Το Λουξεμβούργο, έχει έκταση 2.586 τετραγωνικά χιλιόμετρα, και συνολικό πληθυσμό (σύμφωνα με την απογραφή του 2022) 645.397 κατοίκους.[5]
Η χώρα είναι μια συνταγματική μοναρχία, αλλά την πραγματική εξουσία έχει ο πρωθυπουργός. Το Λουξεμβούργο αποτελεί μια πολύ εύπορη χώρα, χάρη στον ανεπτυγμένο τομέα των υπηρεσιών και ιδιαίτερα παλαιότερα, στη βιομηχανία χάλυβα. Μετά τη δεκαετία του 1980, η κυβέρνηση της χώρας εκμεταλλεύθηκε τη μεταρρύθμιση των χρηματοπιστωτικών κανόνων στην ΕΕ, μετατρέποντας τη χώρα σε χρηματοοικονομικό κόμβο με παγκόσμια επιρροή, αν και ο τραπεζικός κλάδος του είναι αρκετά μυστικοπαθής.[6]
Ιστορία
Αρχαία ιστορία και μεσαίωνας
Η περιοχή του Λουξεμβούργου κατακτήθηκε αρχικά από τους Ρωμαίους. Στη θέση της σημερινής πρωτεύουσας οι Ρωμαίοι είχαν χτίσει το φρούριο Λουκιλιβούργο (Luciliburgum), από το όνομα του οποίου προέρχεται και η ονομασία του σημερινού κράτους. Εντούτοις οι ίδιοι οι κάτοικοι του Λουξεμβούργου το ονομάζουν στην τοπική τους γλώσσα Lëtzebuerg και δέχονται ότι το όνομα προέρχεται από τις φραγκικές λέξεις Lätzte-bourg, δηλαδή το τελευταίο κάστρο της περιοχής των Αρδεννών, που ήταν η επικράτεια του πρώτου μονάρχη που αναγνωρίζει η χώρα, του Ζίγκφριντ (963). Οι ρωμαϊκές καταβολές παραμένουν ωστόσο ακόμα και σήμερα εμφανείς από τα λίγα μεν, αλλά εξαιρετικά καλοδιατηρημένα μνημεία στη χώρα. Οι Ρωμαίοι είχαν διατηρήσει την περιοχή γύρω απ τον ποταμό Μοζέλλα, στο μέσον μεταξύ Λουξεμβούργου και των Τρεβήρων (της πλησιέστερης γερμανικής πόλης), ως ενιαία διοικητική πρωτεύουσα των βορείων επαρχιών της αυτοκρατορίας τους επί Τραϊανού. Σε εκείνη την περιοχή έζησε και κυβέρνησε ο Μέγας Κωνσταντίνος.
Τον 9ο αι. προσαρτήθηκε στο βασίλειο της Λοθαριγγίας (Λωρραίνης) και το 963 έγινε κομητεία. Το 1354 έγινε δουκάτο. Υπαγόταν κατά διαστήματα στους Βουργουνδούς, τους Γάλλους (το 1659), τους Ισπανούς (το 1555) και τελικά τους Ολλανδούς.
Νεότερη ιστορία
Το 1815 το δουκάτο έγινε μέλος της Γερμανικής Συνομοσπονδίας διατηρώντας την ανεξαρτησία του. Ύστερα από τη Βελγική Επανάσταση του 1830 το Λουξεμβούργο τέθηκε υπό τον έλεγχο των επαναστατών. Σύμφωνα με τη Συνδιάσκεψη του Λονδίνου 1830-1831, που επικυρώθηκε από τη Συνθήκη του Λονδίνου (1839), ένα τμήμα της χώρας περιήλθε στη βελγική επικράτεια, ενώ το υπόλοιπο τμήμα, που συνιστά έκτοτε την επικράτεια του δουκάτου, αποδόθηκε στο ολλανδικό στέμμα με το δικαίωμα συμμετοχής στη Γερμανική Συνομοσπονδία. Το 1867 ανακηρύχτηκε ουδέτερο κράτος με την εγγύηση και των μεγάλων δυνάμεων[7], παραμένοντας υπό ολλανδική επικυριαρχία έως το 1890, οπότε έγινε ανεξάρτητο κράτος με ηγεμόνα τον Αδόλφο του Νάσσαου. Το 1912 υπήρξε τροποποίηση του πολιτεύματος, ώστε η μοναρχία να μπορεί να εκπροσωπείται και από γυναίκες, προκειμένου να επιτραπεί η διαδοχή στη Μαρία Αδελαΐδα, τη μόνη απόγονο του οίκου των Νάσσαου.
