Ξεκίνησε να παίζει ποδόσφαιρο στην γενέτειρά του, το Κνιν (της τότε Γιουγκοσλαβίας και νυν Κροατίας), με τα χρώματα της τοπικής ΗNK Dinara (Ντινάρα Κνιν)[4].
ΟΦΚ Βελιγραδίου
Όταν ο Πέτκοβιτς μετακόμισε από την γενέθλια πόλη του, στο Βελιγράδι, δεν είχε αποφασίσει ακόμη αν ήθελε να ασχοληθεί αποκλειστικά με το επαγγελματικό ποδόσφαιρο διότι παράλληλα με τις προπονήσεις με την ΟΦΚ Βελιγραδίου, είχε εγγραφεί, και τελικά ολοκλήρωσε τις σπουδές του, στο Οικονομικό Κολέγιο [5].
Το 1964, υπέγραψε το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο με την ΟΦΚ. Αν και ο σύλλογος βρισκόταν ακόμη και τότε στη σκιά του Ερυθρού Αστέρα και της Παρτιζάν, κατάφερε να σημειώσει πολλές αξέχαστες πορείες στο Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου της Γιουγκοσλαβίας αλλά και να κατακτήσει το Κύπελλο Γιουγκοσλαβίας της σεζόν 1965-66, συντρίβοντας στον τελικό την Ντιναμό Ζάγκρεμπ με 6-2[6].
Τρουά
Σύμφωνα με τους αυστηρά επιβαλλόμενους αθλητικούς κανόνες της κομμουνιστικής Γιουγκοσλαβίας, κανένας παίκτης δεν επιτρεπόταν να παίξει σε συλλόγους εκτός της χώρας προτού συμπληρώσει την ηλικία των 28 ετών. Έτσι ο Πέτκοβιτς ανέμενε μέχρι το 1973 για να μεταγραφεί στο εξωτερικό, και πιο συγκεκριμένα στη γαλλικήΤρουά όπου πέρασε τρεις σεζόν (1973-76)[7].
ΟΦΚ Βελιγραδίου
Η δεύτερη θητεία του με τον ΟΦΚ ξεκίνησε το 1976 αφού επέστρεψε από τη Γαλλία σε ηλικία 31 ετών. Ακόμη και στο λυκόφως της καριέρας του ο Πέτκοβιτς κατάφερε να είναι ένας σημαντικός παίκτης στην ομάδα. Έπαιξε μέχρι το 1983, για να κρεμάσει τελικά τα παπούτσια του, σε ηλικία 38 ετών. Δυστυχώς, αυτή τη φορά η συνολική απόδοση της ομάδας δεν ήταν τόσο λαμπερή όσο κατά την πρώτη θητεία του Πέτκοβιτς. Φλερτάροντας διαρκώς με τη ζώνη του υποβιβασμού, δεν μπόρεσε να αποφύγει το μοιραίο, τη σεζόν 1979-80, κι έτσι ο Πέτκοβιτς αγωνίστηκε την περίοδο 1980-81, στη Δεύτερη Γιουγκοσλαβική Λίγκα. Η ομάδα κέρδισε γρήγορα την άνοδο στο τέλος εκείνης της χρονιάς και έπαιξε άλλες δύο σεζόν στην κορυφαία κατηγορία προτού υποβιβαστεί ξανά, το 1982–83, δηλαδή κατά την τελευταία αγωνιστική σεζόν του Πέτκοβιτς. Έπαιξε συνολικά για 16 σεζόν και 417 παιχνίδια με την ΟΦΚ Βελιγραδίου και σημείωσε 68 γκολ. Λόγω της ταχύτητας και της εκρηκτικότητάς του, ονομάστηκε «Τυφώνας από το Καράμπουρμα».[8]
Εθνικές Ομάδες
Ο Πέτκοβιτς πραγματοποίησε το ντεμπούτο του με την Εθνική Γιουγκοσλαβίας, στις 24 Απριλίου 1968, σε ηλικία 22 ετών, όταν η Γιουγκοσλαβία φιλοξένησε την Γαλλία στο Στάδιο της Παρτιζάν του Βελιγραδίου στον επαναληπτικό αγώνα της προκριματικής φάσης του Ευρωπαικού Πρωταθλήματος του 1968. [9]. Tο σκορ από τον πρώτο αγώνα, δεκαοκτώ ημέρες νωρίτερα στη Μασσαλία ήταν 1–1, και η πρόκριση διακυβευόταν, αλλά ο Πέτκοβιτς σημείωσε το πρώτο του γκολ στην εθνική ομάδα μόλις στο 3ο λεπτό πριν προσθέσει άλλο ένα στο 33ο λεπτό, ενώ η Γιουγκοσλαβία κέρδισε τελικά με το εκκωφαντικό 5–1[9].
