* Οι συμμετοχές και τα γκολ στις προηγούμενες ομάδες υπολογίζονται μόνο για τα εγχώρια πρωταθλήματα.
† Συμμετοχές (Γκολ).
Ο Αλφρέδο Ντι Στέφανο (ισπανικά: Alfredo Di Stéfano, προφέρεται: [alˈfɾeðo ði (e)sˈtefano], 4 Ιουλίου 1926 – 7 Ιουλίου 2014) ήταν Αργεντινός και Ισπανόςποδοσφαιριστής και προπονητής. Θεωρείται ως ένας από τους καλύτερους και πιο πλήρεις ποδοσφαιριστές όλων των εποχών,[1][2][3][4][5] ενώ μερικοί τον χαρακτηρίζουν ως τον κορυφαίο όλων.[6][7][8] Στις εκλογές της IFFHS για την ανάδειξη των καλύτερων του 20ού αιώνα κατέλαβε την τέταρτη θέση,[9] ενώ την ίδια θέση κατέλαβε σε ειδική ψηφοφορία του περιοδικού France Football, ανάμεσα στους νικητές της Χρυσής Μπάλας το 1999.[10] Το 2004 η FIFA τον αναγνώρισε ως έναν από τους τέσσερις κορυφαίους των 100 χρόνων της μαζί με τους Πελέ, Ντιέγκο Μαραντόνα και Γιόχαν Κρόιφ.[11][12] Το 2000 στην ψηφοφορία της «FIFA
Football family» και των αναγνωστών του περιοδικού «FIFA Magazine» για την ανάδειξη του καλύτερου ποδοσφαιριστή του 20ού αιώνα ο Ντι Στέφανο ήρθε δεύτερος, πίσω μόνο από τον Πελέ.[13]
Ξεκίνησε την καριέρα του στην πατρίδα του και γνώρισε εγχώρια και διεθνή καταξίωση ήδη πρωτού κλείσει τα 22 του χρόνια. Οι συνθήκες τον οδήγησαν στην Κολομβία), όπου σημείωσε ανάλογη επιτυχία και να αναδείχθηκε σε ποδοσφαιρικό αστέρα με τον ευφυή και δημιουργικό τρόπο παιχνιδιού του και τα πολυάριθμα γκολ του. Η σημαντικότερη όμως στιγμή στην πορεία του ήρθε με την περιπετειώδη μεταγραφή του στην Ευρώπη καταλήγοντας στη Ρεάλ Μαδρίτης, μία μετακίνηση που άλλαξε τον ρου του παγκοσμίου ποδοσφαίρου με τη δημιουργία γύρω από αυτόν της πιο επιτυχημένης (σε επίπεδο συλλόγων) ομάδας όλων των εποχών, της Di Stéfano's Madrid.[14][15][16] Με την ομάδα της ισπανικής πρωτεύουσας κατέκτησε 18 επίσημους τίτλους στα 11 χρόνια που αγωνίστηκε, μεταξύ των οποίων πέντε συνεχόμενων τίτλων του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης και του πρώτου Διηπειρωτικού Κυπέλλου.[17][18] Το 1998 η FIFA τον εξέλεξε στην καλύτερη ενδεκάδα του 20ού αιώνα.[19][20]
Ο τρόπος που αγωνιζόταν θα μπορούσε δίκαια να τον εμφανίσει στις λίστες των κορυφαίων όλων των εποχών σε πολλές διαφορετικές θέσεις. Οι περισσότεροι τον ταξινομούσαν ως επιθετικό, ένα παίκτη ευκαιριών και ηγέτη των επιθέσεων, άλλοι ως πρωταγωνιστή του άξονα του γηπέδου σε κατά μέτωπο επιθέσεις, αλλά και ικανό να ανακόψει τις αντεπιθέσεις αντιπάλων σε μια εποχή που τα φυσικά προσόντα είχαν λιγότερη σημασία στον τρόπο λειτουργίας του αθλήματος, σε κάθε όμως περίπτωση ήταν ένας πρωτοπόρος στη εποχή του.[21][22][23] Η γαλλική αθλητική εφημερίδα L'Équipe τον χαρακτήρισε ως L'Omnipresente («Ο πανταχού παρών») λόγω της ικανότητάς του να επηρεάσει το παιχνίδι από οπουδήποτε στο γήπεδο.[24] Ήταν το έμβλημα μιας κρίσιμης εποχής μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, που το ποδόσφαιρο άρχισε να αναπτύσσεται για να γίνει μεγάλη υπόθεση ψυχαγωγίας, τοποθετώντας τα αστέρια του σε όλο και πιο ψηλά βάθρα, με το Ντι Στέφανο να αφήνει βαριά κληρονομιά στο άθλημα. Μετά το τέλος της ποδοσφαιρικής του σταδιοδρομίας ακολούθησε επιτυχημένη καριέρα προπονητή.[3]
Τα πρώτα χρόνια
Ο Αλφρέδο Στέφανο Ντι Στέφανο Λαουλέ (ισπανικά: Alfredo Stéfano Di Stéfano Laulhé), γεννήθηκε στις 4 Ιουλίου 1926 στο Μπουένος Άιρες, σε μια γειτονιά μεταναστών και ταπεινά σπίτια, ήταν γιος του Αλφρέδο και εγγονός του Μισέλ, Ιταλού που μετανάστευσε από το Κάπρι. Ο πατέρας του ήταν και αυτός ποδοσφαιριστής, που αγωνίστηκε για δύο χρόνια στη Ρίβερ Πλέιτ ως κεντρικός αμυντικός, αλλά ένας σοβαρός τραυματισμός στο γόνατο τον ανάγκασε να αποχωρήσει πρώιμα από την ενεργό δράση. Η μητέρα του, Εουλάλια Λαουλέ Χίλμοντ (Eulalia Laulhe Gilmont), είχε ιρλανδική και γαλλική προέλευση. Ο πατέρας του δεν επιθυμούσε τα παιδιά του να ακολουθήσουν τη δική του καριέρα, αλλά αντίθετα ο παππούς του υποστήριζε αυτή την προτίμηση.[21][25][26] Ο Αλφρέδο ξεκίνησε από την ηλικία των επτά χρόνων παίζοντας μπάλα σε όποια γωνιά του δρόμου έβρισκε.[27] Χρησιμοποιούσε μια μπάλα φτιαγμένη από πιεσμένα χαρτιά, δεμένη με λαστιχάκια και τυλιγμένη σε μια γυναικεία κάλτσα. Πήρε την πρώτη του δερμάτινη μπάλα σε μια κλήρωση σε ένα κινηματογράφο σε ηλικία οκτώ ετών. Στην πραγματικότητα ήταν μπάλα ράγκμπι, αλλά αυτός την άλλαξε σε ποδοσφαιρική.[28] Αγωνίστηκε μαζί με τον μεγαλύτερο αδερφό του στην ερασιτεχνική ομάδα νέων της Λος Καρντάγιες (Club Social y Deportivo Unión Progresista), ήταν πρωταθλητής στο πρωτάθλημα του βορρά από την ηλικία των 14 ετών. Στην περιοχή αυτή βορειοδυτικά του Μπουένος Άιρες είχε μετακομίσει η οικογένεια το 1940 και ο Αλφρέδο βοήθησε τους γονείς του ως εργάτης στα χωράφια και στη συνέχεια στα κοπάδια αγελάδων. Έπαιζε ποδόσφαιρο με κάθε δυνατή ευκαιρία και αυτό βελτίωσε από τότε την αντοχή του, με το ταλέντο του να μην είχε αντίστοιχα αξιοσημείωτο. Δεν ήταν φιλομαθής και εγκατέλειψε το σχολείο στα 14 για αφοσιωθεί στο ποδόσφαιρο.[29][30][31] Μέχρι τότε οι δυνατότητες που είχε δεν ήταν επαρκείς και αθλούνταν ακόμα στο στίβο και στην καλαθοσφαίριση.[32] Παράλληλα, στην περιοχή που έμενε υπήρχαν ακόμα δεκάδες παιδιά που κατά τον ίδιο είχαν ικανότητες στο άθλημα και θεωρούσε ότι και η τύχη έπαιξε ρόλο στην μετέπειτα εξέλιξή του.[33] Όμως, σε συνέντευξή του το 2010 παραδέχθηκε ότι αν ζούσε ξανά τη ζωή του θα έμενα στην επαρχία προσθέτοντας ότι θα έπαιζε μόνο φιλικούς αγώνες ποδοσφαίρου και δεν θα γινόταν επαγγελματίας.[1]
Η πρώτη περίοδος της καριέρας στη Νότια Αμερική
Αργεντινή
Πήγε για δοκιμή στη Ρίβερ Πλέιτ στα 15 του χρόνια μετά από προτροπή της μητέρας του και τη μεγάλη επιθυμία του να παίξει ποδόσφαιρο και πέτυχε να συμπεριληφθεί στην ομάδα (ένας από τους δύο εφήβους που τα κατάφεραν σε σύνολο 32). Στις 7 Αυγούστου 1944 έκανε το ντεμπούτο με την πρώτη ομάδα σε φιλική συνάντηση με τη Σαν Λορένσο αλλά λόγω της μη ικανοποιητικής του απόδοσής του και του τραυματισμού του αγωνίστηκε στη συνέχεια με το τρίτο τμήμα της ομάδας.[34][35] Η απόδοση του κρίθηκε με βάση την επικρατούσα άποψη της χώρας όπου η ατομική επιδεξιότητα αποτελεί κυρίαρχο στοιχείο αναγνώρισης, χαρακτηριζόμενος ως ένα ελαφρύ παιδί που ξέρει πολύ λίγα.[36] Την σεζόν 1944–45 με την τρίτη ομάδα κατακτά τον τίτλο του ομίλου, αλλά αυτός ο (πολύ πρώτος) τίτλος αποδείχθηκε βραχύβιος. Μετά από έναν μεγαλειώδη αγώνα στην τελευταία (όχι όμως καθοριστική) αγωνιστική με την αντίστοιχη ομάδα της Μπόκα Τζούνιορς, ο ίδιος και όλοι οι άλλοι συμπαίκτες του τιμωρήθηκαν και στερήθηκαν τις δάφνες που κέρδισαν με κόπο.[37] Η θέληση ήταν μια από τις σταθερές αξίες στη ζωή του και ο πρώτος προπονητής του Κάρλος Πεουσέλε (Carlos Peucelle) παραδέχθηκε ότι ποτέ δεν είχε δει παίκτη να προοδεύει τόσο γρήγορα.[38] Το 1945 η καλή του απόδοση ήταν η αιτία της προώθησης στην πρώτη ομάδα η οποία βρισκόταν από τις αρχές της δεκαετίας του 1940 στη χρυσή εποχή της θεωρούμενη ως η καλύτερη του κόσμου.[39][40] Είδωλο της εφηβικής του ηλικίας ήταν ο Παραγουανός επιθετικός Αρσένιο Ερίκο της Ιντεπεντιέντε.[21][31][41]
Έτσι έγινε κομμάτι του μηχανισμού της La Máquina («Η Μηχανή»), που αγωνιζόταν με πρωτοποριακό τρόπο για την εποχή εμπεριέχοντας βασικά στοιχεία του ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου, διδάχθηκε τη σημασία της κινητικότητας στο γήπεδο και έφτασε στην κατάκτηση του πρωταθλήματος το 1945 και το 1947.[42][43][44] Το πρώτο του παιχνίδι ήταν στις 15 Ιουλίου 1945 απέναντι στην Ουρακάν στην ήττα με 2–1, ενώ το τελευταίο διάστημα πριν αγωνιζόταν στη δεύτερη ομάδα του συλλόγου.[45][46] Δόθηκε δανεικός στην Ουρακάν την επόμενη αγωνιστική χρονιά, προκειμένου να αγωνιστεί περισσότερο και να ωριμάσει. Εκεί άρχισε να εκφράζει τις πραγματικές μου δυνατότητες.[47][48] Έκανε το ντεμπούτο του την πρώτη ημέρα του πρωταθλήματος στις 21 Απριλίου στην ήττα με 1–0 με αντίπαλο την Κλαμπ Ατλέτικο Τσακαρίτα Τζούνιορς. Στις 26 Μαΐου σημείωσε τα πρώτα του δύο γκολ στη νίκη 3–2 επί της Εστουδιάντες ντε Λα Πλάτα. Εκείνη τη χρονιά σημείωσε 10 γκολ σε 25 αγώνες πρωταθλήματος αλλά η ομάδα δεν μπορούσε να τον κρατήσει μη δυνάμενη να ανταπεξέλει οικονομικά και επέστρεψε στη Ρίβερ. Κατά ειρωνικό τρόπο σημείωσε το γρηγορότερο τέρμα στην ιστορία του πρωταθλήματος της Αργεντινής, στα 10 δευτερόλεπτα με την Ουρακάν με αντίπαλο τη Ρίβερ.[49][50][51] Στη βασική ενδεκάδα καθιερώθηκε στις αρχές του 1947 αποτελώντας τη δύναμη πυρός της ομάδας μαζί με το Χοσέ Μανουέλ Μορένο και τον Άνχελ Λαμπρούνα, ξεκινώντας αρχικά ως μέσα δεξιά ή έξω δεξιά, αλλά στη συνέχεια προωθήθηκε ως κεντρικός επιθετικός στη θέση του Αντόλφο Πεντερνέρα που έφυγε στην Κολομβία, με εξαιρετικά αποτελέσματα.[23][27][44] Την πρώτη του χρονιά στη βασική ενδεκάδα κατακτά το δεύτερό του τίτλο του πρωταθλήματος και τον τίτλο του πρώτου σκόρερ με 27 γκολ σε 30 συναντήσεις, με το πρώτο χατ τρικ στις 20 Ιουλίου απέναντι στην Ατλέτικο Τίγρε.[52][53]
Αρχικά τον αποκαλούσαν «ο Γερμανός» λόγω της σωματοδομής και της ξανθής κόμης του αλλά σύντομα το προσωνύμιο που τον συνόδευε ήταν saeta rubia («ξανθό βέλος», ξανθιά σαΐτα για την ακρίβεια)[48][54][55] λόγω της χαρακτηριστικά μεγάλης ταχύτητας των κινήσεών του σε αντίθεση με τους συγκριτικά πιο αργούς παίκτες της Ρίβερ και του το έδωσε ο δημοσιογράφος Roberto Neuberger.[53][56] Στις 31 Ιουλίου 1949 στο ντέρμπι με τη Μπόκα Τζούνιορς αγωνίστηκε και ως τερματοφύλακας για οκτώ λεπτά διατηρώντας την εστία του ανέπαφη.[27][57] Ο ίδιος είχε πει: «Είμαστε όλοι ποδοσφαιριστές και ως τέτοιοι θα πρέπει να είμαστε σε θέση να αποδίδουμε καλά σε όλες τις θέσεις».[58] Το παιχνίδι της Ρίβερ σταδιακά έγινε πιο γρήγορο, απομακρυνόμενο από τη λογική της διαρκούς κατοχής της μπάλας τόσο ώστε απλώς να κερδίζει τα λήμματα περισσότερα παιχνίδια στο τέλος, γεγονός που οδήγησε την εποχή εκείνη στο προσωνύμιο Los Caballeros de la Angustia («Οι Ιππότες της Αγωνίας») και είχε αρχίσει να κουράζει τους φιλάθλους.[31][59] Ο Ντι Στέφανο παραδέχθηκε ότι κυκλοφορώντας τη μπάλα για πολύ ώρα σε θέσεις κοντά στο κέντρο του γηπέδου, κάποιες φορές «ξεχνούσαν» να σκοράρουν και σταδιακά ο τρόπος αυτός παιχνιδιού δεν τον εκπροσωπούσε.[60]
