Το 1912 ο πληθυσμός τους ήταν 143.482. Απ' αυτούς, οι 131.332 ήταν Έλληνες. Ο συνολικός πληθυσμός του Νομού Δωδεκανήσων σήμερα φτάνει τους 190.071 κατοίκους (απογραφή 2001) και έχει έκταση πάνω από 2.665,26 τετραγωνικά χιλιόμετρα αν υπολογιστούν μικρότερα νησιά και βραχονησίδες. Τον Οκτώβριο του 2006 τα κατοικημένα νησιά και νησίδες της Δωδεκανήσου ήταν στο σύνολο 28.
Το πλέον ιστορικό, κυριότερο και γνωστό από τα Δωδεκάνησα είναι η Ρόδος, η οποία, εδώ και χιλιετίες, είναι το νησί στο οποίο βρίσκεται η διοικητική έδρα της περιοχής. Από τα υπόλοιπα, η Κως και η Πάτμος θεωρούνται ως τα επόμενα νησιά με ιδιαίτερη σημασία, για ιστορικούς λόγους, ενώ τα υπόλοιπα εννέα είναι η Αστυπάλαια, η Κάλυμνος, η Κάρπαθος, η Κάσος, η Λέρος, η Νίσυρος, η Σύμη, η Τήλος και το Καστελλόριζο. Στα δώδεκα προαναφερθέντα προστίθενται και τα λοιπά κατοικημένα νησιά: Αγαθονήσι, Λειψοί και Χάλκη, διαμορφώνοντας ένα σύνολο δεκαπέντε βασικών νησιών.
Το όνομα «Δωδεκάνησος» πρωτοεμφανίζεται σε βυζαντινές πηγές του 8ου αιώνα, και δεν αφορούσε τα σημερινά Δωδεκάνησα, αλλά τα δώδεκα νησιά των Κυκλάδων πέριξ της Δήλου. Η ονομασία είναι πιθανό να είναι πολύ παλαιότερη, και σύγχρονοι ερευνητές εικάζουν ότι ανάγεται τουλάχιστον σε έναν κατάλογο των δώδεκα νησιών του Στράβωνα. Ο όρος «Δωδεκάνησος» συνέχισε να χρησιμοποιείται για τις Κυκλάδες κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα και μέχρι τον 18ο αιώνα, τόσο στη δημώδη γλώσσα όσο και σε λόγια έργα.[3] Η μεταφορά της ονομασίας στη σημερινή Δωδεκάνησο έχει τις ρίζες της στην οθωμανική κυριαρχία. Μετά την κατάκτηση της Ρόδου το 1522, τα δυο μεγαλύτερα νησιά της Ρόδου και της Κω περιήλθαν υπό άμεση οθωμανική διοίκηση, ενώ τα υπόλοιπα, συνήθως αναφερόμενα ως «προνομιούχα», απολάμβαναν ευρείας αυτοδιοίκησης και φορολογικών προνομίων. Μετά το 1869, καθώς η Οθωμανική Αυτοκρατορία προσπαθούσε να εκσυγχρονιστεί και να υιοθετήσει ένα πιο ομοιόμορφο και συγκεντρωτικό διοικητικό μηχανισμό, αυτά τα προνόμια άρχισαν να περιορίζονται, και καταργήθηκαν πλήρως μετά την επικράτηση των Νεότουρκων το 1909.[4]
Έτσι, όταν ο ελληνικός τύπος της εποχής άρχισε να αναφέρεται με το ζήτημα, χρησιμοποιήθηκε ο όρος «Δωδεκάνησος» για να δηλώσει συλλογικά τα δώδεκα προνομιούχα νησιά—Κάλυμνος, Σύμη, Λέρος, Ικαρία, Πάτμος, Αστυπάλαια, Νίσυρος, Χάλκη, Τήλος, Κάρπαθος, Κάσος, και Καστελλόριζο. Λίγο αργότερα, το 1912, τα περισσότερα νησιά καταλήφθηκαν από την Ιταλία στα πλαίσια του Ιταλοτουρκικού Πολέμου, εκτός από το Καστελλόριζο, που περιήλθε υπό ιταλική κυριαρχία μόλις το 1921, και την Ικαρία, που με την έκρηξη του Α' Βαλκανικού Πόλεμου ενώθηκε με την Ελλάδα. Τη θέση των δύο τελευταίων την πήραν η Κως και η Ρόδος, επαναφέροντας τον αριθμό των μειζόνων νήσων υπό ιταλική κυριαρχία σε δώδεκα. Έτσι όταν ο