Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές.Βοηθήστε συνδέοντας το κείμενο με τις πηγές χρησιμοποιώντας παραπομπές, ώστε να είναι επαληθεύσιμο.
Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 22/01/2024.
Η αραβική γλώσσα (اللغة العربية al-luġatu l-‘arabiyyah ή απλώς عربي ‘arabī) είναι το μεγαλύτερο μέλος του σημιτικού κλάδου της αφροασιατικήςγλωσσικής οικογένειας (ταξινόμηση: νότια κεντρική σημιτική) και είναι στενά συγγενής με την εβραϊκή γλώσσα και την αραμαϊκή γλώσσα. Ομιλείται σ' ολόκληρο τον αραβικό κόσμο και είναι ευρέως γνωστή και αντικείμενο σπουδής στον ισλαμικό κόσμο. Τα αραβικά είναι λογοτεχνική γλώσσα τουλάχιστον από τον 16ο αιώνα και είναι επίσης η λειτουργική γλώσσα του Ισλάμ.
Ο όρος αραβικά μπορεί να αναφέρεται είτε στα λογοτεχνικά/λόγια αραβικά, που δεν μιλά κανένας Άραβας ως μητρική γλώσσα, είτε στα Σύγχρονα Πρότυπα Αραβικά ή ακόμη στις πολλές ομιλούμενες παραλλαγές των αραβικών κοινά γνωστές ως «καθομιλούμενα αραβικά». Οι Άραβες θεωρούν τα λόγια αραβικά ως την πρότυπη γλώσσα και τείνουν να βλέπουν όλα τα άλλα μόνο σαν διαλέκτους. Τα λόγια αραβικά, al-luġatu-l-ʿarabīyatu-l-fuṣḥā (στην κυριολεξία: η πιο εύγλωττη αραβική γλώσσα—اللغة العربية الفصحى) αναφέρονται και στη γλώσσα των σύγχρονων μέσων στη Βόρεια Αφρική και τη Μέση Ανατολή και στην πιο αρχαϊκή γλώσσα του Κορανίου (o όρος συμπεριλαμβάνει τους περισσότερους τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς, και όλα τα γραπτά, συμπεριλαμβανομένων όλων των βιβλίων, εφημερίδων, περιοδικών, εγγράφων κάθε είδους, και αναγνωστικών αλφαβηταριών για μικρά παιδιά). Τα καθομιλούμενα ή «διαλεκτικά» Αραβικά αναφέρονται στις πολλές εθνικές ή τοπικές διαλέκτους/γλώσσες που προέρχονται από τα κλασικά αραβικά, που ομιλούνται καθημερινά στη Βόρεια Αφρική και στη Μέση Ανατολή, και αποτελούν την καθημερινή ομιλουμένη γλώσσα. Αυτά διαφέρουν μερικές φορές τόσο που δεν είναι αμοιβαία κατανοητά. Αυτές οι διάλεκτοι τυπικά δεν γράφονται, αν και υπάρχει ένας συγκεκριμένος όγκος λογοτεχνίας (ιδιαίτερα θεατρικών έργων και ποίησης) σε πολλές απ' αυτές. Επίσης χρησιμοποιούνται σε διάφορους βαθμούς στην ανεπίσημη γλώσσα των μέσων, όπως στις σαπουνόπερες και τις εκπομπές κουβέντας.
Διγλωσσία
Η κοινωνιογλωσσολογική κατάσταση των αραβικών στη σύγχρονη εποχή παρέχει ένα εξαίρετο παράδειγμα του γλωσσολογικού φαινομένου της διγλωσσίας – η κανονική χρήση δύο διαφορετικών παραλλαγών της ίδιας γλώσσας, συνήθως σε διαφορετικές κοινωνικές καταστάσεις. Στην περίπτωση των αραβικών, οι μορφωμένοι Άραβες -ή οποιασδήποτε άλλης εθνικότητας μπορεί να είναι- υποτίθεται ότι μιλάνε και την τοπική τους διάλεκτο και την διδαχθείσα στο σχολείο λόγια αραβική (στον ίσο ή σε λιγότερο βαθμό). Αυτή η διγλωσσική κατάσταση διευκολύνει την αλλαγή κώδικα κατά την οποία ένας ομιλητής αλλάζει κώδικες ακουσίως μεταξύ των δύο παραλλαγών της γλώσσας, μερικές φορές ακόμη και στην ίδια πρόταση. Σε περιπτώσεις που Άραβες διαφορετικών εθνικοτήτων εμπλέκονται σε μία συζήτηση και διαπιστώνουν πως δεν μπορούν να συνεννοηθούν (π.χ. ένας Μαροκινός που συνομιλεί με έναν Λιβανέζο), και οι δύο θα μπορούσαν να αλλάξουν κώδικα και να μιλήσουν για χάρη της επικοινωνίας στα λόγια αραβικά.