Η νίκη στο πρωτάθλημα έδωσε στη Ρίβερ το δικαίωμα να εκπροσωπεί την Αργεντινή στο Κόπα Αλντάο (Copa Aldao) απέναντι των πρωταθλητών της Ουρουγουάης Νασιονάλ του Μοντεβιδέο σε μία διοργάνωση που ξεκίνησε το 1913. Το Νοέμβριο του 1947, η Ρίβερ νίκησε με 4–3 με το Ντι Στέφανο να σημειώνει ένα γκολ στο Μοντεβιδέο και τέσσερις ημέρες αργότερα κατέκτησε το πρώτο του διεθνές τρόπαιο με νίκη με 3–1 στο Μπουένος Άιρες.[61] Το 1948 είχε την ευκαιρία να συμμετάσχει στο Κύπελλο Πρωταθλητών της Νότιας Αμερικής (αυτό που αργότερα μετονομάστηκε σε Κόπα Λιμπερταδόρες) με τη Ρίβερ, σημειώνοντας τέσσερα γκολ σε έξι αγώνες και την ομάδα να καταλαμβάνει τη δεύτερη θέση.[25][62] Κλείνοντας την καριέρα του με τη Ρίβερ Πλέιτ είχε σημειώσει 59 γκολ σε επίσημους αγώνες.[63]
Κολομβία
Το 1949 η σύγκρουση των ποδοσφαιριστών με την πολιτική ηγεσία της χώρας που ήθελε να θέσει ανώτατους μισθούς και η επακόλουθη απεργία των πρώτων, οδήγησαν το Ντι Στέφανο να μετακομίσει στην Κολομβία. Οι ιδιοκτήτες συλλόγων της Αργεντινής αναζητούσαν όσο το δυνατόν περισσότερα έσοδα με αποτέλεσμα δυσαναλογία μεταξύ των μισθών που έπαιρναν και των εισοδημάτων των συλλόγων. Η απεργία είχε σχεδιαστεί για να προστατεύει και παίκτες σε μικρούς συλλόγους που πληρώνονταν μόνο για τους δύο πρώτους μήνες και όταν τα πράγματα άρχισαν να μην πηγαίνουν καλά, σταμάτησαν να πληρώνονται.[64][65] Επιπλέον, οι παίκτες στις μικρότερο κατηγορίες αμοίβονταν ελάχιστα με συμβόλαια μακράς διάρκειας. Η απεργία ξεκίνησε την 25η αγωνιστική του πρωταθλήματος του 1948, με τους ποδοσφαιριστές να έχουν δημιουργήσει σωματείο ζητώντας την αναγνώρισή του, κατώτατο μισθό και αναγνώριση του επαγγέλματός τους. Ο Ντι Στέφανο ήταν υψηλόμισθος και τα προσωπικά του συμφέροντα δεν θίγονταν από το ισχύον καθεστώς. Όμως, εμφανίστηκε στην πρώτη γραμμή του συνδικαλιστικού αιτήματος, το οποίο όμως με την καθιέρωση ανώτατου μισθού το Μάιο του 1949 οδήγησε τους καλύτερα αμοιβόμενους παίκτες σε αναζήτηση άλλης επαγγελματικής στέγης εκτός χώρας. Η Κολομβία ήταν η ευκολότερη λύση με τον Πεντερνέρα να είναι ήδη στη χώρα προτείνοντας στο Ντι Στέφανο την επιλογή αυτή.[63][66][67] Την εποχή εκείνη η διοργάνωση του αθλήματος στη χώρα ήταν εκτός FIFA και της Συνομοσπονδίας Ποδοσφαίρου της Νότιας Αμερικής (CSD τώρα CONMEMBOL) και οι σύλλογοι δεν υποχρεούνταν να πληρώνουν για μεταγραφές άλλους συλλόγους. Έτσι, οι κολομβιανές ομάδες πληρώνοντας αδρά για μισθούς είχαν γίνει πόλος έλξης για πολλούς σημαντικούς ποδοσφαιριστές από την Αργεντινή όπως και άλλες λατιναμερικάνικες χώρες, αλλά και ορισμένους ευρωπαίους. Οι ομάδες ενισχύθηκαν σημαντικά οδηγώντας σε ένα πρωτάθλημα υψηλού επιπέδου ανάλογο του οποίου δεν γνώρισε ποτέ ξανά. Ο Ντι Στέφανο δέχθηκε δελεαστική πρόταση με δεκαπλάσιες αμοιβές συγκεκριμένα και αγωνίστηκε στον πιο εύρωστο ίσως συλλόγο, στη Μιγιονάριος Μπογκοτά, ένα σωματείο που ιδρύθηκε το 1939 και γνώρισε γρήγορη οικονομική άνθιση. Στη νέα του ομάδα συναντήθηκε ξανά με τον παλαιό συμπαίκτη του Αντόλφο Πεντερνέρα και μαζί με άλλους λεγεωνάριους, από τους οποίους επτά παίκτες από την Αργεντινή (γνωστότερος ο Νέστορ Ρόσι, έναν από την Ουρουγουάη, έναν Περουβιανό και έναν Παραγουανό δημιούργησαν μία από τις ισχυρότερες ποδοσφαιρικές δυνάμεις της ηπείρου που της δόθηκε το προσωνύμιο Ballet Azul («Μπλε Μπαλέτο»).[68][69][70][71]
Η πρεμιέρα του ήταν στις 14 Αυγούστου 1949 σε συνάντηση του νέου συλλόγου του με την Μπαρανκίλα, όπου σημείωσε δύο τέρματα στη νίκη με 5–0. Μια εβδομάδα αργότερα, ο Ντι Στέφανο σημείωσε ξανά δύο γκολ σε νέο εντός έδρας αγώνα με αντίπαλο την Ατλέτικο Μπουκαραμάνγκα στην επικράτηση με το ίδιο τελικό αποτέλεσμα.[72] Σύμφωνα με το Ντι Στέφανο, η ομάδα έπαιξε με τη στρατηγική «5 και χορός», στην οποία θα προσπαθούσαν να μην ταπεινώσουν τους αντιπάλους τους σκοράροντας όταν ήδη προηγούνταν με πέντε γκολ. Έτσι, η ομάδα έφτασε σε εννέα συνεχόμενες νίκες. Ήδη από την πρώτη χρονιά η ομάδα κέρδισε τον τίτλο με δύο νίκες στους αγώνες μπαράζ του πρωταθλήματος λόγω ισοβαθμίας στην κανονική περίοδο επί της Ντεπορτίβο Κάλι με 1–0 και 3–2 (ένα γκολ του Ντι Στέφανο και συνολικά 16 σε 14 αγώνες).[73][74] Στους
«εκατομμυριούχους» της Μπογκοτά σημείωσε 100 γκολ σε 112 επίσημους αγώνες[75] και συνολικά 267 τέρματα σε 294 παιχνίδια,[16][76][77] βοηθώντας την ομάδα να κατακτήσει τρία πρωταθλήματα και ένα Κύπελλο μέσα σε τέσσερα χρόνια, ενώ ο ίδιος αναδείχθηκε δύο φορές πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος (1951 με 31 γκολ, 1952 με 19 γκολ), και συνολικά αναρριχήθηκε στη δεύτερη θέση των σκόρερ στην ιστορία της ομάδας.[26][78][79] Το 1951 ήταν πρώτος σκόρερ στη Νότια Αμερική (θέση αντίστοιχα με αυτή του Χρυσού Παπουτσιού) για δεύτερη φορά (η πρώτη το 1947 με τη Ρίβερ Πλέιτ).[80] Με τη Μιγιονάριος κέρδισε και ένα διεθνή τίτλο, το Μικρό Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων (ισπανικά:Pequeña Copa del Mundo), ένα τουρνουά ποδοσφαίρου που πραγματοποιήθηκε στη Βενεζουέλα με μεγάλη σημασία για την εποχή του, μεταξύ 1952 και 1957 με συμμετοχή τεσσάρων ομάδων, τριών από την Ευρώπη και μιας από τη Νότια Αμερική. Θεωρείται ως ένας από τους πρόδρομους του Διηπειρωτικού Κυπέλλου. Ο τίτλος αυτός κατακτήθηκε το 1953 με το Ντι Στέφανο πρώτο σκόρερ της διοργάνωσης με τέσσερα τέρματα.[81][82]
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 η σύγκρουση της ανεξαρτοποιημένης ένωσης των ποδοσφαιρικών συλλόγων της Κολομβίας (DIMAYOR- συντομογραφία του Major League, του επαγγελματικού πρωταθλήματος που ξεκίνησε το 1948)[71] με την επίσημη αρχή της χώρας και τη FIFA αποδιοργάνωσε την εσωτερική δραστηριότητα και οδήγησε την ομάδα σε πολλαπλές περιοδείες πολυάριθμων φιλικών συναντήσεων και έτσι η φήμη του επεκτάθηκε σημαντικά και στην Ευρώπη, κυρίως με τις εντυπωσιακές εμφανίσεις στην περιοδεία της Μιγιονάριος το 1952: αρχικά σε χώρες της Λατινικής Αμερικής (Ουρουγουάη, Περού, Αργεντινή και Βολιβία) και στη συνέχεια στη Ευρώπη, νικώντας αρχικά τις Βαλένθια και Σεβίλλη. Σε αγώνα με τη Ρεάλ για τον εορτασμό των 50 χρόνων της (30 Μαρτίου), η ομάδα της Μπογκοτά την νίκησε με 4–2 με δύο γκολ του Ντι Στέφανο, ο οποίος είχε ήδη σημειώσει σε προηγούμενη συνάντηση του τουρνουά άλλα δύο τέρματα σε βάρος της σουηδικής Νόρσεπινγκ σε αγώνα που έληξε 2–2.[83][84][85] Στον αγώνα με τη Ρεάλ η κολομβιανή ομάδα προηγήθηκε με 4–0 και χρειάστηκε ο τραυματισμός και η επακόλουθη αποχώρηση δύο παικτών της για να καταφέρουν οι γηπεδούχοι να μειώσουν το σκορ.[86] Η Μιγιονάριος κατέκτησε το τουρνουά με το ενδιαφέρον της Ρεάλ να επιβεβαιώνεται με τη συμμετοχή σε δύο ακόμα φιλικές συναντήσεις τον Ιούλιο του ίδιου έτους στη Μπογκοτά, που έληξαν με νίκες των γηπεδούχων με 2–1 και 1–0 με το Ντι Στέφανο να σκοράρει ένα τέρμα στον πρώτο αγώνα της 6ης Ιουλίου.[87][88] Η φήμη που είχε ήδη αποκτήσει στη Νότια Αμερική ήταν τέτοια που ανάμεσα στους περισσότερους από 50.000 θεατές του αγώνα ήταν και ο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα.[89][90][91] Στην ομάδα της Κολομβίας ο Ντι Στέφανο απέκτησε σημαντική οικονομική ευρωστία και έγινε διεθνώς διάσημος καθώς οι περιοδείες ήταν πολλαπλές με την ομάδα να φτάσει να θεωρείται ως μία από τις καλύτερες ή και η καλύτερη του κόσμου.[34][92] Ο τρόπος παιχνιδιού βασίζονταν στη διαρκή επίθεση χωρίς ιδιαίτερη έμφαση σε συστήματα (στοιχεία που διευκόλυναν την ατομική διάκριση), όμως αυτό να φαίνονταν επαρκές για έναν αυστηρό επαγγελματία που το θέαμα που προσέφερε η ομάδα δεν αποτελούσε το μόνο στόχο στην καριέρα του.[93]
Η μεταγραφή στη Ρεάλ Μαδρίτης
