Το Γερεβάν (αρμενικά: Երևան ή Երեւան), γνωστό και ως Ερεβάν[7][8] ή Γιερεβάν, είναι η πρωτεύουσα και η μεγαλύτερη πόλη της Αρμενίας, με 1.073.700 κατοίκους[9] κατά το 2016. Είναι χτισμένο στις όχθες του ποταμού Ραζντάν και αποτελεί το διοικητικό, πολιτιστικό και βιομηχανικό κέντρο της χώρας. Η ιστορία του Γερεβάν θεωρείται πως αρχίζει τον 8ο αιώνα π.Χ., με την ανέγερση του φρουρίου Ερεμπούνι το 782 π.Χ. Τελικώς, το όνομα «Ερεμπούνι» εξελίχθηκε στην αρμενική γλώσσα κυρίως τον 5ο ή τον 4ο αιώνα π.Χ., ώστε να καταλήξει σε «Γερεβάν» πριν τον 7ο αιώνα μ.Χ..
Ονομασία
Κατά την αρμενική παράδοση, το όνομα «Γερεβάν» προέρχεται από τη φράση του Νώε καθώς κοιτούσε προς τα εκεί μετά την προσάραξη της κιβωτού του πάνω στο όρος Αραράτ και ύστερα από την υποχώρηση των νερών του Κατακλυσμού: "Γερεβάντς!" στα αρμενικά σημαίνει «εμφανίστηκε». Η πιθανότερη θεωρία όμως είναι ότι απλώς η πόλη έλαβε το όνομα του βασιλέα των Αρμενίων Γερβάντ Γ΄ του Εσχάτου (του τελευταίου ηγέτη της δυναστείας των Οροντιδών), που ίδρυσε την πόλη Γερβαντασάτ.
Ιστορία
Αρχαία εποχή
Η περιοχή του Γερεβάν φαίνεται ότι πρωτοκατοικήθηκε μόνιμα από τον άνθρωπο την 4η χιλιετία π.Χ., ενώ διάφοροι οχυρωμένοι οικισμοί της (Σενγκαβίτ, Τσιτσερνακαμπέρντ, Καρμίρ Μπλουρ, Αρίν Μπερντ, Καρμίρ Μπερντ και Μπερναντζόρ) ανάγονται στην Εποχή του Χαλκού.
Ιστορική αφετηρία της πόλης θεωρείται το στρατιωτικό φρούριο Ερεμπουνί που ανεγέρθηκε το 782 π.Χ. με διαταγή του βασιλιά των Ουραρτού, Αργίστη Α΄[8][10], προκειμένου να προστατεύσει την περιοχή από επιδρομείς που προέρχονταν από την περιοχή του Καυκάσου.
Το Γερεβάν συναγωνίζεται επομένως σε αρχαιότητα τις πόλεις της αρχαίας Ελλάδας. Κατά την ακμή των Ουραρτού, στην περιοχή κατασκευάστηκαν αρδευτικά κανάλια και μία τεχνητή λίμνη.
Από τον 6ο έως τον 4ο αιώνα π.Χ., το Γερεβάν υπήρξε ένα από το σημαντικότερα κέντρα της σατραπείας της Αρμενίας της Περσικής Αυτοκρατορίας της δυναστείας των Αχαιμενιδών. Το 585 π.Χ. το φρούριο Τεϊσεμπαΐνι (Καρμίρ Μπλουρ), 50 χιλιόμετρα βόρεια του Γερεβάν καταστράφηκε από επιδρομή Σκυθών.
Εξαιτίας της απουσίας ιστορικών πηγών, το χρονικό διάστημα από τον 4ο αιώνα π.Χ. μέχρι τον 3ο αιώνα μ.Χ. χαρακτηρίζεται ως «οι σκοτεινοί αιώνες του Γερεβάν». Ο πρώτος χριστιανικός ναός στην πόλη, η εκκλησία των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, ανεγέρθηκε τον 5ο αιώνα και κατέρρευσε το 1931.
