Το Βασίλειο της Ταϊλάνδης ή (εναλλακτική γραφή) Ταϋλάνδης είναι μια χώρα στη Νοτιοανατολική Ασία, η οποία συνορεύει με το Λάος και την Καμπότζη στα ανατολικά, τον κόλπο της Ταϊλάνδης και τη Μαλαισία στα νότια, τη θάλασσα Ανταμάν και τη Μιανμάρ στα δυτικά. Η Ταϊλάνδη είναι επίσης γνωστή ως Σιάμ, το οποίο ήταν το επίσημο όνομα της χώρας μέχρι τις 11 Μαΐου 1949. Η λέξη Τάι (ไทย, IPA:tʰai, προφ. τάι) σημαίνει «ελευθερία» στην Ταϊλανδέζικη γλώσσα. Είναι επίσης το όνομα των Ταϊλανδών ανθρώπων – οδηγώντας ορισμένους κατοίκους και ιδιαίτερα την αρκετά μεγάλη κινεζική μειονότητα, να συνεχίζει να χρησιμοποιεί το όνομα Σιάμ. Η εθνική εορτή είναι τα γενέθλια του Βασιλιά, στις 5 Δεκεμβρίου.
Ετυμολογία
Η χώρα αποκαλούνταν πάντα Μουεάνγκ Τάι από τους πολίτες της. Σύμφωνα με τον γλωσσολόγο Ζωρζ Σεντέ, η λέξη τάι (ไทย) σήμαινε «ελεύθερος άνθρωπος» στα ταϊλανδέζικα.[5] Για τους ξένους πριν το 1949, η χώρα ήταν γνωστή κυρίως με το εξωνύμιο Σιάμ (สยาม).
Ιστορία
Η προέλευση της Ταϊλάνδης είναι παραδοσιακά συνδεδεμένη με το βραχύβιο Βασίλειο του Σουχοτάι που ιδρύθηκε το 1238, και το μεγαλύτερο Βασίλειο Αγιουτάγια, που ιδρύθηκε στα μέσα του 14ου αιώνα. Ο ταϊλανδικός πολιτισμός επηρεάστηκε πολύ από την Κίνα και την Ινδία. Η επαφή με τις διάφορες ευρωπαϊκές δυνάμεις άρχισε στο 16ο αιώνα αλλά παρά τη συνεχή πίεση, η Ταϊλάνδη είναι η μοναδική νοτιοανατολική ασιατική χώρα που δεν κατακτήθηκε από κάποια ευρωπαϊκή δύναμη, εν τούτοις η δυτική επιρροή, συμπεριλαμβανομένης της απειλής πολέμου, οδήγησε σε πολλές μεταρρυθμίσεις στο 19ο αιώνα και σημαντικές παραχωρήσεις στα βρετανικά εμπορικά συμφέροντα (υπό αυτή την έννοια πολλοί ιστορικοί περιλαμβάνουν την Ταϊλάνδη στην «άτυπη Βρετανική Αυτοκρατορία»).
Μια σχετικώς αναίμακτη επανάσταση το 1932 οδήγησε σε Συνταγματική Μοναρχία. Γνωστή προηγουμένως ως Σιάμ, η χώρα άλλαξε αρχικά το όνομά της σε Ταϊλάνδη το 1939, και οριστικώς το 1949 μετά από επαναφορά του παλαιού ονόματος ύστερα από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Κατά τη διάρκεια εκείνης της σύγκρουσης η Ταϊλάνδη ήταν σε μια χαλαρή συμμαχία με την Ιαπωνία και μετέπειτα έγινε σύμμαχος των Ηνωμένων Πολιτειών. Η Ταϊλάνδη εισήλθε έπειτα σε μια σειρά στρατιωτικών πραξικοπημάτων, αλλά προχώρησε προς τη δημοκρατία από τη δεκαετία του '80 κι έπειτα.
Το επίσημο ημερολόγιο στην Ταϊλάνδη είναι βασισμένο στη Βουδιστική Περίοδο, η οποία είναι 543 έτη μπροστά από το δυτικό ημερολόγιο. Παραδείγματος χάριν, το έτος 2000 μ.Χ. είναι ίσο με το έτος 2543 Β.Π.