Το Σεπτέμβριο του 1953 ο Ντι Στέφανο μεταγράφηκε στη Ρεάλ Μαδρίτης, που κατάφερε να τον υφαρπάξει από την αντίπαλο Μπαρτσελόνα.[83][94] Υπήρχε αρχική συμφωνία του παίκτη και των συλλόγων Ρίβερ Πλέιτ και Μπαρτσελόνα,[95][96][97] αλλά η διεκδικήτρια ομάδα της Μαδρίτης (που σημειωτέον δεν είχε ακόμα καθιερωθεί ούτε καν ως ο ισχυρότερος σύλλογος της πρωτεύουσας) χρησιμοποιώντας και την πολιτική εξουσία της εποχής,[98][99][100] την Ισπανική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία (που ψήφισε διάταξη που απαγόρευε τις μεταγραφές ξένων παικτών) καθώς και τη FIFA (που γνώριζε την ιδιαιτερότητα της συνιδιοκτησίας του ποδοσφαιριστή με τους δύο λατινοαμερικάνικους συλλόγους) πέτυχε το μοίρασμα του Ντι Στέφανο για δύο χρόνια σε κάθε ομάδα. Η απόφαση αυτή βρίσκονταν στα πλαίσια της συμφωνίας, γνωστής ως «Σύμφωνο της Λίμα» (1951) [96][101][102] που επέτρεπε την αποκατάσταση της Κολομβίας στις διεθνείς ομοσπονδίες, υπό την προϋπόθεση ότι οι παίκτες που αγοράστηκαν από Κολομβιανούς συλλόγους θα επέστρεφαν στο προηγούμενο σύλλογό τους έως την 1η Ιανουαρίου 1955 διατηρώντας τα δικαιώματα των παικτών. Στο μεταξύ, απαγορευόταν οποιαδήποτε μεταφορά παίκτη έως αυτήν την προθεσμία.[96][103][104] Η απόφαση αυτή δημιούργησε οικονομικά προβλήματα στους συλλόγους με τους ξένους παίκτες να αρχίζουν να φεύγουν, το πρωτάθλημα να χάνει θεατές και έσοδα με την πλήρη κατάρρευση να έρχεται το 1954.[105] Οι υπέρογκες αμοιβές δεν ήταν δυνατό να καλυφθούν με την αρχή να γίνεται στα τέλη του 1952, με τους παίκτες να έχουν λάβει προκαταβολικά χρήματα και ο Ντι Στέφανο που επιθυμούσε τη μεταγραφή του να μην επιστρέφει στην ομάδα του μετά από μία σειρά φιλικών αγώνων στη Βενεζουέλα. Η Μιγιονάριος κατήγγειλε το Ντι Στέφανο στη FIFA και η Παγκόσμια Ομοσπονδία ενημέρωσε τις εθνικές ομοσπονδίες για την ανώμαλη κατάσταση του παίκτη, προειδοποιώντας για την αδυναμία μεταγραφής του. Ως εκ τούτου, από τις αρχές του 1953, ο Ντι Στέφανο βρισκόταν στο Μπουένος Άιρες.[68][106][107] Πήγε στη Βαρκελώνη στις 13 Μαΐου 1953, όπου διαπραγματεύτηκε με επιτυχία (όπως τουλάχιστον φάνηκε αρχικά) και συμμετείχε και σε τρία φιλικά παιχνίδια με τη Μπαρτσελόνα.[102][108] Με την πάροδο του χρόνου τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς ο πρόεδρος της Μπαρτσελόνα Ενρίκε Μαρτί ζήτησε μείωση των οικονομικών απαιτήσεων της Μιγιονάριος, ενώ για να διευκολύνει την κατάσταση δέχθηκε ο Ντι Στέφανο να μην αγωνιστεί για ένα έτος ή εναλλακτικά να δοθεί με τη μορφή δανεισμού για αυτό το χρονικό διάστημα στη Γιουβέντους, κάτι που εξόργισε τον παίκτη. Οι υπεύθυνοι της Ρεάλ από τη δική τους πλευρά συμφώνησαν στις οικονομικές απαιτήσεις του συλλόγου της Κολομβίας.[101][103][109][110] Ο πρόεδρος της Μπαρτσελόνα παραιτήθηκε και η επιτροπή που ανέλαβε τη Μπαρτσελόνα μετά την αποχώρησή του θεώρησε ότι ο παίκτης δεν άξιζε τόση φθορά και εγκατέλειψε την προσπάθεια. Η Ρεάλ πλήρωσε στην Μπαρτσελόνα τα χρήματα που προκαταβλήθηκαν στη Ρίβερ και καθώς και το υπόλοιπο της μεταγραφής.[111] Έτσι έληξε μία από τις πιο πολύκροτες και σημαντικότερες μεταγραφές όλων των εποχών - κατά πολλούς η σημαντικότερη, που ανέτρεψε τα μέχρι τότε δεδομένα στο ισπανικό ποδόσφαιρο και πολύ σύντομα και στην Ευρώπη.[112][113][114][115] Επιπλέον, έπαιξε τον πιο καταλυτικό ρόλο συνεισφέροντας στο μεγαλύτερο βαθμό στην αντιπαλότητα των δύο ισπανικών σωματείων που τον διεκδίκησαν.[106][116][117]
Η δεύτερη περίοδος της καριέρας στην Ευρώπη
Ρεάλ Μαδρίτης
Η καθιέρωση στην Ισπανία
Το ντεμπούτο του με τη Ρεάλ χρονολογείται από τις 23 Σεπτεμβρίου 1953, σε παιχνίδι που η ισπανική ομάδα έχασε με 4–2 από τη Νανσί, με το δεύτερο γκολ να είναι από τον νεοαποκτηθέντα Αργεντινό, ενώ τέσσερις μέρες αργότερα έκανε την πρώτη επίσημη εμφάνισή του με αντίπαλο τη Ράθινγκ Σανταντέρ (4–1).[118][119][120] Και τα επόμενα τέσσερα παιχνίδια οι εμφανίσεις του δεν ήταν πειστικές, παρά τα τρία τέρματα που σημείωσε έχοντας πάρει βάρος και παραμένοντας εκτός δράσης για μήνες. Η εικόνα βελτιώθηκε από το Νοέμβριο μετά τη νίκη επί της συμπολίτισσας Ατλέτικο εκτός έδρας με 3–4 και το πρώτο του χατ τρικ.[60][121][122] Η συνέχεια ήταν πολύ καλύτερη με 11 γκολ στους 10 πρώτους αγώνες και επτά ασίστ.[123] Ο Ντι Στέφανο κέρδισε τα πάντα με τους Ισπανούς, οι οποίοι έκτισαν μια παγκόσμια ποδοσφαιρική κυριαρχία συγκεντρώνοντας δίπλα σε σημαντικούς Ισπανούς όπως ο Φρανσίσκο Χέντο και ο Ουρουγουανός αμυντικός
Χοσέ Σανταμαρία και σταδιακά μερικούς από τους καλύτερους παίκτες του κόσμου στο κέντρο και στην επίθεση: Φέρεντς Πούσκας, Ρεϊμόν Κοπά, Ντίντι κα.[124][125][126] Ο πρόεδρος της Ρεάλ Σαντιάγκο Μπερναμπέου είχε μεγαλεπήβολα σχέδια για το σύλλογο έχοντας ανακαινίσει το γήπεδο της αυξάνοντας χωρητικότητά του και γύρω από το Ντι Στέφανο έκτισε μία ομάδα με σημαντικούς ποδοσφαιριστές, που θα είχαν τη δυνατότητα να κυριαρχήσουν στο ποδόσφαιρο της εποχής. Η πρακτική αυτή του σωματείου καθιερώθηκε τότε και διατηρήθηκε μέχρι και τον 21ο αιώνα.[127][128][129]
Όταν πήγε για πρώτη φορά μετά από επτά μήνες αδράνειας και έκανε το ντεμπούτο του με τη λευκή φανέλα στις 25 Οκτωβρίου του 1953 στο πρώτο «Ελ Κλάσικο» απέναντι των πρωταθλητών της Μπαρτσελόνα, η Ρεάλ νίκησε με 5–0 και ο ίδιος άνοιξε το σκορ σημειώνοντας δύο τέρματα. Η Ρεάλ ήταν πρώτη στη βαθμολογία με ένα βαθμό διαφορά που αυξήθηκαν πλέον σε τρεις.[102][130] Ήταν τα πρώτα από τα 18 σε τέτοιες συναντήσεις, ρεκόρ που διατηρήθηκε για μισό αιώνα.[131] Η επικράτηση της Μπαρτσελόνα στη ρεβάνς το Φεβρουάριο του 1954 με 5–1 είχε μόνο χαρακτήρα γοήτρου. Η νίκη επί της συμπολίτεισας Ατλέτικο Μαδρίτης και στο δεύτερο αγώνα με 2–1 με δύο δικά του γκολ ήταν τότε πιο σημαντική λόγω της ιστορικής υπεροχής του αντιπάλου.[132] Η Ρεάλ Μαδρίτης είχε μέχρι τότε μια μέτρια ομάδα και δεν είχε κερδίσει τον τίτλο από τη δεκαετία του 1930, ενώ το τελευταίο της τρόπαιο ήταν το Κύπελλο του 1947, τη δε περίοδο 1952–53 ήταν τρίτη στο πρωτάθλημα.[133][134]
Στην πρώτη του αγωνιστική περίοδο, ο Ντι Στέφανο ήταν πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος και οδήγησε την ομάδα στο πολυαναμενόμενο τρίτο πρωτάθλημα της ιστορίας της μετά από 21 χρόνια.[135][136] Στο παιχνίδι που έκρινε τον τίτλο εναντίον της Βαλένθια, σημείωσε χατ τρικ στη νίκη με 4–0.[137] Η επιτυχία για την ομάδα επαναλήφθηκε την αμέσως επόμενη χρονιά 1954–55 και μάλιστα με ρεκόρ συλλογής βαθμών, ενώ ο ίδιος ήταν δεύτερος σκόρερ του πρωταθλήματος με 25 τέρματα.[111][138] Οι εμφανίσεις του προκαλούσαν σχεδόν σε κάθε άμυνα τα μεγαλύτερα προβλήματα. Με την έμφυτη ηγεσία του, το υψηλό επίπεδο επαγγελματισμού και την εισαγωγή του «παιχνιδιού μικρής διάρκειας», σημείωσε μια θεμελιώδη αλλαγή στο παιχνίδι της Ρεάλ Μαδρίτης και την έκανε την καλύτερη ομάδα του κόσμου την εποχή εκείνη.[139][140][141] Μετά το τέλος της πρώτης σεζόν υπέγραψε νέο συμβόλαιο με διπλάσιες αμοιβές.[121]
Η διεθνής καταξίωση
Η ομάδα των '50 και αρχών της δεκαετίας του '60, κυριάρχησε σύντομα και στην Ευρώπη εκτός από τις εγχώριες διοργανώσεις. Ο πρώτος διεθνής τίτλος ήταν το 1955 με την κατάκτηση του Λατινικού Κυπέλλου και στο οποίο συμμετείχαν οι κορυφαίοι σύλλογοι από τη Γαλλία, την Ιταλία, την Ισπανία και την Πορτογαλία. Η Ρεάλ νίκησε στον τελικό τη Σταντ ντε Ρενς στο Παρίσι.[142] Την αγωνιστική περίοδο 1955–56 η Ρεάλ κατέκτησε το πρώτο Κύπελλο Πρωταθλητριών Ευρώπης και ο Αργεντινός ήρθε δεύτερος στην ψηφοφορία για τον κορυφαίο Ευρωπαίο ποδοσφαιριστή που για πρώτη φορά διοργανώθηκε από το γαλλικό περιοδικό France Football, τη Χρυσή Μπάλα χάνοντας για τρεις ψήφους διαφορά από το Στάνλεϊ Μάθιους.[143][144][145] Ίσως να ήταν ο πιο δίκαιος νικητής αλλά οι υποστηρικτές της άποψης να τιμηθεί ο Μάθιους επικράτησαν τελικά.[146][147] Το σωματείο υποστήριξε με μεγάλη θέρμη τη διοργάνωση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών από την αρχική ιδέα προέλευσης του διευθυντή της γαλλικής εφημερίδας L'Équipe Γκαμπριέλ Ανό (Gabriel Hanot), πρώην ποδοσφαιριστή και προπονητή. Πρότεινε τη δημιουργία μιας ηπειρωτικής επίσημης διοργάνωσης, ιδέα που πήρε από ηγέτες 15 συλλόγων, συμπεριλαμβανομένου του Μπερναμπέου, προέδρου του ισπανικού σωματείου της πρωτεύουσας. Έτσι σχεδιάστηκε το πρώτο Ευρωπαϊκό Κύπελλο Πρωταθλητριών, το οποίο αντικατέστησε τα Κύπελλα Λατινικό και Μιτρόπα, τα οποία ήταν πιο περιορισμένα σε αριθμό συμμετεχόντων.[148][149][150] Οι αγγλικές αρχές του αθλήματος ήταν επιφυλακτικές για το όλο θέμα και αποθάρρυναν τους εγχώριους πρωταθλητές της Τσέλσι να δεχθούν την πρόσκληση και να συμμετάσχουν στην εναρκτήρια διοργάνωση, όπως έγινε με απαγόρευση της Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας.[151][152] Η εξαιρετική ιδέα υλοποιήθηκε και η Ρεάλ πέρασε πρώτα από τη ελβετική Σερβέτ, με το ντεμπούτο της ομάδας στην έδρα της να βλέπει το Ντι Στέφανο να σημειώνει το πρώτο γκολ, από τα δύο δικά του και τα πέντε συνολικά.[153] Ακολούθησαν Παρτίζαν Βελιγραδίου και η ιταλική Μίλαν. Ο πρώτος ημιτελικός με την πρωταθλήτρια Ιταλίας διεξήχθη στις 19 Απριλίου 1956 συγκέντρωσε 129.690 θεατές στο Στάδιο Σαντιάγο Μπερναμπέου, αριθμός ρεκόρ στην ιστορία των ευρωπαϊκών διοργανώσεων για 14 χρόνια (και όλων των εποχών για τη Ρεάλ) και έληξε με νίκη της μαδριλένικης ομάδας με 4–2 με ένα τέρμα του Αργεντινού.[58][154][155] Η ήττα της δεύτερης συνάντησης ήταν χωρίς αντίκρυσμα. Ο ιστορικός πρώτος τελικός για τον τίτλο διεξήχθη στις 13 Ιουνίου στο στάδιο Παρκ ντε Πρενς του Παρισιού και ήταν μια σύγκρουση μεταξύ του Ντι Στέφανο και του μετέπειτα συμπαίκτη του Κοπά, δύο θρύλων του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Η γαλλική Σταντ ντε Ρενς προηγήθηκε με 2–0, οι Ισπανοί ισοφάρισαν με ένα από τα γκολ του Ντι Στέφανο και η γαλλική ομάδα σκόραρε στην αρχή του δεύτερου ημιχρόνου (2–3). Δύο ακόμη προσπάθειες της ομάδας της Μαδρίτης βρήκαν και οι δύο το πίσω μέρος του διχτυού (4–3) στο τέλος του παιχνιδιού. Το πρώτο βήμα στην κυρίαρχη παρουσία της Ρεάλ Μαδρίτης στο Ευρωπαϊκό Κύπελλο έγινε.[156][157][158]
