1 Το Σύνταγμα του 1967 ψηφίστηκε στις 27 Νοεμβρίου του 1966, τέθηκε σε ισχύ στις 15 Φεβρουαρίου του 1967 και ανεστάλη στις 27 Ιουνίου του 1973. Ένα νέο Σύνταγμα απορρίφθηκε με δημοψήφισμα στις 30 Νοεμβρίου του 1980. Δύο συνταγματικές αλλαγές εγκρίθηκαν έπειτα από δημοψήφισμα, στις 26 Νοεμβρίου του 1989 και στις 7 Ιανουαρίου του 1997.
Η Ουρουγουάη, επισήμως Ανατολική Δημοκρατία της Ουρουγουάης (ισπανικά: República Oriental del Uruguay, κυριολεκτικά: Δημοκρατία Ανατολικά του Ουρουγουάη ποταμού), είναι μία χώρα που βρίσκεται στα νότια της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει με τη Βραζιλία στα βόρεια, τον ποταμό Ουρουγουάη στα δυτικά, τον κόλπο του Ρίο ντε λα Πλάτα (κυριολεκτικά «Ασημένιος Ποταμός») νοτιοδυτικά, με την Αργεντινή στην απέναντι όχθη και των δύο, και τέλος με τον νότιο Ατλαντικό ωκεανό νοτιοανατολικά. Περίπου ο μισός πληθυσμός της χώρας ζει στην πρωτεύουσα και μεγαλύτερη πόλη, το Μοντεβιδέο. Είναι η δεύτερη μικρότερη ανεξάρτητη χώρα στη Νότια Αμερική, μεγαλύτερη μόνο από το Σουρινάμ (είναι επίσης μεγαλύτερη από τη Γαλλική Γουιάνα, η οποία δεν είναι ανεξάρτητη), και μία από τις πλέον σταθερές πολιτικά και οικονομικά. Έχει έκταση 176.220 τ.χλμ. και πληθυσμό 3.577.896[1] κατοίκους, σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση για το 2024.
Στην Ουρουγουάη κατοικούσε η φυλή των Τσαρούα για περίπου 4.000 χρόνια πριν την καθίδρυση της Πορτογαλικής αποικίας Σακραμέντο το 1680.[5] Το Μοντεβιδέο ιδρύθηκε ως στρατιωτικό οχυρό από τους Ισπανούς στις αρχές του 18ου αιώνα, σηματοδοτώντας ανταγωνιστικές διεκδικήσεις στην περιοχή. Η Ουρουγουάη κέρδισε την ανεξαρτησία της την περίοδο 1811-1828, μετά από μια τετραετή διαμάχη ανάμεσα σε Ισπανία, Πορτογαλία και αργότερα Βραζιλία και Αργεντινή. Οι εξωτερικές παρεμβάσεις και επιρροές συνεχίστηκαν κατά τον 19ο αιώνα, με τον στρατό να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην εσωτερική πολιτική, καταλήγοντας σε ένα πραξικόπημα το 1973 το οποίο οδήγησε στη δημιουργία στρατιωτικής δικτατορίας στη χώρα. Ο στρατός εγκατέλειψε την εξουσία με τον σχηματισμό δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης το 1985. Η Ουρουγουάη είναι σήμερα μια ανεξάρτητη συνταγματική δημοκρατία, με τον Πρόεδρο της χώρας να αποτελεί τον αρχηγό του κράτους και της κυβέρνησης.