20ός αιώνας
Κατά τους δύο παγκόσμιους πολέμους η χώρα καταλήφθηκε από τα γερμανικά στρατεύματα. Κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο πολλοί κάτοικοι που διέφυγαν πολέμησαν στον τακτικό Γαλλικό στρατό. Κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο η χώρα προσαρτήθηκε επίσημα στο Γ΄ Ράιχ και μέρος του πληθυσμού υποχρεώθηκε να στρατευθεί στη Βέρμαχτ. Εντούτοις οι Γερμανοί αντιμετώπισαν ισχυρή αντίσταση από το εργατικό δυναμικό της χώρας, που αρνήθηκε, προβαίνοντας σε απεργίες και σαμποτάζ, να ενταχθεί στην ευρύτερη βιομηχανική δύναμη του Ράιχ. Αρκετοί από αυτούς που στρατεύτηκαν στη Βέρμαχτ αυτομόλησαν στον εχθρό, ιδιαίτερα στο Ρωσικό μέτωπο, ενώ άλλοι εντάχθηκαν στην αντίσταση των Βέλγων και Γάλλων μακί. Οι αυτομολήσαντες προς τους Ρώσους κρατήθηκαν αιχμάλωτοι στο στρατόπεδο του Ταμπόφ και χρειάστηκε καιρός μετά την απελευθέρωσή τους για να γυρίσουν, πεζή οι περισσότεροι, στην πατρίδα τους.
Το 1944 η χώρα έγινε επίσης γνωστή από τη Μάχη των Αρδεννών, της οποίας το νοτιότερο σημείο με τον μεγαλύτερο βαθμό εισχώρησης των γερμανικών δυνάμεων σε βάρος των Συμμάχων έγινε στο Λουξεμβούργο, στον άξονα Έττελμπρυκ - Βιλτζ - Μπαστόν, που σταμάτησε μόλις λίγα χιλιόμετρα πριν τον αντικειμενικό στόχο, τον ποταμό Μεύση (Meuse) στο μέσον του Βελγίου. Στη συνέχεια ο στρατηγός Πάττον στήριξε την αμερικανική αντεπίθεση στον άξονα Λουξεμβούργο - Τριρ και σχεδόν κάθε μικρό χωριό της χώρας έγινε και ένα μικρό θέατρο μάχης με πολλές καταστροφές. Είναι πάρα πολλά τα μνημεία που υπάρχουν σήμερα σε αυτά τα χωριά, όπου κυματίζουν η Λουξεμβουργιανή και Αμερικανική σημαία δίπλα-δίπλα, καθώς και δύο σημαντικά μουσεία αφιερωμένα αποκλειστικά στη μάχη των Αρδεννών (στις πόλεις Ντίκιρχ και Κλερβώ). Ο Αμερικανός Στρατηγός Τζορτζ Πάττον είναι ενταφιασμένος από το 1945 στο στρατιωτικό κοιμητήριο του Σάντβαϊλερ, που δημιουργήθηκε για να στεγάσει αρχικά μερικούς από τους νεκρούς της μάχης των Αρδεννών (7 χλμ. ανατολικά από το κέντρο της πρωτεύουσας). Επίσης ένας μεγάλος ανδριάντας του είναι στημένος στην πόλη του Έττελμπρυκ (30 χλμ. βόρεια από το κέντρο της πρωτεύουσας), που επιβλέπει τους λόφους, μέσα από τους οποίους εμφανίστηκε η γερμανική επίθεση.