Μεταξύ ξένων κατακτητών
Το 658 μ.Χ., κατά το πρώτο κύμα της αραβικής επεκτάσεως, το Γερεβάν κατακτήθηκε από τους Άραβες. Από τότε η θέση του αύξησε τη σημασία του ως σταυροδρόμι για τις διαδρομές των καραβανιών μεταξύ της Ευρώπης και της Ινδίας. Από τον 9ο έως τον 11ο αιώνα το Γερεβάν υπήρξε σταθερά τμήμα του αρμενικού βασιλείου Μπαγκρατούνι και στη συνέχεια καταλήφθηκε από τους Σελτζούκους. Η πόλη απέκτησε οικονομική και πολιτική δύναμη κατά τα μέσα του 13ου αιώνα, όταν εξελίχθηκε σε σημαντικό κόμβο μεταξύ της κοιλάδας του Αραράτ και του Καυκάσου[8].
Η πόλη καταλήφθηκε και λεηλατήθηκε από τον Ταμερλάνο το 1387. Μετά έγινε διοικητικό κέντρο του Ιλχανάτου. Εξαιτίας της στρατηγικής του τοποθεσίας, το Γερεβάν συνεχώς αποτελούσε μήλο της έριδας ανάμεσα στην Περσία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία, περνώντας διαδοχικά πολλές φορές από την κυριαρχία των μεν στους δε και αντιστρόφως (14 φορές στην κορύφωση των τουρκοπερσικών πολέμων, με την τελευταία σημαντική οθωμανική εισβολή να χρονολογείται κατά τη δεκαετία του 1720[11]).
Το 1604 κατελήφθη από τα περσικά στρατεύματα και με διαταγή του σάχη Αμπάς Α΄, δεκάδες χιλιάδες Αρμένιοι, από τους οποίους πολλοί ήταν κάτοικοι του Γερεβάν, μεταφέρθηκαν στα ενδότερα της Περσίας[8]. Μετά από αυτό, η σύνθεση του πληθυσμού της πόλης έγινε 80% Μουσουλμάνοι και 20% Αρμένιοι. Τόσο οι Οθωμανοί, όσο και οι Πέρσες διατηρούσαν νομισματοκοπείο στο Γερεβάν. Κατά τη διάρκεια του 17ου αιώνα το Γερεβάν γνώρισε οικονομική άνθιση που οφειλόταν στην ανάδειξή του ως εμπορικό και βιοτεχνικό κέντρο[8].
Τη δεκαετία του 1670 ο Γάλλος περιηγητής Ζαν Σαρντέν επισκέφθηκε την πόλη, την οποία περιέγραψε στο έργο του «Ταξίδια του ιππότη Σαρντέν στην Υπερκαυκασία το 1672-1673». Λίγα χρόνια αργότερα, στις 7 Ιουνίου 1679 το Γερεβάν επλήγη από έναν καταστροφικό σεισμό που ισοπέδωσε μεταξύ άλλων και τα σημαντικότερα κτήρια της πόλης[12]. Από το 1747 το Γερεβάν αποτελούσε τμήμα ομώνυμου χανάτου, εδάφους της Περσικής Αυτοκρατορίας, ενώ το 1808 πολιορκήθηκε χωρίς επιτυχία από δυνάμεις του ρωσικού αυτοκρατορικού στρατού[13][14].