Την επόμενη αγωνιστική περίοδο 1956–57 η κατάκτηση της κορυφής, ομαδικά και ατομικά γίνεται πραγματικότητα: ο σύλλογος επαναλαμβάνει την κατάκτηση του κορυφαίου διασυλλογικού τροπαίου, κερδίζει το πρωτάθλημα Ισπανίας που απώλεσε την προηγούμενη χρονιά από την Ατλέτικο Μπιλμπάο έχοντας μια μόνο ήττα, ο Ντι Στέφανο είναι για δεύτερη συνεχή χρονιά πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος με 31 γκολ και κέρδισε την πρώτη Χρυσή Μπάλα του καλύτερου Ευρωπαίου ποδοσφαιριστή της καριέρας του.[136][159] Η Ρεάλ δυσκολεύτηκε ιδιαίτερα να αποκλείσει τη Ραπίντ Βιέννης στον πρώτο γύρο και χάνοντας με 3–0 στο ημίχρονο του δεύτερου αγώνα αποκλείονταν από τη συνέχεια με τον τελικό να διεξάγεται στην έδρα της. Ο Ντι Στέφανο έσωσε την ομάδα στο δεύτερο ημίχρονο με ένα γκολ και ο τρίτος αγώνας ήταν πιο εύκολος με νίκη των μαδριλένων με 2–0.[15] Οι Άγγλοι συμμετείχαν στη δεύτερη διοργάνωση και η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ήταν στον ημιτελικό απέναντι στη Ρεάλ, που όμως επικράτησε σχετικά εύκολα με 3–1 στην έδρα της και με 2–2 εκτός έδρας. Στο δεύτερο παιχνίδι ο Ντι Στέφανο παρότι δεν σκόραρε, θαυμάστηκε από τους Βρετανούς για τον τρόπο παιχνιδιού του.[160][161] Ο δεύτερος τελικός του Κυπέλλου Πρωταθλητριών έγινε στη Μαδρίτη, συγκέντρωσε 124.000 θεατές και η πρωταθλήτρια Ευρώπης επιβλήθηκε της ιταλικής Φιορεντίνα με 2–0 με ένα τέρμα του Ντι Στέφανο, το πρώτο της συνάντησης.[162][163][164] Επιπλέον η Ρεάλ κατέκτησε και το Λατινικό Κύπελλο (που ακόμα δεν είχε καταργηθεί) και στο οποίο η ομάδα της Μαδρίτης νίκησε τη Μίλαν με 5–1 και στον τελικό τη Μπενφίκα με 1–0, σε συναντήσεις που έγιναν στη Μαδρίτη και στις οποίες ο Ντι Στέφανο σημείωσε από ένα γκολ.[25][165] Ήταν η πρώτη χρονιά στην ιστορία του συλλόγου που κατέκτησε τρεις τίτλους.[166] Αντίθετα, στο «Τουρνουά του Παρισιού» η Ρεάλ γνώρισε την ήττα από Βάσκο ντα Γκάμα με 4–3 με το Ντι Στέφανο να σημειώνει ένα γκολ.[167] Στις 3 Φεβρουαρίου 1957 η Ρεάλ ηττήθηκε από την Ατλέτικο Μαδρίτης εντός έδρας με 2–0. Αυτή ήταν η τελευταία εντός έδρας ήττα της ομάδας για 121 συνεχή παιχνίδια στο πρωτάθλημα σε διάστημα οκτώ ετών με το Ντι Στέφανο να έχει αποχωρήσει αήττητος, ρεκόρ κόσμου για σύλλογο που παρέμεινε ακατάρριπτο για σχεδόν έξι δεκαετίες.[168][169][170]
Οι απανωτές επιτυχίες καθιέρωσαν το Ντι Στέφανο ως τον κορυφαίο ποδοσφαιριστή του κόσμου, εκτίμηση που κράτησε μέχρι την αναρρίχηση του Πελέ μετά το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1958 και τις αρχές της δεκαετίας του 1960.[171][172][173] Καλύτερος συνεργάτης του ήταν ο Πούσκας με τους δύο κορυφαίους παίκτες του κόσμου να σχηματίζουν το πιο αποτελεσματικό επιθετικό δίδυμο στην ιστορία, τουλάχιστον σε επίπεδο συλλόγων. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο τελευταίο παιχνίδι της πρώτης χρονιάς του Ούγγρου, ο ίδιος και ο Ντι Στεφάνο ήταν ισοδύναμοι ως οι πρώτοι σκόρερ του πρωταθλήματος. Ο Πούσκας πέρασε τον τερματοφύλακα αλλά αντί να σκοράρει, γύρισε τη μπάλα στον ελεύθερο εκείνη τη στιγμή Ισπανό (πλέον) προκειμένου να τη στείλει ο τελευταίος στα δίχτυα και να αναδειχθεί μόνος του κορυφαίος σκόρερ.[174][175][176] Ο Πούσκας είχε πει ότι «με τον Αλφρέδο όλα ήταν πιο εύκολα. Ήταν ο καλύτερος συνεργάτης».[177]
Η ευρωπαϊκή κυριαρχία συνεχίστηκε και τα επόμενα τρία χρόνια: στα προημιτελικά της επόμενης διοργάνωσης το εμπόδιο της Σεβίλλης φαίνονταν αρχικά δύσκολο μετά την ισοπαλία με 2–2 εκτός έδρας, ενώ τρεις ημέρες πριν τη δεύτερη αναμέτρηση οι Σεβιλλιάνοι επικράτησαν στο μεταξύ τους αγώνα πρωταθλήματος στην έδρα τους. Τέσσερα γκολ του Ντι Στέφανο οδήγησαν την ομάδα της Μαδρίτης σε ένα θριαμβευτικό 8–0.[178][179] Ο τελικός της διοργάνωσης στις Βρυξέλλες ήταν συναρπαστικός με αντίπαλο τη Μίλαν κρινόμενος στην παράταση (3–2), ο δε Ντι Στέφανο ήταν πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης με 10 τέρματα.[180][181] Ο ίδιος ο Ντι Στέφανο τη χαρακτήρισε ως «νίκη-κλοπή».[162] Οι τότε κανονισμοί του βραβείου της Χρυσής Μπάλας δεν επέτρεπαν τη δυνατότητα να είναι υποψήφιος και εκείνη τη χρονιά.[143][182] Από την επόμενη σεζόν ο Ντι Στέφανο απέκτησε τον καλύτερο συνεργάτη του, Στον τελικό του 1959 ο Ντι Στέφανο σκόραρε για τέταρτο συνεχόμενο τελικό στη νίκη επί της Σταντ ντε Ρενς με 2–0.[58][183][184] Η αλλαγή της διαδικασίας απονομής της Χρυσής Μπάλας του πρόσφεραν τη δεύτερο βραβείο το 1959.[143][185] Στα ημιτελικά της διοργάνωσης του 1959–60 ήρθε η σύγκρουση με την πρωταθλήτρια Ισπανίας Μπαρτσελόνα και που συνοδεύτηκε με δύο νίκες με 3–1, με δύο γκολ του Ντι Στέφανο στη Μαδρίτη.[186][187] Ο τελικός του 1960 με αντίπαλο την Άιντραχτ Φρανκφούρτης (7–3) στη Γλασκώβη θεωρείται ως ο θεαματικότερος στην ιστορία του θεσμού, μπροστά σε περίπου 130.000 θεατές (127.621 εισιτήρια, αριθμός ρεκόρ στην ιστορία των τελικών που παραμένει). Στον αγώνα της 18ης Μαΐου στο Χάμπντεν Παρκ, η Ρεάλ ξεκίνησε νωθρά και πιθανά με υπερβολική αυτοπεποίθηση, οι Δυτικογερμανοί αντίθετα ξεκίνησαν με θάρρος και ενθουσιασμό και στο πρώτο κιόλας λεπτό, ένα διαγώνιο σουτ παραλίγο να γίνει γκολ, κάτι που δεν αποφεύχθηκε στο 18ο λεπτό δίνοντας στην Άιντραχτ το προβάδισμα. Με τη Ρεάλ να παίζει πολύ κάτω από τα καλύτερά της, φαινόταν σαν μεγάλη έκπληξη θεωρητικά, αλλά τότε ήταν που ο Ντι Στέφανο πήρε τον έλεγχο του αγώνα και η Ρεάλ έκανε μία εμφάνιση που καμία ομάδα, και σίγουρα όχι η Άιντραχτ, δεν θα μπορούσε να αντιμετωπίσει. Με την πρώτη του επίθεση στη μεγάλη περιοχή της γερμανικής ομάδας, ο Ντι Στέφανο πέρασε τη μπάλα πέρα από τον τερματοφύλακα για να διατηρήσει το ρεκόρ του να σκοράρει σε κάθε τελικό Κυπέλλου Ευρώπης. Δύο λεπτά αργότερα ο Αργεντινός εκμεταλεύτηκε ασθενή απόκρουση του τερματοφύλακα και έδωσε το προβάδισμα στην ομάδα του. Ο Ντι Στέφανο κινούσε τώρα το παιχνίδι, εμφανιζόταν σε κάθε περιοχή του γηπέδου και ύφαινε σχέδια που απλώς απογοήτευσαν τον αντίπαλο. Ακολούθησαν τέσσερα συνεχόμενα γκολ του Πούσκας με τη γερμανική ομάδα να δέχεται το σύνολο των επιθετικών πυρών της μαδριλένικης αρμάδας, η απόδοση της οποίας θεωρείται ως η καλύτερη όλων των εποχών από σύλλογο σε μία συνάντηση.[188][189][190][191] Μετά το έβδομο γκολ της Ρεάλ ο Ντι Στέφανο είχε και σουτ στο δοκάρι.[192] Αυτός ήταν και ο μόνος τελικός που το δίδυμο Ντι Στέφανο - Πούσκας αγωνίστηκε μαζί.[193] Μετά το τέλος της συνάντησης, οι εντυπωσιασμένοι φίλαθλοι απαίτησαν από τους παίκτες της ισπανικής ομάδας να ξαναμπούν στον αγωνιστικό χώρο για να τους αποθεώσουν.[194] Οι δύο παίκτες εξακολουθούν να παραμένουν οι μόνοι που σκόραραν χατ τρικ σε τελικό του μεγάλου Ευρωπαϊκού Κυπέλλου.[195][196][197] Ο Ντι Στέφανο σημείωσε το πρώτο γκολ της ομάδας για τέταρτο από τους πέντε τελικούς που αγωνίστηκε.[198] Το 2018 το France Football αναγνώρισε την επιθετική τριάδα Ντι Στέφανο - Πούσκας - Χέντο εκείνης της σεζόν ως την καλύτερη στην ιστορία του θεσμού.[199][200]
Την ίδια χρονιά ήρθε και η κατάκτηση του κόσμου με την επικράτηση επί της Πενιαρόλ στο διπλό τελικό του πρώτου Διηπειρωτικού Κυπέλλου (0–0 στο Μοντεβιδέο και 5–1 στη Μαδρίτη με ένα γκολ του Ντι Στέφανο). Ο επαναληπτικός τη Μαδρίτης μπροστά σε 125.000 θεατές είχε κριθεί στα δέκα πρώτα λεπτά με ένα ασταμάτητο ρεσιτάλ από τους γηπεδούχους, με το σκορ στο 3–0. Ο Πούσκας σκόραρε το πρώτο γκολ, ο Ντι Στέφανο σκόραρε με τακουνάκι το δεύτερο και ο Ούγγρος με απευθείας φάουλ από την άκρη της περιοχής ολοκλήρωσε το άριστο μίγμα επιθετικότητας και αποτελεσματικότητας.[201][202][203]
Η δεκαετία του 1960
Η απώλεια του πρωταθλήματος του 1960 από τη Μπαρτσελόνα (ισοβαθμία με διαφορά τερμάτων[204]) δεν εμπόδισε τις φιλοδοξίες για έκτο συνεχόμενο ευρωπαϊκό τίτλο, όμως στη φάση των "16" η κλήρωση έφερε τη Ρεάλ αντιμέτωπη με τη νέα πρωταθλήτρια Ισπανίας. Στους διπλούς αγώνες η διαιτησία των δύο Βρετανών απέσπασε το σύνολο των αρνητικών σχολίων και δημοσιευμάτων (πλην των βρετανικών), με τα σφυρίγματα να ευνοούν το σύλλογο της Καταλονίας. Το 2–2 του αγώνα στη Μαδρίτη (η πρώτη ισοπαλία της Ρεάλ στην έδρα της στο Κύπελλο Πρωταθλητριών), συμπληρώθηκε με 2–1 στη Βαρκελώνη υπέρ των γηπεδούχων και δύο γκολ του Ντι Στέφανο (και τρία συνολικά) να ακυρώνονται εσφαλμένα ως οφσάιντ.[205][206][207] Την αγωνιστική περίοδο 1960–61 ξεκινά μια τετραετής κυριαρχία του συλλόγου στο πρωτάθλημα με την πρώτη χρονιά να κατακτά τον τίτλο αήττητη. Την 22η αγωνιστική, ο Ντι Στέφανο σε ένα από τα καλύτερα παιχνίδια της καριέρας του στο Σαντιάγο Μπερναμπέου σημειώσε τέσσερα γκολ κατά τη διάρκεια της νίκης με 5–0 επί της Γρανάδας σημειώνοντας το έκτο (και τελευταίο) «πόκερ» («σούπερ χατ τρικ») της καριέρας του με τον ισπανικό σύλλογο. Η Ρεάλ ανακηρύχθηκε πρωταθλήτρια από την 25η αγωνιστική, μετά τη νίκη με 3–0 επί της Μαγιόρκα έχοντας ρεκόρ στο ισπανικό πρωτάθλημα 15 συνεχόμενων νικών (που διατηρήθηκε για μισό αιώνα [208]) κατά τη διάρκεια των οποίων ο Ντι Στέφανο σημείωσε 16 γκολ.[137][209][210] Τα αποτελέσματα όμως στην Ευρώπη δεν ήταν ανάλογα. Η πορεία την πρώτη χρονιά ανακόπτεται από τη Μπαρτσελόνα (συνολικό σκορ 4–3), ο δε Ντι Στέφανο είναι δεύτερος σκόρερ στο πρωτάθλημα με 21 τέρματα πίσω από τον Πούσκας, ο οποίος έχει αναλάβει το ρόλο του κύριου εκτελεστή.[211] Τη σεζόν 1961–62 η Ρεάλ έφτασε στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών αλλά έχασε από τη Μπενφίκα με 5–3, η πρώτη ήττα σε τελικό και ο πρώτος που δεν σκόραρε ο Ντι Στέφανο.[212][213] Τα συνολικά επιτεύγματά του στη διοργάνωση ήταν αρκετά για να αξιολογηθεί το 2019 από την L'Équipe ως ο καλύτερος παίκτης της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης.[214] Από τη σεζόν 1962–63 άρχισε η αγωνιστική του κάμψη με την ταχύτητα του να μην είναι πλέον χαρακτηριστική, ενώ σε αγώνα του πρωταθλήματος εκείνης της χρονιάς ανταπέδωσε με χτύπημα σε αντίπαλο. Η διαμάχη του κόστισε την αποβολή του (για πρώτη και τελευταία φορά στη ζωή του) και τη δίμηνη τιμωρία του.[37] Έτσι, εκείνη τη σεζόν αγωνίστηκε σε 13 παιχνίδια πρωταθλήματος σημείωσε όμως 12 γκολ.[137][215] Παρ' αυτά, εκείνη τη χρονιά σημειώθηκε η μεγαλύτερη εκτός έδρας νίκη της Ρεάλ σε Ελ Κλάσικο (27 Ιανουαρίου 1963 για το πρωτάθλημα, αποτέλεσμα 1–5) και ο Ντι Στέφανο συνέβαλε με ένα γκολ.[216][217]
