Οι μετρητές αυτοί χρησιμοποιούνται σε ασθενείς με άσθμα ώστε να διαπιστωθεί ποια είναι η μέγιστη ροή αέρα που μπορεί να επιτύχει ο ασθενής κατά την εκπνοή.
Το άσθμα συχνά χαρακτηρίζεται από περιορισμό της κινητικότητας, έχει αρνητικές επιπτώσεις στην κοινωνική, την προσωπική και την επαγγελματική ζωή του πάσχοντος και συμβάλει στη μείωση του επιπέδου ζωής γενικότερα.[4][5]
Εικάζεται ότι το άσθμα προκαλείται από ένα συνδυασμό γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων.[6] Η διάγνωσή του βασίζεται συνήθως στο χαρακτήρα των συμπτωμάτων, την απόκριση του ασθενούς στη θεραπεία με την πάροδο του χρόνου και τα αποτελέσματα της σπιρομέτρησης.[7] Η κλινική ταξινόμηση γίνεται σύμφωνα με τη συχνότητα των συμπτωμάτων, το βίαια εκπνεόμενο όγκο αέρα σε ένα δευτερόλεπτο (σπιρομέτρηση) και τη μέγιστη εκπνευστική ταχύτητα ροής.[8] Το άσθμα ταξινομείται, επίσης, και σε ατοπικό (εξωγενές) ή μη ατοπικό (ενδογενές).[9] Η ατοπία αναφέρεται στην προδιάθεση ανάπτυξης υπερευαισθησίας τύπου 1.[10]
Τα οξέα συμπτώματα αντιμετωπίζονται συνήθως με εισπνεόμενους βήτα-2 αγωνιστές βραχείας δράσης (όπως τη σαλβουταμόλη) και με από του στόματος κορτικοστεροειδή.[11] Σε ιδιαίτερα σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί χορήγηση θειικού μαγνησίου, ενδοφλέβια χορήγηση κορτικοστεροειδών και εισαγωγή στο νοσοκομείο.[12] Η εμφάνιση των συμπτωμάτων μπορεί να προληφθεί με την αποφυγή παραγόντων που τα πυροδοτούν, όπως για παράδειγμα αλλεργιογόνα,[13] ή ερεθιστικές ουσίες κι επίσης με την αποφυγή χρήσης εισπνεόμενων κορτικοστεροειδών.[14] Ουσίες όπως οι β-αγωνιστές μακράς δράσης ή οι ανταγωνιστές λευκοτριενίων μπορεί να χορηγηθούν σε συνδυασμό με εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή σε περίπτωση που τα συμπτώματα παραμένουν ανεξέλεγκτα.[15] Ο επιπολασμός του άσθματος έχει αυξηθεί σημαντικά από τη δεκαετία του '70. Από το 2011 έχουν αναφερθεί παγκοσμίως 235–300 εκατ. κρούσματα[16][17] συμπεριλαμβανομένων και 250.000 περίπου θανάτων.[17]
Το άσθμα εκδηλώνεται με χρόνια φλεγμονήτων αεραγωγών και οξύ βρογχοσπασμό και τα συμπτώματα είναι η δύσπνοια, ο βήχας και ο συριγμός και το αίσθημα σύσφιξης στο θώρακα.[18] Τα συμπτώματα μπορούν να είναι ήπιας μορφής έως έντονα. Ενδέχεται να συνυπάρχουν πτύελα, που ενδεχομένως παράγονται στους πνεύμονες μέσω του βήχα, είναι συχνά δύσκολο να αποβληθούν.[19] Ακόμη, υπάρχει περίπτωση μετά από ένα επεισόδιο τα πτύελα να είναι πυώδη, λόγω του υψηλού επιπέδου συγκέντρωσης λευκών αιμοσφαιρίων που ονομάζονται ηωσινόφιλα.[20] Τα συμπτώματα κατά κανόνα είναι χειρότερα τη νύχτα και νωρίς το πρωί, μετά από άσκηση και με τον κρύο αέρα.[21]
Το άσθμα δεν είναι ένα στατικό νόσημα αλλά χαρακτηρίζεται από εξάρσεις και υφέσεις και η βαρύτητά του ποικίλει, τόσο στο χρόνο όσο και από ασθενή σε ασθενή. Ορισμένοι πάσχοντες σπάνια βιώνουν συμπτώματα ─συνήθως ως απάντηση σε ερεθίσματα που προκαλούν μια κρίση─ ενώ σε άλλους είναι έντονα και επίμονα.[22]
Επίσης ο ασθενής μπορεί να εμφανίσει και τα εξής συμπτώματα: επιπόλαιες αναπνοές, εισολκή, ταχύπνοια, ξηρό βήχα, ρόγχο, ανησυχία, άγχος, διαταραχές ύπνου και δυσφορία στην σωματική άσκηση. Συμπτώματα απειλητικά για την ζωή είναι η κυάνωση, η εφίδρωση και άλλα.
Η εκδήλωση ψυχικών διαταραχών είναι επίσης πιο κοινή στους πάσχοντες από άσθμα,[24] με ποσοστά εμφάνισης μεταξύ 16-52% της αγχώδους διαταραχής και 14–41% της διαταραχής της διάθεσης.[25] Δεν είναι γνωστό αν το άσθμα προκαλεί ψυχολογικά προβλήματα ή αν τα ψυχολογικά προβλήματα οδηγούν στο άσθμα.[26]
Το άσθμα σχετίζεται με την υψηλότερη θνητότητα από όλα τα αίτια, θνητότητα από καρδιακή νόσο, θνητότητα από χρόνια ασθένεια του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος.[27] Το άσθμα, κυρίως το σοβαρό άσθμα, συσχετίζεται έντονα με την ανάπτυξη χρόνιας χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας (ΧΑΠ).[28][29][30]
Οι ασθματικοί, κυρίως αυτοί που δεν έχουν σωστό έλεγχο του άσθματός τους, έχουν αυξημένο κίνδυνο από αντιδράσεις στις σκιαγραφικές ουσίες ακτινογραφικών απεικονίσεων.[31]
Οι πάσχοντες από άσθμα έχουν πιο συχνά τερηδόνα.[32] Αυτό μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι η δράση των βήτα2- αδρενεργικών αγωνιστών μειώνουν την έκκριση σάλιου.[33] Επίσης, αυτά τα φάρμακα μπορεί να αυξήσουν το ρίσκο οδοντικών διαβρώσεων.[33]
Αίτια
Το άσθμα προκαλείται από ένα συνδυασμό περίπλοκων και μερικώς κατανοητών από τους επιστήμονες, περιβαλλοντικών και γενετικών παραγόντων που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους.[6][34] Οι παράγοντες αυτοί επηρεάζουν τη σοβαρότητα της νόσου καθώς και το κατά πόσο ο ασθενής θα ανταποκριθεί στη θεραπευτική αγωγή.[35] Εικάζεται ότι τα προσφάτως αυξημένα ποσοστά άσθματος οφείλονται σε μεταβολές επιγενετικών παραγόντων (κληρονομικοί παράγοντες εκτός εκείνων που συνδέονται με ακολουθίες DNA) και σε μεταβολές του περιβάλλοντος που ζούμε.[36]
Περιβαλλοντικοί παράγοντες
