To Lockheed C-130 Hercules είναι τετρακινητήριο turboprop μεταγωγικό αεροσκάφος και το κύριο τακτικό αερομεταγωγικό πολλών αεροποριών σε όλο τον κόσμο. Σήμερα περισσότερες από 40 εκδόσεις του Ηρακλή υπηρετούν σε περισσότερες από 50 χώρες. Τον Δεκέμβριο του 2006 το C-130 έγινε το τρίτο αεροσκάφος (μετά το English Electric Canberra τον Μάιο του 2001 και το B-52 Stratofortress τον Ιανουάριο του 2005) που έκλεισε 50 χρόνια συνεχούς χρήσης με τον αρχικό κύριο χρήστη του, σε αυτή την περίπτωση την Αμερικανική Αεροπορία.
Ικανό για βραχείες αποπροσγειώσεις από απροετοίμαστους διαδρόμους, το C-130 αρχικά σχεδιάστηκε σαν αεροσκάφος μεταφοράς φορτίου και προσωπικού και αεροδιακομιδής τραυματιών. Ο σχεδιασμός του αεροσκάφους παρείχε την απαιτουμένη ευελιξία ώστε να χρησιμοποιηθεί σε μια πλειάδα ρόλων: αποστολές αέρος-εδάφους, έρευνας και διάσωσης, αναγνωρίσεως και προγνώσεως καιρού, υποστήριξης επιστημονικών ερευνών, εναερίου ανεφοδιασμού και αεροπυροσβέσεως.
Οι Fairchild, North American, Martin και Northrop αρνήθηκαν να συμμετάσχουν. Οι υπόλοιπες πέντε εταιρείες παρουσίασαν συνολικά εννέα σχέδια: η Lockheed δύο, η Boeing ένα, η Chase τρία, η Douglas τρία και η Airlifts Inc ένα. Ο διαγωνισμός εξελίχθηκε μεταξύ του ελαφρύτερου από τα δύο προτεινόμενα σχέδια της Lockheed (με αρχική ονομασία L-206) και ένα τετρακινητήριο turboprop σχέδιο της Douglas.Η σχεδιαστική ομάδα της Lockheed, που ηγείτο από τον Willis Hawkins, ξεκίνησε με μια πρόταση 130 σελίδων για το Lockheed L-206 και ένα ακόμα βαρύτερο turboprop.[1]. Ο Hall Hibbard, αντιπρόεδρος και αρχιμηχανικός της Lockheed, είδε την πρόταση και την ανέθεσε στον Kelly Johnson, ο οποίος βλέποντας την πρόταση φέρεται να σχολίασε «Αν υπογράψεις αυτό το γράμμα θα καταστρέψεις την Εταιρεία Lockheed». Ωστόσο οι Hibbard και Johnson υπέγραψαν την πρόταση και η εταιρία πήρε το συμβόλαιο για το Μοντέλο 82, στις 2 Ιουλίου 1951[2].
Πρώτη πτήση
Η πρώτη πτήση του πρωτότυπου YC-130 έγινε στις 23 Αυγούστου1954 από το εργοστάσιο της Lockheed στο Μπούρμπανκ (Burbank) της Καλιφόρνια. Το αεροσκάφος, με σειριακό αριθμό 53-3397, ήταν το δεύτερο πρωτότυπο αλλά το πρώτο από τα δύο που πέταξε. Πιλότοι στο παρθενικό ταξίδι του YC-130, διάρκειας 61 λεπτών προς την αεροπορική βάση Edwards ήταν οι Stanley Beltz και Roy Wimmer, ενώ οι Jack Real και Dick Stanton επέβαιναν ως ιπτάμενοι μηχανικοί. Ο Kelly Johnson πετούσε συνοδεία σε ένα αεροσκάφος P2V Neptune[3].
Παραγωγή
Με την ολοκλήρωση της κατασκευής των δύο πρωτοτύπων η παραγωγή μεταφέρθηκε στην Marietta της Τζόρτζια, όπου περισσότερα από 2000 C-130 κατασκευάστηκαν.
Το αρχικό μοντέλο παραγωγής, το C-130A, χρησιμοποιούσε τους turboprop κινητήρες Allison T56 με τρίφυλλες έλικες. Οι παραδόσεις ξεκίνησαν τον Δεκέμβριο του 1956 και συνεχίστηκαν μέχρι την εισαγωγή σε υπηρεσία του C-130B, το 1959. Κάποια από τα C-130A μετονομάστηκαν σε C-130 μετά την τοποθέτηση χιονοπέδιλων για χρήση σε αρκτικό περιβάλλον καθώς και ρουκέτες υποβοήθησης απογείωσης. Το νεότερο C-130B είχε δυνατότερα πτερύγια καμπυλότητας, εξελιγμένους κινητήρες και τετράφυλλες έλικες που διατηρήθηκαν μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1990.