Η ρωσική κυριαρχία
Κατά τον Β΄ Ρωσοπερσικό Πόλεμο του 1826-1828, ρωσικά στρατεύματα υπό τον Ιβάν Πασκέβιτς εισήλθαν στο Γερεβάν την 1η Οκτωβρίου του 1827 και η πόλη παραχωρήθηκε επισήμως από τους Πέρσες στη Ρωσική Αυτοκρατορία το 1828 με τη Συνθήκη του Τουρκμεντσάι[8][15]. Έπειτα, υποστηρίχθηκε από το κράτος η επανεγκατάσταση Αρμενίων από την Περσία και την Τουρκία στο Γερεβάν. Μέχρι το 1900 ο πληθυσμός του Γερεβάν είχε ανέβει στις 29.000, με το 49% να είναι Αζέροι (αναφερόμενοι στις ρωσικές πηγές ως «Αζερμπαϊτζανοί Τάταροι»), το 48% Αρμένιοι και το 2% Ρώσοι. Η πόλη έγινε η έδρα του νέου Υποκειμένου της Αρμενίας και μετά του Κυβερνείου του Εριβάν.
Η πόλη άρχισε να αναπτύσσεται οικονομικά και να δυτικοποιείται αρχιτεκτονικά, με την κατεδάφιση παλιών κτηρίων και την ανοικοδόμηση νέων ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής στη θέση τους. Κατά την επίσκεψη του Τσάρου Νικολάου Α΄ το 1837, το Γερεβάν είχε γίνει ένα ουγιέζντ.
Το πρώτο γενικό σχέδιο πόλεως συντάχθηκε το 1854 και το ίδιο έτος άνοιξαν οι Σχολές Θηλέων των Αγίων Χριψιμέ και Γκαγιάνε. Το 1874 ο Ζαχαρίας Γκεβορκιάν άνοιξε το πρώτο τυπογραφείο και εκδοτικό οίκο στην πόλη, ενώ το 1879 ιδρύθηκε το πρώτο θέατρο, κοντά στην εκκλησία των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Το 1902 μία σιδηροδρομική γραμμή ένωσε το Γερεβάν με την Τιφλίδα, το Αλεξαντροπόλ και την πόλη Τζούλφα του σημερινού Αζερμπαϊτζάν. Την ίδια χρονιά άνοιξε η πρώτη δημόσια βιβλιοθήκη του Γερεβάν, ενώ το 1913 άρχισε να λειτουργεί τηλεφωνική υπηρεσία με 80 συνδρομητές αρχικά.
Στις αρχές Μαΐου του 1917, λίγο μετά την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων από την ευρύτερη περιοχή και την υπαγωγή της απευθείας στη δικαιοδοσία της κεντρικής ρωσικής κυβέρνησης, διεξήχθη στο Γερεβάν το πρώτο συνέδριο των Δυτικών Αρμενίων με την παρουσία 64 αντιπροσώπων που ανέδειξαν εξαμελές συμβούλιο, το οποίο απαρτιζόταν από μέλη των τριών κυριότερων αρμενικών πολιτικών δυνάμεων της περιόδου (ντασνάκ, ραμγκαβάρ και χντσαγκ)[16].
Σύντομη ανεξαρτησία (1917–1920)
Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917, Αρμένιοι, Γεωργιανοί και μουσουλμάνοι ηγέτες της Υπερκαυκασίας ενώθηκαν και σχημάτισαν την Υπερκαυκασιανή Ομοσπονδία, ανακηρύσσοντας την απόσχισή της από τη Ρωσία. Τον Μάιο του 1918, η πόλη κινδύνευσε από τουρκικό στρατό, ωστόσο η αρμενική νίκη στη μάχη του Σαρνταραμπάντ απομάκρυνε οριστικά τον κίνδυνο κατάληψής της. Παράλληλα, τον ίδιο μήνα, στις 28 Μαΐου, το Γερεβάν έγινε η πρωτεύουσα της Δημοκρατίας της Αρμενίας[17], μετά τη διάσπαση της βραχύβιας ομοσπονδίας με τους Γεωργιανούς και τους μουσουλμάνους[18]. Στις αρχές του 1920 υπολογίζεται πως είχαν καταφύγει στο Γερεβάν περίπου 50.000 Αρμένιοι πρόσφυγες από τα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι οποίοι ζούσαν υπό αντίξοες συνθήκες[19][20].