Πολλοί περιβαλλοντικοί παράγοντες έχουν συνδεθεί με την εξέλιξη και την επιδείνωση του άσθματος συμπεριλαμβανομένων των αλλεργιογόνων, της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και άλλων περιβαλλοντικών χημικών ουσιών.[37] Το κάπνισμα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης καθώς και μετά τον τοκετό θεωρείται ότι σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο παρουσίασης συμπτωμάτων παρόμοιων με του άσθματος.[38] Η χαμηλή ποιότητα του αέρα εξαιτίας της κυκλοφορίας των οχημάτων ή λόγω των υψηλών επιπέδων όζοντος[39] έχουν συσχετιστεί τόσο με την εξέλιξη του άσθματος όσο και με την αύξηση της σοβαρότητας της νόσου.[40] Η έκθεση σε πτητικές οργανικές ενώσεις στον εσωτερικό χώρο μπορεί να προκαλέσει άσθμα, όπως για παράδειγμα, η έκθεση σε φορμαλδεΰδη.[41] Οι φθαλικές ενώσεις που περιέχονται σε προϊόντα από πολυβινυλοχλωρίδιο (PVC) συνδέονται επίσης με την εκδήλωση της πάθησης σε παιδιά και ενήλικες[42][43] λόγω της υψηλής έκθεσης σε ενδοτοξίνη.[44]Το άσθμα συνδέεται με την έκθεση σε αλλεργιογόνα που συναντιούνται σε εσωτερικούς χώρους.[45] Στα κοινά αλλεργιογόνα εσωτερικών χώρων περιλαμβάνονται: τα ακάρεα σκόνης, οι κατσαρίδες, το τρίχωμα και το δέρμα ζώων και η μούχλα.[46][47] Οι προσπάθειες μείωσης των ακάρεων της σκόνης έχουν αποδειχθεί αναποτελεσματικές.[48] Ορισμένες ιογενείς λοιμώξεις του αναπνευστικού ενδέχεται να αυξάνουν τον κίνδυνο εάν εμφανιστούν κατά την παιδική ηλικία,[49] όπως για παράδειγμα ο αναπνευστικός συγκυτιακός ιός και ο ρινοϊός.[50] Ωστόσο, άλλες λοιμώξεις μπορεί να μειώνουν τον κίνδυνο.[50]
Η "υπόθεση της υγιεινής"
Η υπόθεση της υγιεινής είναι μια θεωρία που επιχειρεί να εξηγήσει την αύξηση των ποσοστών άσθματος παγκοσμίως μέσω της άποψης ότι πρόκειται για άμεση και ακούσια συνέπεια της μειωμένης έκθεσης κατά την παιδική ηλικία σε μη παθογόνα βακτήρια και ιούς.[51][52] Διατυπώθηκε η υπόθεση ότι η μειωμένη έκθεση σε βακτήρια και ιούς οφείλεται εν μέρει στην αυξημένη καθαριότητα και στη συρρίκνωση του μεγέθους της οικογένειας στις σύγχρονες κοινωνίες.[53] Μεταξύ των στοιχείων που στηρίζουν την "υπόθεση της υγιεινής" περιλαμβάνεται το γεγονός ότι τα ποσοστά άσθματος είναι χαμηλότερα σε εκείνους που διαμένουν σε αγροτικές περιοχές και σε νοικοκυριά με κατοικίδια.[53]
Η χρήση αντιβιοτικών στα πρώιμα στάδια της ζωής έχει συνδεθεί με το άσθμα.[54] Επίσης, η γέννηση ενός παιδιού μέσω της καισαρικής τομής συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου (εκτιμάται ένα ποσοστό από 20–80%) και αποδίδεται στην έλλειψη έκθεσης σε μη παθογόνα βακτήρια, με τα οποία θα είχαν έρθει σε επαφή τα νεογνά κατά το πέρασμά τους μέσω της γεννητικής οδού.[55][56] Υπάρχει, ακόμη, σχέση μεταξύ άσθματος και του μεγέθους ευημερίας.[57]
Γενετική
CD14-endotoxin interaction based on CD14 SNP C-159T[58]
Επίπεδα ενδοτοξίνης
Γονότυπος CC
Γονότυπος TT
Υψηλή έκθεση
χαμηλός κίνδυνος
υψηλός κίνδυνος
Χαμηλή έκθεση
υψηλός κίνδυνος
χαμηλός κίνδυνος
Το οικογενειακό ιστορικό συνιστά παράγοντα κινδύνου για το άσθμα και σε αυτό εμπλέκονται πολλά διαφορετικά γονίδια.[59] Σε μονοζυγωτικά δίδυμα εάν πάσχει το ένα από άσθμα η πιθανότητα εμφάνισης της νόσου και στο άλλο κυμαίνεται περίπου στο 25%.[59] Στα 25 συσχετιζόμενα με τη νόσο γονίδια που, μέχρι το τέλος του 2005, είχαν βρεθεί σε έξι ή και περισσότερους διαφορετικούς πληθυσμούς, περιλαμβάνονται τα εξής: 'GSTM1, IL10, 'CTLA-4, SPINK5, LTC4S, IL4R και ADAM33.[60] Πολλά από αυτά τα γονίδια έχουν σχέση με το ανοσοποιητικό σύστημα ή ρυθμίζουν την ένταση της φλεγμονής. Παρότι τα αποτελέσματα πολλών επαναλαμβανόμενων μελετών στηρίζουν τη λίστα αυτή, δεν υπήρξαν, ωστόσο, σταθερά σε όλους τους ελεγμένους πληθυσμούς.[60] Το 2006 σε μία μόνο μελέτη γενετικής συσχέτισης πάνω από 100 γονίδια βρέθηκαν να σχετίζονται με το άσθμα [60] και συνεχώς προστίθενται νέα.[61]
Ορισμένες γενετικές παραλλαγές προκαλούν άσθμα μόνο σε συνδυασμό με την έκθεση σε συγκεκριμένους περιβαλλοντικούς παράγοντες.[6] Ως παράδειγμα μπορεί να αναφερθεί ένας συγκεκριμένος μονονουκλεοτιδικός πολυμορφισμός στην περιοχή του γονιδίου CD14 και η έκθεση σε ενδοτοξίνη (προϊόν μεταβολισμού των βακτηρίων). Οι πηγές ύπαρξης ενδοτοξίνης στο περιβάλλον ─κι επομένως η έκθεση σε αυτή─ είναι αρκετές. Για παράδειγμα, μπορεί να βρίσκεται στον καπνό του τσιγάρου, στα σκυλιά και σε αγροτικές περιοχές. Ο κίνδυνος εκδήλωσης σε αυτή την περίπτωση καθορίζεται από τη γενετική προδιάθεση ενός ατόμου και τα επίπεδα έκθεσής του σε ενδοτοξίνη.[58]
Έναν ακόμη παράγοντα κινδύνου ανάπτυξης άσθματος συνιστά η παχυσαρκία. Τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί τα ποσοστά και των δύο.[64][65] Αρκετοί παράγοντες μπορεί να συμβάλλουν σε αυτό το γεγονός. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται η αυξημένη αναπνευστική λειτουργία λόγω συσσώρευσης λίπους και το γεγονός ότι ο λιπώδης ιστός οδηγεί σε μια προφλεγμονώδη κατάσταση.[66]
Μερικά άτομα παρουσιάζουν σταθερό άσθμα για εβδομάδες ή και μήνες και στη συνέχεια παρουσιάζουν ξαφνικά επεισόδιο οξέος άσθματος. Διαφορετικά άτομα αντιδρούν με διαφορετικούς τρόπους σε ποικίλους παράγοντες.[70] Τα περισσότερα άτομα ενδέχεται να παρουσιάσουν έντονη επιδείνωση που προκαλείται από έναν αριθμό εναρκτήριων παραγόντων.[70]
Οι οικιακοί παράγοντες που ενδέχεται να οδηγήσουν σε επιδείνωση περιλαμβάνουν τη σκόνη, το τρίχωμα ζώων (ειδικά τις τρίχες γατών και σκυλιών), αλλεργιογόνα από κατσαρίδες και τη μούχλα.[70] Τα αρώματα είναι συνηθισμένη αιτία οξέων κρουσμάτων σε γυναίκες και παιδιά. Οι ιογενείς όπως και οι βακτηριδιακές λοιμώξεις του άνω αναπνευστικού συστήματος μπορούν να επιδεινώσουν την ασθένεια.[70] Το άγχος ενδέχεται να εντείνει τα συμπτώματα —θεωρείται ότι το άγχος μεταβάλλει το ανοσοποιητικό σύστημα και κατ’ αυτόν τον τρόπο αυξάνει την φλεγμονώδη αντίδραση των αεραγωγών σε αλλεργιογόνα και ερεθιστικές ουσίες.[40][71]
Φυσιοπαθολογία