ελληνικός τύπος άρχισε να κινητοποιείται υπέρ της ένωσης των ιταλοκρατούμενων νήσων με την Ελλάδα το 1913, και πάλι χρησιμοποιήθηκε ο όρος «Δωδεκάνησος». Οι ίδιες οι ιταλικές αρχές βοήθησαν στην καθιέρωσή του όταν ονόμασαν την κτήση τους «Ρόδος και Δωδεκάνησος» (Rodi e Dodecaneso), με του Λειψούς να "προάγονται" και να παίρνουν τη θέση της Ρόδου, την οποία οι Ιταλοί θεωρούσαν ξεχωριστή λόγω της ιδιαίτερης σημασίας της.[5] Μέχρι το 1920, ο όρος «Δωδεκάνησος» είχε επικρατήσει για να δηλώνει τα ιταλοκρατούμενα νησιά στο σύνολό τους, πράγμα που αναγνωρίστηκε και από τους Ιταλούς με τον διορισμό του πρώτου μη στρατιωτικού κυβερνήτη, κόμη Κάρλο Σένι, ως «Αντιβασιλέα της Δωδεκανήσου» (Reggente del Dodecaneso) στις 7 Αυγούστου 1920. Με την άνοδο του Μουσσολίνι στην εξουσία έγιναν προσπάθειες να ελαττωθεί η χρήση του ονόματος, πλέον στενά συνδεδεμένου με τις ελληνικές αξιώσεις επί των νησιών, και υιοθετήθηκε η επίσημη ονομασία «Ιταλικά Νησιά του Αιγαίου Πελάγους» (Isole italiane dell'Egeo), αλλά αυτή δεν απέκτησε ποτέ απήχηση πέραν του ιταλικού διοικητικού μηχανισμού.[6] Τα νησιά τελικά ενώθηκαν με την Ελλάδα το 1947, αρχικά ως Γενική Διοίκηση Δωδεκανήσου, και μετά το 1955 ως ο Νομός Δωδεκανήσου.[7]
Ιστορία
Αρχαιότεροι κάτοικοι ήταν οι Τελχίνες και οι Κάρες, αργότερα οι Αχαιοί και οι Δωριείς. Ήταν μέλος της πρώτης και της δεύτερης Αθηναϊκής Συμμαχίας. Μεγάλη ακμή γνώρισαν κατά τους ελληνιστικούς χρόνους. Με την υποταγή τους αργότερα στη ρωμαϊκή κυριαρχία, τα Δωδεκάνησα αποτέλεσαν τμήμα του Ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους (395 μ.Χ.). Το 1310 βρέθηκαν κάτω από την εξουσία των Ιωαννιτών Ιπποτών. Οι Τούρκοι τα κατέλαβαν το 1522. Τα Δωδεκάνησα συμμετείχαν στον ξεσηκωμό τού 1821. Κατά την Κρητική Επανάσταση του 1867, ξεσηκώθηκαν οι Κάσιοι, χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα. Μετά από πολλές περιπέτειες, τόσο στρατιωτικές όσο και διπλωματικές, παρέμειναν υπό την οθωμανική κυριαρχία, μέχρι την έναρξη του Ιταλοτουρκικού Πολέμου, το 1911. Οι Ιταλοί αποβιβάσθηκαν στην Αστυπάλαια, τη Ρόδο και άλλα νησιά το 1912.Αρχικά κατέλαβαν την Αστυπάλαια στις 28 Απριλίου και στη συνέχεια πραγματοποίησαν απόβαση στη Ρόδο στις 4 Μαΐου 1912. Η τουρκική φρουρά του νησιού οχυρώθηκε στο ορεινό χωριό Ψίνθος και αντιστάθηκε μέχρι τις 17 Μαΐου, οπότε και παραδόθηκε. Παράλληλα με τις επιχειρήσεις στη Ρόδο οι ιταλικές δυνάμεις επιχειρούσαν και σε άλλα νησιά τα οποία κατέλαβαν με την εξής σειρά: τη Χάλκη στις 8 Μαΐου, την Κάλυμνο, την Κάσο, την Κάρπαθο, τη Λέρο, τους Λειψούς, τη Νίσυρο, την Πάτμο και την Τήλο στις 12 Μαΐου, τη Σύμη στις 19 Μαΐου και τέλος την Κω στις 20 Μαΐου. Για να εξασφαλίσουν την κυριαρχία τους στα νησιά, οι Ιταλοί υποσχέθηκαν στους κατοίκους, ότι η κατάληψη θα ήταν προσωρινή.