Τα συγκεντρωτικά αποτελέσματα της καριέρας του Ντι Στέφανο στη Ρεάλ εντυπωσιακά: οκτώ πρωταθλήματα Ισπανίας και ακόμη πέντε συνεχόμενα Ευρωπαϊκά Κύπελλα Πρωταθλητριών, σημειώνοντας τουλάχιστον ένα γκολ σε κάθε τελικό (ρεκόρ ακόμα ακατάρριπτο) [218][219] και συνολικά επτά (επίδοση επίσης ρεκόρ που κατέχει μαζί με τον Φέρεντς Πούσκας), ένα Διηπειρωτικό Κύπελλο, δύο Λατινικά Κύπελλα και ατομικά, δύο Χρυσές Μπάλες (1957 και 1959),[220][221][222] τον τίτλο του πρώτου σκόρερ του πρωταθλήματος πέντε φορές (το 1954 με 27 γκολ, το 1956 με 24 γκολ, το 1957 με 31 γκολ, το 1958 με 19 γκολ και το 1959 με 23 γκολ).[136][215][223] Με 49 τέρματα σε 58 συναντήσεις ήταν πρώτος σκόρερ του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, ρεκόρ που κράτησε για σχεδόν τέσσερις δεκαετίες και με αναλογία γκολ ανά αγώνα που ουδείς μετά από αυτόν έφθασε.[213][224] Σε αυτά τα 11 χρόνια με τη Ρεάλ Μαδρίτης, σημείωσε συνολικά 418 τέρματα σε 510 αγώνες, 308 σε 396 σε επίσημες συναντήσεις, με 216 γκολ στο πρωτάθλημα σε 282 αγώνες, αριθμοί που τον κατέτασαν ως πρώτο σκόρερ για το σύλλογο για περισσότερο από τέσσερις δεκαετίες.[19][118][225] Σε επίπεδο συλλόγων στην Ισπανία η πλήρης ανατροπή είχε συντελεστεί εκείνη τη δεκαετία: οκτώ πρωταθλήματα για τη Ρεάλ, μόνο δύο για τη Μπαρτσελόνα, με ακριβώς αντίστροφους αριθμούς στην προ-Ντι Στέφανο εποχή.[132][226][227]
Μοναδικό ίσως γεγονός στην ποδοσφαιρική ιστορία αποτελεί η πρόθεση της Ρεάλ Μαδρίτης να παραχωρήσει με τη μορφή δανεισμού το Ντι Στέφανο στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ μετά την αεροπορική τραγωδία του Μονάχου το 1958. Ο προπονητής του αγγλικού συλλόγου Ματ Μπάσμπι, είχε την εκτίμηση του προέδρου της Ρεάλ μετά τους ημιτελικούς του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου του 1957, όπου τα «μωρά του Μπάσμπι» έδειξαν πλούσιο ταλέντο. Η ιστορία της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ για πάντα την επόμενη χρονιά με την απώλεια του μεγαλύτερου μέρους της ομάδας. Ο πρόεδρος της Ρεάλ, αφιέρωσε το τρόπαιο στη Γιουνάιτεντ και μάλιστα το πρόσφερε στον σύλλογο, ο οποίος το αρνήθηκε. Ο Μπερναμπέου ήθελε να προχωρήσει περισσότερο και προσέφερε το πιο πολύτιμο περιουσιακό στοιχείο της Μαδρίτης, τον πιο πολυπόθητο παίκτη στον κόσμο - τον Αλφρέδο Ντι Στέφανο - στους Άγγλους τον επόμενο χρόνο. Όλα τα μέρη συμφώνησαν να γίνει αποδεκτή η συμφωνία βραχυπρόθεσμου δανείου, αλλά προς έκπληξη η Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία της Αγγλίας εμπόδισε την κίνηση με την πεποίθηση ότι θα σταματούσε την πρόοδο ενός Βρετανού παίκτη. Ο Μπερναμπέου και η Ρεάλ δεν ενοχλήθηκαν στις προσπάθειές τους να βοηθήσουν. Έφτιαξαν ένα αναμνηστικό λάβαρο με τα ονόματα των νεκρών του Μονάχου, που ονομάζεται Champions of Honor (Τιμημένοι Πρωταθλητές), το οποίο πωλήθηκε στην Ισπανία για να συγκεντρώσει χρήματα για την ομάδα του Μάντσεστερ. Προσέφεραν τη χρήση των πολυτελών εγκαταστάσεων τους στους τραυματίες και τις οικογένειες των πληγέντων δωρεάν και στη συνέχεια διοργάνωσαν μια σειρά φιλικών μεταξύ των συλλόγων. Τα δύο πρώτα παιχνίδια έγιναν το Δεκέμβριο του 1959 και η Ρεάλ κέρδισε και τα δύο - σκοράροντας 12 τέρματα (από ένα γκολ σε κάθε αγώνα του Ντι Στέφανο), αλλά τα έξι που ακολούθησαν έδειξαν ότι η Γιουνάιτεντ ήταν στο δρόμο για την ανοικοδόμηση μιας νέας εποχής.[228][229][230]
Αξιομνημόνευτο γεγονός της πορείας του στον ισπανικό σύλλογο αποτελεί η νύχτα της 24ης Αυγούστου 1963, όταν η Ρεάλ πήγε στη Βενεζουέλα για να παίξει για τρίτη φορά στο Pequena Copa del Mundo. Ήταν τότε που μία επαναστατική οργάνωση (FALN) εισέβαλε στο ξενοδοχείο της αποστολής με μεταμφίεση αστυνομικών και τον απήγαγε.[231][232] Τελικά, το θέμα έληξε μετά από τρεις ημέρες με τον Ντι Στέφανο να δηλώνει πως οι απαγωγείς δεν τον κακομεταχειρίστηκαν. Μάλιστα μία μέρα αργότερα ο Αργεντινός αγωνίστηκε κανονικά στο φιλικό απέναντι στη Σάο Πάολο γνωρίζοντας την αποθέωση από το κοινό.[233][234]
Το τελευταίο του γκολ για τη μαδριλένικη ομάδα το σημείωσε στις 17 Μαΐου του 1964 με αντίπαλο τη Ρεάλ Σοσιεδάδ για το Κύπελλο Ισπανίας, ενώ το τελευταίο του παιχνίδι το έπαιξε στις 27 Μαΐου, στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών απέναντι στην Ίντερ, όπου η διαφωνία του με τον προπονητή και τέως συμπαίκτη του Μιγκέλ Μουνιόθ έθεσε τέλος στη συμπόρευση με το σωματείο της ισπανικής πρωτεύουσας.[202][235] Τρεις μέρες μετά τον αγώνα, στον ημιτελικό του Κυπέλλου κόντρα στην Ατλέτικο, ο Ντι Στέφανο δεν συμπεριλήφθηκε στην ομάδα χωρίς να συντρέχει λόγος τραυματισμού. Ο ιστορικός πρόεδρος του συλλόγου Σαντιάγκο Μπερναμπέου στήριξε τον προπονητή δίνοντας το σύνθημα για ανανέωση στην ομάδα και πρότεινε θέση στο προπονητικό προσωπικό, μιας και ο Ντι Στέφανο ήταν ήδη 38 ετών. Ο ίδιος όμως ήθελε να συνεχίσει να αγωνίζεται ζητώντας τη μεταγραφή του και έτσι μετακόμισε στην Εσπανιόλ Βαρκελώνης.[236][237][238] Ήταν τότε ο μεγαλύτερος σε ηλικία παίκτης που είχε αγωνιστεί ποτέ με το σύλλογο.[239] Η ιστορία δικαίωσε τους Μπερναμπέου-Μουνιόθ με τη Ρεάλ να αναδεικνύεται πρωταθλήτρια την επόμενη χρονιά.[240]
Εσπανιόλ
Ο Ντι Στέφανο ολοκλήρωσε την καριέρα του μετά από δύο χρόνια, το 1966, σε ηλικία 40 ετών. Το πρωτάθλημα του 1964–65, κατά σύμπτωση ξεκίνησε με αναμένετρηση Εσπανιόλ-Ρεάλ Μαδρίτης και ο Ντι Στέφανο έκανε το ντεμπούτο του εναντίον της πρώην ομάδας του στις 13 Σεπτεμβρίου 1964, η οποία και νίκησε με 1–2 με δύο γκολ του Πούσκας. Η πρώτη του σεζόν η παρουσία του ήταν πολύ καλή και σκόραρε επτά γκολ σε 24 αγώνες. Η ομάδα είχε γλιτώσει τον υποβιβασμό την προηγούμενη χρονιά την τελευταία στιγμή, ενώ τη νέα σεζόν δεν κινδύνεψε, ενώ προκρίθηκε στο Inter-Cities Fairs Cup, πρόδρομο του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ.[241][242] Η Εσπανιόλ είχε αρκετούς έμπειρους παίκτες, και νέους ταλαντούχους, που βοηθήθηκαν από την παρουσία του την επόμενη χρονιά ώστε να φτάσουν στη φάση των "16" στη διεθνή διοργάνωση. Όμως, ο ίδιος δεν είχε την απαιτούμενη φυσική κατάσταση και τη δεύτερη σεζόν είχε και απογοητευτικες εμφανίσεις, ειδικά στα δεύτερα ημίχρονα των αγώνων. Το τελευταίο επίσημο παιχνίδι της σταδιοδρομίας του ήταν την 1η Μαΐου 1966 εναντίον της Ρεάλ Μπέτις στη Σεβίλλη, όπου η ομάδα του γνώρισε ήττα με 4–0.[241][243][244]
Κλείνοντας την καριέρα του στην Ισπανία ήταν ο δεύτερος σκόρερ στην ιστορία του πρωταθλήματος με 227 τέρματα πίσω μόνο από τον Τέλμο Θάρα.[51] Τα 22 χατ-τρικ σε αγώνες πρωταθλήματος ήταν ρεκόρ που διατηρήθηκε για μισό αιώνα.[245] Το αποχαιρετιστήριο παιχνίδι του ήταν το 1967 (7 Ιουνίου) μεταξύ Ρεάλ Μαδρίτης και της Σέλτικ στο Στάδιο Σαντιάγο Μπερναμπέου μπροστά σε 120.000 θεατές που αποθέωσαν το θρύλο της ισπανικής ομάδας όταν αποχώρησε συμβολικά μετά από 14 λεπτά. Η ιστορία κατέγραψε το αποτέλεσμα υπέρ των Σκωτζέζων με 1–0. [246][247][248]
Διεθνής καριέρα
Αγωνίστηκε σε τρεις διαφορετικές εθνικές ομάδες, στην Αργεντινή (6 συμμετοχές), στην Κολομβία (4 συμμετοχές - σε ανεπίσημους, μη αναγνωρισμένους από τη FIFA αγώνες - η ονομασία της ομάδας ήταν Κολομβία ΧΙ - ισπανικά:Combinado XI,[50][249]) και στην Ισπανία (31 συμμετοχές).[250][251]
Έκανε το ντεμπούτο του με την εθνική ομάδα της Αργεντινής το 1947, παίζοντας και κατακτώντας το Κόπα Αμέρικα σημειώνοντας έξι γκολ, σε μία εποχή που θεωρείται ως η καλύτερη στην ιστορία της εθνικής της νοτιοαμερικάνικης χώρας.[252][253][254] Ταξιδεύοντας για τη διοργάνωση ήταν στους αναπληρωματικούς, αλλά επωφελήθηκε του τραυματισμού του Πορτόνι στο πρώτο αγώνα με τη Βολιβία (7–0) στις 4 Δεκεμβρίου και βλέποντας δίχτυα μία φορά σημειώνοντας το τελευταίο γκολ στο ντεμπούτο του έμεινε στη βασική ενδεκάδα, ενώ με αντίπαλο την Κολομβία (6–0) στις 18 Δεκεμβρίου, σημείωσε το πρώτο διεθνές του χατ τρικ.[254][255][256] Η Αργεντινή κατέκτησε το Κόπα Αμέρικα για τρίτη συνεχόμενη φορά, κάτι που έκτοτε δεν έχει επιτύχει καμία ομάδα στη διοργάνωση. Η φήμη του Ντι Στέφανο ενισχύθηκε σημαντικά. Με έξι γκολ σε έξι παιχνίδια, ήταν δεύτερος σκόρερ πίσω από τον Ουρουγουανό Νίκολας Φαλέρο (Nicolas Falero), όμως αυτές ήταν οι μόνες εμφανίσεις του με την εθνική ομάδα της Αργεντινής.[106][250] Παρά το γεγονός αυτό, το 2011 η ΚΟΝΜΕΜΠΟΛ τον επέλεξε στην καλύτερη ενδεκάδα στην ιστορία του Κόπα Αμέρικα.[257][258]
Το 1950 χάνει την πρώτη ευκαιρία να αγωνιστεί σε Παγκόσμιο Κύπελλο, αφού η Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου της Αργεντινής παραιτείται της συμμετοχής στη διοργάνωση της Βραζιλίας, με τα εσωτερικά προβλήματά της να μην έχουν βρει καμία λύση, ενώ βρισκόταν και σε διαμάχη με τις αρχές του αθλήματος της γειτονικής χώρας.[259][260][261] Το 1954 χάνει τη δεύτερη ευκαιρία να αγωνιστεί σε Παγκόσμιο Κύπελλο αφού η νέα του εθνική, αυτή της Κολομβίας δεν προκρίνεται στην τελική φάση της διοργάνωσης, ενώ και η Αργεντινή δεν συμμετείχε στην προκριματική φάση.[144][262] Με την παρουσία του στην ιβηρική γη, απέκτησε την ισπανική ιθαγένεια το 1956. Έτσι, μεταφέρθηκε αγωνιστικά από τις εθνικές των λατινοαμερικάνικων χωρών, σε αυτή της Ισπανίας, η οποία όμως δεν ήταν ικανή αρκετά για να συμμετάσχει στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1958. Έκανε το ντεμπούτο του στις 30 Ιανουαρίου 1957 σημειώνοντας χατ τρικ με αντίπαλο την Ολλανδία στη νίκη στη Μαδρίτη με 5–1.[34][254][263] Παρά την ισχυρή επιθετική της γραμμή και τα ικανά στελέχη της ατομικά, αποκλείστηκε στα προκριματικά από τη Σκωτία με την αμφισβήτηση των φιλάθλων από τον πρώτο αγώνα να δικαιώνεται.[264][265]