Στις 29 Νοεμβρίου 1920 τα στρατεύματα των Μπολσεβίκων κατέλαβαν το Γερεβάν κατά τη διάρκεια του Ρωσικού Εμφυλίου. Οι εθνικιστές ανέκτησαν την πόλη τον Φεβρουάριο 1921, αλλά στις 2 Απριλίου του ίδιου έτους κατελήφθη οριστικά από τον Κόκκινο Στρατό[19][21].
Το σοβιετικό Γερεβάν
Το Γερεβάν έγινε η πρωτεύουσα της νεοσύστατης Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Αρμενίας, μιας από τις 15 Δημοκρατίες της ΕΣΣΔ. Η σοβιετική περίοδος μετέτρεψε την πόλη, από μια υπανάπτυκτη πόλη της ρωσικής και περσικής περιφέρειας, σε πολιτιστικό, οικονομικό, επιστημονικό και βιομηχανικό κέντρο[22][23] με πάνω από 1 εκατομμύριο κατοίκους από τα τέλη της δεκαετίας του 1970[24].
Η πόλη ήταν ένα από τα σημαντικότερα πολιτιστικά αλλά και βιομηχανικά κέντρα ολόκληρης της Σοβιετικής Ένωσης. Ιδιαίτερη ανάπτυξη γνώρισαν κυρίως οι τομείς της χημικής και πετροχημικής βιομηχανίας[25][26], η ηλεκτροτεχνική, οι βιομηχανίες μετάλλων και δερμάτων, οι μηχανοκατασκευές κ.ά[27].
Η αναδόμηση της πόλης έγινε πάνω σε σχέδια του Αρμένιου αρχιτέκτονα Αλέξανδρου Ι. Ταμανιάν, ο οποίος ενσωμάτωσε εθνικά παραδοσιακά στοιχεία στη σύγχρονη αστική πολεοδομική ανάπτυξη. Το σχέδιό του ήταν μια ακτινική-κυκλική διάταξη, υπερκείμενη της υπάρχουσας πόλεως. Ως αποτέλεσμα, πολλά ιστορικά κτήρια κατεδαφίσθηκαν, ανάμεσά τους και οι τέσσερις από τους επτά κεντρικούς ναούς της Αρμενικής Αποστολικής Εκκλησίας[28], τζαμιά, το παλιό περσικό φρούριο, χαμάμ, παζάρια και καραβάν-σαράι. Παράλληλα, ο πληθυσμός της πόλης ξεπέρασε κατά πολύ τα αρχικά σχέδια του Ταμανιάν, σύμφωνα με τα οποία θα ανερχόταν μεταξύ 100.000 - 150.000 κατοίκων, ενώ η ακραία βιομηχανοποίηση επέφερε σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον (τη δεκαετία του 1980 αναφερόταν ως μια από πιο μολυσμένες πόλεις της ΕΣΣΔ[29]), αλλά και στην υγεία του τοπικού πληθυσμού[30][31].
Το 1965, κατά την πεντηκοστή επέτειο της Γενοκτονίας των Αρμενίων, το Γερεβάν κατέστη επίκεντρο μιας μαζικής διαμαρτυρίας - της πρώτης τέτοιου είδους που διοργανωνόταν στη ΣΣΔ Αρμενίας - με αίτημα την αναγνώριση της γενοκτονίας από τις σοβιετικές αρχές, με τη συμμετοχή της πολιτικής, κοινοτικής και θρησκευτικής ηγεσίας της Αρμενίας. Παρά το γεγονός πως η διαδήλωση δεν είχε - άμεσο - αντισοβιετικό, αλλά αντιτουρκικό χαρακτήρα, η επέμβαση του στρατού αποφεύχθηκε την τελευταία στιγμή, ενώ τις επόμενες ημέρες πραγματοποιήθηκαν ορισμένες συλλήψεις διαδηλωτών και ασκήθηκε έντονη κομματική κριτική στα μέλη του αρμενικού ΚΚ[32]. Το 1968 εορτάστηκε επίσημα η 2750ή επέτειος από την ίδρυση της πόλης[23].