Εγκατάσταση Μικρασιατών
Τον Μάιο του 1914 καθώς οι διωγμοί στα απέναντι μικρασιατικά παράλια είχαν ενταθεί ενάντια στο ελληνικό στοιχείο, πολλοί Μικρασιάτες κατέφυγαν στα Δωδεκάνησα. Τους τελευταίους μήνες του 1918, μετά τη λήξη του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου για την Τουρκία, άρχισε η παλιννόστηση των προσφύγων στη Μικρά Ασία. Συγκεκριμένα με τη ανακωχή του Μούδρου (1918) και την αποβίβαση του Ελληνικού Στρατού στη Σμύρνη (1919) αρκετοί πρόσφυγες που είχαν παραμείνει στα Δωδεκάνησα επέστρεψαν στη Μικρά Ασία αλλά προσωρινά όπως αποδείχθηκε. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922, πολλές οικογένειες Μικρασιατών εγκαταστάθηκαν πλέον οριστικά στα Δωδεκάνησα.[8] Η ιταλική κυριαρχία διήρκεσε μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, οπότε και πέρασαν στην Ελληνική δικαιοδοσία το 1946.
Κρυφά σχολεία κατά την ιταλοκρατία
Κατά την περίοδο της ιταλοκρατίας στα Δωδεκάνησα και ειδικά κατά τη φασιστική περίοδο η Ιταλία έλαβε αυστηρά μέτρα κατά της ελληνικής παιδείας και κουλτούρας. Τον Ιούλιο του 1937 και στη συνέχεια το 1939 (διάταγμα 163/30.6.1939) ο Ντε Βέκι, Υπουργός Παιδείας και Τετράρχης του Φασισμού (Quadrumviro), επέβαλε αυστηρές διατάξεις. Καταργήθηκαν όλα τα ελληνικά έντυπα και η ελληνική γλώσσα έγινε μάθημα προαιρετικό που διδασκόταν χωρίς βιβλία ως την τρίτη τάξη του πενταετούς δημοτικού σχολείου. Διδάσκοντες και διδασκόμενοι υποχρεώνονταν να μιλούν μόνο ιταλικά, με την απειλή αυστηρών κυρώσεων. Πολλοί δάσκαλοι της μέσης και της δημοτικής εκπαίδευσης απολύθηκαν και έφυγαν από τη Ρόδο ενώ ήλθαν Ιταλοί δάσκαλοι από την Ιταλία. Πολλά παιδιά προτίμησαν να μην πηγαίνουν καθόλου στο σχολείο παρά να μάθουν ιταλικά. Τότε ο Μητροπολίτης Ρόδου Απόστολος, εκμεταλλευόμενος ένα «παράθυρο» του διατάγματος που επέτρεπε τη θρησκευτική κατήχηση, οργάνωσε κρυφά σχολεία που λειτουργούσαν υπό τον μανδύα των κατηχητικών[9].
Στις εκκλησίες, όπως και σε σπίτια όπου γίνονταν κρυφά μαθήματα, δίδασκαν ιερείς και θεολόγοι. Όταν έγιναν καταγγελίες στις Ιταλικές αρχές ότι οι μαθητές στα κατηχητικά διδάσκονταν ουσιαστικά την ελληνική γλώσσα, ο Απόστολος απάντησε στον κυβερνήτη ότι: «αυτό είναι φυσικό, αφού η ελληνική είναι η επίσημη γλώσσα της ορθόδοξης λατρείας, και οι ιερείς δεν γνωρίζουν άλλη γλώσσα».[10] Στα σχολεία αυτά χρησιμοποιούνταν σαν αναγνωστικά διάφορα εκκλησιαστικά και θρησκευτικά βιβλία που μοιράζονταν στους μαθητές.
Ένωση με την Ελλάδα
27 Ιουνίου1946: Στο Παρίσι και στο Συμβούλιο των Υπουργών των Εξωτερικών των τεσσάρων Δυνάμεων, αποφασίζεται να περιέλθουν τα Δωδεκάνησα στην Ελλάδα. Πρόκειται για απόφαση-σταθμό στην πορεία του δωδεκανησιακού λαού προς την ένωσή του με τη μητέρα Ελλάδα.
10 Φεβρουαρίου1947: Υπογράφεται στο Παρίσι συνθήκη ειρήνης μεταξύ των συμμάχων και των συνασπισμένων Δυνάμεων (και Ελλάδας) και της Ιταλίας, σύμφωνα με την οποία η Ιταλία εκχωρεί στην Ελλάδα με πλήρη κυριαρχία τα νησιά της Δωδεκανήσου και τις παρακείμενες νησίδες.
31 Μαρτίου 1947: Στις 31 Μαρτίου 1947 ο Βρετανός διοικητής των συμμαχικών Δυνάμεων Κατοχής Δωδεκανήσου ταξίαρχος Α.Σ. Πάρκερ, παραδίδει τη Στρατιωτική Βρετανική Διοίκηση στον αντιναύαρχο Περικλή Ιωαννίδη. Αρχίζει η μεταβατική περίοδος της Ελληνικής Στρατιωτικής Διοίκησης Δωδεκανήσου.