Στη συνέχεια αγωνίστηκε και στην τελική φάση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος Ποδοσφαίρου του 1968 στην Ιταλία αλλά και στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1974 στη Δυτική Γερμανία.
Προπονητική καριέρα
Ξεκίνησε την προπονητική του καριέρα το 1990 από την ΟΦΚ Βελιγραδίου, και συνέχισε ως προπονητής πολλών άλλων συλλόγων μεταξύ των οποίων υπήρξαν η ελβετικήΣερβέτ, η ΙαπωνικήAvispa Fukuoka (ως βοηθός προπονητή), ο Άρης Θεσσαλονίκης, οι κινεζικέςSichuan FC και Σανγκχάι Σενχούα, οι ΝοτιοκορεατικέςIncheon United και Gyeongnam FC καθώς και η Al-Ahli SC του Κατάρ. Ενδιάμεσα προπονούσε (αρχικά ως βοηθός προπονητή) την Εθνική Σερβίας και Μαυροβουνίου από το 2000 έως το 2001 αλλά και από το 2003 έως το 2006 – συμπεριλαμβανομένου κυρίως του Παγκόσμιου Κυπέλλο Ποδοσφαίρου του 2006 καθώς και την Εθνική Σερβίας Κ-20. Διετέλεσε πρόεδρος της Ποδοσφαιρικής Ένωσης Βελιγραδίου[10].
Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας
Το 1997, ο Πέτκοβιτς ανέλαβε ως βοηθός του επί σειρά ετών συμπαίκτη του στην ΟΦΚ Βελιγραδίου, Σλόμπονταν Σάντρατς, πριν από το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998.[11] Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας έφτασε μέχρι τη φάση των «16», όπου και αποκλείστηκε από την Ολλανδία, γεγονός που κρίθηκε ως αγωνιστική αποτυχία, με αποτέλεσμα να αποχωρήσει σύσσωμο το τεχνικό τιμ της ομάδας.[11]
Άρης Θεσσαλονίκης
Τη σεζόν 1999-2000 ανέλαβε την τεχνική ηγεσία του Άρη Θεσσαλονίκης και απέκλεισε στον πρώτο γύρο του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ, την παλιά του ομάδα, την Σερβέτ[12], χάρη σε ένα μαγικό τέρμα του Νίκου Κυζερίδη στην παράταση, μέσα στην Ελβετία [13], ενώ στάθηκε σαν ίσος προς ίσο απέναντι στην ΙσπανικήΘέλτα[14][15], στον δεύτερο γύρο. Παρά το γεγονός ότι η ομάδα απέκλεισε τον Παναθηναϊκό[16] στο κύπελλο, αποκλείστηκε στα προημιτελικά του θεσμού εντελώς απρόσμενα από τον Πανιώνιο[17]. Αναλαμβάνοντας την ευθύνη για λανθασμένες μεταγραφικές κινήσεις και πληρώνοντας το τίμημα για τη μέτρια χρονιά της ομάδας, ο Πέτκοβιτς έλυσε το συμβόλαιό του με τον Άρη, στις 21 Μαρτίου 2000, λίγο μετά την απροσδόκητη εντός έδρας ισοπαλία με τα Τρίκαλα (3-3). Συνολικά, κάθισε σε 36 ματς στον πάγκο των "κιτρίνων" με απολογισμό 15 νίκες, 11 ισοπαλίες και 10 ήττες. [18][19]
Σερβία και Μαυροβούνιο
Τον Ιούλιο του 2000, ο Πέτκοβιτς ανέλαβε πρώτος προπονητής της Εθνικής ομάδας της χώρας του, και μολονότι ξεκίνησε τη θητεία του με δυο νίκες, τη μια με σκορ 2–1 σε εκτός έδρας φιλικό αγώνα κόντρα στην Βόρεια Ιρλανδία και την άλλη με 2-0 εναντίον του Λουξεμβούργου για τα προκριματικά του Παγκοσμίου Κύπέλλου του 2002[20], παραιτήθηκε από το πόστο του, τον Γενάρη του 2001, ακολουθώντας την αποχώρηση του Miljan Miljanić από τη θέση του προέδρου της Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας[21].