Στις 26 Δεκεμβρίου 2004 η δυτική ακτή της Ταϊλάνδης καταστράφηκε από ένα τσουνάμι ύψους 10 μέτρων, μετά από τον σεισμό του 2004 στον Ινδικό Ωκεανό, με απολογισμό περισσότερα από 5.000 θύματα στη χώρα, οι μισοί από τους οποίους ήταν τουρίστες.
Στις 19 Σεπτεμβρίου του 2006 εκδηλώθηκε νέο πραξικόπημα στην Ταϊλάνδη. Οι ένοπλες δυνάμεις ανέστειλαν το Σύνταγμα του 1997, διέλυσαν το κοινοβούλιο και το Συνταγματικό Δικαστήριο. Ο πρωθυπουργός Τακσίν Σιναουάτρα δήλωσε από τη Νέα Υόρκη όπου βρισκόταν πως είναι «ήρεμος» και πρόσθεσε πως θεωρεί εαυτόν επικεφαλής της κυβέρνησης παρά το πραξικόπημα, καθαιρώντας τον αρχηγό του στρατού Σοντί Μπουνγιαρατκλίν και διατάσσοντας τον στρατό να μην «κινείται παρανόμως» [6]
Διακυβέρνηση
Ο βασιλιάς έχει λίγη άμεση δύναμη σύμφωνα με το Σύνταγμα αλλά είναι ο προστάτης του ταϊλανδικού βουδισμού και σύμβολο της εθνικής ταυτότητας και ενότητας. Ο σημερινός μονάρχης είναι δημοφιλής και απολαμβάνει τον σεβασμό [εκκρεμεί παραπομπή], ο οποίος έχει χρησιμοποιηθεί για να επιλύσει πολιτικές κρίσεις. Ο επικεφαλής της κυβέρνησης είναι ο πρωθυπουργός, ο οποίος διορίζεται από τον βασιλιά επιλεγόμενος μεταξύ των μελών του Κοινοβουλίου (Οίκου των Αντιπροσώπων), συνήθως τον ηγέτη του κόμματος που μπορεί να οργανώσει μια κυβέρνηση συνασπισμού πλειοψηφίας.
Το διθάλαμο ταϊλανδικό Κοινοβούλιο είναι η Εθνική Συνέλευση ή Ραθασάφα - รัฐสภา, το οποίο αποτελείται από έναν Οίκο των Αντιπροσώπων (το Σάφα Φουθαέν Ράτσαντον - สภาผู้แทนราษฎร) 500 εδρών και μιας Συγκλήτου (τη Γουθισάφα - วุฒิสภา) 200 εδρών. Τα μέλη και των δύο σωμάτων εκλέγονται με ψηφοφορία. Τα μέλη του Οίκου των Αντιπροσώπων υπηρετούν τετραετείς θητείες, ενώ οι γερουσιαστές υπηρετούν εξαετείς θητείες. Δικαίωμα ψήφου στις εκλογές έχουν όσες και όσοι είναι ηλικίας 18 ετών και άνω. Η ψηφοφορία είναι υποχρεωτική.
Το υψηλότερο δικαστικό σώμα είναι το ανώτατο δικαστήριο ή Σάντικα - ศาลฎีกา, του οποίου οι δικαστές διορίζονται από τον μονάρχη. Η Ταϊλάνδη είναι μέλος της περιφερειακής Ένωσης των Χωρών Νοτιοανατολικής Ασίας (Association of Southeast Asian Nations).
