Ο Φρανκ Τζέιμς Κούπερ, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε το 1901 στη Χελένα της Μοντάνας από τον Τσαρλς Χένρι Κούπερ και τη σύζυγό του Άλις. Ο πατέρας του ήταν αγρότης από το Μπέντφορντσιρ της Αγγλίας που είχε καταφέρει να γίνει αρχικά δικηγόρος κι έπειτα δικαστής. Η μητέρα του που ήλπιζε οι δυο γιοι της να λάβουν ανώτερη μόρφωση από εκείνη που τους παρείχαν τα σχολεία της Μοντάνας τους έστειλε στο Σχολείο Ντανστέιμπλ του Μπέντφορντσιρ στην Αγγλία, όπου φοίτησαν μεταξύ του 1910 και του 1913. Μετά το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου η μητέρα του Κούπερ έφερε τα παιδιά της πίσω στην Αμερική. Στα 13 του ο Κούπερ έσπασε τη λεκάνη του σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα κι ο θεράπων ιατρός του του συνέστησε την ιππασία ως μέθοδο θεραπείας. Ο Κούπερ αργότερα σπούδασε στην Αϊόβα, στο κολέγιο Γκρινέλ μέχρι και το 1924 αλλά δεν αποφοίτησε. Προσπάθησε επίσης να μπει στη θεατρική ομάδα του κολεγίου αλλά δεν έγινε δεκτός. Επέστρεψε στη Χελένα για να δουλεψει στο ράντσο ενώ σχεδίαζε σκίτσα για την τοπική εφημερίδα. Όταν οι γονείς του μετακόμισαν την ίδια χρονιά στο Λος Άντζελες, ο Κούπερ αποφάσισε να τους ακολουθήσει, σκεπτόμενος ότι θα ήταν προτιμότερο να πεθαίνει της πείνας σε θερμότερα κλίματα κι όχι στην παγωνιά.
Χόλιγουντ
Αφότου απέτυχε σε μια σειρά διαφορετικών εργασιών, ο Κούπερ, όπως πολλοί ηθοποιοί της εποχής, βρήκε δουλειά ως κομπάρσος σε βωβές ταινίες. Δυο χρόνια αργότερα άρχισε να έχει μια μικρή επιτυχία με τη συμμετοχή του σε ταινίες στο πλευρό της Κλάρας Μπόου. Ταινίες όπως το το θρυλικό Ιτ(It, 1927) και τα Τα φτερά(Wings, 1927), που ήταν και το πρώτο φιλμ που βραβεύτηκε με Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, του χάρισαν σχετική αναγνωρισιμότητα. Την περίοδο εκείνη άλλαξε και το όνομά του, πλέον ήταν γνωστός ως Γκάρι Κούπερ ή ως Κουπ όπως τον φώναζαν τα πιο κοντινά του άτομα. Ήταν η ταινία Στην αγχόνη(The Virginian) του 1929 που τον έκανε αστέρι πρώτου μεγέθους. Ήταν η πρώτη του απόπειρα σε ομιλούσα ταινία και στέφθηκε με επιτυχία.