Με τη νέα εθνική του ομάδα δεν γνώρισε επιτυχίες ανάλογες με αυτές που είχε σε συλλογικό επίπεδο. Το 1960, στο πρώτο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα υπήρχαν πολλές προσδοκίες από την Ισπανία. 16 ομάδες συμμετείχαν που ξεκίνησαν στην ανάλογη φάση. Η Ισπανία ξεκίνησε με την Πολωνία, την οποία και απέκλεισε με συνολικό σκορ 7–2 με δύο γκολ του Ντι Στέφανο στον εκτός έδρας αγώνα (νίκη των Ισπανών με 4–2). Στους προημιτελικούς, η Ισπανία θα έπαιζε με την Σοβιετική Ένωση, μια κομμουνιστική χώρα (όπως όμως και η Πολωνία), και η πολιτική του δικτάτορα Φρανσίσκο Φράνκο ήταν παρούσα: απέσυρε την Ισπανία από τη διοργάνωση, την οποίο κέρδισε η ίδια η Σοβιετική Ένωση. Η Ισπανία δεν αρνήθηκε να πάει στη Μόσχα, αλλά να δεχθεί την ΕΣΣΔ στην έδρα της με το Φράνκο να θεωρεί ότι η παρουσία των Σοβιετικών θα προκαλούσε χειρονομίες συμπάθειας στο γήπεδο. Προσφέρθηκε να παιχθεί ένας αγώνας στη Μόσχα και ένας άλλο σε ουδέτερο γήπεδο ή και τα δύο στη Μόσχα, κάτι που δεν έγινε αποδεκτό.[265][266][267] Το (Παγκόσμιο Κύπελλο του 1962), ήταν η τελευταία του ευκαιρία να αγωνιστεί στην μεγαλύτερη διοργάνωση: στα προκριματικά η Ισπανία δυσκολεύτηκε ιδιαίτερα να αποκλείσει την Ουαλία και αυτό χάρη στο εκτός έδρας νικητήριο γκολ του Ντι Στέφανο (2–1, 1–1 στη Μαδρίτη).[254][268] Η πρόκριση επί του Μαρόκου ήρθε πιο εύκολα. Ο τραυματισμός του όμως αργότερα κατά τη διάρκεια της χρονιάς δεν του επέτρεψε την αγωνιστική του παρουσία στην τελική φάση της διοργάνωσης παρά τη συμμετοχή του στην αποστολή της Ισπανίας, που απέτυχε στη Χιλή.[261][263]
Με την εθνική Ισπανίας σημείωσε συνολικά 23 τέρματα, επίδοση που ήταν ρεκόρ και καταρρίφθηκε το 1990 από τον Εμίλιο Μπουτραγκένιο.[254][269] Επίσης αγωνίστηκε σε λίγες φιλικές συναντήσεις με την ανεπίσημη εθνική ομάδα της Μαδρίτης.[270] Σε φιλική συνάντηση της Ισπανίας με το Βέλγιο το 1957 σημείωσε το πιο εντυπωσιακό γκολ της σταδιοδρομίας του (ο ίδιος το είχε επιλέξει αλλά και η άποψη συμπαικτών και θεατών ήταν η ίδια), το οποίο όμως, δεν κατέγραψε η κάμερα. Έπειτα από δουλειά και έρευνα μηνών, ιταλικό κανάλι αναπαρέστησε τρισδιάστατα το γκολ του Ντι Στέφανο βασιζόμενο σε μαρτυρίες.[271][272][273] Στις 23 Οκτωβρίου 1963 ήταν αρχηγός της Μικτής Κόσμου (επίσημα ονομάστηκε Rest of the World) που αγωνίστηκε με την Εθνική Αγγλίας για τα 100 χρόνια της βρετανικής ποδοσφαιρικής ιστορίας έχοντας συμπαίκτες όπως οι Φέρεντς Πούσκας, Ρεϊμόν Κοπά, Εουσέμπιο, Λεβ Γιασίν, Ντζάλμα Σάντος, Ούβε Ζέελερ, Γιόζεφ Μάζοπουστ, Ντένις Λόου.[274][275] Επίσης συμμετείχε στη Μικτή Ευρώπης στον αγώνα προς τιμή του Στάνλεϊ Μάθιους στις 28 Απριλίου 1965.[276][277][278]
Σε όλη την καριέρα του συμμετείχε σε 1.126 επίσημους και φιλικούς αγώνες σε Αργεντινή, Κολομβία και Ισπανία και σημείωσε 893 γκολ.[135][279][280][281] Έχοντας σημειώσει 376 τέρματα σε συναντήσεις πρώτης εθνικής κατηγορίας, κατατάσσεται στους 25 πρώτους όλων των εποχών, ενώ σε επίσημους αγώνες σημείωσε 524 τέρματα (τουλάχιστον) σε 720 αγώνες.[282]
Χαρακτηριστικά παιχνιδιού
Με κύριο χαρακτηριστικό την ταχύτητα που του έδωσε και την προσωνυμία, ο Ντι Στέφανο καθιερώθηκε στην αρχή της καριέρας του. Μεταξύ των οπαδών της Ρίβερ Πλέιτ άρχισε να ακούγεται το σύνθημα: «Βοήθεια, βοήθεια, η Σαΐτα έρχεται με την ορμή της».[53][242] «Στο ποδόσφαιρο μόνο η ταχύτητα σου δίνει μεγαλύτερη διάσταση» έλεγε ο ίδιος.[283] Διέθετε τακτική παιδεία μέσα στο γήπεδο και μπορούσε να παίξει σε πολλές θέσεις.
Τυπικά αγωνιζόταν ως κεντρικός επιθετικός, αλλά οι τεχνικές του ικανότητες, η ταχύτητα, η εξαιρετική φυσική κατάσταση και η διορατικότητά του στον αγωνιστικό χώρο έδιναν μεγάλη ευελιξία στην παρουσία του, τη δυνατότητα να αναλαμβάνει την πρωτοβουλία στην ανάπτυξη του παιχνιδιού και έτσι να είναι αυτός η αρχή των επιθέσεων διευκολύνοντας άλλους συμπαίκτες του να γίνουν αυτοί οι τελικοί αποδέκτες της μπάλας, παρέχοντας έτσι πολλαπλές τελικές πάσες (ασίστ). Οι αλλεπάλληλες του προσποιήσεις του και η ταχύτητα εκτέλεσης τον κατέστησαν ικανό να σημειώνει δύσκολα γκολ και με κάθε δυνατό τρόπο.[34][242][284][285] Ίσως το πιο αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό που επαναλαμβάνεται από τους θαυμαστές του, αναφέρεται στην ικανότητά του να επηρεάζει τον αγώνα με ατελείωτους τρόπους έχοντας ως βασικό τρόπο λειτουργίας την κινητικότητα, με τη σπάνια ικανότητα να κάνει καλύτερους άλλους ποδοσφαιριστές σε μία ακούραστη εμφάνιση μετά την άλλη.[17][286][287] Σε θέματα τεχνικής ήταν σχεδόν τέλειος: τυπικά δεξιοπόδαρος, είχε μέγαλη ευχέρεια και με το αριστερό, ο έλεγχός του ήταν κομψός και επιδέξιος, το πέρασμά του ήταν ακριβές και οξυδερκές, το σουτ του προσαρμοσμένο ανάλογα με τις συνθήκες. Από τη στιγμή της καθιέρωσης του ως κεντρικός επιθετικός κινούνταν στον οριζόντιο άξονα, χωρίς να υστερεί σε κανένα τομέα του παιχνιδιού.[18][70][172][284] Αρχικά δίπλα στον Πεντερνέρα και μετά στο Μορένο, παίζει το ρόλο του ως ενορχηστρωτής, εμπνέει και εφευρίσκει το παιχνίδι για όλους, προσπαθεί να είναι πάντα απαρατήρητος για να ακολουθήσει και να είναι επικίνδυνος, ο άνθρωπος-ομάδα γίνεται σταδιακά αυτός. Ο Λαμπρούνα ήταν ο κύριος σκόρερ της ομάδας, αλλά ο Ντι Στεφάνο ήταν η τέχνη της «διοίκησης». Τον διέκρινε επίσης αυστηρός επαγγελματισμός, στοιχείο που επηρέασε τις μετέπειτα αποφάσεις στη σταδιοδρομία του.[47][93][288] Από πλευράς τακτικής, έφτασε στην ωριμότητά του στα χρόνια της καριέρας του στην Κολομβία.[27][67] Αποτέλεσε έτσι πρότυπο ποδοσφαιριστή του ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου, που στη δεκαετία του 1970 με την ολλανδική σχολή κυριάρχησε στην Ευρώπη.[43][56][289][290]
Στους πρώτους μήνες που πέρασε στη Μαδρίτη, ο Αργεντινός δεν προσαρμόστηκε στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο και ειδικότερα στο ισπανικό που κατά παράδοση ήταν αμυντικογενές, αλλά επέβαλε το δικό του τρόπο παιχνιδιού, κινούμενος σε όλο τον αγωνιστικό χώρο με ταχύτητα και με την μπάλα χαμηλά στο γήπεδο. Καταστρέφοντας την τακτική ορθοδοξία του σχηματισμού WM που ήταν ο κυρίαρχος σχηματισμός για δεκαετίες, με τη συνεχή κίνηση προώθησε το άθλημα στη σύγχρονη εποχή.[115][151][291][292] Παρά τη συσσώρευση σπουδαίων του αθλήματος στη Ρεάλ Μαδρίτης, ο Ντι Στέφανο ήταν πάντα ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης, οι επιθέσεις της Ρεάλ περνούσαν πάντα από τα πόδια του, η αληθινή πηγή έμπνευσης όλης της ομάδας και οι άλλοι παίκτες ακολουθούσαν άνευ όρων την ηγετική (έως εγωιστική) του παρουσία που πάντα είχε ως στόχο τη νίκη σε κάθε αγώνα και τη συλλογική επιτυχία.[289][293][294][295] Όλοι αναγνώριζαν ότι κανένας άλλος παίκτης δεν συνδύασε τόσο αποτελεσματικά την ατομική εμπειρία με τη συνολική ικανότητα να οργανώνει μια ομάδα και να παίζει σύμφωνα με την ηγεσία του. Ήταν «ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο» προσωποποιημένο πριν εμφανιστεί ο όρος: άμυνα, επίθεση, σκοράρισμα γκολ, δημιουργία άλλων για τους συμπαίκτες του, με ρυθμό, όραμα και δύναμη, και όλα με μαχητικό πνεύμα σε μία αλληλουχία που κανείς μέχρι τότε δεν είχε δει.[182][296][297][298][299] Η άποψη ότι υπήρξε ο πιο πλήρης ποδοσφαιριστής όλων των εποχών έχει πολλούς υποστηρικτές.[135][300][301][302][303] Τόσο πλήρης που έλεγαν για αυτόν ότι η ομάδα του έπαιζε με δεκατρείς: δέκα παίκτες συν το Ντι Στέφανο σε επίθεση, μεσαία γραμμή και άμυνα.[304] Ο τρόπος που αγωνιζόταν είχε περισσότερες απαιτήσεις στη Ρεάλ σε σύγκριση με τη ήδη λειτουργική μηχανή της Ρίβερ Πλέιτ, όπως και ο ίδιος παραδέχθηκε, αλλά και η αναρρίχηση της ομάδας συνδέθηκαν άμεσα με τα πιο ουσιαστικά χρόνια της καριέρας του προσφέροντας θέαμα για το οποίο μνημονεύεται.[305][306][307] Έτσι, η αφοσίωσή του στην λειτουργία του παιχνιδιού ήταν τέτοια όσο κανενός άλλου στην ποδοσφαιρική ιστορία.[64] Ο Εδουάρδο Γκαλεάνο έγραψε χαρακτηριστικά ότι «Ο Ντι Στέφανο μπορούσε να χωρέσει ολόκληρο το γήπεδο στα παπούτσια του».[308][309] Υπήρξε επίσης πρωταγωνιστής των αποφασιστικών αγώνων συχνά σημειώνοντας το πρώτο γκολ της ομάδας σε πολλούς από αυτούς.[198][310]
Προπονητής
Ο Ντι Στεφάνο ακολούθησε στη συνέχεια καριέρα ως προπονητής εφαρμόζοντας τις αρχές που χρησιμοποίησε και στον τρόπο παιχνιδιού του ως παίκτης:[226] το 1967–68 βρισκόταν στον πάγκο της Έλτσε και στη συνέχεια μετακόμισε στην τεχνική διεύθυνση της Μπόκα Τζούνιορς το 1969 οδηγώντας την ομάδα στην κατάκτηση του πρωταθλήματος της Αργεντινής γνωρίζοντας μόνο μια ήττα.[29][311][312] Το 1970 επέστρεψε στην Ισπανία για οικογενειακούς λόγους και ανέλαβε τη Βαλένθια, με την οποία κατέκτησε απρόσμενα το ισπανικό πρωτάθλημα του 1971 (το πρώτο μετά το 1947), χάνοντας και στον τελικό Κυπέλλου την πρώτη αγωνιστική περίοδο,[313][314] ενώ η ομάδα ήταν δευτεραθλήτρια την επόμενη χρονιά.[315] Επέστρεψε στην πρώτη του ομάδα, Ρίβερ Πλέιτ το 1981, που την οδήγησε στην κατάκτηση του πρωτάθληματος. Παραμένει ο μόνος προπονητής που έχει οδηγήσει τους μακροχρόνιους αντιπάλους, Μπόκα και Ρίβερ στην κατάκτηση τίτλου πρωταθλήματος, ενδεικτικό και του σεβασμού που υπήρχε στο πρόσωπό του.[47][316][317] Το 1979 ανέλαβε τη Βαλένθια για δεύτερη φορά (από τις τέσσερις φορές που κάθισε στον πάγκο της) και την οδήγησε στην κατάκτηση του Κυπέλλου Κυπελλούχων Ευρώπης τη ίδια χρονιά (1979–80).[35][318][319]