Αφού τα γραπτά αραβικά σήμερα διαφέρουν σημαντικά από τα γραπτά αραβικά της εποχής του Κορανίου, είναι σύνηθες στην δυτική ακαδημία και μεταξύ μη-Αράβων ακαδημαϊκών των Αραβικών να αναφέρονται στη γλώσσα του Κορανίου ως Κλασικά Αραβικά και στη σύγχρονη γλώσσα των μέσων και των επίσημων ομιλιών ως τα Σύγχρονα Πρότυπα Αραβικά. Από την άλλη, οι Άραβες συχνά χρησιμοποιούν τον όρο Fuṣḥa για να αναφερθούν και στις δύο μορφές, θέτοντας έτσι μεγαλύτερη έμφαση στις ομοιότητες μεταξύ των δύο.
Είναι δύσκολο μερικές φορές να μεταφραστούν ισλαμικές ιδέες, και ιδέες ειδικές στον αραβικό πολιτισμό, χωρίς να χρησιμοποιηθεί η πρωτότυπη αραβική ορολογία. Το Κοράνι εκφράζεται στα αραβικά και παραδοσιακά οι μουσουλμάνοι κρίνουν πως είναι αδύνατο να μεταφραστεί με τέτοιο τρόπο που να αντανακλά επαρκώς το ακριβές νόημά του – μάλιστα, μέχρι πρόσφατα, μερικές σχολές σκέψεις υποστήριζαν πως δεν θα έπρεπε να μεταφραστεί καθόλου. Ενώ τα αραβικά είναι στενά συνδεδεμένα με το Ισλάμ, ομιλούνται επίσης από Άραβες Χριστιανούς, Ανατολικούς (Σεφαρδίτες) Εβραίους, και μικρότερες ομάδες. Και φυσικά, η μεγάλη πλειονότητα των μουσουλμάνων του κόσμου δεν τα μιλάνε πραγματικά. Γνωρίζουν μόνο μερικές συγκεκριμένες φράσεις, όπως αυτές που χρησιμοποιούνται στην ισλαμική προσευχή.
Μερικές γνωστές αραβικές λέξεις που έχουν περάσει στο δυτικό κόσμο είναι τα: αλγόριθμος, άλγεβρα, αλχημεία, αλκοόλ, ζενίθ, ναδίρ κλπ. Η μαλτεζική γλώσσα, που ομιλείται στο μεσογειακό νησί της Μάλτας, είναι η μόνη επιζώσα ευρωπαϊκή γλώσσα που προέρχεται αρχικά από τα αραβικά (μια βορειοαφρικανική διάλεκτο), αν και περιέχει έναν μεγάλο αριθμό ιταλικών και αγγλικών δανείων. Εκατομμύρια μετανάστες μιλούν την αραβική γλώσσα στην Ευρώπη.
Αλφάβητο
Το αραβικό αλφάβητο προέρχεται από την αραμαϊκή γραφή, στην οποία φέρει μια αόριστη ομοιότητα όπως το κοπτικό και το κυριλλικό αλφάβητο με το ελληνικό αλφάβητο. Παραδοσιακά, υπήρχαν διαφορές ανάμεσα στη δυτική (μαγκρέμπι) και ανατολική εκδοχή του αλφαβήτου. Ωστόσο, η παλαιά μαγκρέμπι εκδοχή έχει εγκαταλειφθεί εκτός από καλλιγραφικούς σκοπούς στο ίδιο το Μαγκρέμπ, και παραμένει σε χρήση βασικά στα κορανικά σχολεία της δυτικής Αφρικής. Τα αραβικά, όπως και οι άλλες σημιτικές γλώσσες, γράφονται από δεξιά προς τα αριστερά.