Στις 17 Σεπτεμβρίου 2008 διορίστηκε νέος πρωθυπουργός ο γαμπρός του έκπτωτου πρωθυπουργού, Τακσίν Σιναγουάτρα, Σομτσάι Ουονγκσαουάτ. Ο πολιτικός εξελέγη με 298 ψήφους υπέρ και 163 κατά.[7]
Στις 7 Οκτωβρίου του 2008 διαδηλωτές επιχείρησαν να κρατήσουν ομήρους 320 βουλευτές και γερουσιαστές εντός του κτηρίου του κοινοβουλίου, διακόπτοντας την παροχή ηλεκτρικού ρεύματος και ανάγκασαν τον Ουονγκσαουάτ να φύγει κάνοντας άλμα από πίσω φράκτη. Η καθιστική διαμαρτυρία και η πολιορκία της περιοχής διήρκεσαν 6 εβδομάδες. Η κυβέρνηση αναγκάστηκε να μεταφερθεί στο χώρο του πρώην διεθνούς αεροδρομίου. Τελικά, η αστυνομία κατέστειλε τη διαδήλωση διά της βίας, με αποτέλεσμα εκατοντάδες τραυματισμούς και έναν διαδηλωτή νεκρό.[8][9]
Στις 29 Σεπτεμβρίου η εκλογική επιτροπή της Ταϊλάνδης ανακοίνωσε ότι μια υποεπιτροπή θα εξέταζε τον Σομτσάι - σε χρονικό περιθώριο 30 ημερών- για πιθανή παραβίαση του Συντάγματος με το να έχει μετοχές στη CS LoxInfo PCL, έναν πάροχο Διαδικτύου στη χώρα του. Με βάση το Σύνταγμα ο Σομτσάι έπρεπε να παραιτηθεί, επειδή είχε αυτές τις μετοχές.[10][11][12]
Στις 17 Οκτωβρίου η επιτροπή εναντίον της διαφθοράς καταδίκασε τον πρωθυπουργό για παραμέληση των καθηκόντων του. Τον Νοέμβριο η Αντιπολίτευση κλιμάκωσε τις κινητοποιήσεις της, που έφτασαν μέχρι την κατάληψη αεροδρομίων. Στις 2 Δεκεμβρίου του 2008 το Συνταγματικό Δικαστήριο τον εμπόδισε από το να μετέχει στα πολιτικά για τουλάχιστον 5 χρόνια[13]. Έτσι, ο πρωθυπουργός παραιτήθηκε. Προσωρινός αντικαταστάτης του Ουονγκσαουάτ έγινε ο Τσοβαράτ Τσανουιράκουλ. Το Κοινοβούλιο όρισε αρχικά την 8η Δεκεμβρίου ως ημέρα για την εκλογή νέου πρωθυπουργού, στις 4 Δεκεμβρίου όμως η σχετική έκτακτη συνεδρίαση του σώματος ακυρώθηκε.[14].Στις 15 Δεκεμβρίου του 2008 διορίστηκε νέος πρωθυπουργός μετά την εκλογή του από την Κάτω Βουλή ο Αμπχισίτ Βετζάτζιβα.[15]
Στις ενδιάμεσες εκλογές που διεξήχθησαν στις 11 Ιανουαρίου 2009 βγήκε ενισχυμένη η συμμαχία του πρωθυπουργού, καθώς οι έδρες αυξήθηκαν σε 48 (συνολικά η συμμαχία κέρδισε 20 έδρες στις μερικές εκλογές). Οι εκλογές έγιναν για την πλήρωση των εδρών 29 βουλευτών, των οποίων αφαιρέθηκαν τα πολιτικά δικαιώματα για μία πενταετία έπειτα από δικαστική απόφαση στις 2 Δεκεμβρίου του 2008 με την οποία διαλύθηκε το πρώην κυβερνητικό Κόμμα της Λαϊκής Εξουσίας (ΡΡΡ) για καλπονοθεία[16].
Η αδερφή του πρώην πρωθυπουργού Τακσίν Σιναουάτρα, η Γινγκλούκ Σιναουάτρα πέτυχε οριακή νίκη στις εκλογές του 2011 και έγινε η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός στην ιστορία της χώρας. Οι γενικές εκλογές που διεξήχθησαν στις 2 Φεβρουαρίου 2014 ακυρώθηκαν από το Συνταγματικό Δικαστήριο (με απόφαση στις 21 Μαρτίου), με το αιτιολογικό ότι δεν είχαν ολοκληρωθεί εντός μιας ημέρας σε ολόκληρη τη χώρα.[17] Τον Μάιο του 2014 παύτηκε από πρωθυπουργός με απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου και αντικαταστάθηκε προσωρινά από τον Νιβαθαμρόν Μπουνσονφαϊσάν, ενώ νέες εκλογές ορίστηκαν για τις 20 Ιουλίου 2014.[18] Στις 20 Μαΐου ο στρατός επέβαλε τον στρατιωτικό νόμο.