Η Ουρουγουάη κατατάσσεται πρώτη στη Λατινική Αμερική στους δείκτες δημοκρατίας, ειρήνης, πολύ χαμηλής διαφθοράς, ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, καθώς και στους δείκτες ελευθερίας του Τύπου, μεγέθους της μεσαίας τάξης και ευημερίας. Κατατάσσεται δεύτερη στην περιοχή σε οικονομικές ελευθερίες, εισοδηματική ισότητα, κατά κεφαλήν εισόδημα (ΑΕΠ) και εισροές FDI. Η Ουρουγουάη είναι η τρίτη καλύτερη χώρα στη Λατινική Αμερική σε ό,τι αφορά τον δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξης, τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ, την επιχειρηματική καινοτομία και τις υποδομές. Αναφέρεται ως χώρα υψηλού εισοδήματος από τον ΟΗΕ, ενώ το 2014 διακρίθηκε ως η 3η καλύτερη στον κόσμο στην ηλεκτρονική συμμετοχή (e-Participation). Στον οικονομικό τομέα, η Ουρουγουάη εξάγει παγκοσμίως μαλλί, ρύζι, σόγια, κατεψυγμένο μοσχαρίσιο κρέας, βύνη και γαλακτοκομικά προϊόντα.[6] Σχεδόν το 95% του ηλεκτρισμού στην Ουρουγουάη προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, κυρίως υδροηλεκτρικές εγκαταστάσεις και αιολικά πάρκα. Η Ουρουγουάη είναι ιδρυτικό μέλος του ΟΗΕ, του Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών, του εμπορικού συνασπισμού της Mercosur, της UNASUR και του Κινήματος των Αδεσμεύτων (ΝΑΜ).
Το έγκριτο βρετανικό περιοδικό The Economist ονόμασε την Ουρουγουάη «χώρα της χρονιάς» για το έτος 2013[7], αναγνωρίζοντας τις καινοτόμες πολιτικές που εφαρμόζει η χώρα, όπως τη νόμιμη πώληση και κατανάλωση κάνναβης, τη νομιμοποίηση του γάμου ομόφυλων ζευγαριών και άλλων διεκδικήσεων της ΛΟΑΤ κοινότητας, τη νομιμοποίηση των αμβλώσεων, τις πολιτικές αξιοποίησης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας κλπ. Η Ουρουγουάη θεωρείται ένα από τα πιο δημοκρατικά και φιλελεύθερα κράτη παγκοσμίως, καθώς και ένα από τα πιο κοινωνικά προηγμένα σε όλο τον κόσμο σε θέματα που αφορούν την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, την αποδοχή και την κοινωνική ενσωμάτωση.[8]
Ιστορία
Προκολομβιανή περίοδος και αποικισμός
Πριν από τον Ευρωπαϊκό αποικισμό, η μόνη μαρτυρία εποικισμού της περιοχής ήταν οι ινδιάνοι Τσαρούα, μία μικρή φυλή που είχε μεταναστεύσει νότια από την πίεση των Γουαρανί στην Παραγουάη. Επίσης, ευρήματα στην περιοχή Τσαμανγκά μαρτυρούν αρχαίες μορφές τέχνης σε πέτρα και βράχους.
Η άφιξη των Ισπανών στην περιοχή έγινε το 1516, αλλά η ισχυρή αντίσταση των ιθαγενών απέναντί του σε συνδυασμό με την απουσία χρυσού ή αργύρου, οδήγησαν σε περιορισμένο αποικισμό της περιοχής κατά τον 16ο και 17ο αιώνα. Η Ουρουγουάη αποτέλεσε μία ζώνη αντιπαράθεσης αλλά και συνόρων μεταξύ των αυτοκρατοριών της Ισπανίας και της Πορτογαλίας. Το 1603 οι Ισπανοί ξεκίνησαν την εισαγωγή της κτηνοτροφίας που αποτέλεσε κερδοφόρα δραστηριότητα, ενώ ο πρώτος μόνιμος οικισμός ιδρύθηκε το 1624 από τους Ισπανούς στο Σοριάνο του ποταμού Ρίο Νέγρο. Μεταξύ του 1669 και του 1671 οι Πορτογάλοι κατασκεύασαν οχυρά στην Κολόνια ντελ Σακραμέντο, ενώ οι Ισπανοί ενέτειναν τις προσπάθειες αποικισμού για να περιορίσουν την επέκταση των συνόρων της πορτογαλικής Βραζιλίας.
