Η περιοχή του οικισμού, έχει μακρόχρονη ιστορία που ακολουθεί την ιστορία της Μεσσηνίας και της ευρύτερης περιοχής τόσο της Μεθώνης, όσο και της Πυλίας. Κατά την αρχαιότητα, ήταν τμήμα του βασιλείου του Νέστορα, της αρχαίας Πύλου. Ό παλαιότερος ιστορικός οικισμός Γεφύρι υπήρχε, από την περίοδο της Ενετοκρατίας και πήρε την ονομασία του από την παλαιά τοξοειδή γέφυρα, η οποία καταστράφηκε το 1960,[3] προκειμένου να κατασκευαστεί στη θέση της μια νεότερη. Η καταστροφή της είχε προκαλέσει τότε, την αντίδραση του Μεθωναίου ιστοριοδίφη Τάκη Δεµοδού, ο όποιος όμως δεν πέτυχε τη σωτηρία της.[4] Περίπου 50 μέτρα νοτιοανατολικά της γέφυρας βρίσκονται ένας αιωνόβιος πλάτανος και το ενετικόν φρέαρ, µε χείλη από πωρόλιθο, από το όποιο υδρευόταν παλαιότερα η ευρύτερη περιοχή.[3] Το Γεφύρι, αναφερόμενο και ως Γιοφύρι, ο Αγιολέος, το Παλαιόκαστρο και η Παλιαµοθώνη σήμερα είναι κοντινές, μεταξύ τους, περιοχές, οι οποίες απέχουν από την Μεθώνη περίπου 3 με 4 χιλιόμετρα προς τα βορειοανατολικά, μεταξύ των δρόμων προς Τσικουνίδα καί Δηλέϊκα.[4]
Την εποχή της Β΄ Ενετοκρατίας αναφερόταν ως το Γεφύρι (Gioffiri ή Giofiri ).[4][5] Ο οικισμός αναφέρεται επίσης σε διάφορες απογραφές των Βενετών Προνοητών της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, οι οποίες έγιναν στο χρονικό διάστημα της τριακονταετίας (1683/84-1715), κατά την οποία οι Βενετοί κατείχαν την Πελοπόννησο. Το χωριό Γεφύρι (Gioffiri ή Giofiri), ανήκε, στα τέλη του 17ου αιώνα, στην επαρχία της Μεθώνης (Territorio di Modon), η οποία ήταν μια από τις 4 επαρχίες, στις οποίες χωριζόταν τότε το διαμέρισμα της Μεθώνης (επαρχία Φαναριού, επαρχία Αρκαδιάς, επαρχία Ναβαρίνου και επαρχία Μεθώνης). Με βάση την ενετική απογραφή Corner του 1689, το χωριό είχε 16 κατοίκους,[5] ενώ με βάση την ενετική απογραφή Grimani του 1700, το χωριό είχε 23 κατοίκους.[3][4]
Νεότερη ιστορία
Επίσης το χωριό αναφερόταν τον 19ο αιώνα ως Giophyri[3] σύμφωνα με τον Pouqueville το 1815 και διέμεναν σε αυτό γύρω στις 36 οικογένειες. Ο παλαιότερος οικισμός ουσιαστικά καταργήθηκε μετά τον μεγάλο σεισμό του Αυγούστου του 1886, εξαιτίας της μετακίνησης του πληθυσμού, προς την Μεθώνη, λόγω της κατάρρευσης των οικιών του χωριού.[3][4] Η τυπική του κατάργησή του έγινε, λίγο αργότερα, το 1889. Περισσότερο από έναν αιώνα μετά, μόλις το 2011, αναγνωρίσθηκε ο νεότερος σημερινός οικισμός.