Μεταπολεμική εποχή
Η ουδετερότητα της χώρας δεν έγινε σεβαστή από τις μεγάλες δυνάμεις, καθώς ουσιαστικά είχε απαξιωθεί από το 1914 και μετά. Στις 26 Ιουνίου 1945 η χώρα υπέγραψε τη χάρτα του Σαν Φρανσίσκο και έγινε μέλος του ΟΗΕ, ενώ το 1948 άρει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη ουδετερότητά του, σε μια περίοδο γενικών αλλαγών στη χώρα σε οικονομικό, ηθικό και πολιτικό επίπεδο.[8]
Το Λουξεμβούργο υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (Ευρωπαϊκής Ένωσης) και του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Ο πολιτικός Ρομπέρ Σουμάν, ένας από τους πατέρες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, γεννήθηκε στο Λουξεμβούργο και το πατρικό του σπίτι διατηρείται ακόμα στον λόφο που βρίσκεται κοντά στο οροπέδιο του Κίρχμπεργκ (Kirchberg), που στεγάζει τα κτίριο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και επιβλέπει την κοιλάδα του Κλάουζεν (Clausen), την παλιά πόλη του Λουξεμβούργου. Το 1949 έγινε μέλος του ΝΑΤΟ αίροντας την παραδοσιακή ουδετερότητά του. Σήμερα στο Λουξεμβούργο εδρεύει μονάδα εφοδιασμού του ΝΑΤΟ, η ΝΑΜSΑ (NATO Maintenance And Supply Unit), ενώ η χώρα έχει επιλεγεί ως το μέλος του ΝΑΤΟ, στο οποίο είναι καταγραμμένα όλα τα αεροσκάφη AWACS της συμμαχίας, τα οποία στο ουραίο πτερύγιό τους φέρουν τον θυρεό του Λουξεμβούργου και ο αριθμός νηολογίου τους αρχίζει με τα γράμματα LX-, όπως και των υπόλοιπων αεροσκαφών που υπάγονται στο νηολόγιο αυτής της χώρας.
Το 1964 παραιτήθηκε η μεγάλη δούκισσα Καρλόττα και μέγας δούκας της χώρας ορίστηκε ο πρίγκιπας Ιωάννης. Στις εκλογές του 1974 το Χριστιανοκοινωνικό Κόμμα έχασε την εξουσία για πρώτη φορά μετά το 1919 και ανέλαβε ο συνασπισμός του Δημοκρατικού και Σοσιαλιστικού Εργατικού κόμματος, με τον Γκαστόν Τορν στη θέση του πρωθυπουργού. Στις εκλογές του 1979 το Χριστιανοκοινωνικό Κόμμα επανήλθε στην εξουσία με αρχηγό τον Βέρνερ, σχηματίζοντας κυβέρνηση συνασπισμού με το Δημοκρατικό κόμμα. Το 1984 ο Βέρνερ παραιτήθηκε και τον διαδέχτηκε ο Ζακ Σαντέρ ως ηγέτης του Χριστιανικού Σοσιαλιστικού κόμματος. Το 1992 η βουλή της χώρας επικύρωσε τη συνθήκη του Μάαστριχτ, η οποία επετεύχθη υπό τη λουξεμβουργιανή προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το 1995 ο Σαντέρ παραιτήθηκε για να αναλάβει την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και αντικαταστάθηκε στην ηγεσία του κόμματος από τον Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ. Το 2000 ο μέγας δούκας Ιωάννης παραιτήθηκε και τον διαδέχθηκε ο γιος του, πρίγκιπας Ερρίκος. Με την αντίθεση του Λουξεμβούργου στην αμερικανική εισβολή στο Ιράκ το 2003 επιβεβαιώθηκε και ισχυροποιήθηκε η αφοσίωση της χώρας στην προοπτική του ομοσπονδιακού μετασχηματισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στις εκλογές που διεξήχθησαν το 2009, το κυβερνών Χριστιανοσοσιαλιστικό Λαϊκό Κόμμα του πρωθυπουργού Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ κέρδισε άλλη μια νίκη, με 26 επί συνόλου 60 εδρών στη Βουλή. Γενικά, το Χριστιανοκοινωνικό κόμμα έχει αποτελέσει το κύριο κόμμα της χώρας, καθώς έχει προεδρεύσει της διακυβερνήσεως της για μεγάλο διάστημα μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.[9]
Γεωγραφία
Συνορεύει ανατολικά με τη Γερμανία, νότια με τη Γαλλία, δυτικά και βόρεια με το Βέλγιο. Το έδαφος του δουκάτου διαιρείται σε δύο περιοχές: στον βόρειο τομέα (Έσλιγκ), που διασχίζεται από ένα τμήμα της οροσειράς των Αρδεννών και χαρακτηρίζεται από βαθιές κοιλάδες και οροπέδια και το νότιο (Γκούτλαντ), όπου βρίσκονται μεγάλες και γόνιμες εκτάσεις και κατοικεί το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Το 55% του Λουξεμβούργου είναι καλλιεργήσιμη γη και το 25% καλύπτεται από δασικές εκτάσεις. Βρίσκεται μεταξύ του 49ου και 51ου παραλλήλου βόρεια και μεταξύ του 5ου και 7ου ανατολικού μεσημβρινού[10].