Το Μοντεβιδέο ιδρύθηκε από τους Ισπανούς στις αρχές του 18ου αιώνα ως στρατιωτικό οχυρό και το φυσικό του λιμάνι γρήγορα συνέβαλε στην ανάπτυξή του ως εμπορική ζώνη, ανταγωνιστική προς την πρωτεύουσα Μπουένος Άιρες της γειτονικής Αργεντινής. Η ιστορία της Ουρουγουάης τον 19ο αιώνα καταγράφει συνεχείς διαμάχες μεταξύ των Βρετανών, Ισπανών και Πορτογάλων, που ήταν και οι κυρίαρχες δυνάμεις στην περιοχή. Το 1806 και το 1807, η Βρετανία προσπάθησε να καταλάβει το Μπουένος Άιρες κατά τον Αγγλο-ισπανικό πόλεμο, με συνέπεια στις αρχές του 1807 το Μοντεβιδέο να καταληφθεί από έναν στρατό δέκα χιλιάδων Βρετανών για μισό χρόνο, πριν την επίθεσή τους στην Αργεντινή.
Προσπάθειες για ανεξαρτησία
Το 1811 ο Χοσέ Χερβάσιο Αρτίγας, εθνικός ήρωας της Ουρουγουάης, ξεκίνησε μία επιτυχημένη επανάσταση ενάντια στην Ισπανία, νικώντας τον στρατό των Ισπανών στη μάχη του Λας Πιέδρας. Το 1814 σχημάτισε τη Λίγα Φεδεράλ (ομονσπονδιακός συνασπισμός) ενώ ονομαστηκε προστάτης της. Η συνεχής ανάπτυξη της επιρροής και φήμης της Λίγα Φεδεράλ ανησύχησε την Πορτογαλία, η οποία το 1816 εισέβαλε στις ανατολικές επαρχίες με την πρόθεση να καταστείλει πλήρως την επανάσταση. Οι πορτογαλικές δυνάμεις, ανώτερες σε αριθμό και εξοπλισμό, κατάφεραν να καταλάβουν το Μοντεβιδέο το 1817 και τελικά, μετά από μία τριετή σύρραξη, να νικήσουν τον Αρτίγας στη μάχη του Τακουαρεμπό.
Το 1821, η ανατολική επαρχία του Ρίο ντε λα Πλάτα (η σημερινή έκταση της Ουρουγουάης) παραχωρήθηκε στη Βραζιλία ως επαρχία με τον όνομα Σισπλατίνα. Η αντίδραση των κατοίκων για αυτοδιάθεση οδήγησε τον Χουάν Αντόνιο Λαβαγιέχα στη διακήρυξη ανεξαρτησίας, με την υποστήριξη των Ηνωμένων Επαρχιών του Ρίο ντε λα Πλάτα (σημερινή Αργεντινή). Το γεγονός αυτό προκάλεσε τον πόλεμο των 500 ημερών μεταξύ της Αργεντινής και της Βραζιλίας, ο οποίος παρέμενε αμφίρροπος μέχρι τη λήξη του με τη συνθήκη του Μοντεβιδέο το 1828 κάτω από την εποπτεία της Βρετανίας. Η συνθήκη ίδρυσε το ανεξάρτητο κράτος της Ουρουγουάης με πρώτο σύνταγμα που υιοθετήθηκε το 1830.
Πολιτικά
Η πολιτική στην Ουρουγουάη λαμβάνει χώρα σε ένα πολίτευμα προεδρικήςαντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, όπου ο Πρόεδρος της Ουρουγουάης είναι τόσο αρχηγός του κράτους όσο και της κυβέρνησης, αλλά και σε ένα πολύμορφο πολυκομματικό σύστημα. Η εκτελεστική εξουσία ασκείται από την κυβέρνηση. Τη νομοθετική εξουσία έχουν τόσο η κυβέρνηση όσο και οι δύο βουλές της Γενικής Συνέλευσης της Ουρουγουάης. Η δικαστική εξουσία είναι ανεξάρτητη από την εκτελεστική και τη νομοθετική. Πρόεδρος από το 2010 είναι ο Χοσέ Μουχίκα και Αντιπρόεδρος ο Ντανίλο Αστόρι.