Μετά τον οριστικό προσδιορισμό του Αραβικού αλφαβήτου περίπου το 786, από τον Καλίλ ιμπν Αχμάντ αλ Φαραχιντί, πολλά στυλ αναπτύχθηκαν, για την γραφή του Κορανίου και άλλων βιβλίων, και για τις επιγραφές σε μνημεία ως διακόσμηση. Η αραβική καλλιγραφία δεν υπέπεσε σε αχρηστία όπως στον δυτικό κόσμο, και ακόμη θεωρείται από τους Άραβες ως μείζονα μορφή τέχνης. Οι καλλιγράφοι απολαμβάνουν μεγάλης εκτίμησης. Όντας συνεχές από τη φύση του, αντίθετα με το λατινικό αλφάβητο, το αραβικό αλφάβητο χρησιμοποιείται για να γράφει ένας στίχος του Κορανίου, ή απλά ένα γνωμικό, σε μια εντυπωσιακή σύνθεση που συχνά είναι δυσανάγνωστη. Η σύνθεση είναι συχνά αφηρημένη, αλλά μερικές φορές η γραφή είναι σχηματισμένη για να πάρει μια πραγματική μορφή όπως αυτή ενός ζώου.
Κατάσταση και χρήση
Η κοινωνιογλωσσολογική κατάσταση της αραβικής γλώσσας στην εποχή μας είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του γλωσσικού φαινομένου της διγλωσσίας, δηλαδή της φυσιολογικής χρήσης δύο διαφορετικών ποικιλιών της ίδιας γλώσσας, συνήθως σε διαφορετικές κοινωνικές καταστάσεις.[1][2] Taulid είναι η διαδικασία που δίνει μια νέα απόχρωση της έννοιας σε μια παλιά κλασική λέξη. Για παράδειγμα, το al-hatif λεξικογραφικά σημαίνει εκείνος του οποίου ο ήχος ακούγεται αλλά η ταυτότητα παραμένει αόρατη. Ο όρος al-hatif χρησιμοποιείται τώρα για να αναφερθεί στο τηλέφωνο. Κατά συνέπεια, η διαδικασία του tawlid μπορεί να εκφράσει τις ανάγκες του σύγχρονου πολιτισμού με έναν τρόπο που φαίνεται να είναι αρχικά αραβικός.[3]
Στην περίπτωση της αραβικής γλώσσας, μπορούμε να υποθέσουμε ότι οι μορφωμένοι Άραβες οποιασδήποτε εθνικότητας μιλούν τόσο την τυπική αραβική γλώσσα που διδάσκονται στο σχολείο όσο και τις μητρικές τους διαλέκτους, οι οποίες ανάλογα με την περιοχή μπορεί να είναι αμοιβαία ακατανόητες.[4][5][6] Ορισμένες από αυτές τις διαλέκτους μπορούν να θεωρηθούν ως ξεχωριστές γλώσσες που μπορεί να έχουν τις δικές τους "υποδιαλέκτους".[7] Όταν μορφωμένοι Άραβες διαφορετικών διαλέκτων συνομιλούν (πχ. ένας Μαροκινός μιλάει σε έναν Λιβανέζο), πολλοί ομιλητές εναλλάσσουν κωδικοποιημένα μεταξύ διαλεκτικών και τυπικών γλωσσικών ποικιλιών, μερικές φορές ακόμη και μέσα στην ίδια πρόταση.
