Ο Όσκαρ Φρειδερίκος Γουλιέλμος Όλαφ Γουσταύος Αδόλφος γεννήθηκε στο Βασιλικό Παλάτι της Στοκχόλμης στις 11 Νοεμβρίου 1882 και με τη γέννησή του ονομάστηκε δούκας του Σκόνε.[1][2] Από την πλευρά τού πατέρα του ανήκε στον Οίκο των Μπερναντότ και από την πλευρά της μητέρας του ήταν απόγονος του Οίκου των Βάσα, καθώς και του έκπτωτου Οίκου του Σ.Χ.Γκόττορπ.
Ο Γουσταύος Αδόλφος έγινε διάδοχος του θρόνου της Σουηδίας στις 8 Δεκεμβρίου 1907 με τον θάνατο του πάππου του Όσκαρ Β΄. Το 1938 εξελέγη επίτιμο μέλος της Κοινωνίας του Σινσινάτι.[4]
Στις 29 Οκτωβρίου 1950 ο Γουσταύος Αδόλφος έγινε βασιλιάς σε ηλικία 67 ετών, μετά το θάνατο του πατέρα του, Γουσταύου Ε΄.[1][5] Το προσωπικό του σύνθημα ήταν το Plikten framför allt ("Το καθήκον πριν από όλα"). Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του συνεχίστηκε το ήδη τελούμενο έργο για αντικατάσταση τού συντάγματος τού 1809 και για την πραγματοποίηση μεταρρυθμίσεων. Τα προσωπικά χαρακτηριστικά του Γουσταύου ΣΤ΄ Αδόλφου τον έκαναν δημοφιλή ανάμεσα στον σουηδικό λαό, κάτι που οδήγησε σε αισθήματα υπέρ της διατήρησης του θεσμού της μοναρχίας. Το ενδιαφέρον του για ένα ευρύ φάσμα τομέων (όπως αρχιτεκτονική, βοτανική, αρχαιολογία, κλπ.) τον έκανε σεβαστό.[2]
Ο Βασιλιάς απεβίωσε στις 15 Σεπτεμβρίου 1973, δέκα εβδομάδες πριν τα 91α γενέθλιά του.[1] Στον θρόνο τον διαδέχτηκε ο 27χρονος τότε εγγονός του, Κάρολος ΙΣΤ΄ Γουσταύος.[1][2]
Η αρίθμηση των Έρικ αρχίζει από τον Έρικ ΣΤ΄, που είναι στην πραγματικότητα ο Α΄, καθώς οι πρώτοι πέντε είναι μυθικοί. Το ίδιο και οι πρώτοι έξι Κάρολοι είναι μυθικοί: ο Κάρολος Ζ΄ θα έπρεπε να είναι ο Α΄.