Το άσθμα είναι αποτέλεσμα χρόνιας φλεγμονής των αεραγωγών η οποία στη συνέχεια επιφέρει αυξημένη ικανότητα συστολής των λείων μυών. Αυτός ο παράγοντας, σε συνδυασμό με άλλους, επιφέρει εξάρσεις στένωσης αεραγωγών και τα κλασικά συμπτώματα αναπνευστικού συριγμού. Η στένωση είναι συνήθως αναστρέψιμη με ή χωρίς θεραπεία. Ενίοτε αλλάζουν και οι ίδιοι οι αεραγωγοί.[18] Συνήθεις αλλαγές στους αεραγωγούς περιλαμβάνουν μια αύξηση της ηωσινοφιλίας και συμπύκνωση του βασικού πετάλου. Σε βάθος χρόνου το μέγεθος του λείου μυ των αεραγωγών ενδέχεται να αυξηθεί παράλληλα με μια αύξηση στο πλήθος των βλεννογόνων αδένων. Άλλα είδη κυττάρων που εμπλέκονται περιλαμβάνουν Τ-λεμφοκύτταρα, μακροφάγα κύτταρα, και ουδετερόφιλα κοκκιοκύταρα. Ενδέχεται να υπάρχει και εμπλοκή άλλων συστατικών του ανοσοποιητικού συστήματος που περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, κυτοκίνη, χημοκίνη, ισταμίνη, και λευκοτριένιο.[50]
Διάγνωση
Αν και το άσθμα είναι μια ευρέως αναγνωρίσιμη πάθηση, δεν υπάρχει κοινώς αποδεκτός ορισμός του.[50] Η Παγκόσμια Πρωτοβουλία για το Άσθμα το ορίζει ως «χρόνια φλεγμονώδη διαταραχή των αεραγωγών στην οποία εμπλέκονται πολλά κύτταρα και κυτταρικά στοιχεία». Η χρόνια φλεγμονή συσχετίζεται με υπέρμετρη απόκριση των αεραγωγών που επιφέρει επαναλαμβανόμενα επεισόδια αναπνευστικού συριγμού, δύσπνοια, σφίξιμο στο στήθος και βήχα, ιδιαίτερα τη νύχτα ή νωρίς το πρωί. Τα επεισόδια αυτά συνήθως συσχετίζονται με εκτεταμένη αλλά μεταβαλλόμενη απόφραξη αεραγωγών στο εσωτερικό του πνεύμονα, η οποία είναι συχνά αναστρέψιμη είτε ακαριαία είτε με θεραπεία.[18]
Προς το παρόν δεν υπάρχει ακριβής εξέταση, ενώ η διάγνωση συνήθως βασίζεται στο μοτίβο συμπτωμάτων και διαχρονικής ανταπόκρισης στη θεραπεία.[7][50] Η διάγνωση του άσθματος πρέπει να αποτελεί βάσιμη υποψία αν υπάρχει ιστορικό: επαναλαμβανόμενου αναπνευστικού συριγμού, βήχα ή δύσπνοιας και αν τα συμπτώματα αυτά παρουσιάζονται ή επιδεινώνονται λόγω άσκησης, ιογενών λοιμώξεων, αλλεργιογόνων ή μόλυνσης του αέρα.[72] Στη συνέχεια χρησιμοποιείται σπιρομέτρηση για την επιβεβαίωση της διάγνωσης.[72] Σε παιδιά ηλικίας κάτω των έξι ετών η διάγνωση είναι δυσκολότερο μιας και η σπιρομέτρηση είναι αδύνατη σε αυτές τις ηλικίες.[73]
Σπιρομέτρηση
Η σπιρομέτρηση ενδείκνυται ως βοήθημα στη διάγνωση και τη διαχείριση της πάθησης.[74][75] Αποτελεί την καλύτερη εξέταση για το άσθμα. Αν το FEV1 που μετράει η εν λόγω τεχνική βελτιωθεί σε ποσοστό μεγαλύτερο του 12% ύστερα από χορήγηση βρογχοδιασταλτικού όπως η σαλβουταμόλη, η αύξηση αυτή στηρίζει τη διάγνωση. Ωστόσο, κάτι τέτοιο ενδέχεται να είναι φυσιολογικό σε άτομα με ιστορικό ήπιου άσθματος, που δεν αντιμετωπίζουν έξαρση τη δεδομένη στιγμή. Η πνευμονική διάχυση μονής εισπνοής μπορεί να βοηθήσει στη διαφοροποίηση του άσθματος από τη ΧΑΠ.[50] Η πραγματοποίηση σπιρομέτρισης ενδείκνυται κάθε ένα ή δύο χρόνια, ώστε να παρακολουθείται η πορεία διαχείρισης άσθματος του ασθενούς.[76]
Άλλα
Η δοκιμασία μεταχολίνης διεξάγεται με την εισπνοή μιας ουσίας αυξανόμενης πυκνότητας που προκαλεί στένωση αεραγωγών σε άτομα με προδιάθεση. Αν το αποτέλεσμα είναι αρνητικό σημαίνει ότι το άτομο δεν πάσχει από άσθμα. Ακόμα και αν είναι θετικό, όμως, δεν αποτελεί αποκλειστικά ένδειξη της συγκεκριμένης ασθένειας.[50]
Στα στοιχεία που μπορούν να στηρίξουν τη διάγνωση περιλαμβάνουν: μια διαφορά ≥20% στο βαθμό μέγιστης εκπνευστικής ροής το ελάχιστο τρεις μέρες της εβδομάδος για τουλάχιστον δύο εβδομάδες, μια βελτίωση ≥20% της μέγιστης εκπνευστικής ροής ύστερα από θεραπεία είτε με σαλβουταμόλη, εισπνεόμενα κορτικοειδή ή πρεδνισόνη, ή μια μείωση ≥20% της μέγιστης εκπνευστικής ροής ύστερα από έκθεση σε εναρκτήριο παράγοντα.[77] Ωστόσο, η εξέταση της μέγιστης εκπνευστικής ροής παρουσιάζει μεγαλύτερη μεταβλητότητα από τη σπιρομέτρηση και λόγω αυτού δεν ενδείκνυται για συστηματικές διαγνώσεις. Ενδέχεται να φανεί χρήσιμη για καθημερινή αυτοπαρακολούθηση σε άτομα που πάσχουν από μέτρια έως έντονη μορφή της ασθένειας και για τον έλεγχο της αποτελεσματικότητας νέων φαρμακευτικών αγωγών. Μπορεί επίσης να φανεί χρήσιμη στην καθοδήγηση θεραπείας σε άτομα που παρουσιάζουν οξείες επιδεινώσεις.[78]
Το άσθμα ταξινομείται κλινικά σύμφωνα με τη συχνότητα των συμπτωμάτων, τον εξαναγκασμένο εκπνευστικό όγκο ανά δευτερόλεπτο (FEV1), και μέγιστη εκπνευστική ροή.[8] Το άσθμα μπορεί επίσης να ταξινομηθεί ως ατοπικό (εξωγενές) ή μη-ατοπικό (ενδογενές), ανάλογα με το αν τα συμπτώματα επισπεύδονται από αλλεργιογόνα (ατοπικό) ή όχι (μη ατοπικό).[9] Αν και το άσθμα ταξινομείται βάσει της δριμύτητας, προς το παρόν δεν υπάρχει ξεκάθαρη μέθοδος ταξινόμησης διαφόρων υποκατηγοριών άσθματος πέρα από αυτό το σύστημα.[79] Η εύρεση τρόπων αναγνώρισης υποκατηγοριών που ανταποκρίνονται καλά σε διαφορετικά είδη θεραπείας αποτελεί τρέχοντα κρίσιμο στόχο της έρευνας πάνω στο άσθμα.[79]
Αν και το άσθμα αποτελεί χρόνια αποφρακτική πάθηση, δεν θεωρείται μέρος της χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας μιας και αυτός ο όρος αναφέρεται συγκεκριμένα σε συνδυασμούς της ασθένειας που είναι μη αναστρέψιμοι, όπως η βρογχεκτασία, η χρόνια βρογχίτιδα και το εμφύσημα.[80] Σε αντίθεση με τις εν λόγω ασθένειες, η απόφραξη των αεραγωγών που προκαλεί το άσθμα είναι συνήθως αναστρέψιμη. Ωστόσο, αν δεν αντιμετωπιστεί με θεραπεία, η χρόνια φλεγμονή που προκαλεί το άσθμα μπορεί να οδηγήσει στην μη αναστρέψιμη απόφραξη των πνευμόνων λόγω αναμόρφωσης των αεραγωγών.[81] Σε αντίθεση με το εμφύσημα, το άσθμα επηρεάζει τους βρόγχους και όχι τις πνευμονικές κυψελίδες.[82]
