Ο Πόπλιος Κορνήλιος Σκιπίων Νασίκα Κορκούλον, λατιν.: Publius Cornelius Scipio Nasica Corculum, (π. 206 π.Χ. – π. 141 π.Χ.) ήταν πολιτικός της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας. Γεννημένος στην επιφανή οικογένεια των Κορνηλίων Σκιπιόνων, ήταν ένας από τους σημαντικότερους Ρωμαίους πολιτικούς τού 2ου αι. π.Χ., [8] όντας ύπατος δύο φορές το 162 και το 155 π.Χ., τιμητής το 159 π.Χ., μέγιστος αρχιερέαςτο 150 π.Χ., και τέλος πρώτος της Συγκλήτου (princeps senatus) το 147 π.Χ.
Ο Κορκούλον ήταν ένας ταλαντούχος στρατιωτικός διοικητής, ο οποίος έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη μάχη της Πύδνας το 168 π.Χ. Αργότερα κέρδισε έναν θρίαμβο επί των Δαλματών το 155 π.Χ. Τον θυμόντουσαν ως ένθερμο συντηρητικό, υπερασπιστή των προγονικών ρωμαϊκών εθίμων ενάντια στις πολιτικές και πολιτιστικές καινοτομίες, ιδίως στον ελληνισμό, σε αντίθεση με τις πολιτικές τού διάσημου πεθερού του Σκιπίου Αφρικανού και τού εξαδέλφου του Σκιπίωνα Αιμιλιανού. Αυτός ο συντηρητισμός τον οδήγησε να διατάξει την καταστροφή τού πρώτου πλίθινου θεάτρου στη Ρώμη το 151 π.Χ., και να αντιταχθεί στον τελικό πόλεμο εναντίον της Καρχηδόνας, που υποστήριξε ο αντίπαλός του Κάτωνας ο Τιμητής. Παρά την πολιτική του επιρροή, ο Κόρκουλον δεν μπόρεσε να αποτρέψει την ψηφοφορία τού πολέμου το 149 π.Χ., με την πιθανή υποστήριξη τού εξαδέλφου του Σκιπίωνα Αιμιλιανού, ο οποίος κατέστρεψε την Καρχηδόνα το 146 π.Χ.
Λόγω έλλειψης πηγών, η ζωή του είναι ελάχιστα γνωστή. Επιπλέον, οι αρχαίοι συγγραφείς δίνουν συχνά αντιφατικές αναφορές για τη ζωή του. Ως αποτέλεσμα, οι σύγχρονοι ιστορικοί είχαν αποκλίνουσες ερμηνείες για να εξηγήσουν ορισμένες από τις πράξεις του, ειδικά την αντίθεσή του στον πόλεμο κατά της Καρχηδόνας ή την καταστροφή τού πρώτου ρωμαϊκού θεάτρου από πέτρα.
Ο Κορκούλον νυμφεύτηκε τη 2η εξαδέλφη του Κορνηλία Αφρικανή Πρεσβύτερη, μεγαλύτερη κόρη τού Σκιπίωνα Αφρικανού. Αρραβωνιάστηκαν όσο ζούσε ο Αφρικανός, αλλά παντρεύτηκαν μετά το τέλος του το 183. Με την ευκαιρία αυτή ο Κορκούλον έλαβε μία μεγάλη προίκα από 25 αργυρά τάλαντα. [15][16][17] Ο γάμος μπορεί να συνήφθη μεταξύ τού Σκιπίωνα Νασίκα και της κόρης τού Αφρικανού για να βελτιωθούν οι σχέσεις μεταξύ της οικογένειας, οι οποίες είχαν ενταθεί από τον πολιτικό ανταγωνισμό μεταξύ των μελών της. Για παράδειγμα, ο Nασίκα είχε θέσει υποψηφιότητα εναντίον τού Σκιπίωνα Ασιατικού για την υπατεία τού 191, και για την τιμητεία το 184. [18]
Οι Σκιπίωνες χρησιμοποίησαν μία σειρά από προσωπικά παρωνύμια για να ξεχωρίσουν από άλλους επιφανείς άνδρες της οικογένειας. [19] Ο πατέρας τού Κορκούλον χρησιμοποίησε το παρωνύμιο (agnomen) Nasica (μυταράς), το οποίο διατηρήθηκε από τους απογόνους του -συμπεριλαμβανομένου τού Κορκούλον- ως δεύτερο επίθετο (cognomen). Το παρωνύμιο (agnomen) Corculum είναι μοναδικό στη ρωμαϊκή ιστορία: είναι πιθανώς μία αρχαϊκή λατινική λέξη, που σημαίνει «διανοητική χαρισματικότητα» ή «εξυπνάδα». [20] Δεν είναι γνωστό πώς ο Κορκούλον έλαβε αυτό το παρωνύμιο, αλλά μπορεί να προέρχεται από τις έξυπνες στρατιωτικές στρατηγικές του. [21]
Ο Κικέρων μιλάει πολύ για τον Κορκούλον, περιγράφοντάς τον ως «έναν ικανό ρήτορα», αλλά φαίνεται ότι οι ομιλίες του είχαν ήδη χαθεί από την εποχή του Κικέρωνα. [22][23][24] Αυτός και ο Αυρήλιος Βίκτωρ προσθέτουν ότι ο Κορκούλον ήταν ένας σεβαστός νομικός, ειδικευμένος στο αστικό και αρχιερατικό δίκαιο. [25][26] Κάποιοι μελετητές νόμιζαν ότι τού δόθηκε ακόμη και ένα σπίτι στην Ιερά Οδό από το κράτος, για να τον συμβουλεύεται ο κόσμος πιο εύκολα, αλλά αυτή η τιμή έγινε στον πατέρα του. [27][28][29]