Το C-130E
Το μεγαλύτερης εμβέλειας C-130E εισήλθε σε υπηρεσία το 1962. Η αυξημένη εμβέλειά του ήταν αποτέλεσμα μίας υποπτερυγικής δεξαμενής καυσίμου 5150 λίτρων, πτερυγικών βοηθητικών δεξαμενών καυσίμου και των δυνατότερων κινητήρων Allison T-56-A-7A. Το μοντέλο Ε έφερε δομικές βελτιώσεις, αναβαθμισμένα συστήματα πτήσης και μεγαλύτερο μεικτό βάρος.
Παραλλαγή του C-130E είναι το ιπτάμενο τάνκερ KC-130, που αναπτύχθηκε για το Αμερικάνικο Σώμα Πεζοναυτών το 1958 και εξοπλίζεται με μία αφαιρούμενη δεξαμενή 13626 λίτρων στον χώρο του φορτίου. Τα δύο υποπτερυγικά ατρακτίδια ανεφοδιασμού μπορούν να ανεφοδιάσουν δύο αεροσκάφη ή ελικόπτερα ταυτόχρονα με ταχύτητα 19 λίτρα το δευτερόλεπτο. Το C-130G του Αμερικανικού Ναυτικού έχει αυξημένη δομική αντοχή επιτρέποντας επιχειρήσεις μεγαλύτερου μεικτού βάρους.
Το C-130H
Το C-130H έφερε τους βελτιωμένους κινητήρες Allison T56-A-15, επανασχεδιασμένη εξωτερική πτέρυγα, εξελιγμένα συστήματα πτήσης και άλλες μίκρες βελτιώσεις. Το μοντέλο Η παραμένει σε ευρεία χρήση τόσο στην Αμερικανική Αεροπορία (USAF) όσο και στις αεροπορίες άλλων χωρών. Οι αρχικές παραδώσεις ξεκίνησαν το 1964 και το αεροσκάφος παρέμεινε σε παραγωγή μέχρι το 1996. Μία εξελιγμένη έκδοση του C-130H παρουσιάστηκε το 1974.
Από το 1992 μέχρι το 1996 το C-130H αναβαθμίστηκε, ενσωματώνοντας γυάλινο κόκπιτ, ικανότερο ραντάρ, συμβατότητα με διόπτρες νυχτερινής όρασης και αναβαθμισμένα ηλεκτρικά συστήματα.
Πάνω στο C-130H βασίστηκαν και άλλες εκδόσεις του Ηρακλή, όπως το C-130K, το οποίο αποτελεί την εξαγωγική έκδοση του C-130Η για την Βρετανική Αεροπορία (RAF) και τα C-130R και C-130T, εκδόσεις για το Αμερικανικό Ναυτικό και τις Αμερικανικές δυνάμεις Πεζοναυτών αντίστοιχα.
Πολιτική χρήση
Το Lockheed L-100 (L-382) είναι η πολιτική έκδοση του C-130E χωρίς τις πτερυγικές δεξαμενές καυσίμου και τον στρατιωτικό εξοπλισμό. Το L-100 παρήχθη και σε δυο επιμηκυμένες εκδόσεις, το L-100-20, του οποίου η άτρακτος είναι επιμηκυμένη κατά 2,5 μέτρα, και το L-100-30 με επιμήκυνση 4,6 μέτρων. Παρόλα αυτά το L-100 δεν έτυχε εκτεταμένης χρήσης στην πολιτική αγορά.
Η επόμενη γενιά
Τη δεκαετία του 1970 η Lockheed πρότεινε μία έκδοση του C-130 με κινητήρες turbofan αντί των υπαρχόντων κινητήρων turboprop, όμως η Αμερικανική Αεροπορία προτίμησε τις επιδόσεις απογείωσης του υπάρχοντος αεροσκάφους. Την δεκαετία του 1980 υπήρχε η πρόβλεψη να αντικατασταθεί από το Εξελιγμένο Μέσο Μεταφορικό Βραχείας Αποπροσγείωσης (Advanced Medium STOL Transport), όμως το πρόγραμμα ακυρώθηκε και το C-130 παρέμεινε σε παραγωγή.
Το C-130J
Το C-130J Super Hercules είναι η νεώτερη έκδοση του Ηρακλή και το μοναδικό μοντέλο ακόμα σε παραγωγή. Παρόλο που εξωτερικά είναι όμοιο με τον κλασσικό , το C-130J είναι ένα τελείως διαφορετικό αεροσκάφος. Οι διαφορές περιλαμβάνουν τους καινούργιους Rolls-Royce Allison AE2100 turboprop κινητήρες με εξαπτέρυγες έλικες, ψηφιακά ηλεκτρονικά συστήματα, μειωμένες απαιτήσεις σε πλήρωμα (μόνο 2 πιλότους χωρίς ιπτάμενο μηχανικό και πλοηγό), αυξημένη αξιοπιστία και 27% μειωμένο λειτουργικό κόστος. Το C-130J είναι διαθέσιμο στην κανονική ή την επιμηκυμένη έκδοση C-130J-30. Η Lockheed έλαβε την πρώτη παραγγελία για το νέο μοντέλο από την Βασιλική Αεροπορία, που παρήγγειλε 25 αεροσκάφη. Οι πρώτες παραδόσεις ξεκίνησαν το 1999 ως Hercules C.Mk 4 (C-130J-30) και Hercules C.Mk 5 (C-130J).