Δικαίωμα ψήφου στις εκλογές έχουν όσες και όσοι είναι ηλικίας 18 ετών και άνω. Η ψηφοφορία είναι υποχρεωτική.[9]. Αναφορικά με τις προεδρικές εκλογές, στη χώρα δεν επιτρέπεται σε έναν πρόεδρο να υπηρετήσει και δεύτερη συνεχή θητεία[10].
Διοικητικές υποδιαιρέσεις
Η Ουρουγουάη αποτελείται από 19 διαμερίσματα (departamentos, στον ενικό departamento):
Η Ουρουγουάη είναι η δεύτερη μικρότερη χώρα στη Νότια Αμερική, μετά το Σουρινάμ. Το τοπίο αποτελείται κυρίως από πεδιάδες και μικρές οροσειρές (τις cuchillas) με εύφορη παράκτια γη, η οποία ως επί το πλείστο είναι λιβάδια, ιδεώδη για κτηνοτροφία. Το ψηλότερο σημείο στη χώρα είναι το Σέρρο Κατεδράλ στα 514 μέτρα. Στα νοτιοδυτικά είναι το Ρίο δε λα Πλάτα, ο κόλπος του ποταμού Ουρουγουάη, ο οποίος ορίζει το δυτικό σύνορο, και ο ποταμός Παρανά, ο οποίος δεν διαρρέει την ίδια την Ουρουγουάη. Ο μόνος άλλος κύριος ποταμός είναι ο Ρίο Νέγρο. Κατά μήκος της ακτής στον Ατλαντικό Ωκεανό υπάρχουν αρκετές αλμυρές λιμνούλες.
Το κλίμα στην Ουρουγουάη είναι εύκρατο, αλλά μάλλον θερμό, καθώς οι θερμοκρασίες υπό το μηδέν σπανίζουν. Το κατά κύριο λόγο επίπεδο τοπίο είναι επίσης κάπως τρωτό σε ξαφνικές αλλαγές από καιρικά μέτωπα, καθώς και στον παμπέρο, έναν ψυχρό και καμιά φορά δυνατό άνεμο που φυσά βόρεια από τις πεδιάδες των πάμπας στην Αργεντινή.
Θύλακες
Υπάρχει ένας αργεντίνικος θύλακας εντός της επικράτειας της Ουρουγουάης, το νησί Μαρτίν Γκαρσία. Βρίσκεται κοντά στο σημείο όπου συναντώνται οι ποταμοί Παρανά και Ουρουγουάη, μόλις ένα χιλιόμετρο μέσα στα ύδατα της Ουρουγουάης, περίπου 3,5 χιλιόμετρα από την ουρουγουαϊανή ακτή, κοντά στη μικρή πόλη Μαρτίν Τσίκο (η οποία βρίσκεται στο μέσο της απόστασης Νουέβα Παλμίρα - Κολόνια).
Η συμφωνία που επιτεύχθηκε ανάμεσα στην Αργεντινή και την Ουρουγουάη το 1973 επαναβεβαίωσε τη δικαιοδοσία της Αργεντινής στο νησί, φέροντας τέλος σε μια διαμάχη μεταξύ των δύο χωρών η οποία κράτησε περίπου έναν αιώνα. Σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας, το Μαρτίν Γκαρσία θα παραμείνει αποκλειστικά φυσικό πάρκο. Η έκτασή του είναι γύρω στα 2 τετραγωνικά χιλιόμετρα και ο πληθυσμός του περίπου 200 άνθρωποι. Επιπλέον, η Γκλόρια Ρεκόδα έχει αποκλειστικά δικαιώματα γης στο ένα τέταρτο του νησιού.