Μεγαλύτερος ποταμός είναι ο Μοζέλλας, ο οποίος βρίσκεται στα ΝΑ σύνορα του Λουξεμβούργου με τη Γερμανία. Αξίζει να αναφερθεί και ο ποταμός Σάουερ (γαλλικά Σιρ) με τους παραποτάμους Ύλτσεστ (γαλλικά Αλζέτ), Κλερφ και Ουρ. Στις όχθες του Αλζέτ είναι χτισμένη και η πρωτεύουσα του δουκάτου. Το κλίμα της χώρας είναι καθαρά ηπειρωτικό με πλούσιες βροχοπτώσεις[11].
Σύμφωνα με τον Δείκτη Περιβαλλοντικής Απόδοσης του 2012, το Λουξεμβούργο είναι μια από τις πρώτες χώρες στην περιβαλλοντική προστασία, κατατασσόμενη 4η ανάμεσα σε 132 χώρες[12].
Οικονομία
Η χώρα έχει το προνόμιο να διατηρεί το υψηλότερο στον κόσμο κατά κεφαλήν εισόδημα, ένα από τα καλύτερα παγκοσμίως συστήματα στοιχειώδους και επαγγελματικής εκπαίδευσης, παράλληλα με εξαιρετικά χαμηλό ποσοστό ανεργίας. Χαρακτηριστικό είναι και το γεγονός ότι το Λουξεμβούργο αποτέλεσε την πρώτη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που εκπλήρωσε τις προϋποθέσεις για τη συμμετοχή στη Νομισματική και Οικονομική Ένωση και την εισαγωγή του ευρώ.
Η οικονομία του Λουξεμβούργου βασίζεται κυρίως στις υπηρεσίες, ενώ ένα μεγάλο ποσοστό της οικονομικής δραστηριότητας αφορά τον τραπεζικό τομέα, έναν από τους ισχυρούς πυλώνες στήριξης της ευημερίας του δουκάτου, καθώς διαθέτει καλό θεσμικό πλαίσιο και υψηλή ποιότητα υπηρεσιών. Άλλη σημαντική οικονομική πρόσοδος προέρχεται από τα πλούσια σιδηρομεταλλεύματα που υπάρχουν στο υπέδαφός του, τα οποία αποτελούν και βασικό λόγο για την οικονομική ανάδειξη του δουκάτου σε οικονομική δύναμη, κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα.[13] Τα κοιτάσματα αυτά τροφοδοτούν τις αναπτυγμένες βιομηχανίες, οι περισσότερες των οποίων βρίσκονται στην πρωτεύουσα της χώρας, το Λουξεμβούργο. Υπάρχουν βιομηχανίες μεταλλομηχανουργίας, τροφίμων, χημικών προϊόντων, καπνών κ.ά. Στη βιομηχανική περιοχή της Ες-συρ-Αλζέτ λειτουργούν πολλά εργοστάσια χαλυβουργίας. Σημαντικά εισοδήματα αποφέρει και η εκμετάλλευση των δασών. Από τα γεωργικά προϊόντα σπουδαιότερα είναι τα δημητριακά, οι πατάτες, τα οπωρολαχανικά και τα εξαιρετικής ποιότητας κρασιά, όμως η συμμετοχή της γεωργίας στο ακαθάριστο εθνικό προϊόν μειώνεται διαρκώς. Μια άλλη βασική πηγή εισοδήματος είναι ο τουρισμός.