Η οξεία επιδείνωση άσθματος ονομάζεται κοινώς κρίση άσθματος. Τα κλασικά συμπτώματα είναι η δύσπνοια, ο πνευμονικός συριγμός και το σφίξιμο στο στήθος.[50] Αν και αυτά αποτελούν τα κύρια συμπτώματα του άσθματος,[84] ορισμένοι άνθρωποι παρουσιάζουν κυρίως βήχα, και σε σοβαρές περιπτώσεις, η κίνηση του αέρα ενδέχεται να εμποδίζεται σε σημαντικό βαθμό, με αποτέλεσμα να μην ακούγεται συριγμός.[83]
Ενδείξεις που προκύπτουν κατά την κρίση άσθματος περιλαμβάνουν τη χρήση βοηθητικών αναπνευστικών μυών (στερνοκλειδομαστοειδής και σκαληνοί μύες του αυχένα), ενδέχεται να υπάρξει pulsus paradoxus (ένας παλμός που είναι πιο αδύναμος κατά την εισπνοή και δυνατότερος κατά την εκπνοή) και υπερδιόγκωση του θώρακα.[85] Η έλλειψη οξυγόνου ενδέχεται να προκαλέσει γαλάζιο χρωματισμό στο δέρμα και τα νύχια.[86]
Σε ήπια επιδείνωση, η μέγιστη αναπνευστική ροή (PEFR) είναι ≥200 L/min ή ≥50% της προβλεπόμενης βέλτιστης.[87] Ως μέτρια ορίζεται η ροή ανάμεσα στα 80 και 200 L/min ή ανάμεσα στο 25% και 50% της προβλεπόμενης βέλτιστης, ενώ ως δριμεία ορίζεται η ροή ≤ 80 L/min ή ≤25% της προβλεπόμενης βέλτιστης.[87]
Το οξύ δριμύ άσθμα, παλαιότερα γνωστό ως «status asthmaticus», είναι μια οξεία επιδείνωση του άσθματος που δεν ανταποκρίνεται σε τυπικές θεραπευτικές αγωγές βρογχοδιασταλτικών και κορτικοειδών.[88] Οι μισές περιπτώσεις προκαλούνται από λοιμώξεις ενώ άλλες προκαλούνται από αλλεργιογόνα, μόλυνση του αέρα ή ανεπαρκή ή ακατάλληλη φαρμακευτική αγωγή.[88]
Το έντονο άσθμα αποτελεί ένα είδος άσθματος που διακρίνεται από τις επαναλαμβανόμενες, σοβαρές κρίσεις.[83] Το έντονο άσθμα τύπου 1 είναι μια ασθένεια με ευρεία μεταβλητότητα μέγιστης αναπνευστικής ροής, παρά τη χορήγηση ισχυρών φαρμάκων. Το έντονο άσθμα τύπου 2 είναι άσθμα που ελέγχεται καλώς και παρουσιάζει ξαφνικές, έντονες επιδεινώσεις.[83]
Προκαλούμενο από άσκηση
Η άσκηση μπορεί να προκαλέσει βρογχόσπασμο τόσο σε άτομα που έχουν άσθμα όσο και σε άτομα που δεν έχουν.[89] Εμφανίζεται στα περισσότερα άτομα με άσθμα και μέχρι το 20% των ατόμων χωρίς άσθμα.[89] Στους αθλητές εμφανίζεται συχνότερα σε αθλητές υψηλού επιπέδου, με τα ποσοστά να κυμαίνονται από 3% για τους δρομείς με έλκηθρο έως 50% για τους ποδηλάτες και 60% για τους σκιέρ ανώμαλης κατάβασης.[89] Ενώ μπορεί να εμφανιστεί με οποιεσδήποτε καιρικές συνθήκες, είναι πιο συνηθισμένο όταν ο καιρός είναι ξηρός και κρύος.[90] Οι εισπνεόμενοι βήτα-2 ανταγωνιστές δεν φαίνονται να βελτιώνουν την αθλητική απόδοση μεταξύ εκείνων που δεν έχουν άσθμα [91] ωστόσο οι δόσεις από το στόμα μπορούν να βελτιώσουν την αντοχή και τη δύναμη.[92][93]
Επαγγελματικό
Το άσθμα ως αποτέλεσμα της έκθεσης στον χώρο εργασίας (ή επιδεινούμενο από αυτήν), είναι μία συχνά αναφερόμενη επαγγελματική ασθένεια.[94] Πολλές περιπτώσεις ωστόσο δεν αναφέρονται ούτε αναγνωρίζονται ως τέτοιες.[95][96] Εκτιμάται ότι το 5-25% των περιπτώσεων άσθματος στους ενήλικες σχετίζεται με την εργασία. Έχουν ενοχοποιηθεί μερικές εκατοντάδες διαφορετικοί παράγοντες, με τους πιο συνηθισμένους να είναι: τα ισοκυανούχα, τα δημητριακά και η σκόνη του ξύλου, το κολοφώνιο, το καθαριστικό συγκόλλησης, το λάτεξ, τα ζώα και οι αλδεΰδες. Η εργασία που σχετίζεται με τον υψηλότερο κίνδυνο προβλημάτων περιλαμβάνει: εκείνους που βάφουν με ψεκασμό, τους ψήστες κι εκείνους που επεξεργάζονται τρόφιμα, τις νοσοκόμες, τους εργαζόμενους με χημικά, εκείνους που εργάζονται με ζώα, τους συγκολλητές, τους κομμωτές και τους εργαζόμενους με ξυλεία.[94]
Η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια μπορεί να συνυπάρχει με το άσθμα και να εμφανιστεί ως επιπλοκή του χρόνιου άσθματος. Μετά την ηλικία των 65 οι περισσότεροι άνθρωποι με αποφρακτική νόσο των αεραγωγών θα έχουν άσθμα και ΧΑΠ. Σε αυτό το πλαίσιο, η ΧΑΠ μπορεί να διαφοροποιηθεί από τα αυξημένα ουδετερόφιλα των αεραγωγών, το ανώμαλα αυξημένο πάχος των τοιχωμάτων και την αύξηση των λείων μυών στους βρόγχους. Ωστόσο, αυτό το επίπεδο έρευνας δεν διεξάγεται επειδή η ΧΑΠ και το άσθμα έχουν κοινές αρχές αντιμετώπισης: κορτικοστεροειδή, μακράς δράσης βήτα αγωνιστές και διακοπή του καπνίσματος.[98] Μοιάζει πολύ με το άσθμα σε ό,τι αφορά τα συμπτώματα και συσχετίζεται με τη μεγαλύτερη έκθεση στον καπνό του τσιγάρου, τη μεγαλύτερη ηλικία, τη μικρότερη αναστρεψιμότητα των συμπτωμάτων μετά τη χορήγηση βρογχοδιασταλτικών και τη μειωμένη πιθανότητα οικογενειακού ιστορικού ατοπίας.[99][100]
Πρόληψη
Δεν υπάρχουν ισχυρές αποδείξεις για την αποτελεσματικότητα των μέτρων πρόληψης της ανάπτυξης του άσθματος.[101] Κάποια δείχνουν να είναι υποσχόμενα συμπεριλαμβανομένου: του περιορισμού της έκθεσης στον καπνό τόσο στη μήτρα όσο και μετά τη γέννηση και κατά τη διάρκεια του θηλασμού και της αυξημένης έκθεσης σε παιδικό σταθμό ή σε μεγάλες οικογένειες, αλλά κανένα δεν υποστηρίζεται αρκετά για να συνιστάται γι’ αυτήν την ένδειξη.[101] Η πρώιμη έκθεση στα κατοικίδια μπορεί να είναι χρήσιμη.[102] Τα αποτελέσματα από την έκθεση στα κατοικίδια κάποιες φορές είναι ασαφή [103] και συνιστάται η απομάκρυνση των κατοικίδιων από το σπίτι μόνο εάν ένα άτομο έχει αλλεργικά συμπτώματα στο κατοικίδιο.[104] Οι διατροφικοί περιορισμοί κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή του θηλασμού δεν έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικοί και ως εκ τούτου δεν συνιστώνται.[104] Η μείωση ή η εξάλειψη των ενώσεων που είναι γνωστές στα ευαίσθητα άτομα από τον χώρο εργασίας μπορεί να είναι αποτελεσματική.[94]
Αντιμετώπιση