Καθ' όλη τη διάρκεια του 1988, το Γερεβάν ήταν στο επίκεντρο πολυπληθών διαδηλώσεων υπέρ της αρμενικής αυτοδιάθεσης[33], αλλά και των αιτημάτων των Αρμενίων της περιοχής του Ναγκόρνο-Καραμπάχ[34].
Μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ το Γερεβάν έγινε η πρωτεύουσα της Δημοκρατίας της Αρμενίας, στις 21 Σεπτεμβρίου 1991. Στις αρχές και τα μέσα της δεκαετίας του 1990 η πόλη, όπως και όλη η χώρα, χτυπήθηκε από σοβαρή οικονομική και ενεργειακή κρίση[35]. Στις αρχές του 2008 το Γερεβάν έγινε θέατρο μαζικών διαδηλώσεων των υποστηρικτών του υποψηφίου προέδρου της Δημοκρατίας, Λεβόν Τερ-Πετροσιάν, ο οποίος κατήγγειλε τον νικητή των εκλογών και απερχόμενο πρωθυπουργό, Σερζ Σαρκισιάν για νοθεία[36]. Ακολούθησαν αιματηρές συγκρούσεις με ανθρώπινες απώλειες[37], ενώ η χώρα κηρύχθηκε σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης[36].
Όντας μια μικρή επαρχιακή πόλη μέχρι τη δεκαετία του 1920, το Γερεβάν εξελίχθηκε σε μια μεγαλούπολη με πληθυσμό πέραν του ενός εκατομμυρίου. Μέχρι την περίοδο της διάλυσης της Σοβιετικής Ένωσης στην πόλη υπήρχαν μικρές μειονότητες Ρώσων, Αζέρων, Κούρδων και Ιρανών. Ωστόσο, με το ξέσπασμα του πολέμου στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ η αζερική μειονότητα του Γερεβάν, αλλά και της Αρμενίας συνολικά, εξαφανίστηκε ως αποτέλεσμα ανταλλαγής πληθυσμών μεταξύ των δύο αντιμαχόμενων πλευρών. Από την άλλη, σημαντική είναι και η μείωση του πληθυσμού της ρωσικής κοινότητας του Γερεβάν ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης που έπληξε την Αρμενία κατά τη δεκαετία του 1990.
Γεωγραφία
Το Γερεβάν βρίσκεται στην ανατολική Αρμενία, στη βορειοανατολική κοιλάδα του όρους Αραράτ, σε μέσο υψόμετρο 989,4 μέτρα πάνω από τη στάθμη της θάλασσας (από 850 έως 1300 μέτρα[8]). Το ανώτερο τμήμα του περιβάλλεται από βουνά από τις τρεις πλευρές του, ενώ προς νότο η πόλη κατέρχεται προς τις όχθες του ποταμού Ραζντάν, παραπόταμου του Αράξη. Ο Ραζντάν χωρίζει το Γερεβάν με ένα φαράγγι[8]. Η έκταση του Γερεβάν είναι 227 τετρ. χλμ. και η μέση πυκνότητα του πληθυσμού ανέρχεται στους 5.196 κατοίκους ανά τετρ.χλμ. Ως κέντρο της πόλης θεωρείται η Πλατεία Δημοκρατίας, γνωστή και ως Χραπαράκ.
Ως πρωτεύουσα της χώρας, το Γερεβάν δεν αποτελεί τμήμα κάποιου διοικητικού διαμερίσματος (επαρχίας) της (μαρζ). Συνορεύει όμως με τα ακόλουθα «μαρζέρ»: Κοταΐκ (προς βορρά), Αραράτ (προς νότο), Αρμαβίρ (νοτιοδυτικά) και Αραγκατσότν (βορειοδυτικά).