Το 1982 επανήλθε στη Ρεάλ ως προπονητής για λιγότερο από δύο χρόνια. Η χρονιά 1982–83 ήταν απογοητευτική για το σύλλογο, τελείωσε τρίτη στο πρωτάθλημα Ισπανίας και έχασε σε τρεις τελικούς στους οποίους αγωνίστηκε μεταξύ των οποίων και τον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων. Άνοιξε όμως το δρόμο για μια γενιά παικτών που αργότερα θα σηματοδοτούσαν μια εποχή στο σύλλογο όπως οι Εμίλιο Μπουτραγκένιο, Μανουέλ Σανστίς και Μάρτιν Βάσκες. Στη Ρεάλ βρέθηκε και πάλι ως λύση έκτακτης ανάγκης τον Νοέμβριο του 1990 παραμένοντας για πέντε μήνες και κερδίζοντας το Σούπερ Κύπελλο Ισπανίας.[320][321][322][323] Καθοριστική για τη δεύτερη απομάκρυνση ήταν η απρόσμενη αποτυχία στο Κύπελλο Πρωταθλητριών τον Μάρτιο της επόμενης χρονιάς, με την ήττα εντός έδρας με 3–1 από τη Σπαρτάκ Μόσχας.[324] Σε πέντε χρονιές οι ομάδες του αναδείχθηκαν δευτεραθλήτριες.[251] Η δημιουργικότητά του επαλήθευε την άποψη ότι στο ποδόσφαιρο είναι πιο εύκολο να καταστρέφεις παρά να επινοείς. Ο ίδιος είχε πει σχετικά: «Για να χτίσω ένα σπίτι πρέπει να πάω στο πανεπιστήμιο για πέντε χρόνια, για να το γκρεμίσω χρειάζομαι μόνο ένα σφυρί».[325] Δεν έτρεφε μεγάλη συμπάθεια στη προπονητική, αποκαλώντας την «το χειρότερο επάγγελμα που μπορεί να κάνει κανείς». Ωστόσο, ενέπνευσε αρκετούς από τους παίκτες του στο να γίνουν οι ίδιοι προπονητές και κάτι τέτοιο θα πρέπει να οδηγήσει σε θετική αποτίμηση του προπονητικού του έργου.[326][327]
Τα τελευταία χρόνια
Ο Ντι Στέφανο εμφανίστηκε αρκετές φορές στον κινηματογράφο κατά τη διάρκεια της καριέρας του. Πρώτα στο Con los mismos colores, αργεντίνικη ταινία του 1949 που γνώρισε εμπορική επιτυχία,[328] στη συνέχεια στην Ισπανία σε πολλές ταινίες ντοκιμαντέρ αφιερωμένες στη Ρεάλ Μαδρίτης, στις ταινίες Once pares de botas (1954), La batalla del domingo (1963) αλλά και στην ταινία Saeta Rubia, που γυρίστηκε το 1956 και στην οποία παίζει τον δικό του ρόλο.[3][177] Ήταν επίσης πρωτοπόρος στη διαφήμιση μεταξύ αθλητών, υποστηρίζοντας πολλές εταιρείες και επωφελήθηκε σημαντικά από αυτά καθώς η δημοτικότητά του έφτασε στα ύψη.[300][329] Το 2000 κυκλοφόρησε η αυτοβιογραφία του με τον τίτλο Gracias, vieja («Ευχαριστώ, γριά»), τίτλος που αναφέρεται στη μπάλα και τη μητέρα του. Στη «γριά», που τον γέννησε, και στη μπάλα που τον έκανε να μεγαλώσει και που σύμφωνα με τον ίδιο του πρόσφερε τα πάντα.[69][252][330]
«Στην εποχή μου υπήρχαν σπουδαίοι παίκτες, ο Αλφρέδο Ντι Στέφανο, ο Γιόχαν Κρόιφ, ο Γκαρίντσα, ο Τζορτζ Μπεστ, ο Φραντς Μπεκενμπάουερ, αλλά τα τελευταία 15 χρόνια ο Μέσι είναι ο πρίγκιπας. Νομίζω ότι ο Ντι Στέφανο ήταν ο πιο ολοκληρωμένος, περισσότερο από τον Μαραντόνα και τον Μέσι». Πελέ[331]
Κατοικούσε στην Ισπανία μέχρι το θάνατό του το 2014. Στις 24 Δεκεμβρίου 1989 του απονεμήθηκε η «Σούπερ Χρυσή Μπάλα» (Super Ballon d'or) υπερψηφώντας των Γιόχαν Κρόιφ και Μισέλ Πλατινί που είχαν κερδίσει το έπαθλο τρεις φορές ο καθένας, ενώ ο ίδιος δύο. Το ειδικό αυτό βραβείο δεν έχει απονεμηθεί από τότε ξανά.[225][332] Το 1994 τιμήθηκε με το Τάγμα Αξίας της FIFA για την προσφορά του στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο.[333][334] Στο τέλος του 20ού αιώνα απόλαυσε την αναγνώριση από την ποδοσφαιρική κοινότητα με πολλαπλούς τίτλους και διακρίσεις. Η πολύχρονη παρουσία του στη Ρεάλ Μαδρίτης και η συνεισφορά του στην καταξίωσή της ως «βασίλισσας της Ευρώπης», οδήγησε το σύλλογο στην ανακήρυξή του το 2000 σε επίτιμο πρόεδρο.[77][251][333] Επίσης, εκλέχθηκε τέταρτος καλύτερος ποδοσφαιριστής του 20ού αιώνα σε ειδική ψηφοφορία του περιοδικού France Football, ανάμεσα στους νικητές της Χρυσής Μπάλας.[335] Το 2000 στην ψηφοφορία της «FIFA Football family» και των αναγνωστών του περιοδικού FIFA Magazine για την ανάδειξη του καλύτερου ποδοσφαιριστή του 20ού αιώνα ήρθε δεύτερος με 9,8 % των ψήφων, πίσω μόνο από τον Πελέ που πρώτευσε με 72,8 %.[13][336] Το 2003 επελέγη από την Ισπανική Ομοσπονδία ως ο «χρυσός παίκτης» της χώρας για τον εορτασμό των 50 χρόνων της ΟΥΕΦΑ.[337] Το 2004 συμπεριληφθηκε στη λίστα FIFA 100 με τους 125 καλύτερους εν ζωή ποδοσφαιριστές.[338]
Παρέμεινε κοντά στη Ρεάλ Μαδρίτης από τη θέση του επίτιμου προέδρου συμμετέχοντας σε επίσημες δραστηριότητες, ενώ αρθρογραφούσε σε τακτική βάση.[339] Συχνά τον αναζητούσαν για τις απόψεις του για τους παίκτες και το σύγχρονο ποδόσφαιρο που συνοψίζονταν στο ότι «οι άνθρωποι σήμερα έχουν εμμονή με τα χρυσά βραβεία, για το ποιος είναι ο καλύτερος… όταν στην πραγματικότητα ξέρουμε ότι αυτός με περισσότερα χρήματα κερδίζει».[27]
Στις 24 Δεκεμβρίου 2005, ο 79χρόνος «Δον Αλφρέδο» υπέστη καρδιακή προσβολή, που τον ανάγκασε να υποβληθεί σε επέμβαση αορτοστεφανιαίας παράκαμψης και να διακόψει το κάπνισμα.[340][341] Στις 9 Μαΐου 2006, εγκαινιάστηκε το «Στάδιο Αλφρέδο Ντι Στέφανο» (Estadio Alfredo Di Stefano) στην πόλη της Μαδρίτης και έγινε έδρα της δεύτερης ομάδας της Ρεάλ.[342][343] Εναρκτήριος αγώνας ήταν μεταξύ Ρεάλ Μαδρίτης και της Ρεμς, μια επανάληψη του τελικού του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου του 1956. Η UEFA του απέδωσε τον πρώτο τίτλο του προεδρικού βραβείου της το 2007, ως αναγνώριση της εξαιρετικής και μακροχρόνιας προσφοράς του στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο.[289] Το 2008 σε διαδικτυακή ψηφοφορία που διοργάνωσε η Ρεάλ Μαδρίτης, εξελέγη καλύτερος παίκτης στην ιστορία του συλλόγου, μπροστά από το Ζινεντίν Ζιντάν.[344][345] Τελική απόδειξη του αποτυπώματος που άφησε, ακόμα και όταν έπαιζε σε μια εποχή που τα παιχνίδια δεν ήταν ακόμη τηλεοπτικά. Από το 2008 ένα μπρούτζινο άγαλμα 2,5 μέτρων κοσμεί το χώρο του γηπέδου, εμπνευσμένο από τον πανηγυρισμό του μετά από χατ τρικ που σημείωσε στον αγώνα εναντίον της Βάσας Βουδαπέστης στη Μαδρίτη για τον πρώτο ημιτελικό του Κύπελλο Πρωταθλητριών της χρονιάς 1957–58.[281][346][347] Από τη σεζόν 2007–08, το τρόπαιο που βραβεύει τον καλύτερο παίκτη του ισπανικού πρωταθλήματος φέρει το όνομά του.[3]
Τον Οκτώβριο του 2011 ο Ντι Στέφανο ήταν από τους 15 πρώτους που συμπεριλήφθησαν μετά από ψηφοφορία στην Αίθουσα Φήμης του Ποδοσφαίρου (Salón de la Fama del Fútbol), που στεγάζεται στην πόλη Πατσούκα, της πολιτείας Ιδάλγο του Μεξικού τα εγκαίνια του οποίου έγιναν στις 11 Ιουλίου του ίδιου έτους. Το μουσείο συμπεριλαμβάνει τους καλύτερους ποδοσφαιριστές όλων των εποχών.[222][348][349]
Στις 5 Ιουλίου 2014 στις 5:00 μ.μ., υπέστη καρδιοαναπνευστική ανακοπή κατά τη διάρκεια του εορταστικού γεύματος των 88ων γενεθλίων του. Μεταφέρθηκε στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Gregorio Marañón στη Μαδρίτη, όπου ανέκαμψε και τέθηκε σε προκλητό κώμα. Έφυγε από τη ζωή δύο μέρες αργότερα, στις 7 Ιουλίου.[337][350][351] Η σορός του εκτέθηκε στο Στάδιο Σαντιάγο Μπερναμπέου την επόμενη ημέρα, ενώ ετάφη στο νεκροταφείο La Almudena.[173][352] Κατά τη διάρκεια του ημιτελικού του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2014 μεταξύ Αργεντινής και Ολλανδίας στις 9 Ιουλίου, τιμήθηκε με ένα λεπτό σιγή, ενώ η ομάδα της Αργεντινής φορούσε μαύρες κορδέλες. Η Ρίβερ Πλέιτ από την Αργεντινή και η Μιγιονάριος από την Κολομβία οργάνωσαν ένα φιλικό αγώνα ως φόρο τιμής του πρώην παίκτη τους που διεξήχθηκε στις 16 Ιουλίου 2014.[353] Στην προσωπική του ζωή είχε παντρευτεί μία φορά, τη Σάρα (απεβίωσε το 2005) και ήταν πατέρας έξι παιδιών.[350][354]
Η κληρονομιά του
Το 2008 ο Ντι Στέφανο έγινε ο πρώτος παραλήπτης του Προεδρικού Βραβείου της UEFA, παρότι κατ' ουσία δεν ήταν Ευρωπαίος. Ο πρόεδρος της UEFA Μισέλ Πλατινί κατά τη διάρκεια της απονομής στη Μαδρίτη είπε: «Είναι αδύνατο να φανταστεί κανείς την ιστορία του ποδοσφαίρου χωρίς να σκέφτεσαι για εσάς. Η ομάδα της Ρεάλ Μαδρίτης κατά τη διάρκεια της θητείας σας ως παίκτης σημάδεψε την ιστορία για πάντα και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αφήσατε ένα αποτύπωμα που δεν μπορεί να σβήσει ποτέ».[289] Από τη σεζόν 1953–54 η Ρεάλ Μαδρίτης κατέκτησε ένα τουλάχιστον επίσημο τίτλο για 17 συνεχείς αγωνιστικές περιόδους, ρεκόρ απλησίαστο μέχρι σήμερα στην ιστορία του σωματείου,[355] ενώ καθιερώθηκε ως ο κορυφαίος ισπανικός και ευρωπαϊκός σύλλογος χωρίς να χάσει τα πρωτεία ποτέ στο μέλλον.[16][129][356] Στα πρώτα πενήντα χρόνια του ο σύλλογος κατέκτησε δύο τίτλους πρωταθλήματος, ενώ μετά την άφιξη του Ντι Στέφανο στον επόμενο μισό αιώνα, ο σύλλογος είχε κατακτήσει περισσότερους τίτλους από όλους τους ισπανικούς συλλόγους μαζί,[357] αποτελώντας τον ιδανικότερο συνδυασμό κορυφαίας ατομικής και συλλογικής επιτυχίας στην ιστορία.[297][358] Γεννημένος ηγέτης, υπήρξε ομαδικός παίκτης που δεν έμοιαζε με κανέναν άλλον διαθέτοντας μοναδικό εύρος δεξιοτήτων, έγινε πρότυπο για τις επόμενες γενιές και για πολλούς άλλους μεγάλους ποδοσφαιριστές.[319][339][351]
Αναγνωρισμένος ως ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής στην ιστορία της Ρεάλ Μαδρίτης[359][360][361] άφησε στο σύλλογο εξαιρετικά σημαντική κληρονομιά ανασύροντάς τον από την αγωνιστική μετριότητα και συμβάλλοντας στην πλήρη αναμόρφωσή του στον πιο διάσημο ποδοσφαιρικό συλλόγο στον κόσμο και μέσω αυτού προάγοντας το άθλημα περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο μέχρι τότε. Εφαρμόζοντας με τον καλύτερο τρόπο ότι «οι τελικοί δεν παίζονται, κερδίζονται», παραμένει ο σημαντικότερος παίκτης στην ιστορία του συλλόγου δημιουργώντας θεμέλια στοιχεία νοοτροπίας που διατηρούνται ακόμα και πάνω από μισό αιώνα από τον τελευταίο του αγώνα. Η κληρονομιά του όμως δεν περιορίζεται στα όρια ενός σωματείου καθώς η αγωνιστική του παρουσία υπήρξε καθοριστική στην επιτυχία νέων ποδοσφαιρικών διοργανώσεων που άντεξαν στην πάροδο του χρόνου.[292][198][356][362] Στη σύγχρονη γλώσσα, θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι ήταν ο πρώτος Galactico.[126][218][363] Ορισμένα από τα ρεκόρ του καταρρίφθηκαν με το πέρασμα των δεκαετιών, όμως οι αναμνήσεις που άφησε και η σχέση του με τους φιλάθλους δεν προσεγγίστηκαν ποτέ.[364][365]
«Ένας αγώνας ποδοσφαίρου χωρίς γκολ είναι σαν μια Κυριακή χωρίς ήλιο».