Σύνταγμα
Το ισχύον Σύνταγμα εγκρίθηκε από τους ψηφοφόρους με 57,8% υπέρ σε δημοψήφισμα στις 19 Αυγούστου του 2007. Το προηγούμενο Σύνταγμα ήταν προσωρινό και είχε ανακοινωθεί το 2006.
Τα μέλη του Οίκου των Αντιπροσώπων υπηρετούν τετραετείς θητείες, ενώ οι γερουσιαστές υπηρετούν εξαετείς θητείες. Δικαίωμα ψήφου στις εκλογές έχουν όσες και όσοι είναι ηλικίας 18 ετών και άνω. Η ψηφοφορία είναι υποχρεωτική.
Έπειτα από την οριακή νίκη της στις εκλογές εξασφαλίζοντας 265 έδρες στο Κοινοβούλιο τον Ιούλιο του 2011, η Γινγκλούκ Σιναουάτρα (αδερφή του πρώην πρωθυπουργού, Τακσίν Σιναουάτρα) έγινε η πρώτη γυναίκα Πρωθυπουργός στην ιστορία της χώρας.[19]
Στην Ταϊλάνδη έχουν διεξαχθεί εκλογές για κοινοβούλιο.
Επαρχίες
Η Ταϊλάνδη διαιρείται σε 75 επαρχίες (Τσάνγουατ, ενικός και πληθυντικός), οι οποίες ομαδοποιούνται σε 5 ομάδες επαρχιών και την Μπανγκόκ ως πρωτεύουσα. Κάθε επαρχία διαιρείται σε μικρότερες περιοχές - από το 2000 υπάρχουν 795 περιοχές, 81 υπο-περιοχές και 50 περιοχές της Μπανγκόκ. Εντούτοις, μερικά μέρη των επαρχιών που οριοθετούν την Μπανγκόκ αναφέρονται ως ευρύτερη Μπανγκόκ. Αυτές οι επαρχίες περιλαμβάνουν το Νονθάμπουρι, το Πάθουμ Θάνι, το Σαμούτ Πράκαν, το Νάνκον Πάθομ και το Σάμουτ Σάκον. Το όνομα κάθε κύριας πόλης είναι το ίδιο με αυτό της επαρχίας. Οι 75 επαρχίες είναι οι εξής:
Η Ταϊλάνδη είναι κατοικημένη σε διάφορες ευδιάκριτες γεωγραφικές περιοχές, που αντιστοιχούν στις επαρχιακές ομάδες. Το βόρειο τμήμα της χώρας είναι ορεινό, με το υψηλότερο σημείο που είναι το Ντόι Ίνθανον με ύψος 2.576 μ. Τα βορειοανατολικά αποτελούνται από το Οροπέδιο Κοράτ, που συνορεύει στα ανατολικά με τον ποταμό Μεκόνγκ. Στο κέντρο της χώρας εκτείνεται η επίπεδη κοιλάδα με τον ποταμό Τσάο Πράγια, ο οποίος εκβάλλει στον κόλπο της Ταϊλάνδης. Ο νότος αποτελείται από το στενό ισθμό Κρα που διευρύνεται στη χερσόνησο της Μαλαισίας.
Το τοπικό κλίμα είναι τροπικό και με κύριο χαρακτηριστικό τους μουσώνες. Υπάρχει ένας βροχερός, θερμός, και νεφελώδης νοτιοδυτικός μουσώνας από τα μέσα του Μάη μέχρι τον Σεπτέμβριο, όπως και ένας ξηρός, δροσερός βορειοανατολικός μουσώνας από τον Νοέμβριο μέχρι τα μέσα Μαρτίου. Ο νότιος ισθμός είναι πάντα ζεστός και υγρός. Μεγάλες πόλεις εκτός από την πρωτεύουσα Μπανγκόκ περιλαμβάνουν το Νάκον Ρατσασίμα, το Γιούντον Θάνι, το Νάκον Σαγουάν, το Μάι Τσιάνγκ, το Σουράτ Θάνι, το Πουκέτ και το Χατ Γιάι (Σόνγκλα).
