την Αγία επάνω σε ένα σανίδι από ξύλο.[63][64][65][66]
ι) Παλαιοχριστιανική βασιλική στην οχυρή ακρόπολη της Αδριανής. Κάτω από το σύγχρονο εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννου σώζεται η αψίδα και διαγράφεται η κάτοψη βασιλικής με γλυπτά αρχιτεκτονικά μέλη.[4]
Ιερές Μονές
Ανδρώες:
Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Δράμας.
Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος - Πρασινάδα Παρανεστίου. Η Ιερά Μονή είναι χτισμένη στα κατάλοιπα βυζαντινού μοναστηριού, που βρισκόταν εκεί επί 8 αιώνες (485-1204). Στην τοποθεσία αυτή, όπου υπάρχει πλέον το σημερινό μοναστήρι, βρέθηκαν λείψανα αγίων, μαρτυρησάντων υπό τους Σταυροφόρους το 1204 κατά την Δ' Σταυροφορία.[69]
↑«Νέες Χώρες» ονομάζονται 36 Μητροπόλεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου, οι οποίες μετά τους Βαλκανικούς πολέμους περιήλθαν στην ελληνική επικράτεια. Αυτές συνεχίζουν να υπάγονται πνευματικά στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, αλλά με την Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη της 4ης Σεπτεμβρίου 1928 η Διοίκησή τους παραχωρήθηκε «επιτροπικώς» και υπό δέκα ρητούς όρους στην Εκκλησία της Ελλάδος.[1]
↑Αντωνίου Μηλιαράκη, "Ιστορία του Βασιλείου της Νικαίας και του Δεσποτάτου της Ηπείρου (1204-1261)", Εκδόσεις ΙΩΝΙΑ (Εκδόσεις Ιονικής Τράπεζας), Αθήνα 1994
↑Ιστορία Της Ιεράς Μητροπόλεως Δράμας (Από Τις Απαρχές Της Μέχρι Σήμερα), Διονυσίου Κυράτσου, Μητροπολίτου Δράμας, Εκδόσεις: Δημοτική Επιχείρηση Δήμου Δράμας, 1997
↑Επετηρίς Αγωνιστών Μακεδονικού Αγώνος 1903-1909, αύξων αριθμός 3554
↑Αφανείς, γηγενείς Μακεδονομάχοι, επιστημονική επιμέλεια Ιωάννης Σ. Κολιόπουλος, χορηγός Νικόλαος Μάνος, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2008, σ. 25
↑Επετηρίς Αγωνιστών Μακεδονικού Αγώνος 1903-1909, αύξων αριθμός 2970
↑Επετηρίς Αγωνιστών Μακεδονικού Αγώνος 1903-1909, αύξων αριθμός 3402
↑Γενικό Επιτελείο Στρατού, Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, Ο Μακεδονικός Αγών και τα εις Θράκην Γεγονότα, Αθήνα 1979, σ. 119
↑Αφανείς, γηγενείς Μακεδονομάχοι, επιστημονική επιμέλεια Ιωάννης Σ. Κολιόπουλος, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2008, σ. 24
↑Παπαδόπουλος, Ζήσης, 2023. Χωριστή και Ορτάκιοϊ Θράκης: η διαδρομή δύο οικογενειών. Στο: Α΄ Επιστημονικό Συμπόσιο: Χωριστή, Ιστορία και Πολιτισμός. Χωριστή, 22-24 Οκτωβρίου 2021. Χωριστή: Μουσικοδραματικός Σύλλογος Χωριστής «Η ΑΝΑΓΕΝΝΗΘΕΙΣΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ».
↑Δημ. Πασχαλίδη, Τά δεινοπαθήματα τῆς Χωριστῆς κατά τή δεύτερη βουλγαρική κατοχή τῆς Ἀνατολικῆς Μακεδονίας, Χωριστή 2006.
↑Πασχαλίδης, Δημήτρης (1998). Η Χωριστή Δράμας κατά τη δεύτερη βουλγαρική κατοχή της Ανατολικής Μακεδονίας (1916-1918). Χωριστή.
↑Αλέξανδρος Δεσποτόπουλος, Διωγμοί στην Κωνσταντινούπολη από τον Ιούνιο ως τον Δεκέμβριο, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τόμος ΙΒ, Αθήνα, 1975, σελ. 200