Γραμματική
Η γραμματική της αραβικής έχει ομοιότητες με εκείνη άλλων σημιτικών γλωσσών.[8][9] Ορισμένες από τις τυπικές διαφορές μεταξύ της τυπικής αραβικής και των απλών ποικιλιών είναι η απώλεια των μορφολογικών σημάτων της γραμματικής πτώσης, αλλαγές στη σειρά των λέξεων, μετατόπιση σε μια πιο αναλυτική μορφοσύνταξη, απώλεια της γραμματικής κλίσης και απώλεια της πτώσης, ιδιαίτερα της παθητικής φωνής.[10][11][12]
Ιστορία
Παλαιά Αραβικά
Τα παλαιά αραβικά είναι η ορολογία που αποδίδεται στις προ-ισλαμικές αραβικές διαλέκτους και γλώσσες. Όταν κάποιος ήθελε να γράψει στην ομιλούμενη γλώσσα του, τα αραβικά, χρησιμοποιούσε γενικά τη γραφή της συνήθους γραπτής γλώσσας του, όπως η ναβαταϊκή, η ελληνική, η αρχαία γραφή της Βόρειας Αραβίας κ.λπ.[13] Τα αραβικά εμφανίζονται για πρώτη φορά σε επιγραφική μορφή στις αρχές της πρώτης χιλιετίας π.Χ., και για το μεγαλύτερο μέρος της προισλαμικής ιστορίας της, η γλώσσα αλληλεπιδρούσε με ποικίλους τρόπους με μια σειρά σχετικών σημιτικών γλωσσών και την ελληνική.[14]
Κλασικά αραβικά
Τα κλασικά αραβικά (αραβικά: ٱلْعَرَبِيَّةُ ٱلْفُصْحَىٰ, λατινοποιημένα: al-ʿarabīyah al-fuṣḥā) είναι η τυποποιημένη λογοτεχνική μορφή της αραβικής γλώσσας που χρησιμοποιήθηκε από τον 7ο αιώνα και καθόλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα, κυρίως στα λογοτεχνικά κείμενα των Ομεϊάδων και των Αββασιδών, στην ποίηση, στην πεζογραφία και στη ρητορική, και είναι επίσης η λειτουργική γλώσσα του Ισλάμ. Είναι ουσιαστικά η μορφή της γλώσσας που βρίσκεται στο Κοράνι, με ορισμένες τροποποιήσεις απαραίτητες για τη χρήση της στη σύγχρονη εποχή και είναι ομοιόμορφη σε όλο τον αραβικό κόσμο. Αντίθετα, τα καθομιλούμενα αραβικά περιλαμβάνουν πολλές προφορικές διαλέκτους, μερικές από τις οποίες είναι ακατανόητες μεταξύ τους.[15]
Σύγχρονα πρότυπα αραβικά
Τα σύγχρονα πρότυπα αραβικά είναι ο άμεσος απόγονος των κλασικών αραβικών που χρησιμοποιούνται σήμερα σε ολόκληρο τον αραβικό κόσμο γραπτώς και επίσημα, για παράδειγμα σε προετοιμασμένες ομιλίες, ορισμένες ραδιοφωνικές εκπομπές και σε ενημερωτικές εκπομπές. Ενώ οι λέξεις και η τεχνοτροπία των σύγχρονων πρότυπων αραβικών είναι διαφορετικά από τα κλασικά αραβικά, η μορφολογία και η σύνταξη έχουν παραμείνει βασικά αμετάβλητες (αν και τα σύγχρονα πρότυπα αραβικά χρησιμοποιούν ένα υποσύνολο των συντακτικών δομών που διατίθενται στα κλασικά αραβικά).[16] Στον αραβικό κόσμο γίνεται ελάχιστη διάκριση μεταξύ των κλασικών αραβικών και των σύγχρονων πρότυπων αραβικών και αμφότεροι ονομάζονται al-fuṣḥā (αραβικά: الفصحى), που σημαίνει «ο εύγλωττος».
Τυποποίηση
Αν και οι πολύ πρώιμες εκδηλώσεις της αραβικής γλώσσας χρονολογούνται από τον 8ο αιώνα π.Χ., η γλώσσα χρειάστηκε ένα σημαντικό χρονικό διάστημα για να καθοριστεί και να τελειοποιηθεί. Ένα σημαντικό μέρος αυτής της εξέλιξης συνέβη μεταξύ του 3ου και του 6ου αιώνα μ.Χ., με περαιτέρω προσθήκες στην αραβική γραφή τον 7ο αιώνα μ.Χ. όταν προστέθηκαν βοηθητικά σημάδια στα γράμματα, προκειμένου να αποφευχθούν ασάφειες σχετικά με τον τρόπο ανάγνωσης του κειμένου. Ο 10ος αιώνας είχε ένα ιδιαίτερα έντονο ενδιαφέρον μεταξύ των Αράβων γλωσσολόγων και κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου συντάχθηκαν τουλάχιστον έξι αραβικά λεξικά μαζί με πιο εξειδικευμένα έργα που στόχευαν στην παρουσίαση συγκεκριμένων ποικιλιών λεξιλογίου όπως συνώνυμα και ομώνυμα.[17]
Εξάπλωση
Τα αραβικά εξαπλώθηκαν με τη διάδοση του Ισλάμ. Μετά τις πρώτες μουσουλμανικές κατακτήσεις, τα αραβικά υιοθέτησαν λεξιλόγιο από τη μέση περσική και την τουρκική γλώσσα. Στην πρώιμη περίοδο των Αββασιδών, πολλοί κλασικοί ελληνικοί όροι εισήλθαν στα αραβικά μέσω μεταφράσεων που πραγματοποιήθηκαν στον Οίκο της Σοφίας στη Βαγδάτη.[18] Μέχρι τον 8ο αιώνα, η γνώση των κλασικών αραβικών είχε γίνει απαραίτητη προϋπόθεση για την άνοδο στις ανώτερες τάξεις σε όλο τον ισλαμικό κόσμο, τόσο για τους μουσουλμάνους όσο και για τους αλλόθρησκους.
