Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές.Βοηθήστε συνδέοντας το κείμενο με τις πηγές χρησιμοποιώντας παραπομπές, ώστε να είναι επαληθεύσιμο.
Το πρότυπο τοποθετήθηκε χωρίς ημερομηνία. Για τη σημερινή ημερομηνία χρησιμοποιήστε: {{χωρίς παραπομπές|19|01|2025}}
Ο Πικέ μπήκε στο μηχανοκίνητο αθλητισμό ως οδηγός καρτ και στα είκοσί του είχε στεφθεί ήδη δύο φορές πρωταθλητής Βραζιλίας σε αυτόν τον τύπο οχημάτων. Οι ικανότητές του εντυπωσίασαν τον Έμερσον Φιτιπάλντι, πρωταθλητή Φόρμουλα 1 τις χρονιές 1972 και 1974, ο οποίος τον πήρε μαζί του στο πρωτάθλημα Φόρμουλα V που διοργάνωνε.
Το 1978 έκανε το μεγάλο βήμα και πέρασε στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, συμμετέχοντας στη βρετανικήΦόρμουλα 3. Αν και νεοεμφανιζόμενος, κέρδισε το πρωτάθλημα, καταρρίπτοντας ταυτόχρονα το ρεκόρ νικών του Σερ Τζάκι Στιούαρτ.
Μπράμπαμ (1978-1985)
Διακρίνοντας το ταλέντο του, η Μπράμπαμ του Μπέρνι Έκλεστοουν έσπευσε να εξασφαλίσει τα δικαιώματά του Πικέ για τη Φόρμουλα 1. Ντεμπουτάρισε στη μέση της σεζόν του 1978 στο γκραν-πρι της Δυτικής Γερμανίας, ενώ πήρε τους πρώτους του βαθμούς τον Αύγουστο του 1979, τερματίζοντας 4ος στην Ολλανδία.
Τον Σεπτέμβριο του 1979 προήχθη σε πρώτο οδηγό της Μπράμπαμ, μετά την απόφαση του Νίκι Λάουντα να αποσυρθεί από την ενεργό δράση. Το 1980 ήλθε η δεύτερη θέση στην τελική βαθμολογία των οδηγών, επιστέγασμα μιας εντυπωσιακής παρουσίας με 3 πρώτες νίκες.
Η επόμενη χρονιά ήταν ακόμα πιο αποτελεσματική, αφού αναδείχθηκε παγκόσμιος πρωταθλητής με 50 βαθμούς έναντι 49 του Κάρλος Ρόιτεμαν που «αυτοκτόνησε» στους δύο τελευταίους αγώνες, αποτυγχάνοντας να μπει στη βαθμολογούμενη εξάδα. Η νίκη του πάντως αμαυρώθηκε από καταγγελίες, ότι το σασί της Μπράμπαμ ήταν ελαφρύτερο από τα επιτρεπόμενα και ότι του προσέθεταν βαρίδια κατά τη ζύγιση, ώστε να μη γίνει αντιληπτή η παραβίαση των κανονισμών.
Το 1983 κατέκτησε το δεύτερό του παγκόσμιο τίτλο, πάλι την τελευταία στιγμή. Έως και το 12ο αγώνα ο Αλαίν Προστ είχε εξασφαλίσει μια ευρεία διαφορά που τον καθιστούσε σχεδόν βέβαιο πρωταθλητή, όμως στα τρία τελευταία γκραν-πρι ο Πικέ συγκέντρωσε 22 βαθμούς (δύο πρωτιές και μία τρίτη θέση), σε αντίθεση με τον Γάλλο που περιορίσθηκε στους 6 (μια δεύτερη θέση και δύο εγκαταλείψεις). Η τελική βαθμολογία ήταν 59 βαθμοί για τον Πικέ και 57 για τον Προστ. Ήταν επίσης η πρώτη φορά που ένας οδηγός κατακτούσε το πρωτάθλημα Φόρμουλα 1 με κινητήρατούρμπο.
Γουίλιαμς Φόρμουλα 1 (1986-1987)
Ακολούθησαν δύο μέτριες χρονιές, κατά τις οποίες ανέβηκε στην πρώτη θέση του πόντιουμ μονάχα τρεις φορές, μέχρι που το 1986 αποφάσισε να αφήσει την Μπράμπαμ για λογαριασμό της Γουίλιαμς. Εκεί συνάντησε τον Νάιτζελ Μάνσελ και συγκρότησαν ένα εκρηκτικό δίδυμο, γνωστό τόσο για τις επιδόσεις του όσο και για τις μεταξύ τους αντιδικίες. Η ομάδα τους κατέκτησε το πρωτάθλημα κατασκευαστών, αλλά η άρνηση των δύο να συνεργασθούν χάρισε τον τίτλο των οδηγών στον Αλαίν Προστ με 72 βαθμούς, έναντι 70 του Μάνσελ και 69 του Πικέ.