Παρόλο που δεν υπάρχει θεραπεία για το άσθμα, τα συμπτώματα μπορούν τυπικά να βελτιωθούν.[105] Θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα συγκεκριμένο, τυποποιημένο σχέδιο για την προληπτική παρακολούθηση και αντιμετώπιση των συμπτωμάτων. Αυτό το σχέδιο θα πρέπει να περιλαμβάνει τη μείωση της έκθεσης σε αλλεργιογόνα, δοκιμές για την αξιολόγηση της σοβαρότητας των συμπτωμάτων και τη χρήση φαρμάκων. Το θεραπευτικό σχέδιο θα πρέπει να είναι καταγεγραμμένο και να παρέχει προσαρμογές στη θεραπεία σύμφωνα με τις αλλαγές στα συμπτώματα.[106]
Η πιο αποτελεσματική θεραπεία για το άσθμα είναι η αναγνώριση των ερεθισμάτων όπως ο καπνός του τσιγάρου, τα κατοικίδια ή η ασπιρίνη και η εξάλειψη της έκθεσης σε αυτά. Εάν η αποφυγή των ερεθισμάτων δεν είναι επαρκής, συνιστάται η χρήση φαρμάκων. Οι φαρμακευτικές ουσίες επιλέγονται βάσει, μεταξύ άλλων, της σοβαρότητας της ασθένειας και της συχνότητας των συμπτωμάτων. Τα ειδικά φάρμακα για το άσθμα κατατάσσονται ευρέως σε κατηγορίες ταχείας δράσης και μακράς δράσης.[107][108]
Τα βρογχοδιασταλτικά συνιστώνται για βραχυπρόθεσμη ανακούφιση των συμπτωμάτων. Όσοι έχουν περιστασιακά επεισόδια, δεν χρειάζονται φάρμακα. Εάν υπάρχει ήπια επίμονη ασθένεια (περισσότερα από δύο επεισόδια την εβδομάδα), συνιστώνται χαμηλής δόσης εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή ή εναλλακτικά, ένας ανταγωνιστής λευκοτριενίων ή ένας σταθεροποιητής ιστιοκυττάρων από το στόμα. Για εκείνους που έχουν καθημερινά επεισόδια χρησιμοποιείται υψηλότερη δόση εισπνεόμενων κορτικοστεροειδών. Σε μέτρια ή σοβαρή παρόξυνση σε αυτές τις θεραπείες προστίθενται κορτικοστεροειδή από το στόμα.[11]
Τα μέτρα καταπολέμησης των ακάρεων της σκόνης, συμπεριλαμβανομένης της διήθησης του αέρα, των χημικών που σκοτώνουν τα ακάρεα, του καθαρισμού των καλυμμάτων των στρωμάτων με ηλεκτρική σκούπα και άλλων μεθόδων δεν είχαν καμία επίδραση στα συμπτώματα του άσθματος.[48]
Φάρμακα
Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία του άσθματος χωρίζονται σε δύο γενικές κατηγορίες: φάρμακα γρήγορης ανακούφισης (που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία των οξέων συμπτωμάτων) και φάρμακα μακροπρόθεσμου ελέγχου (που χρησιμοποιούνται για την πρόληψη περαιτέρω επιδείνωσης).[112]
Τα αντιχολινεργικά φάρμακα, όπως το βρωμιούχο ιπρατρόπιο προσφέρουν επιπλέον όφελος όταν χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με SABA σε όσους έχουν μέτρια ή σοβαρά συμπτώματα.[11] Τα αντιχολινεργικά βρογχοδιασταλτικά μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν εάν ένα άτομο δεν αντέχει έναν SABA.[80]
Παλαιότεροι, λιγότερο επιλέξιμοι αδρενεργικοί ανταγωνιστές, όπως η εισπνεόμενη επινεφρίνη, έχουν παρόμοια αποτελεσματικότητα με τους SABA.[113] Ωστόσο δεν συνιστώνται λόγω ανησυχιών σχετικά με υπερβολική καρδιακή διέγερση.[114]
Μακροπρόθεσμος έλεγχος
Τα κορτικοστεροειδή γενικά θεωρούνται η πιο αποτελεσματική θεραπεία για τον μακροπρόθεσμο έλεγχο.[107] Συνήθως χρησιμοποιούνται οι εισπνεόμενες μορφές εκτός από την περίπτωση σοβαρής επίμονης ασθένειας, όπου μπορεί να χρησιμοποιηθούν κορτικοστεροειδή από το στόμα.[107] Συνήθως συνιστάται η χρήση εισπνεόμενων σκευασμάτων μία ή δύο φορές την ημέρα, ανάλογα με τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων.[115]
Οι μακράς δράσης ανταγωνιστές β-αδρενοϋποδοχέων (LABA) όπως η σαλμετερόλη και η φορμοτερόλη μπορούν να βελτιώσουν τον έλεγχο του άσθματος, τουλάχιστον στους ενήλικες, όταν δίνονται σε συνδυασμό με εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή.[116] Στα παιδιά αυτό το όφελος είναι αβέβαιο.[116][117] Όταν χρησιμοποιούνται χωρίς στεροειδή, αυξάνεται ο κίνδυνος σοβαρών παρενεργειών[118] και ακόμα και με τα κορτικοστεροειδή μπορούν να αυξήσουν ελαφρώς τον κίνδυνο.[119][120]
Οι ανταγωνιστές λευκοτριενίων (όπως η μοντελουκάστη και η ζαφιρλουκάστη) μπορούν να χρησιμοποιηθούν παράλληλα με τα εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή, τυπικά επίσης σε συνδυασμό με LABA.[107] Δεν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις για την υποστήριξη της χρήσης σε οξείες παροξύνσεις.[121][122] Στα παιδιά κάτω των πέντε ετών είναι η προτιμώμενη πρόσθετη θεραπεία μετά τα εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή.[123]
Τα φάρμακα συνήθως παρέχονται ως δοσομετρικές συσκευές εισπνοών με μορφή αερολύματος (MDI) σε συνδυασμό με συσκευή αραίωσης άσθματος ή ως συσκευή εισπνοών ξηράς σκόνης. Η συσκευή αραίωσης είναι ένας πλαστικός κύλινδρος που αναμιγνύει το φάρμακο με αέρα, διευκολύνοντας τη λήψη μίας πλήρους δόσης του φαρμάκου. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί ένας νεφελοποιητής. Οι νεφελοποιητές και οι συσκευές αραίωσης είναι εξίσου αποτελεσματικοί για όσους έχουν ήπια έως μέτρια συμπτώματα, ωστόσο δεν διατίθενται επαρκείς αποδείξεις για τον καθορισμό του εάν υπάρχει διαφορά ή όχι για όσους παρουσιάζουν σοβαρή συμπτωματολογία.[124]
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Η μακροπρόθεσμη χρήση εισπνεόμενων κορτικοστεροειδών σε συμβατικές δόσεις φέρει ελάχιστο κίνδυνο ανεπιθύμητων ενεργειών.[125] Οι κίνδυνοι περιλαμβάνουν την ανάπτυξη καταρράκτη και την ήπια υποχώρηση στο ανάστημα.[125][126]
Άλλα
Όταν το άσθμα δεν ανταποκρίνεται στις συνήθεις φαρμακευτικές αγωγές, υπάρχουν κι άλλες επιλογές διαθέσιμες, τόσο για τη διαχείριση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης, όσο και για την πρόληψη των εξάρσεων. Για τη διαχείριση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης, μεταξύ των άλλων επιλογών, περιλαμβάνονται:
Έχει αποδειχθεί ότι η ενδοφλέβια θεραπεία με θειικό μαγνήσιο εξασφαλίζει βρογχοδιασταλτική δράση όταν χρησιμοποιείται συνδυαστικά με άλλη αγωγή σε σοβαρές οξείες κρίσεις άσθματος.[128][129]
Το Heliox, ένα αναπνευστικό μείγμα ηλίου και οξυγόνου, προσφέρεται επίσης ως επιλογή σε σοβαρές περιπτώσεις που δεν ανταποκρίνονται σε άλλες αγωγές.[128]
Η ενδοφλέβια χορήγηση σαλβουταμόλης δεν τεκμηριώνεται από διαθέσιμα στοιχεία και χρησιμοποιείται μόνο σε ακραίες περιπτώσεις.[127]
Οι μεθυλξανθίνες (όπως π.χ. η θεοφυλλίνη) χρησιμοποιούνταν ευρέως στο παρελθόν, αλλά δεν συμβάλλουν αποτελεσματικά στη δράση των εισπνεόμενων βρογχοδιασταλτικών β-αγωνιστών.[127] Η χρήση τους σε οξείες εξάρσεις είναι αμφιλεγόμενη.[130]
Το διαχωριστικό αναισθητικό κεταμίνη είναι θεωρητικά χρήσιμο σε περιπτώσεις που απαιτείται διασωλήνωση και μηχανικός αερισμός σε άτομα που οδεύουν προς αναπνευστική ανακοπή• ωστόσο, δεν υπάρχουν στοιχεία από κλινικές δοκιμές που να τεκμηριώνουν κάτι τέτοιο.[131]
Για άτομα με σοβαρό επίμονο άσθμα το οποίο δεν μπορεί να ελεγχθεί με εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή και μακράς δράσης βρογχοδιασταλτικά (LABA), η βρογχική θερμοπλαστική πιθανόν να συνιστά μια εναλλακτική λύση.[132] Πρόκειται για την μετάδοση ελεγχόμενης θερμικής ενέργειας στα τοιχώματα των αεραγωγών, μέσα από μια σειρά βρογχοσκοπήσεων.[132] Ενώ μπορεί να αυξήσει τη συχνότητα των εξάρσεων κατά τους πρώτους μήνες, φαίνεται ότι μειώνει τον μετέπειτα ρυθμό εμφάνισής τους. Επιδράσεις πέραν του ενός έτους είναι άγνωστες.[133]
Συνέπεια στη θεραπεία
Οι ασθενείς πρέπει να έχουν μαζί τους ένα ανακουφιστικό φάρμακο, το οποίο δίνει ανακούφιση στους βρόγχους, χαλαρώνοντας τους μύες γύρω από τους αεραγωγούς, διευκολύνοντας έτσι την αναπνοή.
Αλλά τα φάρμακα αυτά δεν θεραπεύουν την αιτία, που είναι η φλεγμονή των αεραγωγών. Ο γιατρός μπορεί να προτείνει την συστηματική χρήση ενός εισπνεόμενου φαρμάκου που ελέγχει το άσθμα, μειώνοντας τη φλεγμονή στους αεραγωγούς. Η θεραπεία θα πρέπει να χρησιμοποιείται καθημερινά ακόμα και όταν πιστεύουν οι ασθενείς ότι δεν υπάρχει λόγος, ή αισθάνονται καλά, διαφορετικά η φλεγμονή μπορεί να εμφανιστεί ξανά και να υπάρξει κίνδυνος εμφάνισης κρίσης άσθματος.
Εναλλακτική ιατρική
Πολλά άτομα με άσθμα, όπως και άτομα με άλλες χρόνιες παθήσεις, καταφεύγουν σε εναλλακτικές θεραπείες: έρευνες καταδεικνύουν ότι περίπου το 50% των ασθενών ακολουθεί κάποια μορφή μη συμβατικής θεραπείας.[134][135] Υπάρχουν ελάχιστα στοιχεία που τεκμηριώνουν την αποτελεσματικότητα θεραπειών αυτού του είδους. Δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία που να τεκμηριώνουν την χρήση βιταμίνης C.[136] Ο βελονισμός δεν συνιστάται ως θεραπεία, καθώς δεν υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να ενθαρρύνουν τη χρήση του.[137][138] Οι ιονιστές αέρα δεν φαίνεται να βελτιώνουν τα συμπτώματα του άσθματος ή να ευνοούν την πνευμονική λειτουργία. Το ίδιο ισχύει επίσης και για τις συσκευές παραγωγής θετικών και αρνητικών ιόντων.[139]
Οι «θεραπείες με ήπιους χειρισμούς» όπως oστεοπαθητική ιατρική, χειροπρακτική, φυσικοθεραπεία και αναπνευστική φυσικοθεραπεία, δεν συνοδεύονται από επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να τεκμηριώνουν τη χρήση τους στη θεραπεία του άσθματος.[140] Η αναπνευστική τεχνική Buteyko η οποία επικεντρώνεται στον έλεγχο του υπεραερισμού, μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της χρήσης φαρμάκων, ωστόσο δεν έχει καμία επίδραση στη λειτουργία των πνευμόνων.[108] Γι' αυτό και μια ομάδα εμπειρογνωμόνων έκρινε ότι δεν υπήρχαν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να υποστηρίζουν τη χρήση αυτής της τεχνικής.[137]
Κλινική δοκιμή σε 60 άτομα με άσθμα, τα οποία ήδη ελάμβαναν θεραπεία με κορτικοστεροειδή και β-ανταγωνιστές, έδειξε ότι το φαρμακευτικό μανιτάρι κόρντισεπς βελτιώνει την σχετιζόμενη με την υγεία ποιότητα ζωής, τα συμπτώματα του άσθματος, τη λειτουργία των πνευμόνων και το φλεγμονώδες προφίλ των ασθενών με μέτριο έως σοβαρό άσθμα, σε σχέση με ομάδα ελέγχου που ελάμβανε κλασική θεραπεία.[141]
Πρόγνωση
Χρόνια ζωής σε συνθήκες αναπηρίας αναφορικά με το άσθμα ανά 100.000 κατοίκους το 2004. Η Ευρώπη απεικονίζεται με κίτρινο χρώμα, το μεγαλύτερο μέρος της Βόρειας και Νότιας Αμερικής με πορτοκαλί, και η Νότια Αφρική με σκούρο κόκκινο χρώμα.[142]
no data
<100
100-150
150-200
200-250
250-300
300-350
350-400
400-450
450-500
500-550
550-600
>600
Η πρόγνωση για το άσθμα είναι γενικά καλή, ειδικά για παιδιά με ήπια μορφή της νόσου.[143] Τις τελευταίες δεκαετίες η θνησιμότητα έχει μειωθεί κι αυτό αποδίδεται στην καλύτερη διάγνωση της νόσου και τη βελτιωμένη περίθαλψη.[144]
Μέχρι το 2004, υπολογίστηκε ότι η νόσος προκαλεί ήπια ή σοβαρή αναπηρία σε 19,4 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως (εκ των οποίων τα 16 εκατομμύρια κατοικούν σε χαμηλές και μεσαίες εισοδηματικά χώρες).[145] Από τις περιπτώσεις άσθματος διαγνωσμένου κατά την παιδική ηλικία, οι μισές δεν θα βρίσκονται σε αντιστοιχία με την πραγματική κατάσταση, μετά από μια δεκαετία.[59] Αυτό συμβαίνει επειδή οι αεραγωγοί αναδιαμορφώνονται, ωστόσο, δεν είναι γνωστό εάν πρόκειται για βλαβερές ή επωφελείς αλλαγές.[146] Η έγκαιρη θεραπεία με κορτικοστεροειδή φαίνεται να εμποδίζει ή να βελτιώνει τη μειωμένη πνευμονική λειτουργία.[147]
Επιδημιολογία
Αναλογία άσθματος σε διάφορες χώρες ανά τον κόσμο το 2004.