Το Λουξεμβούργο παλαιότερα διατηρούσε, όπως και η Ελβετία, ένα ισχυρό τραπεζικό απόρρητο, αν και αναγκάστηκε να το άρει το 2011 για να συμμορφωθεί με τους κανόνες της ΕΕ. Πάντως, η ανταλλαγή πληροφοριών με άλλες χώρες γίνεται κατά περίπτωση και όχι αυτομάτως, όπως συνήθως συμβαίνει στα άλλα κράτη.[14] Το Λουξεμβούργο λαμβάνει περισσότερα χρήματα από το κοινοτικό προϋπολογισμό σε σύγκριση με τις εισφορές που καταβάλει στο κοινοτικό ταμείο της ΕΕ, εξαιτίας του μικρού μεγέθους του.[15]
Εμπόριο με άλλα κράτη
Το 2020 το 25,1% της οικονομικής δραστηριότητας της χώρας καταλάμβαναν οι χρηματοπιστωτικές και ασφαλιστικές δραστηριότητες, το 14,9% καταλάμβανε το χονδρικό και λιανικό εμπόριο, οι μεταφορές, οι υπηρεσίες παροχής καταλύματος και οι υπηρεσίες εστίασης, ενώ το 17,5% κάλυπταν η δημόσια διοίκηση, η άμυνα, η εκπαίδευση και οι δραστηριότητες σχετικές με την ανθρώπινη υγεία και την κοινωνική μέριμνα.
Σημαντικό μέρος του εξαγωγικού εμπορίου της χώρας γίνεται με τους γείτονες του (αθροιστικά, 56%, εκ των οποίων το 28% πάει προς Γερμανία, 16% προς Γαλλία και 12% προς Βέλγιο), ενώ ένα 3% των εξαγωγών της χώρας κατευθύνεται προς Ηνωμένες Πολιτείες και στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Το κράτος εισάγει το 89% των προϊόντων από άλλα μέλη της ΕΕ, ένα 3% από τις ΗΠΑ, ένα 2% από Ιαπωνία και το υπόλοιπο από άλλες χώρες.[16]
Δημογραφία
Το Λουξεμβούργο είναι συνταγματικό Μεγάλο Δουκάτο με κληρονομική διαδοχή του στέμματος από τον οίκο του Νάσσαου. Η βουλή ασκεί τη νομοθετική εξουσία και τα μέλη της εκλέγονται για πέντε χρόνια με καθολική και άμεση ψηφοφορία. Την εκτελεστική εξουσία ασκεί η κυβέρνηση, η οποία είναι υπεύθυνη απέναντι στη βουλή. Οι κάτοικοι του δουκάτου στη μεγάλη τους πλειονότητα είναι ρωμαιοκαθολικοί. Επίσημη διοικητική γλώσσα του κράτους ήταν η γαλλική, αλλά από το 1984 υιοθετήθηκε η άλλοτε τοπική διάλεκτος, η Λουξεμβουργιανή γλώσσα, ένα μείγμα Γερμανικών και Φλαμανδικών, διανθισμένο με παραλλαγές από τα Γαλλικά, που έχει τις ρίζες του στην εποχή του Καρλομάγνου και ομιλούνταν κατά τον Μεσαίωνα στην περιοχή του Μοζέλλα. Οι Γερμανοί κάτοικοι του Τριρ και του Μπίτμπουργκ μπορούν να καταλάβουν τη λουξεμβουργιανή γλώσσα. Ορθογραφικά πολλές λέξεις, αν και με φανερή προέλευση από άλλες γλώσσες, αναγράφονται όπως ακούγονται και όχι όπως γράφονται στις γλώσσες προέλευσης, η δε προφορά δείχνει μια μετάβαση από τα γερμανικά στα φλαμανδικά και κατόπιν στα πρωτογενή αγγλικά. Περίπου το ένα τρίτο των κατοίκων είναι πορτογαλικής ή ιταλικής καταγωγής, που σε δεύτερη γενεά απέκτησαν τη λουξεμβουργιανή υπηκοότητα. Ζουν στη χώρα κάτοικοι 45 διαφορετικών εθνικοτήτων (το 15-20 % των μονίμων κατοίκων) που εξακολουθούν να διατηρούν την αρχική τους υπηκοότητα, αλλά ζουν και εργάζονται στη χώρα.