Η Ταϊλάνδη είναι μια αναπτυσσόμενη οικονομία και θεωρείται μια νεοβιομηχανοποιημένη χώρα. Η Ταϊλάνδη είχε ακαθάριστο εθνικό προϊόν το 2013 ύψους 673 δις δολαρίων (με βάση την αγοραστική δύναμη).[20] Η Ταϊλάνδη είναι η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της νοτιοανατολικής Ασίας, μετά την Ινδονησία. Η Ταϊλάνδη είναι στο μέσο όρο όσον αφορά την κατανομή του πλούτου και είναι το 4ο πλουσιότερο κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας όσον αφορά το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, μετά τη Σιγκαπούρη, το Μπρουνέι και τη Μαλαισία. Η Ταϊλάνδη δρα ως άγκυρα στην οικονομία των γειτονικών αναπτυσσόμενων χωρών, του Λάος, της Μυανμάρ και της Καμπότζης. Η ανεργία στην Ταϊλάνδη το τρίτο τρίμηνο του 2014 ήταν 0,84%.[21]
Μετά από παρουσία του υψηλότερου ποσοστού αύξησης παγκοσμίως από το 1985 ως το 1995 - κατά μέσο όρο σχεδόν 9% ετησίως - αυξημένη πίεση στο νόμισμα της Ταϊλάνδης, το μπαχτ, το 1997 οδήγησε σε μια κρίση που αποκάλυψε τις αδυναμίες οικονομικού τομέα και ανάγκασε την κυβέρνηση να υποτιμήσει το νόμισμα. Πολύ σταθερό σε 25 προς 1 δολάριο ΗΠΑ, το μπαχτ έφθασε στο χαμηλότερο σημείο του 56 προς 1 δολάριο ΗΠΑ τον Ιανουάριο του 1998 και η οικονομία που συμβλήθηκε κατά 10,2% το ίδιο έτος. Η κρίση επεκτάθηκε στην Ασιατική οικονομική κρίση.
Η Ταϊλάνδη εισήχθηκε σε στάδιο αποκατάστασης το 1999, επεκτάθηκε οικονομικά κατά 4,2% και αύξησε την οικονομία της 4,4% το 2000, κατά ένα μεγάλο μέρος λόγω των αυξημένων εξαγωγών - που αυξήθηκαν περίπου κατά 20% το 2000. Η αύξηση μετριάστηκε με τη χαλάρωση της σφαιρικής οικονομίας το 2001, αλλά βελτιώθηκε στα επόμενα έτη λόγω της ισχυρής ανάπτυξης της Κίνας και τα διάφορα εσωτερικά προγράμματα υποκίνησης σε συνδυασμό με τις πολιτικές που προωθούνται από τον ΠρωθυπουργόΘάκσιν Σιναγουάτρα. Η αύξηση το 2003 υπολογίζεται να είναι περίπου 6,3%, και κατά 8% και 10% το 2004 και το 2005.
Η χώρα παράγει, από γεωργικής πλευράς, ρύζι, αραβόσιτο, ταπιόκα, ζαχαροκάλαμο, ελαστικό κόμμι, σόγια και καρύδες.