Ένα αστέρι γεννιέται
Η δεκαετία του 1930 ήταν γεμάτη επιτυχίες από την αρχή για τον Κούπερ. Το 1930 πρωταγωνίστησε δίπλα στη Μαρλέν Ντίτριχ στο κλασικό δράμα του Γιόζεφ φον Στέρνμπεργκ, Μαρόκο(Morocco, 1930) και ακολούθησαν η κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος του Έρνεστ ΧέμινγουεϊΑποχαιρετισμός στα όπλα(A Farewell to Arms, 1932), που προβλήθηκε στην Ελλάδα ως Αποχαιρετισμός στη σημαία, το τολμηρό Ερωτικές καντρίλιες(Design for Living, 1933) του Ερνστ Λιούμπιτς, το Οι λογχοφόροι της Βεγγάλης(The Lives of a Bengal Lancer, 1935), το Ο πόθος(Desire, 1936) ξανά με την Ντίτριχ, καθώς και η πρώτη του συνεργασία με τον Φρανκ Κάπρα στην ταινία Ο πρίγκηψ των δολαρίων(Mr. Deeds Goes To Town, 1936) που του απέφερε την πρώτη υποψηφιότητα για Όσκαρ. Ο Κούπερ ήταν η πρώτη επιλογή του παραγωγού Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ για το ρόλο του Ρετ Μπάτλερ στη θρυλική ταινία Όσα παίρνει ο άνεμος. Ο Κούπερ όμως απέρριψε το ρόλο κι ήταν ανένδοτος καθώς πίστευε ότι η ταινία επρόκειτο να είναι η μεγαλύτερη αποτυχία όλων των εποχών. Απέρριψε επίσης τους πρωταγωνιστικούς ρόλους στις ταινίες Πριν από τη θύελλα(The Foreign Correspondent) και Σαμποτέρ(Saboteur) του Άλφρεντ Χίτσκοκ. Χρόνια αργότερα παραδέχτηκε ότι η κίνηση αυτή ήταν λανθασμένη. Το 1933 ο Κούπερ παντρεύτηκε την κοσμική Βερόνικα Μπάλφι, με την οποία απέκτησε μια κόρη, τη Μαρία Κούπερ.
Όσκαρ και πτώση
Η ανοδική πορεία του Κούπερ συνεχίστηκε και τη δεκαετία του 1940. Το 1940 συνεργάστηκε για πρώτη φορά με τον μεγάλο σκηνοθέτη Γουίλιαμ Γουάιλερ για την ταινία Ο λέων της δύσεως(The Westerner), ενώ την επόμενη χρονιά συνεργάστηκε για δεύτερη φορά με τον Φρανκ Κάπρα για την ταινία Ο λαός προστάζει(Meet John Doe). Στην ταινία Ο λαός προστάζει συμπρωταγωνίστησε για πρώτη φορά με τη Μπάρμπαρα Στάνγουικ. Την ίδια χρονιά γύρισε δυο ταινίες και με άλλον έναν θρύλο του σινεμά, το σκηνοθέτη Χάουαρντ Χοκς. Η πρώτη ήταν η σοφιστικέ κομεντί Ο καθηγητής και η γυμνή χορεύτρια(Ball Of Fire), ξανά στο πλευρό της Στάνγουικ και η δεύτερη ήταν το πολεμικό δράμα Ο λοχίας Γιορκ που του χάρισε τη δεύτερη υποψηφιότητα και το πρώτο του Όσκαρ Α' ανδρικού ρόλου. Την επόμενη χρονιά η συμμετοχή του στην ταινία Αποθέωση(The Pride Of The Yankees), στο ρόλο του θρυλικού παίχτη του μπέιζμπολ Λου Γκέριγκ του εξασφάλισε την τρίτη του υποψηφιότητα για Όσκαρ Α' ανδρικού ρόλου, το οποίο έχασε από τον Τζέιμς Κάγκνεϊ. Ο Κούπερ έλαβε την τέταρτή του υποψηφιότητα για Όσκαρ το 1943 όταν πρωταγωνίστησε στην πολυαναμενόμενη για την εποχή μεταφορά του μυθιστορήματος του Έρνεστ Χέμινγουεϊ, Για ποιον χτυπά η καμπάνα, σε σκηνοθεσία του Σαμ Γουντ και με συμπρωταγωνίστριες τις Ίνγκριντ Μπέργκμαν και Κατίνα Παξινού. Το Όσκαρ όμως αυτή τη φορά πήγε στον Πολ Λούκας για την ταινία Φρουρά επί του Ρήνου(Watch On The Rhine). Για το υπόλοιπο μέρος της δεκαετίας ο Κούπερ συμμετείχε κυρίως σε αδιάφορες παραγωγές, με εξαίρεση ίσως το Χαλύβδινες ψυχές(The Fountainhead) του 1949 πλάι στην Πατρίσια Νιλ, έπρεπε να έρθει η επόμενη δεκαετία για να ανακάμψει.