Οικονομία
Η οικονομία της Ουρουγουάης χαρακτηρίζεται από μεγάλη εξαγωγή γεωργικών προϊόντων, καλά εκπαιδευμένο εργατικό δυναμικό και ψηλά επίπεδα κοινωνικών δαπανών, καθώς και αναπτυγμένο τομέα βιομηχανίας. Μετά τη μέση ετήσια ανάπτυξη του 5% κατά την τριετία 1996-1998, την επόμενη τριετία (1999-2001) η οικονομία πλήγηκε από τη μειωμένη ζήτηση από την Αργεντινή και τη Βραζιλία, οι οποίες μαζί αντιστοιχούν σχεδόν στο μισό των εξαγωγών της Ουρουγουάης. Παρά το βαρύ πλήγμα που υπέστη το εμπόριο, οι οικονομικοί δείκτες της Ουρουγουάης παρέμειναν πιο σταθεροί από εκείνους των γειτονικών χωρών. Τα τελευταία χρόνια η Ουρουγουάη έχει επικεντρωθεί στην ανάπτυξη εμπορικής χρήσης των τεχνολογιών της πληροφόρησης και έχει γίνει σημαντικός εξαγωγέας λογισμικού στη Λατινική Αμερική.
Παρόλο που κάποιοι τομείς της οικονομίας παρουσίασαν ανάκαμψη, εντούτοις το οικονομικό πλήγμα είχε σοβαρό αντίκτυπο στους πολίτες της Ουρουγουάης, καθώς η ανεργία ξεπέρασε το 20%, οι μισθοί έπεσαν, το Πέσο Ουρουγουάης υποτιμήθηκε, και το ποσοστό των πολιτών που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας έφτασε σχεδόν το 40%. Η χειροτέρευση των οικονομικών συνθηκών συνέβαλαν στο να γυρίσει η κοινή γνώμη εναντίον της οικονομικής πολιτικής της ελεύθερης αγοράς που είχε υιοθετηθεί από προηγούμενες κυβερνήσεις κατά τη δεκαετία του 1990 και οδήγησε σε λαϊκή απόρριψη των προτάσεων για ιδιωτικοποίηση της κρατικής εταιρείας πετρελαίου το 2003 και της κρατικής εταιρείας υδάτων το 2004. Η κυβέρνηση του Φρέντε Άμπλιο που εξελέγη πρόσφατα, πέρα από τη δέσμευσή της να συνεχίσει τις πληρωμές του εξωτερικού χρέους της Ουρουγουάης, έχει επίσης υποσχεθεί να λάβει σοβαρά μέτρα για την καταπολέμηση των μεγάλων προβλημάτων της φτώχειας και της ανεργίας.
Γεωργία
Η γεωργία έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ιστορία και την εθνική ταυτότητα της Ουρουγουάης μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα, σε βαθμό που ολόκληρη η χώρα παρομοιαζόταν με ένα τεράστιο τσιφλίκι, με το Μοντεβιδέο, όπου ο πλούτος που έβγαζε η ενδοχώρα ξοδευόταν, το κάσκο ή κέντρο διοίκησής του. Σύμφωνα με μια άλλη ρήση, «Η Ουρουγουάη είναι η αγελάδα και το λιμάνι». Όταν οι τιμές της παγκόσμιας αγοράς για τα κύρια προϊόντα εξαγωγής της Ουρουγουάης, όπως το βοδινό κρέας και το μαλλί, έπεσαν απότομα κατά τη δεκαετία του 1950, η ευημερούσα χρυσή εποχή της χώρας έφτασε στο τέλος της.
Σήμερα, η γεωργία εξακολουθεί να συνεισφέρει περίπου 10% στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν της χώρας και είναι η κύρια πηγή εσόδων ξένου συναλλάγματος, βάζοντας την Ουρουγουάη ανάμεσα στους σημαντικούς εξαγωγείς γεωργικών προϊόντων, όπως είναι η Βραζιλία, ο Καναδάς και η Νέα Ζηλανδία. Η Ουρουγουάη είναι μέλος του Cairns Group, στο οποίο συμμετέχουν 18 χώρες που εξάγουν γεωργικά προϊόντα. Η γεωργία της Ουρουγουάης έχει μάλλον χαμηλή εμπλοκή εργατικού δυναμικού, τεχνολογίας και κεφαλαίων σε σχέση με άλλες τέτοιες χώρες, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα τη σχετικά χαμηλότερη εκμετάλλευση της γης ανά εκτάριο, αλλά ταυτόχρονα επιτρέπει στην Ουρουγουάη να προωθεί τα προϊόντα της ως «φυσικά» ή «οικολογικά».