Νέα αραβικά
Η θεωρία της αραβικής κοινής γλώσσας του Τσάρλς Φέργκιουσον ισχυρίζεται ότι οι σύγχρονες αραβικές διάλεκτοι προήλθαν συλλογικά από μία μόνο στρατιωτική κοινή που εμφανίστηκε κατά τη διάρκεια των ισλαμικών κατακτήσεων.[19] Αντίθετα, ο Αχμάντ αλ Τζαλάντ προτείνει ότι υπήρχαν τουλάχιστον δύο σημαντικά διαφορετικοί τύποι αραβικών πριν τις κατακτήσεις: ο βόρειος και ο κεντρικός. Οι σύγχρονες διάλεκτοι προέκυψαν από μια νέα κατάσταση επαφής που δημιουργήθηκε μετά από τις κατακτήσεις. Αντί για την εμφάνιση μιας μόνο ή πολλαπλής κοινής, οι διάλεκτοι περιέχουν πολλά δάνεια και τοπικά χαρακτηριστικά, τα οποία υιοθετήθηκαν σε διαφορετικά σημεία της γλωσσικής τους ιστορίας.[20] Σύμφωνα με τους Φερστέχ και Μπίκερτον, οι καθομιλουμένες αραβικές διάλεκτοι προήλθαν από τα απλοποιημένα αραβικά (γλώσσα πιτζίν) που προέκυψαν από την επαφή μεταξύ των Αράβων και των κατακτημένων λαών. Η απλοποίηση και ο επακόλουθος κρεολισμός μεταξύ των Αράβων και των αραβοποιημένων λαών θα μπορούσαν να εξηγήσουν τη σχετική μορφολογική και φωνολογική απλότητα των καθομιλούμενων αραβικών σε σύγκριση με τα κλασικά και τα σύγχρονα πρότυπα αραβικά.[21][22]
Ναχντά
Η ναχντά (αραβικά: النهضة, λατινοποιημένα: an-nahḍa, που σημαίνει "η Αφύπνιση" ή "η Αναγέννηση"), αναφέρεται επίσης ως Αραβική Αναγέννηση, ήταν ένα πολιτιστικό κίνημα που άνθισε στις αραβόφωνες περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ιδίως στην Αίγυπτο, στον Λίβανο και στη Συρία κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ού αιώνα.[23] Παρόλο που αρχικά θεωρήθηκε ότι προέκυψε από την εισβολή του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο το 1798, σήμερα θεωρείται τόσο μια εσωτερική διαδικασία όσο και εμπνευσμένη από τη Δύση, η οποία συνέπεσε με το Τανζιμάτ, μια μεταρρυθμιστική περίοδο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, καθώς και την μετέπειτα Νεοτουρκική Επανάσταση, που επέτρεψαν τον πολλαπλασιασμό του Τύπου και άλλων δημοσιεύσεων και οδήγησαν σε εσωτερικές αλλαγές στην οικονομία και στις κοινοτικές μεταρρυθμίσεις στην Αίγυπτο, στον Λίβανο και στη Συρία.[24]
Το ότι η Αναγέννηση πέτυχε να αλλάξει την κατεύθυνση της αραβικής λογοτεχνίας οφείλεται πιθανώς σε δύο παράγοντες. Η εμφάνιση ενός αραβικού Τύπου μετέτρεψε τη συγγραφή σε κάτι από το οποίο θα μπορούσε κάποιος να βιοποριστεί και ανάγκασε τους συγγραφείς να εγκαταλείψουν το παραδοσιακό, περίτεχνο στυλ των περασμένων αιώνων υπέρ ενός απλούστερου και πιο άμεσου στυλ που θα άρεσε σε ένα ευρύτερο αναγνωστικό κοινό. Η εξάπλωση και ο εκσυγχρονισμός της εκπαίδευσης χρησίμευσε περαιτέρω για να προσφέρει ένα σύνολο αναγνωστών που ήταν δεκτικό σε νέα στυλ και ιδέες.[23]