Το κυνήγι των μαγισσών
Ο Κούπερ στα τέλη της δεκαετίας του 1940 παρουσιάστηκε ενώπιον της Επιτροπής Αντιαμερικανικών Δραστηριοτήτων, προκειμένου να ονοματίσει συναδέλφους του οι οποίοι είτε υπήρξαν ή εξακολουθούσαν να είναι μέλη του κομμουνιστικού κόμματος. Ο Κούπερ, μέλος της Ένωσης κινηματογραφιστών για την διατήρηση του αμερικανικού ιδεώδους του Τζον Γουέιν, δεν κατέδωσε συναδέρφους του, αποκάλυψε όμως ότι είχε ακούσει κάποιους να τονίζουν την παλαιότητα του αμερικανικού συντάγματος και να λένε ότι θα προτιμούσαν κυβέρνηση δίχως Κογκρέσο. Για τον Κούπερ αυτές οι δηλώσεις ήταν εντελώς αντιπατριωτικές. Η κατάθεση του Κούπερ δόθηκε ένα μήνα πριν την έκδοση της μαύρης λίστας του Χόλυγουντ.
Δεύτερο Όσκαρ, επάνοδος και θάνατος
Το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1940 δεν ήταν γενναιόδωρο για τον Κούπερ, που έκανε απανωτές αποτυχίες. Η νέα δεκαετία όμως τον αποζημίωσε χαρίζοντάς του ακόμα ένα Όσκαρ Α' ανδρικού ρόλου, για την ταινία του Φρεντ ΤσίνεμανΤο τρένο θα σφυρίξει τρεις φορές(High Noon) του 1952. Η ταινία αυτή είναι σύμφωνα με τους κριτικούς η καλύτερη του Κούπερ κι ένα από τα καλύτερα γουέστερν όλων των εποχών. Στο πλάι του Κούπερ εμφανίστηκε μια νεότατη Γκρέις Κέλι στη δεύτερή της μόλις ταινία. Φημολογείται ότι οι δυο τους σύναψαν ερωτικές σχέσεις κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Μετά τη δεύτερή του νίκη ο Κούπερ συνέχισε να κάνει επιτυχημένες ταινίες όπως το γουέστερνΒέρα Κρουζ(Vera Cruz, 1954) σε σκηνοθεσία Ρόμπερτ Όλντριτς, Άνθρωπος χωρίς όπλα(Friendly Persuasion) στη δεύτερή του συνεργασία με το Γουάιλερ και στο Αριάν(Love In The Afternoon) σε σενάριο και σκηνοθεσία Μπίλι Γουάιλντερ και πλάι στην Όντρεϊ Χέπμπορν.
Το 1960 του διέγνωσαν καρκίνο στον προστάτη αφότου είχε κάνει μετάσταση στο παχύ έντερο, στον πνεύμονα και τα οστά. Το 1961 η Ακαδημία του Κινηματογράφου θέλησε να τον τιμήσει με Όσκαρ καριέρας, αλλά ο Κούπερ ήταν πολύ άρρωστος για να παρευρεθεί στην τελετή. Ο στενός του φίλος Τζέιμς Στιούαρτ δέχτηκε το βραβείο για λογαριασμό του, με δάκρυα στα μάτια. Ένα μήνα αργότερα, στις 13 Μαΐου του 1961, ο ηθοποιός με το αθλητικό παράστημα και το γοητευτικό χαμόγελο έφυγε σε ηλικία 60 ετών, αφού μεσουράνησε για μία 30ετία αποσπώντας δύο Όσκαρ για τις ταινίες Λοχίας Γιορκ (1941) και Το τρένο θα σφυρίξει τρεις φορές (1952). Ο Γκάρι Κούπερ ταυτίστηκε με την εικόνα του δυνατού, ήσυχου, καλού Αμερικανού, με την εύθραυστη αρρενωπότητα, την άνεση και αξιοπρέπεια[6].