Τον Ιούλιο του 2003, ο Πέτκοβιτς επιλέχθηκε ξανά ως προπονητής της Εθνικής ομάδας Σερβίας και Μαυροβουνίου από τον πρόεδρο της Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας της χώρας, και παλαιά δόξα του Ερυθρού Αστέρα, τον Ντράγκαν Στοΐκοβιτς[22]. Ο Πέτκοβιτς κατάφερε να οδηγήσει την ομάδα στην τελική φάση του Παγκόσμιου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου του 2006 με εντυπωσιακό τρόπο, καθώς δέχθηκε μόνο ένα γκολ στους δώδεκα αγώνες των προκριματικών. Ωστόσο, η εμφάνιση της ομάδας στο τελικό τουρνουά του Παγκοσμίου Κυπέλλου στη Γερμανία υπήρξε καταστροφική, με τρεις ήττες σε τρεις αγώνες, συμπεριλαμβανομένης της συντριβής με 0–6 από την Αργεντινή. Επιπλέον, ο Πέτκοβιτς προκάλεσε έντονη διαμάχη πριν από το τουρνουά, όταν επέλεξε τον γιο του, Ντούσαν Πέτκοβιτς, στην αποστολή του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος που θα λάμβανε μέρος στην τελική φάση, ως αντικαταστάτη του τραυματία Μίρκο Βούτσινιτς, μια κίνηση που προκάλεσε ευρέως οργή και αγανάκτηση. [23][24] Ο Ντράγκαν Στοΐκοβιτς (αυτή την περίοδο ο πρόεδρος του Ερυθρού Αστέρα Βελιγραδίου) επέκρινε δημόσια τον Πέτκοβιτς[25]. Αντιμέτωπος με μπαράζ επικρίσεων, ο γιος του Πέτκοβιτς αποχώρησε τελικά από την αποστολή της ομάδας, πράγμα που σήμαινε ότι, δεδομένου ότι η λίστα της ομάδας είχε ήδη υποβληθεί, η ΦΙΦΑ δεν επέτρεπε να οριστεί αντικαταστάτης, οπότε η Εθνική Σερβίας-Μαυροβουνίου κατέληξε να είναι η μόνη χώρα στο το Μουντιάλ με 22 παίκτες στην τελική αποστολή για το τουρνουά, αντί για 23[26].
Στα τέλη Δεκεμβρίου 2009, ο Πέτκοβιτς κατηγόρησε ανοιχτά τον Στοΐκοβιτς ότι ξεκίνησε την εκστρατεία συκοφαντικής δυσφήμισης εναντίον του στα τέλη Μαΐου του 2006 πριν από το Παγκόσμιο Κύπελλο. Ο Πέτκοβιτς ισχυρίστηκε ότι όλα ξεκίνησαν επειδή αρνήθηκε να επιλέξει στην Εθνική ομάδα, ορισμένους παίκτες του Ερυθρού Αστέρα (τους οποίους ήθελε ο σύλλογος να ανεβάσει τις ποδοσφαιρικές «μετοχές» τους μέσω της συμμετοχής τους στο Παγκόσμιο Κύπελλο). Όλα αυτά προκάλεσαν την οργή του Στοΐκοβιτς, ο οποίος αρνήθηκε τα πάντα.[27]