* Οι συμμετοχές και τα γκολ στις προηγούμενες ομάδες υπολογίζονται μόνο για τα εγχώρια πρωταθλήματα.
† Συμμετοχές (Γκολ).
Ο Κάρλος Αλμπέρτο Τόρες (Carlos Alberto Torres, 17 Ιουλίου 1944 – 25 Οκτωβρίου 2016) ήταν Βραζιλιάνος διεθνής ποδοσφαιριστής. Θεωρείται ως ένας από τους κορυφαίος αμυντικούς όλων των εποχών.[1][2][3] Ήταν αρχηγός της Εθνικής Βραζιλίας που κατέκτησε το Παγκόσμιο Κύπελλο το 1970, πετυχαίνοντας μάλιστα ένα από τα ωραιότερα γκολ στην ιστορία της διοργάνωσης.[4]
Βιογραφία
Ο Κάρλος Αλμπέρτο γεννήθηκε στο Ρίο ντε Τζανέιρο. Εντάχθηκε στη Φλουμινένσε σε ηλικία 19 ετών. Αναδείχθηκε από την πρώτη του αγωνιστική περίοδο, όχι μόνο λόγω της εξαιρετικής αντιμετώπισης και της ανάγνωσης του παιχνιδιού, αλλά και για τις ικανότητες ελέγχου της μπάλας, ντρίμπλας και επιθετικού παιχνιδιού, που ήταν αρκετά σπάνια εκείνη την εποχή για έναν αμυντικό.[5] Το 1966, μετακόμισε στη Σάντος, όπου έγινε συμπαίκτης του Πελέ. Το 1974, επέστρεψε στη Φλουμινένσε και βοήθησε την ομάδα να καταλάβει δύο συνεχόμενα πρωταθλήματα Καμπεονάτο Καριόκα. Το 1977, μετακόμισε στη Φλαμένγκο.[6]
Το 1977, παρά την επιτυχία του στη Βραζιλία, αποφάσισε να μετακομίσει στην Κόσμος της Νέας Υόρκης. Επανενώθηκε με τον φίλο και συμπαίκτη του Πελέ και βοήθησε τον σύλλογο να κατακτήσει δύο συνεχόμενους τίτλους του αμερικάνικου πρωταθλήματος NASL το 1977 και το 1978. Αφού πέρασε ένα χρόνο με την Καλιφόρνια Σερφ, επέστρεψε στον Κόσμο το 1982 όπου κέρδισε τον τρίτο τίτλο του NASL. Έπαιξε το αποχαιρετιστήριο παιχνίδι του στις 28 Σεπτεμβρίου 1982 μεταξύ του Κόσμου και του πρώην συλλόγου του Φλαμένγκο. Σε 119 παιχνίδια κανονικής σεζόν και 26 παιχνίδια πλέι οφ σημείωσε συνολικά 8 γκολ και ήταν πέντε φορές στην καλύτερη ομάδα NASL.[7]
Από το 1964 έως το 1977, ο Κάρλος Αλμπέρτο είχε συμμετάσχει σε 53 διεθνείς αγώνες και σημείωσε 8 γκολ. Έκανε το ντεμπούτο του στις 30 Μαΐου 1964 στη νίκη της Βραζιλία επί της Αγγλίας με 5–1.[8] Αναμενόταν η εμφάνιση του στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1966 αλλά προτιμήθηκε ο πολύπειρος Ντζάλμα Σάντος. Ήταν ο αρχηγός της Βραζιλίας που εξασφάλισε το κύπελλο για τρίτη φορά μετά από μια εντυπωσιακή νίκη επί της Ιταλίας στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1970 στην Πόλη του Μεξικού. Το γκολ του στον τελικό απέναντι στην Ιταλία θεωρείται ένα από τα καλύτερα γκολ που έχουν σημειωθεί ποτέ στη διοργάνωση και κατά ορισμένους το συνολικά ωραιότερο.[9][10][11] Ξεκινώντας σχεδόν από την περιοχή του πέναλτι της Βραζιλίας και αφού συνολικά οκτώ παίκτες της ομάδας άγγιξαν την μπάλα, ο Πελέ έδωσε στη συνέχεια το τελευταίο πάσα σ'αυτόν για τη στείλει με δύναμη στη γωνία των διχτυών. «Συνειδητοποιήσαμε μόνο πόσο όμορφος ήταν το γκολ μετά το παιχνίδι», είπε στο BBC όταν ρωτήθηκε για την κίνηση. «Το συναίσθημα, φυσικά, όταν σκόραρα αυτό το γκολ ήταν απίστευτο, αλλά μετά το παιχνίδι, και ακόμα σήμερα, συνειδητοποιώ πόσο όμορφο και πόσο σημαντικό ήταν αυτό το γκολ γιατί όλοι μιλούν για αυτό».[12][13][14] Το 2002, το κοινό του Ηνωμένου Βασιλείου ψήφισε το τέρμα στη 36η θέση στη λίστα των 100 μεγαλύτερων αθλητικών στιγμών.[4] Το 1970 ήταν η μόνη φορά που έπαιξε σε αυτό το επίπεδο. Δεν μπόρεσε να συμμετάσχει στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1974 λόγω τραυματισμού στο γόνατο. Ωστόσο, η ικανότητά του να διαβάζει το παιχνίδι και οι ηγετικές ικανότητές του αντιστάθμισαν την απώλεια του ρυθμού του, βρήκε τη φόρμα που να δικαιολογεί την επανάκληση στην εθνική ομάδα. Το 1977, επελέγη για να ηγηθεί της εθνικής για τα τρία πρώτα προκριματικά παιχνίδια για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1978, αλλά δεν συμμετείχε στην τελική φάση της διοργάνωσης.
Μετά το τέλος της ποδοσφαιρικής σταδιοδρομίας ακολούθησε καριέρα προπονητή σε πολλούς συλλόγους και εθνικές ομάδες χωρίς αξιοσημείωτη επιτυχία, πλην ενός πρωταθλήματος Βραζιλίας με τη Φλαμένγκο το 1983.[15] Θεωρείται ευρέως ένας από τους καλύτερους βραζιλιάνους ποδοσφαιριστές όλων των εποχών.[16] Ήταν μέλος της καλύτερης ενδεκάδας του 20ού αιώνα,[17][18] ενώ το 2004 ονομάστηκε από τον Πελέ στη λίστα FIFA 100 με τους καλύτερους ποδοσφαιριστές που βρίσκονταν τότε εν ζωή.[19]
Τον Ιανουάριο του 2013, ο Κάρλος Αλμπέρτο, ονομάστηκε μαζί με άλλους 6 Πρεσβευτές του Παγκοσμίου Κυπέλλου στη Βραζιλία, μαζί με τους: Ρονάλντο, Μπεμπέτο, Μάριο Ζαγκάλο, Αμαρίλντο και τη Μάρτα. Ασχολήθηκε και με την πολιτική διατελώντας μέλος του δημοτικού συμβουλίου στο Ρίο από το 1989 έως το 1993. Πέθανε από έμφραγμα στις 25 Οκτωβρίου 2016.[20]