Κλίμα
Το κλίμα του Γερεβάν είναι σχετικώς ηπειρωτικό, με ξηρά θερμά καλοκαίρια και ψυχρούς αλλά μάλλον σύντομους χειμώνες. Η θερμοκρασία τον Αύγουστο μπορεί να φθάσει τους 40 °C, ενώ τον Ιανουάριο τους -15 °C. Η μέση ετήσια βροχόπτωση είναι μικρή, περί τα 350 χιλιοστόμετρα.
Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 στο Γερεβάν λειτουργούσαν περισσότερες από 116 δημοτικές βιβλιοθήκες[43]. Κυριότερες δημόσιες βιβλιοθήκες είναι η Εθνική Βιβλιοθήκη (γνωστή παλιότερα ως Κρατική Βιβλιοθήκη «Α. Φ. Μιασνίκια»[43]), η Παιδική Βιβλιοθήκη «Χνκο Απέρ», η Κεντρική Βιβλιοθήκη «Αβετίκ Ισαακιάν» κ.ά. Ακόμη, στο Γερεβάν υπάρχουν τα αρχεία του Ματενανταράν[7], το οποίο διαθέτει μια πλούσια συλλογή αρχαίων αρμενικών, ελληνικών, ασσυριακών, εβραϊκών, ρωμαϊκών και περσικών χειρογράφων, τα Γενικά Αρχεία του Κράτους κλπ.
Οικονομία
Το Γερεβάν είναι το βιομηχανικό, συγκοινωνιακό και πνευματικό κέντρο της Αρμενίας. Καρδιά ενός εκτεταμένου σιδηροδρομικού δικτύου, αποτελεί μεγάλο εμπορικό κέντρο για τα αγροτικά προϊόντα. Οι βιομηχανίες του παράγουν μέταλλα, μηχανουργικά εργαλεία, ηλεκτρικό εξοπλισμό, πλαστικά, χημικά και υφάσματα. Το Γερεβάν είναι η έδρα μεγάλων επιχειρήσεων, όχι μόνο αρμενικών, αλλά και πολυεθνικών, καθώς παρέχει φθηνό ανθρώπινο δυναμικό για "outsourcing". Πρόσφατα, η Lycos μετακόμισε το αρχηγείο της από το Παρίσι στο Γερεβάν. Η πόλη είναι επίσης έδρα της Εθνικής Τράπεζας της Αρμενίας, του χρηματιστηρίου της χώρας και των μεγαλύτερων εμπορικών της τραπεζών.
Ανάπτυξη
Το Γερεβάν εισήλθε πρόσφατα σε μια φιλόδοξη αναπτυξιακή διαδικασία κατά την οποία παλαιές πολυκατοικίες και κτήρια του σοβιετικού στυλ κατεδαφίζονται και αντικαθίστανται με σύγχρονα. Ωστόσο, αυτή η αστική ανανέωση έχει συναντήσει αντιδράσεις και κριτική από κατοίκους. Η Ζερμέν Τζάκσον έχει σχέδια να ανεγείρει ένα ψυχαγωγικό συγκρότημα σε ένα νέο ξενοδοχείο 5 αστέρων που κτίζεται στην πόλη.
Το Γερεβάν εξυπηρετείται από το διεθνές αεροδρόμιο Ζβαρτνότς, το οποίο βρίσκεται 12 χλμ. δυτικά από το κέντρο της πόλης και αποτελεί το κυριότερο αεροδρόμιο της χώρας. Ξεκίνησε τη λειτουργία του το 1961 και έκτοτε έχει υποβληθεί σε δύο ανακαινίσεις (πρώτα το 1985 και κατόπιν το 2002) προκειμένου να ανταποκριθεί στα διεθνή πρότυπα, καθώς και επεκτάσεις[49]. Νότια της πόλης υπάρχει και το αεροδρόμιο του Ερεμπουνί, το οποίο εξυπηρετεί κυρίως ιδιωτικές και στρατιωτικές πτήσεις.