Αλφρέδο Ντι Στέφανο[366]
Συνέβαλε επίσης καθοριστικά στην ανάπτυξη και την εδραίωση του κολομβιανού ποδοσφαίρου στον ποδοσφαιρικό χάρτη της Νότιας Αμερικής.[367][368][369] Παρά τις καταβολές του στα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι τα λίγα χρόνια της «χρυσής» του εποχής παρέμενε σε ανυποληψία σε σύγκριση με τις γειτονικές χώρες.[105] Επιπλέον, πιστώνεται με την ευθύνη για την ταχεία επιτυχία του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης, που με την κυρίαρχη αγωνιστική του παρουσία συνέβαλε τα μέγιστα στην επιτυχή εδραίωση του θεσμού. Η καθολική αναγνώρισή του τον έκανε ένα πραγματικά παγκοσμίο ποδοσφαιρικό σύμβολο, στην εποχή που ο όρος «παγκόσμιο χωριό» ήταν ανήκουστος και η ιδέα για κάτι που ονομαζόταν διαδίκτυο θα θεωρούνταν ακραία επιστημονική φαντασία, ασκώντας επιρροή στην εξέλιξη του αθλήματος.[151][283][304] Η γαλλική εφημερίδα L'Équipe αναγνώρισε το Ντι Στέφανο ως τον καλύτερο ποδοσφαιριστή στην ιστορία των 60 χρόνων της διοργάνωσης το 2016.[370] Ήταν ο σημαντικότερος πρωταγωνιστής στη διαμόρφωση της νέας εποχής στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο, όπως αυτή παρουσιάστηκε στη μεταπολεμική περίοδο.[371][372] Ο Ντι Στέφανο και ο Πελέ ήταν οι κύριοι δημιουργοί της παγκόσμιας επέκτασης του ποδοσφαίρου ως θέαμα.[302][368][373][374]
Όμως, περισσότερο σημαντική ήταν η παρουσία του για ολόκληρο το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Η Ευρώπη υπέστη ανυπολόγιστη καταστροφή με το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και το άθλημα προσπαθούσε να ανασυνταχθεί στα πλαίσια όμως σημαντικότερων αναγκών που προκύπτουν μετά από μία τόσο εκτεταμένη σύρραξη.[289] Το ποδόσφαιρο της Αργεντινής ήταν ίσως το κορυφαίο στον κόσμο τη διάρκεια της δεκαετίας του 1940 και η μεταγραφή του Ντι Στέφανο στη Ευρώπη οδήγησε τη γηραιά ήπειρο σε επίπεδο του δημοφιλέστερου αθλήματος, αντίστοιχο του οποίου δεν είχε βρεθεί ποτέ στο παρελθόν.[16][59][115][375] Παράλληλα, άνοιξε το δρόμο για γενιές Λατινοαμερικανών που έκαναν καριέρα στην Ευρώπη.[42] Η έλλειψη κορυφαίων στιγμών σε επίπεδο εθνικών ομάδων έχει αντίκτυπο και στη γνώμη της διεθνούς κοινότητας του αθλήματος για τη συνολική αξιολόγησή του. Ενώ χαρακτηρίζεται ως ποδοσφαιρικός «θεός»,[54] είναι ίσως η διεθνής του καριέρα που τον βρίσκει (κατά πολλούς) πίσω από τους Πελέ και Ντιέγκο Μαραντόνα στην πιο ευρέως διαδεδομένη άποψη των καλύτερων όλων των εποχών.[26][259][262][376] Η επιρροή όμως που άσκησε ο Ντι Στέφανο είναι δύσκολο να συγκριθεί με οποιοδήποτε άλλο.[151][172][377] Πολλοί ειδικοί του αθλήματος εξακολουθούν να τον αναγνωρίζουν ως τον κορυφαίο ποδοσφαιριστή που αγωνίστηκε ποτέ σε ευρωπαϊκό σύλλογο.[30][43][93][303][367][378][379][380]
Είπαν για το Ντι Στέφανο
«Οι άνθρωποι μαλώνουν συνέχεια για το ποιος είναι καλύτερος ανάμεσα σε μένα και το Μαραντόνα. Για μένα ο Ντι Στέφανο είναι ο καλύτερος. Ήταν ο πιο πλήρης». - Πελέ[1]
«Νομίζω ότι ο καλύτερος ήταν ο Αλφρέδο Ντι Στέφανο, ήταν ανώτερος από όλους - ακόμα και από εμένα». - Ντιέγκο Μαραντόνα[381]
«Ο Μαραντόνα είναι μεγάλος αλλά ο Ντι Στέφανο ο καλύτερος όλων των εποχών». Πελέ[382]
«Ο Ντι Στέφανο ήταν σπουδαίος παίκτης και έβλεπε πράγματα που οι άλλοι δεν μπορούσαν. Ήξερε το παιχνίδι τέλεια και ήταν πάντα καλά προετοιμασμένος σωματικά και ψυχικά. Ο Ντι Στέφανο ηγείται της κατάταξης των καλύτερων παικτών για μένα». - Φέρεντς Πούσκας[308]
«Ο αρχηγός μου. Ήταν ο πιο έξυπνος παίκτης όλων των εποχών. Την πρώτη φορά που τον είδα, έβλεπα από ψηλά στις εξέδρες στο στάδιο Μπερναμπέου όταν η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ έπαιξε στο παλιό Κύπελλο Ευρώπης και δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από αυτόν τον τύπο. Δεν είχα ξαναδεί κανέναν τόσο καλό. Θα απελευθέρωνε παίκτες με καταπληκτικές πάσες που χωρίζουν την άμυνα και έβαλε τόσα πολλά γκολ. Ο Ντι Στέφανο είχε επίσης τόσο πολύ σεβασμό: καθοδηγούσε με εξουσία». - Μπόμπι Τσάρλτον[383]
«Ο Ντι Στέφανο ήταν το είδωλό μου και χάρη σε αυτόν, η Ρεάλ Μαδρίτης έγινε αυτό που είναι. Ήταν μια αναφορά για όλους. Έκανε τη διαφορά και το ποδόσφαιρό του πέρασε από τη μια εποχή στην άλλη». - Γιόχαν Κρόιφ[384]
«Ποιός είναι αυτός ο άνθρωπος; Παίρνει τη μπάλα από τον τερματοφύλακα. Ο ίδιος λέει στο πλήρες πλάνο τι πρέπει να κάνει. Οπουδήποτε βρίσκεται στον αγώνα είναι σε θέση να πάρει την μπάλα. Μπορείτε να δείτε την επιρροή του σε όλα όσα συμβαίνουν... Δεν είχα δει ποτέ έναν τόσο ολοκληρωμένο ποδοσφαιριστή. Ήταν σαν να είχε δημιουργήσει το δικό του κέντρο εντολών στην καρδιά του παιχνιδιού. Ήταν τόσο δυνατός όσο ήταν λεπτός. Ο συνδυασμός των ιδιοτήτων ήταν μαγευτικός». - Μπόμπι Τσάρλτον[365][385]
«Ντι Στέφανο. Ήρωά μου. Για μένα, ήταν ο πιο πλήρης ποδοσφαιριστής στην ιστορία. Αυτή είναι η γνώμη μου». - Εουσέμπιο[386]
«Για μένα ήταν δάσκαλος, μου δίδαξε πολλά πράγματα. Δεν ήταν απλά ένας σπουδαίος παίκτης, αλλά και άνθρωπος. Ως άνθρωπος ήταν φαινόμενο». - Ντιέγκο Μαραντόνα[386]
«Ο Έντσον είναι ο Πελέ 10 λεπτά ανά αγώνα, ο Αλφρέδο είναι ο Ντι Στέφανο και στα 90 από αυτά». - Ντίντι[329]
«Κέρδισε τις καρδιές όλων με τη λάμψη του ως μέλος της θρυλικής ομάδας της Ρεάλ Μαδρίτης. Μαζί με τους προικισμένους συμπαίκτες του, βοήθησε στην εφεύρεση του σύγχρονου ποδοσφαίρου. Ενσάρκωσε ό,τι είναι μαγικό στο ποδόσφαιρο». - Μισέλ Πλατινί[251]
«Ο Ντι Στέφανο είναι ο καλύτερος όλων των εποχών, το είδωλό μου. Έπαιζε σε όλο το γήπεδο, ήταν φανταστικός. Πλέον δεν υπάρχουν ποδοσφαιριστές με αυτές τις ικανότητες». - Σάντρο Ματσόλα[387]
«Για μένα οι δύο καλύτεροι παίκτες ήταν ο Αλφρέδο και ο Πελέ. Ο Ντι Στέφανο επιτίθονταν, αμυνόνταν, έδινε πάσες, τα έκανε όλα σε μια σταδιοδρομία που κράτησε πάνω από 20 χρόνια. Είχε τα πάντα». - Ζυστ Φονταίν[386]
«Δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία ότι ο μεγαλύτερος παίκτης όλων των εποχών ήταν ο Ντι Στέφανο. Ήταν τα πάντα. Έπαιξε παντού και δεν υπήρχε τίποτα που δεν μπορούσε να κάνει». - Φρανσίσκο Χέντο[163]
«Το μεγάλο ερώτημα που τίθεται πάντα είναι ποιοι ήταν οι καλύτεροι παίκτες. Προφανώς υπάρχει μια λίστα με μεγάλους όπως οι Κρόιφ, Μαραντόνα, Πελέ και, φυσικά, ο Πούσκας και ο Ντι Στέφανο. Νομίζω ότι είναι από τους σπουδαιότερους. Είχε φανταστική ισορροπία και αρμονία. Αν κοιτάξετε ένα από τα γκολ που σημείωσε στον τελικό εναντίον της Άιντραχτ Φρανκφούρτης, ήταν εντελώς αυτό που λέμε, ήταν απίστευτο». - Άλεξ Φέργκιουσον[388]
«Ο Ντι Στέφανο μετέτρεψε τις φωτογραφίες σε κινηματογράφο». - Αρίγκο Σάκι[144]
«Ο Αλφρέδο Ντι Στέφανο ήταν ο μεγαλύτερος ποδοσφαιριστής όλων των εποχών - πολύ καλύτερος από τον Πελέ. Ήταν, ταυτόχρονα, η άγκυρα στην άμυνα, ο δημιουργος στο κέντρο και ο πιο επικίνδυνος σκοπευτής στην επίθεση». - Ελένιο Ερέρα[308]
«Αν ο Πελέ ήταν ο κύριος βιολιστής, ο Ντι Στέφανο ήταν ολόκληρη η ορχήστρο». - Ελένιο Ερέρα[163]
«Η μεγαλειότητα του Ντι Στέφανο ήταν ότι έχοντάς τον μαζί σου έχεις δύο παίκτες σε κάθε θέση». Μιγκέλ Μουνιόθ[308]
«Ήταν ο εφευρέτης του σύγχρονου ποδοσφαίρου. Το παιχνίδι, όπως είναι τώρα, το εφηύρε ο ίδιος». Ζεπ Μπλάτερ[12]
Σούπερ Χρυσή Μπάλα (Super Ballon d'or) 1989 : ο μόνος ποδοσφαιριστής που απονεμήθηκε
Χρυσός παίκτης της Ισπανίας στα 50 χρόνια της UEFA (2003)
4ος καλύτερος ποδοσφαιριστής του 20ού αιώνα στην ειδική ψηφοφορία μεταξύ των νικητών της Χρυσής Μπάλας του France Football- 2ος στις πρωτιές μεταξύ των ψηφισάντων
IFFHS : 4ος καλύτερος ποδοσφαιριστής του 20ού αιώνα
↑«River Plate 1947» (στα Ισπανικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Δεκεμβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 13 Ιουλίου 2020.CS1 maint: Unfit url (link)