* Οι συμμετοχές και τα γκολ στις προηγούμενες ομάδες υπολογίζονται μόνο για τα εγχώρια πρωταθλήματα.
† Συμμετοχές (Γκολ).
Ο Ζαν-Πιερ Παπέν (Jean-Pierre Papin, γαλλική προφορά: [ʒɑ pjɛʁ papɛ], γεννήθηκε 5 Νοεμβρίου 1963) είναι Γάλλος πρώην ποδοσφαιριστής που αγωνιζόταν ως κεντρικός επιθετικός. Ένας από τους καλύτερους στη θέση αυτή της γενιάς του, κέρδισε τον τίτλο του καλύτερου Ευρωπαίου ποδοσφαιριστή (Χρυσή Μπάλα) το 1991.[1]
Βιογραφία
Ο Παπέν είναι γιος επαγγελματία ποδοσφαιριστή, του Γκι Παπέν. Μετά το διαζύγιο των γονιών του, μετακόμισε για να ζήσει με τη γιαγιά του στο Germont, μια γαλλική πόλη που βρίσκεται κοντά στα βελγικά σύνορα.
Στην ηλικία των 15, ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα με την Βαλενσιέν, στη Βόρεια Γαλλία, πριν μετακομίσει στη Μπριζ στο Βέλγιο. Είχε μια πολύ επιτυχημένη χρόνια σημειώνοντας 32 τέρματα σε 43 παιχνίδια. Αν και έπαιξε μόνο μία σεζόν για το σύλλογο, εξελέγη ως ο καλύτερος ξένος παίκτης από τους οπαδούς της ομάδας το 2008.[2]
Η μεταγραφή στη Μαρσέιγ του πρόσφερε τα καλύτερα χρόνια της καριέρας του. Εκτός από τη μέτρια πρώτη του σεζόν (13 γκολ), σημείωνε είκοσι γκολ τουλάχιστον κάθε χρόνο, ενώ έγινε και αρχηγός της ομάδας της Μασσαλίας. Κατέκτησε τέσσερα συνεχόμενα πρωταθλήματα (1989–1992), ένα νταμπλ το 1989 και έφτασε στον τελικό του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1991, χάνοντας από τον Ερυθρό Αστέρα Βελιγραδίου στα πέναλτι.[3][4]
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, σημείωσε 181 γκολ σε 279 παιχνίδια και ήταν ο πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος για πέντε συνεχόμενες αγωνιστικές περιόδους (από το 1988 έως το 1992).[5][6] Κέρδισε τη Χρυσή Μπάλα, που απονεμήθηκε στον κορυφαίο ποδοσφαιριστή της Ευρώπης, το 1991.[7] Είναι ο μόνος Γάλλος παίκτης που κέρδισε αυτό το βραβείο ενώ έπαιζε σε γαλλικό σύλλογο.
Ήταν παραγωγικός επιθετικός στη γαλλική ποδοσφαιρική σκηνή αλλά, σε αντίθεση με πολλούς άλλους Γάλλους σπουδαίους παίκτες, δεν έγινε ποτέ επιτυχημένος στο εξωτερικό. Το 1992 προσχώρησε στους ιταλική Μίλαν χωρίς ποτέ να καθιερωθεί ως τακτικό μέλος της ομάδας λόγω τραυματισμών και προβλημάτων προσαρμογής. Ως ξένος παίκτης εκείνα τα χρόνια, υπέφερε επίσης από τον κανόνα των τριών αλλοδαπών που τον έκανε να ανταγωνίζεται με άλλους ξένους παίκτες της ομάδας και κυρίως τους τρεις Ολλανδούς (Μάρκο Βαν Μπάστεν, Ρουντ Γκούλιτ και Φρανκ Ράικαρτ) για το χρόνο συμμετοχής. Έπαιξε ως αναπληρωματικός κατά τη διάρκεια του τελικού του Τσάμπιονς Λιγκ του 1993, στον οποίο η Μίλαν έχασε από τον πρώην σύλλογό του Μαρσέιγ. Κέρδισε τον κορυφαίο διασυλλογικό Ευρωπαϊκό τίτλο τον επόμενο χρόνο, αλλά δεν έπαιξε στον τελικό.[8]
Το 1994, πήρε μεταγραφή στη Μπάγερν Μονάχου αλλά τη πρώτη του χρονιά αντιμετώπισε και πάλι από τραυματισμούς. Στη δεύτερη χρονιά του στη Γερμανία ήταν μέρος της ομάδας που κέρδισε το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ με αντίπαλο τη Μπορντό, ενός συλλόγου στον οποίο ο ίδιος θα ενταχθεί την επόμενη σεζόν.[9]
Με τη Μπορντό, έχασε τον τελικό του Κυπέλλου Γαλλίας του 1997 με αντίπαλο την ΡΚ Στρασμπούρ. Η επαγγελματική καριέρα του τελείωσε το 1999 με ομάδα της δεύτερης κατηγορίας.[10] Ολοκλήρωσε την καριέρα του ως παίκτης στο ερασιτεχνικό σωματείο US Cap-Ferret μεταξύ του 2001 και του 2004.[11]
Ο Παπέν σημείωσε 30 γκολ για την Εθνική Γαλλίας σε 54 αγώνες. Η πρώτη του συμμετοχή ήταν σε φιλικό αγώνα με τη Βόρεια Ιρλανδία τον Φεβρουάριο του 1986[12] και αγωνίστηκε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1986. Σημείωσε δύο γκολ σε τέσσερα παιχνίδια: πρώτο κατά τη διάρκεια του πρώτου αγώνα της Γαλλίας απέναντι στον Καναδά (1–0) και στη συνέχεια κατά τη νίκη της Γαλλίας κατά του Βελγίου (4–2), βοηθώντας τη Γαλλία να τερματίσει στην τρίτη θέση.[13] Η γαλλική εθνική ομάδα δεν κατάφερε να προκριθεί στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1988 και για τα Παγκόσμια Κύπελλα 1990 και 1994 και έτσι η επόμενη μεγάλη διοργάνωση που συμμετείχε ήταν το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου 1992 στη Σουηδία. Ο Παπέν σημείωσε 9 γκολ κατά τη διάρκεια του προκριματικού γύρου. Ωστόσο, η Γαλλία ήταν απογοητευτική στην τελική φάση. Το τελευταίο του παιχνίδι για την εθνική ήταν το 1995.[14]
Κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής του καριέρας σημείωσε 374 γκολ σε επίσημους αγώνες, αριθμός μεγαλύτερος από οποιοδήποτε άλλο Γάλλο ποδοσφαιριστή στην μέχρι τότε ιστορία.[15] Μετά το τέλος της ποδοσφαιρικής του σταδιοδρομίας ακολούθησε καριέρα προπονητή σε μικρούς γαλλικούς συλλόγους χωρίς αξιοσημείωτη επιτυχία.[16]