Το 1987 ήλθε το τρίτο και πιο εύκολο πρωτάθλημα. Αυτή τη φορά ο Πικέ είχε εξασφαλίσει διαφορά 12 βαθμών από τον 14ο αγώνα, με έντεκα τερματισμούς στην πρώτη τριάδα (εκ των οποίων τρεις πρωτιές). Ο Μάνσελ ήταν ο μόνος που θα μπορούσε να αμφισβητήσει τα πρωτεία του στα δύο τελευταία γκραν-πρι της σαιζόν, αλλά τραυματίσθηκε και αποχώρησε. Τελικός απολογισμός: Πικέ 73, Μάνσελ 61. Επίσης, η Ουΐλιαμς κατέκτησε ξανά το πρωτάθλημα κατασκευαστών.
Λότους (1988-1989)
Η σαιζόν 1988 βρήκε τον Πικέ στα μονοθέσια της φιλόδοξης Λότους, από την οποία μόλις είχε αποχωρήσει ο ανερχόμενος σταρ Άιρτον Σένα. Μολονότι η Λότους χρησιμοποιούσε τον ίδιο κινητήρα Χόντα με τον οποίο είχε διαπρέψει στην Ουΐλιαμς, τα αποτελέσματα υπήρξαν απογοητευτικά, με μόλις τρία πόντιουμ (και αυτά ως τρίτος) σε δεκαέξι αγώνες. Ακόμα χειρότερο ήταν το 1989, όταν για πρώτη φορά μετά την παρθενική του πλήρη σεζόν (1979) δεν ανέβηκε στο βάθρο ούτε σε ένα γκραν-πρι.
Μπένετον (1990-1991)
Το 1990 αποδέχθηκε την πρόταση του Φλάβιο Μπριατόρε να ενταχθεί στη Μπένετον και να αμείβεται βάσει αποτελεσμάτων, μια πρακτική μάλλον υποτιμητική για τρις παγκόσμιο πρωταθλητή. Όμως αυτή η τελευταία του διετία στη Φόρμουλα 1 έμελλε να είναι αρκετά καλή και σίγουρα η καλύτερη περίοδος της Μπένετον στην προ-Σουμάχερ εποχή. Το 1990 τερμάτισε τρίτος πίσω από τους Σένα (78) και Προστ (71), έχοντας 43 βαθμούς και δύο πρωτιές, ενώ το 1991 αποχαιρέτησε το πρωτάθλημα στην έκτη θέση της τελικής κατάταξης με 26,5 βαθμούς και ένα κερδισμένο γκραν-πρι.
Ως παιδί ενδιαφερόταν κυρίως για το τέννις. Με τον μηχανοκίνητο αθλητισμό ήλθε σε επαφή ως μαθητής γυμνασίου στην Καλιφόρνια, προκαλώντας την έντονη αντίθεση του πατέρα του. Για το λόγο αυτό ξεκίνησε να τρέχει με το οικογενειακό επώνυμο της μητέρας του, έχοντας μάλιστα αλλάξει την ορθογραφία του σε Piket (αντί Piquet) για να μη γίνει αντιληπτός. Συνέχισε να χρησιμοποιεί αυτό το επώνυμο - αλλά με την κανονική ορθογραφία - μέχρι τη λήξη της καριέρας του.
Κατά καιρούς συμμετέχει σε διοργανώσεις χαμηλότερου επιπέδου, κυρίως για διασκέδαση.
Κύρια απασχόλησή του από το 1994 είναι μια επιχείρηση συστημάτων τηλεπικοινωνίας και εντοπισμού θέσης, η οποία απευθύνεται σε μεταφορικέςεταιρείες. Παράλληλα δραστηριοποιείται στο μηχανοκίνητο αθλητισμό μέσω της Piquet GP. Η εταιρεία αυτή συστάθηκε το 2000 ως Piquet Sports για να στηρίξει την καριέρα του τότε 16-χρονου γιου του, Νέλσον Πικέ του Νεότερου, και συμμετέχει έως σήμερα στα στο πρωτάθλημα GP2.
Τον Ιούλιο του 2007, τού αφαιρέθηκε με δικαστική απόφαση η άδεια οδήγησης λόγω επανειλημμένων παραβάσεων του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, σχετιζόμενες κυρίως με παραβιάσεις του ορίου ταχύτητας και παράνομο παρκάρισμα. Ορίσθηκε επίσης ότι πριν ξαναδώσει εξετάσεις για δίπλωμα, θα έπρεπε να παρακολουθήσει μία εβδομάδα μαθημάτων σχετικά με τη σωστή και ασφαλή οδική συμπεριφορά.
Ο Νέλσον Πικέ ο Νεότερος ντεμπουτάρισε το 2008 στο πρωτάθλημα Φόρμουλα 1 με τα μονοθέσια της Renault, διαδόχου της Μπένετον όπου έκλεισε την καριέρα του ο Νέλσον Πικέ.