Μέσα Μαζικής Μεταφοράς
Στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς του Γερεβάν περιλαμβάνονται λεωφορεία (δημόσια και ιδιωτικά), τρόλεϊ, καθώς και μετρό, το οποίο ξεκίνησε τη λειτουργία του το 1981 και διαθέτει μια γραμμή μήκους περίπου 13,5 χλμ. με 10 σταθμούς που εξυπηρετούν σε καθημερινή βάση γύρω στους 60.000 επιβάτες[50].
Σιδηρόδρομος
Το Γερεβάν διαθέτει έναν κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό, ο οποίος συνδέεται με το μετρό μέσω του σταθμού Σασούντσι Νταβίτ. Εξαιτίας του υφιστάμενων μέτρων αποκλεισμού κατά της Αρμενίας από τα γειτονικά κράτη της Τουρκίας και του Αζερμπαϊτζάν, το μόνο διεθνές δρομολόγιο του σταθμού του Γερεβάν είναι προς τη Γεωργία.
Κατά την κομμουνιστική περίοδο, η Αραράτ ήταν η κύρια εκπρόσωπος της ΣΣΔ Αρμενίας στο ενιαίο πρωτάθλημα της Σοβιετικής Ένωσης, κατακτώντας ένα πρωτάθλημα και δύο κύπελλα και φτάνοντας παράλληλα το 1975 μέχρι την προημιτελική φάση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών[51]. Από το 1991 και εντεύθεν, η Πιουνίκ αναγνωρίζεται ως η πιο επιτυχημένη ομάδα της μετασοβιετικής Αρμενίας, έχοντας επιπλέον το επίτευγμα της κατάκτησης δέκα συνεχόμενων πρωταθλημάτων (2001 - 2010)[52].
Το Στάδιο Χραζντάν είναι η μεγαλύτερη αθλητική εγκατάσταση στην πόλη με χωρητικότητα 54.208 θέσεων και αποτελεί μαζί με το Στάδιο Βαζγκέν Σαρκσιάν (χωρητικότητας 14.403 θέσεων) τις κύριες έδρες της εθνικής ποδοσφαίρου της Αρμενίας. Άλλα μικρότερα γήπεδα είναι αυτά της Αλασκέρτ (6.850 θέσεις καθήμενων), της Μπανάντς (4.860 θέσεις), της Μίκα (7.250 θέσεις) κ.ά.
↑«History and Mission». historymuseum.am (στα Αγγλικά). History Museum of Armenia. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Νοεμβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 15 Ιουλίου 2018.
Abrahamian, Levon (2011). «Yerevan Sacra. Old and new sacred centers in the urban space». Στο: Darieva Tsypylma, Kaschuba Wolfgang, επιμ. Urban Spaces After Socialism. Ethnographies of Public Places in Eurasian Cities. Frankfurt/New York: Campus Verlag.
Adalian, Rouben Paul (2010). Historical Dictionary of Armenia (β΄ έκδοση). Scarecrow Press.
Bournoutian, George A. (2002). A Concise History of the Armenian People. Costa Mesa, California: Mazda Publishers.
Dasnabedian, Hratch (1990) [1988]. History of the Armenian Revolutionary Federation Dashnaktsutiun 1890/1924. Milan: OEMME Edizioni.
Krikorian, Robert. Masih, Joseph (2013). Armenia. At the Crossroads. London and New York: Routledge.
Περαιτέρω ανάγνωση
The capitals of Armenia του Sergey Vardanyan, Apolo 1995, ISBN 5-8079-0778-7
My Yerevan των G. Zakoyan, M. Sivaslian, V. Navasardian, Acnalis 2001, ISBN 99930-902-0-4