no data
<1%
1-2%
2-3%
3-4%
4-5%
5-6%
6-7%
7-8%
8-10%
10-12.5%
12.5–15%
>15%
Από το 2011, 235-300 εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως προσβάλλονται από άσθμα,[16][17] ενώ περίπου 250,000 άτομα χάνουν τη ζωή τους κάθε χρόνο εξαιτίας της νόσου.[18] Οι τιμές διαφέρουν μεταξύ των χωρών, με ποσοστά επιπολασμού της νόσου από 1 έως 8%. Το άσθμα απαντάται πιο συχνά σε αναπτυγμένες παρά σε αναπτυσσόμενες χώρες.[18] Τα χαμηλότερα ποσοστά είναι στην Ασία, την Ανατολική Ευρώπη και την Αφρική.[50] Μεταξύ των αναπτυγμένων χωρών, το άσθμα είναι πιο σύνηθες στις οικονομικά ασθενέστερες χώρες, ενώ αντίθετα στις αναπτυσσόμενες χώρες είναι πιο σύνηθες μεταξύ των εύπορων χωρών.[18] Δεν είναι γνωστά τα αίτια πίσω από αυτές οι διαφορές.[18] Σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος η θνησιμότητα ξεπερνά το 80%.[148]
Ενώ το άσθμα εκδηλώνεται δύο φορές πιο συχνά σε αγόρια από ότι σε κορίτσια,[18] το σοβαρό βρογχικό άσθμα εκδηλώνεται σε ίσα ποσοστά.[149] Αντίθετα, οι ενήλικες γυναίκες εμφανίζουν υψηλότερα ποσοστά άσθματος από τους άνδρες,[18] ενώ η νόσος εκδηλώνεται πιο συχνά στις νεότερες από ότι στις ηλικιωμένες γυναίκες.[50]
Τα παγκόσμια ποσοστά άσθματος αυξήθηκαν σημαντικά μεταξύ του 1960 και του 2008[150][151] με αποτέλεσμα να αναγνωριστεί ως μείζον πρόβλημα για τη δημόσια υγεία από τη δεκαετία του 1970.[50] Τα ποσοστά άσθματος έχουν μείνει στάσιμα στον αναπτυγμένο κόσμο από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, με μια πρόσφατη αύξηση, στις αναπτυσσόμενες κυρίως χώρες.[152] Το άσθμα προσβάλλει περίπου το 7% του πληθυσμού των Ηνωμένων Πολιτειών[118] και το 5% του πληθυσμού του Ηνωμένου Βασιλείου.[153] Ο Καναδάς, η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία παρουσιάζουν ποσοστά που κυμαίνονται περίπου στο 14–15%.[154]
Προσδόκιμο ζωής
Σύμφωνα μια μια έρευνα που έγινε στη Δανία το 2016, το άσθμα μπορεί να μειώσει το προσδόκιμο ζωής κατά 3,3 χρόνια, αν ο ασθματικός δεν πάσχει από άλλα νοσήματα.[155]
Σύμφωνα με μια άλλη έρευνα διάρκειας 10 χρόνων που πραγματοποιήθηκε το 2018 στο Ιράν, οι άνθρωποι που πάσχουν από άσθμα χάνουν κατά μέσο όρο περίπου 18,6 χρόνια ζωής.[156][157]
Ιστορικά στοιχεία
Το άσθμα ήταν γνωστό στην Αρχαία Αίγυπτο και θεραπεύονταν με τη λήψη ενός μείγματος θυμιάματος, γνωστού ως kyphi.[158] Αναγνωρίστηκε επίσημα ως ειδικό πρόβλημα του αναπνευστικού από τον Ιπποκράτη γύρω στο 450 π.Χ., με την ελληνική λέξη για το «λαχάνιασμα» να αποτελεί τη βάση του σύγχρονου ονόματος της νόσου.[50] Το 200 π.Χ. πιστεύεται ότι σχετίζονταν εν μέρει με τα συναισθήματα.[25]
Το 1873, ένα από τα πρώτα βιβλία της σύγχρονης ιατρικής για το θέμα προσπάθησε να εξηγήσει την παθοφυσιολογία της νόσου, ενώ το 1872 ένα βιβλίο κατέληγε στο συμπέρασμα ότι μπορεί να θεραπεύσει κανείς το άσθμα κάνοντας εντριβές στο στήθος με χρίσμα χλωροφόρμιου.[159][160] Το 1880 η φαρμακευτική αγωγή περιελάμβανε τη χρήση ενδοφλέβιων δόσεων ενός φαρμάκου που ονομαζόταν πιλοκαρπίνη.[161] Το 1886, ο F. H. Bosworth διατύπωσε τη σχέση μεταξύ άσθματος και αλλεργικής ρινίτιδας.[162] Το 1905 έγινε για πρώτη φορά αναφορά στην επινεφρίνη για την αντιμετώπιση του άσθματος.[163] Τα από του στόματος λαμβανόμενα κορτικοστεροειδή άρχισαν να χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση του άσθματος τη δεκαετία του 1950, ενώ στη δεκαετία του 1960 άρχισαν να χρησιμοποιούνται ευρέως εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή και επιλεγμένοι βρογχοδιασταλτικοί β-αγωνιστές βραχείας δράσης.[164][165]
Στη διάρκεια των δεκαετιών 1930–1950, το άσθμα ήταν γνωστό ως μία από τις «επτά άγιες» ψυχοσωματικές ασθένειες.[166] Τα αίτιά του θεωρούνταν ψυχολογικά, με τη θεραπεία να βασίζεται συχνά στην ψυχανάλυση και σε άλλες θεραπείες μέσω της ομιλίας.[167] Δεδομένου ότι οι εν λόγω ψυχαναλυτές ερμήνευαν τον συριγμό του άσθματος ως την καταπιεσμένη κραυγή του παιδιού προς τη μητέρα του, θεωρούσαν τη θεραπεία της κατάθλιψης ιδιαίτερα σημαντική για τα άτομα που υπέφεραν από άσθμα.[167]
Κατηγορίες άσθματος
Διακρίνεται σε δυο κύριες κατηγορίες.
α. Το εξωγενές άσθμα. Εμφανίζεται στην παιδική ηλικία και έχει σαν αιτία εξωγενείς αλλεργιογόνους παράγοντες, όπως η σκόνη, η γύρη, το τρίχωμα γάτας και τα οικιακά ακάρεα. Ακόμα μπορεί να εμφανιστεί και από τον κρύο αέρα ή τον καπνό του τσιγάρου. Το μεγαλύτερο ποσοστό παιδιών που πάσχουν από το εξωγενές άσθμα θεραπεύονται σταδιακά ή ακόμα και ζουν χωρίς να χρειάζονται ιατρική βοήθεια, απλά αποφεύγοντας το υπεύθυνο αλλεργιογόνο.
β. Το ενδογενές άσθμα. Σε αντίθεση με ότι συμβαίνει στο εξωγενές, δεν ανευρίσκεται κανένας παράγοντας που να θεωρείται υπεύθυνος για την πρόκλησή του. Η αιτία του είναι άγνωστη.
↑«Asthma, COPD and overlap syndrome: a longitudinal study in young European adults». The European Respiratory Journal46 (3): 671–679. September 2015. doi:10.1183/09031936.00008615. PMID26113674.