9 Ιανουαρίου1948: Με το άρθρο 1 του Νόμου υπ' αριθμ. 518 "Περί προσαρτήσεως της Δωδεκανήσου εις την Ελλάδα"[11] της Δ΄ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων ορίζεται ότι:
"Αι νήσοι της Δωδεκανήσου Αστυπάλαια, Ρόδος, Χάλκη, Κάρπαθος, Κάσος, Τήλος, Νίσυρος, Κάλυμνος, Λέρος, Πάτμος, Λειψοί, Σύμη, Κως και Καστελλόριζον, ως και αι παρακείμεναι νησίδες, είναι προσηρτημέναι εις το Ελληνικόν Κράτος από της 28 Οκτωβρίου 1947".
Με τον νόμο αυτό, που αποτελεί τη ληξιαρχική πράξη της ενσωμάτωσης της Δωδεκανήσου στη μητέρα Ελλάδα, τερματίζεται το μεταβατικό στάδιο της ελληνικής στρατιωτικής διοίκησης. Η 7η Μαρτίου 1948 ορίζεται ως ημέρα της πανηγυρικής τυπικής ενσωμάτωσης.
Η επίσημη τελετή της ενσωμάτωσης έγινε στις 7 Μαρτίου του 1948. Το 1955 η Δωδεκάνησος έγινε νομός με πρωτεύουσα τη Ρόδο.
Τα νησιά αναλυτικά
Τα Δωδεκάνησα αποτελούνται από τα παρακάτω νησιά, τα οποία, κατά σειρά μεγέθους, είναι:
Άλλα μικρότερα νησιά είναι το Μακρύ, η Χήνα, η Αγία Κυριακή, το Αυγό, το Γλυνό, ο Ζαφοράς, οι Κουνούποι, το Κουτσομύτι, το Μεσονήσι, η Οφιδούσσα, η Πλακίδα, η Ποντικούσα, τα Στεφάνια, τα Φωκιονήσια, το Χονδρό, το Χονδρονήσι, η Ίμια - Λιμνιά δύο, η Ίμια - Λιμνιά ένα, η Καλαβρός, η Καλόλιμνος, το Μαυροπινάκι, η Νερά, η Πλάτη, το Σαφονήδι, το Χτένι, τα Αρμάθια, το Μακρονήσι, η Φράγκος, ο Αρχάγγελος, η Βελόνα, ο Γλάρος, η Μαύρα, το Μεγάλο Λιβάδι, η Πηγανούσσα, η Πλάκα, η Τρυπητή, ο Άγιος Γεώργιος, τα Αγριέλαια, τα Βουτσάκια (δύο νησίδες), το (Μικρό) Μαύρο Ποϊνί, το Μεγάλο Μαύρο Ποϊνί, η Πολύφαδος δύο, η Πολύφαδος ένα, η Ρω, η Σαβούρα, η Στρογγύλη, η Τραγονέρα, το Ψωμί, η Ψωραδιά, η Κανδελιούσσα, ο Άγιος Αντώνιος, η Παχειά, η Περγούσσα, το Αγκαθονήσι, η Αργελούσσα, το Άνυδρο, η Καλόβολος, ο Κόμαρος, το Μακρονήσι, η Μάραθος, η Νερά, το Τραγονήσι, το Χιλιομόδι, το Γιαλεσίνο, οι Διαβάτες, ο Κουλούνδρος, ο Μαρμαράς, το Σεσκλί, ο Χονδρός, ο Γάιδαρος, η Αντίτηλος, ο Άγιος Θεόδωρος, τα Κρεβάτια, το Μαελονήσι, η Τραγούσα, ο Γλάρος, το Κουνέλι,το Ψαθονήσιο, η Αστακίδα, το Αστακιδόπουλο, η Διβούνια, η Χαμηλή, το Αβάπτιστο, η Πίττα.
↑Απόστολος Τρύφωνος: «Απομνημονεύματα Μητροπολίτη Ρόδου», τόμος Β, σελίδα 228, Ρόδος, 1954. Αναφέρεται στο: Παπαδόπουλος Στ., Η προσπάθεια εξιταλισμού της παιδείας στα Δωδεκάνησα την περίοδο 1936-1943 και η αντίδραση της ελληνικής πλευράς -Τα κατηχητικά σχολεία και ο ρόλος τους. Συνέδριο " Η Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και οι προκλήσεις της εποχής μας"
Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, 2007, σελ. 1429-1430.[1]Αρχειοθετήθηκε 2013-01-23 στο Wayback Machine.