Εκστρατείες όπως «Βοδινό της Ουρουγουάης ταϊσμένο με χόρτα» και «Φυσική Ουρουγουάη» στοχεύουν να καθιερώσουν την Ουρουγουάη ως βασικό προμηθευτή βοδινού κρέατος, κρασιού και άλλων τροφίμων.
Τα τελευταία χρόνια έχει αναπτυχθεί ο αγροτουρισμός, ο οποίος χρησιμοποιεί τους παραδοσιακούς ή φολκλορικούς συνειρμούς που φέρει η κουλτούρα των γκάουτσο και τα ιστορικά αγροκτήματα της χρυσής εποχής της Ουρουγουάης.
Δημογραφικά στοιχεία
Ως ισπανόφωνη χώρα της Λατινικής Αμερικής, οι περισσότεροι Ουρουγουανοί μοιράζονται την ισπανική πολιτισμική παράδοση, παρ`όλο που περίπου οι μισοί κατάγονται από την Ιταλία. Το 88% του πληθυσμού κατάγεται από την Ευρώπη, ενώ οι μιγάδες (8%) και οι Αφρο-Ουρουγουανοί (4%) είναι οι μόνες σημαντικές εθνοτικές μειονότητες. Η εκκλησία και το κράτος είναι επίσημα διαχωρισμένα. Οι περισσότεροι Ουρουγουανοί ασπάζονται τον καθολικισμό (45,7%), οι μη Καθολικοί χριστιανοί αποτελούν το 9%, το 30,1% δεν ασπάζεται καμία θρησκεία αλλά πιστεύει σε κάποιο θεό και το 14% είναι άθεοι ή αγνωστικιστές[11]. Επίσης, υπάρχουν 11.746 Μάρτυρες του Ιεχωβά[12] και 101.449 Μορμόνοι της Εκκλησίας του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών[13].
Η Ουρουγουάη διακρίνεται από ψηλό ποσοστό αλφαβητισμού 98,4% (2006)[14], μεγάλη αστική μεσαία τάξη, και σχετικά ομοιόμορφο καταμερισμό εισοδήματος. Κατά τις δεκαετίες του 1970 και 1980 υπολογίζεται ότι περίπου 500.000 Ουρουγουανοί μετανάστευσαν, κυρίως στην Ισπανία. Άλλοι πήγαν σε διάφορες χώρες της Ευρώπης.
Λόγω του χαμηλού ποσοστού γεννήσεων, του ψηλού μέσου όρου ζωής και της σχετικά μεγάλης μετανάστευσης νέων ανθρώπων στο εξωτερικό, ο πληθυσμός της Ουρουγουάης είναι αρκετά ώριμος στην ηλικία. Το 2017 η χώρα είχε 13 γεννήσεις για κάθε χίλιους κατοίκους, ποσοστό χαμηλότερο από ό,τι στις γειτονικές χώρες της Αργεντινής (16,7 γεννήσεις/1.000 κατοίκους) και της Βραζιλίας (14,1 γεννήσεις/1.000 κατοίκους)[9].
Το ράγκμπι είναι επίσης δημοφιλές, με την εθνική ομάδα της Ουρουγουάης να έχει λάβει μέρος στο Παγκόσμιο Κύπελλο Ράγκμπι τόσο το 1999 όσο και στο επόμενο, το 2003. Η ομάδα είναι δεύτερη στην κατάταξη της Νότιας Αμερικής.[1]
↑Τα ΝέαΑρχειοθετήθηκε 2011-07-19 στο Wayback Machine., Διπλές κάλπες την Κυριακή στην Ουρουγουάη με έναν «αντάρτη» να διεκδικεί την εξουσία, 23 Οκτωβρίου 2009.