Ο Στένκιλ (Stenkil, 1030 - 1066) ήταν βασιλιάς της Σουηδίας ο οποίος βασίλεψε από το 1060 έως το 1066[1][2]. Διαδέχτηκε τον Εδμόνδο το Γηραιό και έγινε ο πρώτος βασιλιάς από τον Οίκο του Στένκιλ[3]. Υμνείται ως αφοσιωμένος χριστιανός, ωστόσο με μια συμβιβαστική στάση απέναντι στον παλιό παγανισμό.
Δεν ήταν από την Ουψάλα αλλά σχετιζόταν με την προηγούμενη δυναστεία μέσω του γάμου του με την κόρη του Εδμόνδου, Ινγκαμόντερ.
Υποστήριξε τον εκχριστιανισμό της Σουηδίας και συνεργάστηκε με επισκόπους από την Αρχιεπισκοπή της Βρέμης. Ωστόσο, όταν ο Άνταλβαρντ ο Νεώτερος θέλησε να καταστρέψει το Ναό της Ουψάλας στην Σιγκτούνα, ο Στένκιλ σταμάτησε τα σχέδια του Άνταλβαρντ, καθώς φοβόταν μία εξέγερση των παγανιστών. Οι φόβοι ήταν μάλλον δικαιολογημένοι. Ο γιος του Στένκιλ, Ίνγκε Α΄ της Σουηδίας, καθαιρέθηκε και εξορίστηκε όταν θέλησε να ακυρώσει τις ειδωλολατρικές θυσίες στον ναό[4].
Ο Στένκιλ έμεινε στην ιστορία ως ο βασιλιάς που αγαπούσε τους δυτικούς Γεάτες, περισσότερο από όλους τους άλλους υπηκόους του, και επαινέθηκε ως μεγάλος τοξότης του οποίου τα χτυπήματα παρουσιάζονταν με θαυμασμό. Η παράδοση που θέλει τον Στένκιλ να είναι αγαπητός από τους Γεάτες φαίνεται να υποστηρίζεται και από τον Σνόρρι Στούρλουσον[5].
Πέθανε το 1066. Σύμφωνα με ένα θρύλο, τάφηκε στο "βασιλικό λόφο" κοντά στο Λεβένε[6]. Οι τρεις γιοι του, Χάλστεν Στένκιλσον, Χάκαν ο Ερυθρός και Ίνγκε Α', έγιναν όλοι τους βασιλείς της Σουηδίας[7].
Παραπομπές