Ιστορικό παλαιότερου οικισμού
Το Γεφύρι[6] προσαρτήθηκε αρχικά, το 1835,[7] στον παλαιό Δήμο Μεθώνης,[8] όπου και παρέμεινε ως το 1889 που ο οικισμός καταργήθηκε και τυπικά. Το χωριό αναφέρεται, το 1853, επίσης σαν Γεφύρι στον β΄ τόμο των «Ελληνικών» του Ιάκωβου Ρίζου Ραγκαβή, ως χωριό του Δήμου Μεθώνης της Επαρχίας Πυλίας με πληθυσμό 48 κατοίκων, με βάση την απογραφή του 1851.[9] Έδρα του Δήμου Μεθώνης τότε, βάση της ίδιας πηγής, ήταν η κωμόπολη Μεθώνη.
Το 1889 ο οικισμός καταργείται και τυπικά.[10]
Ο σύγχρονος οικισμός, με βάση την Απογραφή του 2011, έχει 16 μόνιμους κατοίκους,[14] οι οποίοι απασχολούνται κυρίως σε διάφορες αγροτικές εργασίες.
Η παλαιότερη εξέλιξη του πληθυσμού στο χρονικό διάστημα, από το 1689 ως το 1889, που ο αρχικός ιστορικός οικισμός Γεφύρι καταργήθηκε τυπικά είχε ως εξής:
Επισήμανση: Ο παλαιότερος οικισμός Γεφύρι δεν αναφέρεται στις απογραφές των ετών 1879 και 1889 (έτος τυπικής κατάργησης).
Αξιοθέατα
«Παλιομεθώνη» - «Αγιολέος»
Βορειοανατολικά της Μεθώνης, κοντά στο Γεφύρι, στην περιοχή «Παλιομεθώνη» ή «Παληομεθώνη» (= Παλαιά Μεθώνη) διατηρούνται τα επιβλητικά ερείπια του ναού του «Αγιολέου». Πρόκειται για το καθολικό της κιστερκιανής Ιεράς Μονής της Santa Maria de Berge, η οποία καταστράφηκε από τους Έλληνες το 1267. Το καθολικό ανήκε στον τύπο της τρίκλιτης βασιλικής, αρκετά μεγάλων διαστάσεων, με ισχυρούς τοίχους με αντηρίδες που στήριζαν τη θολωτή οροφή, ενώ διατηρήθηκαν διάφορα στοιχεία που συναντώνται σε αρκετούς αντίστοιχους ναούς στη Δύση κατά το 13ο αιώνα. Κατά τον 15ο αιώνα, εντός των ερειπίων της μεγάλης γοτθικής εκκλησίας κτίστηκε ένας μικρότερος σταυρεπίστεγος ναός, τα ερείπια του οποίου σώζονται σήμερα σε μεγάλο ύψος. Κατά το πρώτο μισό του 19ου αιώνα, στο οδοιπορικό του Βρετανού Γουίλλιαμ Τζελλ (Sir William Gell, 1777-1836), ο ναός αναφερόταν απλώς ως «εκκλησία» στην Παληομεθώνη, ενώ το όνομα «Αγιολέος» (Άγιος Λέων) αναφέρεται από το 1930 και μετά. Το 1969 έγινε καθαρισμός και μερική ανασκαφή του μνημείου, ενώ με τη μελέτη του ασχολήθηκε από το 1961 και ο αρχαιολόγος Δημήτριος Πάλλας.[4][16][17] O Άι - Λέος έχει χαρακτηρισθεί ως ιστορικά διατηρητέο μνημείο.[18]
Οι απογραφές των Προνοητών της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, Corner (1689), Grimani (1700) Angelo Emo (ίσως το 1708), η αχρονολόγητη απογραφή που αναφέρεται στο χειρόγραφο Querini-Stampalia (ίσως το 1711), είναι τέσσερις από τις διάφορες βενετσιάνικες απογραφές, οι οποίες επιχειρήθηκαν στο χρονικό διάστημα της τριακονταετίας (1683/84-1715), κατά την οποία οι Βενετοί κατείχαν την Πελοπόννησο. Μέχρι σήμερα πλήρως έχει δημοσιευθεί μόνο η απογραφή Grimani, από τον ιστορικό και ομότιμο διευθυντή ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (ΕΙΕ) Βασίλη Παναγιωτόπουλο, στο έργο του "Πληθυσμός και οικισμοί της Πελοποννήσου. 13ος - 18ος αιώνας", (1985).