Οι Σκιπίονες Νασίκα διεκδικούσαν ηθική υπεροχή έναντι της Ρώμης με το επίθετο optimus vir (άριστος ανήρ), που έφεραν τουλάχιστον από τον Λεύκιο Σκιπίωνα (ύπατο το 259), όπως περιγράφεται ως τέτοιος στον επιτάφιό του. Φαίνεται ότι οι απόγονοί του μπόρεσαν να πείσουν τους ομοτίμους τους γι' αυτόν τον ισχυρισμό, επειδή ο πατέρας τού Κορκούλον (ύπατος το 191) έλαβε επίσημα τον τίτλο τού Optimus Vir από τη Σύγκλητο, όταν το 204 τού ζητήθηκε να φέρει την ιερή πέτρα της θεάς Magna Mater (Κυβέλης). από την Όστια στη Ρώμη. [30][31] Ο Κορκούλον ορίζεται επίσης από τον Λίβιο ως ο "άριστος άνδρας" στο έργο Περιοχαί. [32] Οι Nασίκα πιθανότατα χρησιμοποίησαν το κύρος αυτού τού επιθέτου για δικό τους όφελος, αλλά σε αντίθεση με τους Aφρικανούς, Aσιατικούς και Aιμιλιανούς, ακολούθησαν μία πολύ συντηρητική γραμμή, και σεβάστηκαν σχολαστικά τη συγκλητική υπεροχή, ενώ τα εξαδέλφια τους συχνά παραβίαζαν τους συνταγματικούς κανόνες με την υποστήριξη των συνελεύσεων τού λαού. [33][34]
Πολιτική σταδιοδρομία
Aγορανόμος (Aedilis) 169 π.Χ.
Ρόλος στην Πύδνα (168 π.Χ.)
Πρώτη υπατεία (162 π.Χ.)
Τιμητής (censor) 159–158 π.Χ.
Δεύτερη υπατεία (155 π.Χ.)
Καταστροφή του λίθινου θεάτρου (154-151 π.Χ.)
Αντίθεση στον Κάτωνα για τη μοίρα της Καρχηδόνας (153-149 π.Χ.)
↑Etcheto, Les Scipions, pp. 140–143. Africanus and Aemilianus were for example elected consul before the legal age. Etcheto adds that the name of Optimates—the conservative faction in the Senate of the later Republic—possibly originates from this title of optimus vir, claimed by Nasica Serapio, who was also the first leader of the Optimates during Tiberius Gracchus' tribunate.
↑Hoover, Handbook of Coins of Macedon, Part I, p. 411.
↑Hammond & Walbank, History of Macedonia, Vol. III, pp. 546–557.
——, Scipio Aemilianus, Oxford University Press, 1967.
——, Cato the Censor, Oxford University Press, 1978.
Zdenka Badovinac, Eda Čufer, Anthony Gardner (editors), NSK from Kapital to Capital, Neue Slowenische Kunst—an Event of the Final Decade of Yugoslavia, MIT Press, 2015.
Gino Bandelli, "Sui Rapporti Politici tra Scipione Nasica e Scipione Africano (204–184 A.C.)", in Quaderno di Storia Antica e di Epigrafia, Rome, Edizioni Dell'Ateneo, 1973.
Richard A. Bauman, Lawyers in Roman Republican Politics, C. H. Beck, Munich, 1983.
Hans Beck, Antonio Duplá, Martin Jehne, Francisco Pina Polo, Consuls and Res Publica: Holding High Office in the Roman Republic, Cambridge University Press, 2011.
Paula Botteri, "Diodore de Sicile, 34-35, 33, un problème d'exégèse", in Ktema, n°5, 1980, pp. 77–87.
T. Corey Brennan, The Praetorship in the Roman Republic, Oxford University Press, 2000.
J. A. Crook, F. W. Walbank, M. W. Frederiksen, R. M. Ogilvie (editors), The Cambridge Ancient History, vol. VIII, Rome and the Mediterranean to 133 B.C., Cambridge University Press, 1989.
Penelope J. E. Davies, Roman Architecture and Politics, Cambridge University Press, 2017.
Robert J. Dodaro, Christ and the Just Society in the Thought of Augustine, Cambridge University Press, 2004.
George Eckel Duckworth, The Nature of Roman Comedy: A Study in Popular Entertainment, Bristol Classical Press, 1994.
Danijel Dzino, Illyricum in Roman Politics, 29 BC – AD 68, Cambridge University Press, 2010.
Oliver D. Hoover, Handbook of Coins of Macedon and Its Neighbors. Part I: Macedon, Illyria, and Epeiros, Sixth to First Centuries BC [The Handbook of Greek Coinage Series, Volume 3], Lancaster/London, Classical Numismatic Group, 2016.
Timothy Howe, E. Edward Garvin, and Graham Wrightson, Greece, Macedonia, and Persia, Studies in Social, Political and Military History in Honour of Waldemar Heckel, Oxford, Oxbow Books, 2014.
Friedrich Münzer, Roman Aristocratic Parties and Families, translated by Thérèse Ridley, Johns Hopkins University Press, 1999 (originally published in 1920).
Christopher Smith, Kaj Sandberg (editors), Omnium Annalium Monumenta: Historical Writing and Historical Evidence in Republican Rome, Leiden & Boston, Brill, 2017.
Graham Vincent Sumner, The Orators in Cicero's Brutus: Prosopography and Chronology, (Phoenix Supplementary Volume XI.), Toronto and Buffalo, University of Toronto Press, 1973.
Jaakko Suolahti, TheRoman Censors, a study on social structure, Helsinki, Suomalainen Tiedeakatemia, 1963.