Αραβικές διάλεκτοι
Τα καθομιλούμενα αραβικά είναι ένας συλλογικός όρος για τις προφορικές διάλεκτους της αραβικής που χρησιμοποιούνται σε όλο τον αραβικό κόσμο, οι οποίες διαφέρουν ριζικά από τη λογοτεχνική γλώσσα. Η κύρια διαλεκτική διαίρεση είναι μεταξύ των παραλλαγών εντός και εκτός της αραβικής χερσονήσου, ακολουθούμενη από εκείνη μεταξύ καθιστικών παραλλαγών και των πολύ πιο συντηρητικών παραλλαγών των Βεδουίνων. Όλες οι παραλλαγές εκτός της αραβικής χερσονήσου (που περιλαμβάνουν τη μεγάλη πλειοψηφία των ομιλητών) έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά μεταξύ τους που δεν βρίσκονται στην κλασική αραβική γλώσσα. Αυτό οδήγησε τους ερευνητές να ισχυριστούν την ύπαρξη μιας αραβικής κοινής που εμφανίστηκε έναν ή δύο αιώνες μετά τις αραβικές κατακτήσεις, τα χαρακτηριστικά της οποίας τελικά εξαπλώθηκαν σε όλες τις νεοκατακτημένες περιοχές. Αυτά τα χαρακτηριστικά υπάρχουν σε διάφορους βαθμούς μέσα στην αραβική χερσόνησο. Γενικά, οι παραλλαγές της αραβικής χερσονήσου έχουν πολύ μεγαλύτερη διαφοροποίηση από αυτές εκτός της χερσονήσου, αλλά αυτές δεν έχουν μελετηθεί.
Στις παραλλαγές εκτός χερσονήσου, η μεγαλύτερη διαφορά είναι μεταξύ των μη αιγυπτιακών διαλέκτων της Βόρειας Αφρικής (ειδικά των μαροκινών αραβικών) και των άλλων. Ειδικά τα μαροκινά αραβικά είναι ελάχιστα κατανοητά στους αραβόφωνους ανατολικά της Λιβύης (αν και το αντίθετο δεν ισχύει, εν μέρει λόγω της δημοτικότητας των αιγυπτιακών ταινιών και άλλων μέσων ενημέρωσης).
Ένας παράγοντας στη διαφοροποίηση των διαλέκτων είναι η επιρροή από τις γλώσσες που ομιλούνταν προηγουμένως στις περιοχές, οι οποίες τυπικά παρείχαν σημαντικό αριθμό νέων λέξεων και μερικές φορές επηρέασαν επίσης την προφορά ή τη σειρά των λέξεων. Ωστόσο, ένας πολύ πιο σημαντικός παράγοντας για τις περισσότερες διαλέκτους είναι, όπως μεταξύ των ρομανικών γλωσσών, η διατήρηση (ή αλλαγή νοήματος) διαφορετικών κλασικών μορφών. Έτσι, το ιρακινό ακού (aku), το λεβαντίνικο φιχ (fīh) και το βόρειο αφρικανικό καγιάν (kayən) σημαίνουν «υπάρχει» και όλα προέρχονται από κλασικές αραβικές μορφές (yakūn, fīhi, kā'in αντίστοιχα), αλλά σήμερα ακούγονται πολύ διαφορετικά.
Ridt naqra ktieb dwar l-istorja tal-mara fi Franza.