Ο μεγαλύτερος χρήστης προβλέπεται να είναι η Αμερικανική Αεροπορία, η οποία παραγγέλνει συνεχώς αυξανόμενους αριθμούς αεροσκαφών, αν και το 2005 το Αμερικανικό Κογκρέσο ανακοίνωσε ότι οι παραγγελίες θα μειωθούν δραματικά. Οι χρήστες του C-130J, πέρα από την Αμερικανική Αεροπορία, είναι το Σώμα των Αμερικανών Πεζοναυτών (το ιπτάμενο τάνκερ KC-130J), η Αμερικανική Εθνοφρουρά, η Αμερικανική Ακτοφυλακή, η Βασιλική Αεροπορία, η Βασιλική Αεροπορία της Αυστραλίας, η αεροπορία της Δανίας και η Ιταλική Αεροπορία. Οι συνολικές παρραγγελίες για το C-130J είχαν φτάσει τις 186 τον Δεκέμβριο του 2006[4].
Η Lockheed προσέφερε τέσσερα C-130J στην Γερμανική Αεροπορία με καθεστώς ενοικίασης, για όσο διάστημα αναμένει το Airbus A400M, όμως η πρόταση απορρίφθηκε ως ακριβή.
Η Ινδική Αεροπορία έχει υποβάλλει πρόταση για να αποκτήσει έξι C-130J και η πώληση αναμένεται να οριστικοποιηθεί στα μέσα του 2007.
Το Νοέμβριο του 2006 η Καναδική Αεροπορία ανακοίνωσε την αντικατάσταση των CC-130E και Η με 17 νέα μεταγωγικά[5]. Άμεσοι ανταγωνιστές για αυτή την παραγγελία αναμενόταν να είναι τα C-130J και A400M. Η Καναδική κυβέρνηση ανεπίσημα έχει αναθέσει στην Lockheed την παραγωγή του C-130J, επιρρίπτοντας έλλειψη δοκιμαστικών πτήσεων και συγκριτικών στοιχείων για το A400M, καθώς και αμφιβολίες ότι θα μπορεί να παραδοθεί εντός των χρονοδιαγραμμάτων[6].
Τέλος, η Βασιλική Αεροπορία της Νορβηγίας ενδιαφερόταν να αποκτήσει τέσσερα C-130J, όμως η ιδέα εγκαταλείφθηκε όταν ανακαλύφθηκε ότι το C-130 δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί σε καταστάσεις δυνατού αέρα[7].
JC-130 και NC-130: Μετατροπή για δοκιμαστικές επιχειρήσεις
KC-130F/J/R/T: Ιπτάμενο τάνκερ και τακτικό μεταγωγικό του Αμερικανικού Σώματος των Πεζοναυτών
LC-130F/H/R: Έκδοση εξοπλισμένη με χιονοπέδιλα για υποστήριξη επιχειρήσεων στον Αρκτικό κύκλο και την Ανταρκτική της Αμερικανικής Εθνοφρουράς
MC-130E/H/W Combat Talon I/II/TBD: Ειδικών επιχειρήσεων
MC-130P Combat Shadow: Ειδικών επιχειρήσεων
YMC-130H: Τρία τροποποιημένα αεροσκάφη για την σχεδιαζόμενη διάσωση των ομήρων από το Ιράν
PC-130: Ναυτικής περιπολίας
RC-130: Αναγνωριστικό
SC-130: Έρευνας και διάσωσης
TC-130: Εκπαιδευτικό
VC-130: Μεαφορικό VIP
WC-130A/E/H/J: Έκδοση αναγνώρισης καιρού (Κυνηγοί Ανεμοστρόβιλων)
CC-130: Έκδοση της Καναδικής Αεροπορίας
C-130K: Έκδοση της Βασιλικής Αεροπορίας
L-100: Πολιτική έκδοση
L-100-20: Πολιτική έκδοση επιμηκυμένη κατά 2,5 μέτρα
L-100-30: Πολιτική έκδοση επιμηκυμένη κατά 4,6 μέτρα
Το C-130 στην Ελληνική Πολεμική Αεροπορία
Τα ελληνικά C-130 Hercules είναι τα αεροσκάφη που έχουν επωμισθεί το βάρος του μεταφορικού έργου για τις Ένοπλες Δυνάμεις, καθώς και ένα σημαντικό μέρος των αεροδιακομιδών στην Ελλάδα. Έχουν πολυετή θητεία στην Ελληνική Πολεμική Αεροπορία (από το 1975) και εκτός από τις αποστολές που προαναφέρθηκαν, συμμετέχουν τόσο σε ανθρωπιστικές αποστολές, όσο και σε αποστολές αεροπυρόσβεσης και έρευνας και διάσωσης. Τα C-130 ανήκουν στην 356 Μοίρα Τακτικών Μεταφορών «Ηρακλής», η οποία εδρεύει στο αεροδρόμιο της Ελευσίνας. Τα ελληνικά C-130 φέρουν τετράχρωμη παραλλαγή τύπου «Βιετνάμ».