Από την αρχή των γιουγκοσλαβικών πολέμων, το Λουξεμβούργο έχει γίνει κατοικία για πολλούς μετανάστες από τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, το Μαυροβούνιο και τη Σερβία. Ετησίως πάνω από 10.000 νέοι μετανάστες φτάνουν στο Λουξεμβούργο, κυρίως από μέλη της ΕΕ, καθώς και από την Ανατολική Ευρώπη. Το 2000 υπήρχαν 162.000 μετανάστες, οι οποίοι αντιστοιχούσαν στο 37% του τοπικού πληθυσμού. Σύμφωνα με εκτίμηση, υπήρχαν 5.000 παράτυποι μετανάστες το 1999.[17]
Εξαιτίας της μετανάστευσης, το ποσοστό εξάρτησης ηλικιωμένων στη χώρα, σύμφωνα με στοιχεία του 2017 ήταν 20,4%, ενώ το 2016 το 14,2% των κατοίκων της χώρας ήταν άνω των 65 ετών.[18] Το Λουξεμβούργο είχε το 2021 το τέταρτο χαμηλότερο ποσοστό γεννητικότητας στην ΕΕ, 1,34 (όπως και η Ελλάδα), αλλά οι αρνητικές επιπτώσεις απαλύνονται από τα υψηλά επίπεδα μετανάστευσης προς το Λουξεμβούργο. Επίσης, το 65% των παιδιών που γεννιούνται στη χώρα, στην ίδια έκθεση της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας που δημοσιεύτηκε το 2021, ανήκουν σε μητέρες που γεννήθηκαν εκτός Λουξεμβούργου.[19] Ο χρηματοοικονομικός τομέας και οι υπηρεσίες (η πόλη του Λουξεμβούργου είναι έδρα αρκετών νευραλγικών φορέων της ΕΕ) ευθύνονται για τη γρήγορη πληθυσμιακή ανάπτυξη της χώρας, με τη δεκαετία 2007-2017 να χαρακτηρίζεται από αύξηση του πληθυσμού κατά 18%.[20]
Σύμφωνα με στοιχεία της υπηρεσίας στατιστικής της χώρας το 2009 ζούσαν 1.562 Έλληνες, ήτοι το 0,31% του πληθυσμού της χώρας.[21] Λόγω της οικονομικής κρίσης της δεκαετίας του 2010, πολλοί Έλληνες έχουν μετακομίσει στη χώρα, εργαζόμενοι σε ευρωπαϊκούς θεσμούς και άλλες εταιρείες.[22]
Γλώσσες
Οι κάτοικοι του Λουξεμβούργου ξεκινούν στο σχολείο μαθαίνοντας τη λουξεμβουργιανή και ως πρώτη ξένη τη γερμανική γλώσσα[23], ενώ στην ηλικία του Γυμνασίου διδάσκονται και τα γαλλικά. Στο σπίτι μιλούν κυρίως τη γερμανική και την τοπική διάλεκτό της, ενώ σαν γλώσσα των καθημερινών συναλλαγών, ακόμα και των διοικητικών πράξεων συνηθίζονται κυρίως τα γαλλικά[24], ως πιο κοινή γλώσσα των κατοίκων διαφορετικής προέλευσης, των οποίων όμως η μεγαλύτερη μάζα προέρχεται από τη Νότια 'λατινόγλωσση' Ευρώπη. Σε αυτό επηρεάζει και το γεγονός ότι καθημερινά κάπου 150.000 εργαζόμενοι εισρέουν από τις γειτονικές χώρες (Γαλλία, Βέλγιο, Γερμανία) στο Λουξεμβούργο, το οποίο έχουν ως τόπο μόνιμης εργασίας και καλύπτουν όλο το φάσμα των υπηρεσιών κάθε οικονομικού επιπέδου - από απλοί σερβιτόροι, υπάλληλοι τραπεζών, χρηματιστές έως και καθηγητές ιατρικής. Τα γερμανικά χρησιμοποιούνται ευρέως στα μέσα ενημέρωσης. Γενικότερα, ιδίως στα παλαιότερα χρόνια, τα γαλλικά ήταν η κύρια γλώσσα της κυβέρνησης. Τα λουξεμβουργιανά εισήχθησαν στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση μόνο το 1912, ενώ η τοπική γλώσσα έχει μια υποδεέστερη θέση. Παράλληλα, στις 24 Φεβρουαρίου 1984 η τοπική βουλή ψήφισε ένα νόμο που καθιέρωσε τα λουξεμβουργιανά για πρώτη φορά σε συνεπίσημη γλώσσα της χώρας, αν και οι δύο μεγάλες γειτονικές γλώσσες, τα γαλλικά και τα γερμανικά, συνεχίζουν να κυριαρχούν έναντι των λουξεμβουργιανών.[25]
Τα περισσότερα κρατικά έντυπα για το κοινό διανέμονται ταυτόχρονα στα Γερμανικά και τα Γαλλικά, ενώ στα έγγραφα της τοπικής αυτοδιοίκησης απαντώνται κατά περιοχές και άλλες πρόσθετες γλώσσες, που απηχούν τον εντόπιο πληθυσμό (π.χ. Πορτογαλικά). Στις τοπικές διοικήσεις εκλέγουν και εκλέγονται μόνιμοι κάτοικοι, ανεξαρτήτως εθνικότητος, εφόσον έχουν επί τουλάχιστον 5ετία επίσημη μόνιμη κατοικία στη χώρα αυτή.