Η βιομηχανία είναι αρκετά αναπτυγμένη. Κατασκευάζονται υφάσματα και είδη ένδυσης, τσιμέντο, ηλεκτρικές συσκευές και εξαρτήματα υπολογιστών, ολοκληρωμένα κυκλώματα, είδη επίπλωσης, πλαστικά, αυτοκίνητα και ανταλλακτικά, ενώ από πλευράς μεταποιητικής βιομηχανίας υπάρχουν εργοστάσια επεξεργασίας τροφίμων, ποτών και καπνού.[22] Η αυτοκινητοβιομηχανία της Ταϊλάνδης είναι η 9η μεγαλύτερη στον κόσμο και η μεγαλύτερη στη νοτιοανατολική Ασία,[23][24][25] παράγοντας 1,5 εκατομμύρια αυτοκίνητα ετησίως.[25]
Αξιόλογος είναι, επίσης, και ο ορυκτός πλούτος της χώρας: Είναι δεύτερη στην παγκόσμια παραγωγή βολφραμίου και τρίτη στην παραγωγή κασσιτέρου, ενώ υπάρχουν πολύτιμοι και ημιπολύτιμοι λίθοι
Ο τουρισμός συμβάλλει σημαντικά στην Ταϊλανδική οικονομία, και η βιομηχανία έχει ωφεληθεί από την υποτίμηση του Ταϊλανδικού μπαχτ και τη σταθερότητα της Ταϊλάνδης. Οι αφίξεις τουριστών το 2002 (10,9 εκατομμύρια) απεικόνισαν μια αύξηση 7,3% από το προηγούμενο έτος (10,1 εκατομμύρια).
Δημογραφία
Στον πληθυσμό της Ταϊλάνδης επικρατούν οι φυλές Τάι και Λάο, η τελευταία συγκεντρώθηκε στη βορειοανατολική περιοχή του Άισαν και αποτελεί περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού. Υπάρχει επίσης μια μεγάλη κοινότητα των ταϊλανδών κινέζων, που έχουν διαδραματίσει ιστορικά έναν δυσανάλογα σημαντικό ρόλο στην οικονομία. Η Chinatown της Μπανγκόκ βρίσκεται στο δρόμο Γιάογουαρατ (Yaowarat). Άλλες εθνικές ομάδες περιλαμβάνουν τους Μαλαισιανούς στο νότο, τους Μον, τους Χμερ και διάφορες άλλες γηγενείς φυλές που ζουν στους λόφους.
Σύμφωνα με την τελευταία απογραφή (2000) το 94,6% Ταϊλανδών είναι Βουδιστές της παράδοσης Θεραβάντα. Μουσουλμάνοι είναι η δεύτερη θρησκευτική ομάδα στην Ταϊλάνδη κατά 4,6%. Οι περισσότεροι από αυτούς είναι Μαλαισιανοί και είναι συγκεντρωμένοι κυρίως στο νότο, όπου διαμορφώνουν μια ισχυρή πλειοψηφία σε τέσσερις επαρχίες. Χριστιανοί, κυρίως Καθολικοί, αντιπροσωπεύουν το 0,75% του πληθυσμού, ενώ υπάρχουν 3.810 Μάρτυρες του Ιεχωβά[26] και 18.071 Μορμόνοι της Εκκλησίας του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών[27]. Μια μικροσκοπική αλλά επιδρούσα κοινότητα Σιχ και κάποιοι Ινδουιστές επίσης ζουν στις πόλεις της χώρας.
Η Ταϊλανδική γλώσσα είναι εθνική γλώσσα της Ταϊλάνδης, γραπτή στο αλφάβητό της, αλλά πολλές εθνικές και περιφερειακές διάλεκτοι υπάρχουν επίσης στις περιοχές όπου οι άνθρωποι μιλούν κυρίως Άισαν ή Χμερ. Αν και τα αγγλικά διδάσκονται ευρέως στα σχολεία, η ικανότητα είναι χαμηλή.
Το 2008 λειτουργούσαν στο κράτος 108 αεροδρόμια και 3 ελικοδρόμια. Ο εμπορικός στόλος περιλαμβάνει 398 πλοία. Το οδικό δίκτυο καλύπτει (2006) περισσότερα από 180.000 χλμ. Η οδήγηση γίνεται στην αριστερή πλευρά του δρόμου. Η Μπανγκόκ είναι η μοναδική πόλη της Ταϊλάνδης που διαθέτει μετρό. Γενικά οι μεταφορές στη Ταϊλάνδη χαρακτηρίζονται χαοτικές χωρίς να επικρατεί κάποιο μέσο μεταφοράς. Ιδιαίτερα διαδεδομένη είναι και η χρήση δικύκλων, μοτοσυκλετών αλλά και ποδηλάτων.