Ομαδοποίηση των διαλέκτων
Οι Άραβες διαλεκτολόγοι προηγουμένως κατέτασσαν τις διαλέκτους σε μόνο δύο ομάδες: τις διαλέκτους Μασρίκι (ανατολικά) και τις διαλέκτους Μαγκρέμπι (δυτικά).[25] Πρόσφατα υιοθέτησαν μια πιο ακριβή ταξινόμηση για τις σύγχρονες παραλλαγές της γλώσσας, η οποία χωρίζεται σε πέντε μεγάλες ομάδες: Χερσονήσου, Μεσοποταμίας, Μέσης Ανατολής, Αιγυπτο-σουδανική, και Μαγκρέμπι.[26]
Αιγυπτο-σουδανικά αραβικά: Τα αιγυπτιακά αραβικά ομιλούνται από περίπου 53 εκατομμύρια ανθρώπους στην Αίγυπτο (55 εκατομμύρια παγκοσμίως).[27] Είναι μια από τις πιο κατανοητές παραλλαγές αραβικών, λόγω της ευρείας διανομής αιγυπτιακών ταινιών και τηλεοπτικών εκπομπών σε όλο τον αραβόφωνο κόσμο. Γενικά, οι αιγυπτιακές παραλλαγές έχουν επηρεαστεί από την κοπτική γλώσσα και οι σουδανικές παραλλαγές από τις νουβιακές γλώσσες.
Λεβαντίνικα αραβικά: Τα λεβαντίνικα αραβικά περιλαμβάνουν τα βόρεια λεβαντίνικα αραβικά, τα νότια λεβαντίνικα αραβικά και τα κυπριακά αραβικά. Ομιλείται από περίπου 21 εκατομμύρια ανθρώπους στον Λίβανο, στη Συρία, στην Ιορδανία, στην Παλαιστίνη, στο Ισραήλ, στην Κύπρο και στην Τουρκία.
Μαγκρέμπι αραβικά, ομιλούνται από περίπου 70 εκατομμύρια ανθρώπους στο Μαρόκο, στην Αλγερία, στην Τυνησία και στη Λιβύη. Αποτελούν επίσης τη βάση της μαλτέζικης μέσω της εξαφανισμένης αραβικής διαλέκτου της Σικελίας.[28] Τα μπαγκρέμπι αραβικά είναι πολύ δύσκολο να κατανοηθούν για αραβόφωνους από την Ανατολία (μασρίκ) ή τη Μεσοποταμία. Τα πιο κατανοητά είναι τα αραβικά της Λιβύης και τα πιο δύσκολα κατανοητά είναι τα μαροκινά αραβικά. Τα άλλα, όπως τα αλγερινά αραβικά, μπορούν να θεωρηθούν μέτριας δυσκολίας.
Αραβικά Μεσοποταμίας ομιλούνται από περίπου 41,2 εκατομμύρια ανθρώπους στο Ιράκ, στην ανατολική Συρία, στο νοτιοδυτικό Ιράν (Επαρχία Χουζιστάν) και στα νοτιοανατολικά της Τουρκίας (στην ανατολική Μεσόγειο, στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ανατολίας).
Αραβικά Αραβίας ομιλούνται στην Αραβική Χερσόννησο, στις χώρες της Σαουδικής Αραβίας, της Υεμένης, του Ομάν, των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, του Κουβέιτ, του Μπαχρέιν, του Κατάρ, του νότιου Ιράν και του νότιου Ιράκ.[29]
Άλλες αραβικές διάλεκτοι: Υπάρχουν άλλες αραβικές διάλεκτοι που δεν εμπίπτουν στις παραπάνω ομάδες. Ομιλούνται από μικρότερο αριθμό ατόμων, είναι πολύ πιο περιφερειακές και λιγότερο καλά καταγεγραμμένες.[25]
↑Ahmad Al-Jallad (2020). "Pre-Islamic Arabic". In Christopher Lucas & Stefano Manfredi (eds.), Arabic and contact-induced change, 37–55. Berlin: Language Science Press. doi:10.5281/zenodo.3744503
Σικελοαραβική (εξαφανισμένη γλώσσα η οποία είναι η βάση της μαλτέζικης γλώσσας η οποία παρότι βασίζεται στα αραβικά δεν ταξινομείται ως μέλος των αραβικών γλωσσών)