Υπάρχουν τοπικές εφημερίδες που εκδίδονται με άρθρα στη γερμανική και γαλλική ανάμεικτα και άλλες σε μόνο μια από τις δύο γλώσσες. Η τοπική τηλεόραση εκπέμπει κυρίως στα Λουξεμβουργιανά και ορισμένες φορές στα Γαλλικά, σπανιότερα δε στα Γερμανικά, αλλά τα περισσότερα κανάλια που βρίσκονται στη διάθεση του καθημερινού κοινού (κάπου 40 τον αριθμό) αναμεταδίδουν όλα τα κυριότερα αντίστοιχα της Γαλλίας, Γερμανίας, Βελγίου, Πορτογαλίας, Ιταλίας, Ισπανίας, ορισμένα Ολλανδικά και τα αγγλόφωνα, που ασχολούνται με τις ειδήσεις. Οι νεότεροι ιδίως κάτοικοι μαθαίνουν από μικρή ηλικία ως και πέντε γλώσσες: Λουξεμβουργιανά, Γερμανικά, Γαλλικά, Αγγλικά και τη γλώσσα προέλευσης της οικογενείας τους (π.χ. Ιταλικά, Πορτογαλικά) και λόγω της ποικιλίας εθνοτήτων, ειδικά τα νεαρά παιδιά, συνήθως γνωρίζουν και ακόμη μία, εκείνη των φίλων από διαφορετική εθνική προέλευση, με τα οποία συναναστρέφονται. Στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ιδίως, υπάρχει εντατική διδασκαλία της αγγλικής, αλλά επίσης προσφέρονται και μαθήματα λατινικών, ισπανικών και ιταλικών.[25] Σύμφωνα με στοιχεία της ευρωπαϊκής στατιστικής υπηρεσίας, το Λουξεμβούργο, μαζί με την Αυστρία και τη Μάλτα είναι οι τρεις χώρες της ΕΕ όπου όλοι οι μαθητές μελέτησαν μια ξένη γλώσσα στο σχολείο.[26] Ο πολυγλωττισμός και η πολυεθνική ατμόσφαιρα είναι ένα μόνιμο χαρακτηριστικό της χώρας αυτής, ενώ οι καθημερινές εμπορικές δοσοληψίες με τα γειτονικά κράτη είναι κοινός τόπος. Γενικά, η χώρα χαρακτηρίζεται από ένα ήρεμο κλίμα μεταξύ της κοινωνίας, και δεν υπάρχουν πολιτικές ή άλλες εντάσεις.[27]
Τα Λουξεμβουργιανά είναι η εθνική γλώσσα, καθώς και η μητρική και η γλώσσα της καρδιάς για τον τοπικό πληθυσμό.[28]
Προσδόκιμο ζωής και μετανάστευση
Το προσδόκιμο ζωής στο σύνολο του πληθυσμού, σύμφωνα με εκτιμήσεις του 2019 του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας ήταν 82,4 χρόνια (80,6 χρόνια οι άνδρες και 84,2 οι γυναίκες).[29] Οι κύριες χώρες προέλευσης των μεταναστών ήταν οι παρακάτω:[30]
Το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου διαιρείται σε 12 καντόνια, τα οποία διαιρούνται σε 102 κοινότητες[31]. Πρωτεύουσα είναι το Λουξεμβούργο, στο οποίο σώζονται ο καθεδρικός ναός του 17ου αι., τα δουκικά ανάκτορα (16ος και 17ος αι.) και οι οχυρώσεις της πόλης. Άλλες σημαντικές πόλεις είναι η Ες-συρ-Αλζέτ (λουξεμβουργιανά Εσ/Ύλτσεστ, 34.000 κάτ.), η Ντιφερντάνζ/Ντέιφερντενγκ (24.805 κάτ.), η Ντιντελάνζ/Ντίντελενγκ (20.003 κάτ.) και το Ντίκρες (περ. 7.000 κάτ.). Κοιτίδα των κατοίκων του Λουξεμβούργου θεωρείται η πόλη στο κέντρο του κράτους που διασχίζει ο ποταμός Σάουερ και φέρει το όνομα Έττελμπρεκ (7478 κατ.).
