Το Υπεράνω πάσης υποψίας (Πρωτότυπος τίτλος: Indagine su un Cittadino al di Sopra di Ogni Sospetto) είναι αστυνομικήδραματική ταινία Ιταλικής παραγωγής 1970 σε σκηνοθεσία του Έλιο Πέτρι και σενάριο του ιδίου και του Ουγκό Πίρο. Πρωταγωνιστούν οι Τζιάν Μαρία Βολοντέ και Φλορίντα Μπόλκαν.[7] Η ταινία είναι μια δραματική, ψυχολογική και μαύρου χιούμορ σάτιρα για την διαφθορά των υψηλών κλιμακίων του Κράτους, που διηγείται την ιστορία ενός ανωτάτου αξιωματικού της αστυνομίας που δολοφονεί την ερωμένη του, και μετά τεστάρει αν η αστυνομία θα καταφέρει να βρει ότι αυτός είναι ο δολοφόνος και θα του απαγγείλουν κατηγορία για αυτό το έγκλημα.[8]
Ρώμη. Ο Αστυνομικός επιθεωρητής Ντοτόρε θα επισκεφτεί την ερωμένη του Αγκούστα Τέρζι στο σπίτι της και κατά την διάρκεια του σεξ την δολοφονεί κόβοντας την καρωτίδα της με ένα μαχαίρι. Μετά καθαρίζει όλα τα αποτυπώματα του από το σπίτι. Στην συνέχεια τηλεφωνεί στην αστυνομία για να αναφέρει τον φόνο της Αγκούστα Τέρζι. Ο Ντοτόρε ως επικεφαλής του τμήματος ανθρωποκτονιών της αστυνομίας θα επιβλέψει την έρευνα και θα δώσει οδηγίες στους υφισταμένους του για το τι πρέπει να κάνουν ώστε να βρουν τον δολοφόνο. Εν τω μεταξύ ο Ντοτόρε θα πάρει προαγωγή και θα γίνει επικεφαλής του τμήματος Ασφαλείας Προστασίας του Πολιτεύματος. Βλέποντας ότι η έρευνα για την δολοφονία της Τέρζι δεν προχωράει, καθώς δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία για το ποιος μπορεί να είναι ο δολοφόνος, αποφασίζει να πάρει έναν δημοσιογράφο ανώνυμα και να του υποδείξει ως δολοφόνο της Τέρζι έναν αναρχικό, που έμενε στην ίδια πολυκατοικία με το θύμα, και που είναι και ο μοναδικός αυτόπτης μαρτυράς που είδε τον Ντοτόρε να βγαίνει από το σπίτι της Τέρζι την ώρα του φόνου. Ο αναρχικός θα συλληφθεί μαζί με άλλους κατά την διάρκεια μιας διαδήλωσης και θα οδηγηθεί για ανάκριση. Εκεί ο Ντοτορέ ως επικεφαλής της ανάκρισης θα πιέσει τον αναρχικό να ομολογήσει ότι έκανε τον φόνο της Τέρζι. Ο αναρχικός βέβαια θα το αρνηθεί αυτό, μιας και γνωρίζει ότι πιθανός δολοφόνος είναι ο Ντοτορέ αλλά δεν τολμήσει να τον κατονομάσει λόγω της ιδιότητας του Ντοτόρε. Στο τέλος ο Ντοτορέ θα ομολογήσει οτι εκείνος έκανε τον φόνο της Αγκούστα Τέρζι μπροστά στους ανωτέρους του, αλλά εκείνοι δεν θα τον πιστέψουν, προτείνοντάς του να ξεκουραστεί για κάποιο διάστημα, θεωρώντας ότι είχε πολύ πίεση και άγχος στην δουλειά του το τελευταίο καιρό.
Η ταινία έτυχε θετικής υποδοχής από τους κριτικούς και θεωρείται ευρέως μια από τις καλύτερες διεθνείς ταινίες της δεκαετίας του 1970. Οι New York Times την χαρακτήρισαν ως ένα μελόδραμα αγωνίας με τις ηθικές ανησυχίες της θυμωμένης σάτιρας [...] Όταν κυκλοφόρησε στην Ιταλία στις αρχές του τρέχοντος έτους (και αργότερα, όταν προβλήθηκε στις Κάννες), η ταινία χαιρετίστηκε για τους τρόπους που αποκάλυψε τις διεφθαρμένες, αυταρχικές πρακτικές της αστυνομίας, που τοποθετούν τους εαυτούς τους πάνω από τους δικούς τους νόμους [...] Η ιστορία προχωρά με μια αδυσώπητη ορμή. Είναι μια πολιτική παραβολή και μια εκπληκτική ταινία.[10]
Ο ιστότοπος Rotten Tomatoes συλλογής κριτικών, δίνει βαθμολογία αποδοχής 100% βασισμένες σε 12 κριτικές με μέσο όρο 8,05/10.[11] Στο Metacritic στην ταινία αποδίδεται μέσος όρος βαθμολογίας 89 στα 100, με βάση 10 κριτικές χρηστών, υποδεικνύοντας «γενικά ευνοϊκές κριτικές».[12]
Ο Ντέιβιντ Φέαρ του περιοδικού Time Out την ονόμασε [μια] παρανοϊκή αστυνομική διαδικασία, μια διεστραμμένη παραβολή για τα διαφθοροποιητικά στοιχεία της εξουσίας και υποψήφια για την καλύτερη ταινία πατριωτικής πράξης που έχει προηγηθεί ποτέ [...].[13]Ο Κένεθ Τούραν αρακτήρισε την ταινία «τόσο ανησυχητική σήμερα όσο όταν βγήκε το 1970. Ίσως περισσότερο».[14]