Πολιτισμός
Ο τυποποιημένος χαιρετισμός στην Ταϊλάνδη είναι μια χειρονομία που θυμίζει στάση προσευχής, αποκαλούμενη γουάι (wai). Στα ταμπού περιλαμβάνονται το άγγιγμα του κεφαλιού ή η υπόδειξη με τα πόδια, δεδομένου ότι το κεφάλι θεωρείται το υψηλότερο και το πόδι το χαμηλότερο μέρος του σώματος. Το να περπατά κανείς πάνω από κάποιον ή πάνω από τρόφιμα, θεωρείται προσβολή. Τα βιβλία και άλλα έγγραφα θεωρούνται τα πιο σεβαστά υλικά αντικείμενα - επομένως κάποιος δεν πρέπει να σπρώξει ένα βιβλίο (για να το δώσει) πάνω σε ένα τραπέζι ή να το αφήσει στο πάτωμα.
Η Ταϊλάνδη είναι μια Συνταγματική Μοναρχία και ο βασιλιάς είναι εξαιρετικά αξιοσέβαστος. Είναι παράνομο να προσβληθεί η βασιλική οικογένεια.
Αθλητισμός
Το Μάι Τάι' ή Ταϊλανδική πυγμαχία, είναι το εθνικό άθλημα στην Ταϊλάνδη
Ram Muay, τελετουργικά πριν από τον αγώνα.
Αγώνας Μάι Τάι στην Μπανγκόκ.
Buakaw, διάσημοι διεθνείς επαγγελματίες του Μάι Τάι.
Το Μάι Τάι ή Ταϊλανδική πυγμαχία, είναι το εθνικό άθλημα στην Ταϊλάνδη και η εγγενής πολεμική τέχνη. Έγινε δημοφιλές σε όλο τον κόσμο στη δεκαετία του '90. Παρόμοιες μορφές πολεμικής τέχνης υπάρχουν σε άλλες νοτιοανατολικές ασιατικές χώρες.
Κουζίνα
Η Ταϊλανδέζικη κουζίνα συνδυάζει πέντε θεμελιώδεις προτιμήσεις: γλυκό, πικάντικο, ξινό, πικρό και αλμυρό.
Πολλοί είναι οι λόγοι που οδήγησαν την Ταϊλάνδη στην ανάπτυξη και τελειοποίηση της μαγειρικής της παράδοσης, με βασικότερο το γεγονός ότι υπήρξε η μόνη χώρα της Νοτιοανατολικής Ασίας που σώθηκε από την επιβολή ανοιχτής αποικιοκρατίας, χάρη στην «επιδέξια» πολιτική των Βασιλιάδων της που υπέγραψαν εμπορικές συμφωνίες με τους Ευρωπαίους. Άλλος επίσης σημαντικός παράγοντας υπήρξε η κοινωνική συνοχή της λόγω της Βουδιστικής θρησκείας (94% του πληθυσμού της) και της Μοναρχίας.
Η εισβολή της ταϊλανδέζικης κουζίνας στις αγγλόφωνες χώρες έγινε αισθητή τις τρεις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Η ταχύτατη εξάπλωσή της οφείλεται όχι μόνον στην ποιότητα της αλλά και στο επιχειρηματικό δαιμόνιο των Ταϊλανδών.
↑ 25,025,1«Production Statistics». OICA (International Organization of Motor Vehicle Manufacturers). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Νοεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 26 Νοεμβρίου 2012.
↑Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 2014, Watch Tower Bible And Tract Society of Pennsylvania, σελ. 186
1 Τμήμα της χώρας ανήκει στην Αφρική. 2 Συνήθως γεωγραφικά θεωρείται Ασιατική χώρα, αλλά ωστόσο για πολιτισμικούς και ιστορικούς λόγους εντάσσεται συχνά στην Ευρώπη. 3 Τμήμα της χώρας ανήκει στην Ευρώπη.