Διακυβέρνηση
Το Λουξεμβούργο είναι κοινοβουλευτική συνταγματική μοναρχία. Ηγέτης του κράτους είναι ο μεγάλος δούκας, αλλά η πραγματική διακυβέρνηση ανήκει στον πρωθυπουργό και ο μεγάλος δούκας έχει διακοσμητικό ρόλο. Κάθε 5 χρόνια διεξάγονται βουλευτικές εκλογές για την ανάδειξη 60 βουλευτών. Η χώρα απαρτίζεται από 4 εκλογικές περιφέρειες, 12 καντόνια και 105 δήμους, εκ των οποίων 12 έχουν καθεστώς πόλης.[16]
Δικαίωμα ψήφου στις εκλογές έχουν όσες και όσοι είναι ηλικίας 18 ετών και άνω. Η ψηφοφορία είναι υποχρεωτική.
Νομοθεσία
Στις 17 Μαρτίου του 2009 νομιμοποιήθηκε η ευθανασία και το κρατίδιο έγινε το τρίτο μέλος της ΕΕ που κατέστησε νόμιμη την πρακτική αυτή.[32][33]
Το Λουξεμβούργο γίνεται η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που νομιμοποιεί την καλλιέργεια και κατανάλωση της κάνναβης. Κάθε ενήλικας θα έχει πλέον το νόμιμο δικαίωμα να καλλιεργήσει έως και τέσσερα δενδρύλλια κάνναβης στο σπίτι του.[34]
Μεταφορές
Το Λουξεμβούργο έχει αποδοτικές οδικές, σιδηροδρομικές και αεροπορικές εγκαταστάσεις μεταφορών και υπηρεσιών. Το οδικό δίκτυο έχει εκσυγχρονιστεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια με 147 χιλιόμετρα αυτοκινητοδρόμων, που συνδέουν την πρωτεύουσα με γειτονικές χώρες. Η χώρα αποτελεί μέρος της ζώνης Σένγκεν, και επομένως δεν υπάρχουν έλεγχοι στα σύνορα με καμία χώρα η οποία συνορεύει με το Λουξεμβούργο. Τρένο υψηλής ταχύτητας TGV προς Παρίσι έχει οδηγήσει σε ανακαίνιση του σιδηροδρομικού σταθμού της πόλης, συνδέοντας τις δύο πρωτεύουσες μεταξύ τους σε δύο ώρες και 10 λεπτά[35]. Ο σιδηροδρομικός σταθμός του TGV που συνδέει το Λουξεμβούργο με το Παρίσι εγκαινιάστηκε το 2007, και σύμφωνα με άρθρο τοπικής εφημερίδας το 2012, το είχαν χρησιμοποιήσει περίπου 2 εκατομμύρια επιβάτες μέχρι τότε.[35]
Από το 1875 έως το 1964, το Λουξεμβούργο είχε τραμ στην πρωτεύουσα του. Στις 10 Δεκεμβρίου 2017[36] το τραμ επανήλθε στην πόλη, μετά από δοκιμαστικά δρομολόγια που ξεκίνησαν τον Ιούλιο.
Η χώρα είχε ανακοινώσει τον Δεκέμβριο του 2018 ότι θα καταργήσει τα εισιτήρια σε όλα τα μέσα μαζικής μεταφοράς, κάνοντας την επιβίβαση σε αυτά δωρεάν, με στόχο την προστασία του περιβάλλοντος και την προώθηση των μέσων μαζικής μεταφοράς, λόγω και του μποτιλιαρίσματος στην πρωτεύουσα.[37] Η απόφαση αυτή ισχύει για τους πολίτες του Λουξεμβούργου, αλλά και των κρατών μελών της ΕΕ, από τις 1 Μαρτίου 2020.[38]
1. Διηπειρωτικές χώρες με επικράτεια στην Ευρώπη και στην Ασία. 2. Γεωγραφικά ανήκει στην Ασία, αλλά θεωρείται ευρωπαϊκό κράτος για ιστορικούς και πολιτισμικούς λόγους. 3. Κράτη που περιλαμβάνουν υπερπόντια εδάφη και σε άλλες ηπείρους με την μητροπολιτική περιοχή να βρίσκεται στην Ευρώπη.