↑Dietert, RR (Σεπτέμβριος 2011). «Maternal and childhood asthma: risk factors, interactions, and ramifications.». Reproductive toxicology (Elmsford, N.Y.)32 (2): 198–204. PMID21575714.
↑Kelly, FJ; Fussell, JC (Αύγουστος 2011). «Air pollution and airway disease.». Clinical and experimental allergy : journal of the British Society for Allergy and Clinical Immunology41 (8): 1059–71. PMID21623970.
↑McGwin, G; Lienert, J; Kennedy, JI (Μάρτιος 2010). «Formaldehyde exposure and asthma in children: a systematic review.». Environmental health perspectives118 (3): 313–7. PMID20064771.
↑Bornehag, CG; Nanberg, E (Απρίλιος 2010). «Phthalate exposure and asthma in children.». International journal of andrology33 (2): 333–45. PMID20059582.
↑Ahluwalia, SK; Matsui, EC (Απρίλιος 2011). «The indoor environment and its effects on childhood asthma.». Current opinion in allergy and clinical immunology11 (2): 137–43. PMID21301330.
↑Arshad, SH (Ιανουάριος 2010). «Does exposure to indoor allergens contribute to the development of asthma and allergy?». Current allergy and asthma reports10 (1): 49–55. PMID20425514.
↑Custovic, A; Simpson, A (2012). «The role of inhalant allergens in allergic airways disease.». Journal of investigational allergology & clinical immunology : official organ of the International Association of Asthmology (INTERASMA) and Sociedad Latinoamericana de Alergia e Inmunologia22 (6): 393–401; qiuz follow 401. PMID23101182.
↑ 53,053,1Brooks, C; Pearce, N; Douwes, J (Φεβρουάριος 2013). «The hygiene hypothesis in allergy and asthma: an update.». Current opinion in allergy and clinical immunology13 (1): 70–7. PMID23103806.
↑Murk, W; Risnes, KR; Bracken, MB (Ιούνιος 2011). «Prenatal or early-life exposure to antibiotics and risk of childhood asthma: a systematic review.». Pediatrics127 (6): 1125–38. doi:10.1542/peds.2010-2092. PMID21606151.
↑Halapi, E; Bjornsdottir, US (Ιανουάριος 2009). «Overview on the current status of asthma genetics.». The clinical respiratory journal3 (1): 2–7. PMID20298365.
↑ 62,062,1Rapini, Ronald P.· Bolognia, Jean L.· Jorizzo, Joseph L. (2007). Dermatology: 2-Volume Set. St. Louis: Mosby. ISBN1-4160-2999-0.
↑Salpeter, S; Ormiston, T; Salpeter, E (2001). «Cardioselective beta-blocker use in patients with reversible airway disease.». Cochrane database of systematic reviews (Online) (2): CD002992. PMID11406056.
↑ 80,080,1Self, Timothy· Chrisman, Cary· Finch, Christopher (2009). «22. Asthma». Στο: Mary Anne Koda-Kimble· Brian K Alldredge, επιμ. Applied therapeutics: the clinical use of drugs (9η έκδοση). Philadelphia: Lippincott Williams & Wilkins. OCLC230848069.
↑Delacourt, C (Ιούνιος 2004). «Conséquences bronchiques de l'asthme non traité». Archives de Pédiatrie11 (Suppl. 2): 71s–73s. PMID15301800.
↑ 88,088,1Shah, R; Saltoun, CA (Μάιος–Ιούνιος 2012). «Chapter 14: Acute severe asthma (status asthmaticus).». Allergy and asthma proceedings : the official journal of regional and state allergy societies33 Suppl 1: S47-50. PMID22794687.
↑ 89,089,189,2Khan, DA (Ιανουάριος–Φεβρουάριος 2012). «Exercise-induced bronchoconstriction: burden and prevalence.». Allergy and asthma proceedings : the official journal of regional and state allergy societies33 (1): 1–6. PMID22370526.
↑Carlsen, KH; Anderson, SD; Bjermer, L; Bonini, S; Brusasco, V; Canonica, W; Cummiskey, J; Delgado, L και άλλοι. (Μάιος 2008). «Treatment of exercise-induced asthma, respiratory and allergic disorders in sports and the relationship to doping: Part II of the report from the Joint Task Force of European Respiratory Society (ERS) and European Academy of Allergy and Clinical Immunology (EAACI) in cooperation with GA(2)LEN.». Allergy63 (5): 492–505. PMID18394123.
↑Kindermann, W (2007). «Do inhaled beta(2)-agonists have an ergogenic potential in non-asthmatic competitive athletes?». Sports medicine (Auckland, N.Z.)37 (2): 95–102. PMID17241101.
↑Pluim, BM; de Hon, O; Staal, JB; Limpens, J; Kuipers, H; Overbeek, SE; Zwinderman, AH; Scholten, RJ (2011-01-01). «β₂-Agonists and physical performance: a systematic review and meta-analysis of randomized controlled trials.». Sports medicine (Auckland, N.Z.)41 (1): 39–57. PMID21142283.
↑ 94,094,194,2Baur, X; Aasen, TB; Burge, PS; Heederik, D; Henneberger, PK; Maestrelli, P; Schlünssen, V; Vandenplas, O και άλλοι. (2012-06-01). «The management of work-related asthma guidelines: a broader perspective.». European respiratory review : an official journal of the European Respiratory Society21 (124): 125–39. PMID22654084.
↑Diaz, P. Knoell (2009). «23. Chronic obstructive pulmonary disease». Applied therapeutics: the clinical use of drugs (9η έκδοση). Philadelphia: Lippincott Williams & Wilkins.
↑Lodge, CJ; Allen, KJ; Lowe, AJ; Hill, DJ; Hosking, CS; Abramson, MJ; Dharmage, SC (2012). «Perinatal cat and dog exposure and the risk of asthma and allergy in the urban environment: a systematic review of longitudinal studies.». Clinical & developmental immunology2012: 176484. PMID22235226.
↑Chen, CM; Tischer, C; Schnappinger, M; Heinrich, J (Ιανουάριος 2010). «The role of cats and dogs in asthma and allergy—a systematic review.». International journal of hygiene and environmental health213 (1): 1–31. PMID20053584.
↑ 104,0104,1Prescott, SL; Tang, ML (2005-05-02). «The Australasian Society of Clinical Immunology and Allergy position statement: Summary of allergy prevention in children.». The Medical journal of Australia182 (9): 464–7. PMID15865590.
↑Thomson NC, Spears M (2005). «The influence of smoking on the treatment response in patients with asthma». Curr Opin Allergy Clin Immunol5 (1): 57–63. doi:10.1097/00130832-200502000-00011. PMID15643345.
↑ 116,0116,1Ducharme, FM; Ni Chroinin, M; Greenstone, I; Lasserson, TJ (2010-05-12). «Addition of long-acting beta2-agonists to inhaled corticosteroids versus same dose inhaled corticosteroids for chronic asthma in adults and children.». Cochrane database of systematic reviews (Online) (5): CD005535. PMID20464739.
↑Ducharme, FM; Ni Chroinin, M; Greenstone, I; Lasserson, TJ (2010-04-14). «Addition of long-acting beta2-agonists to inhaled steroids versus higher dose inhaled corticosteroids in adults and children with persistent asthma.». Cochrane database of systematic reviews (Online) (4): CD005533. PMID20393943.
↑Watts, K; Chavasse, RJ (2012-05-16). «Leukotriene receptor antagonists in addition to usual care for acute asthma in adults and children.». Cochrane database of systematic reviews (Online)5: CD006100. PMID22592708.
↑ 125,0125,1Rachelefsky, G (Ιανουάριος 2009). «Inhaled corticosteroids and asthma control in children: assessing impairment and risk.». Pediatrics123 (1): 353–66. doi:10.1542/peds.2007-3273. PMID19117903.
↑Dahl R (Αύγουστος 2006). «Systemic side effects of inhaled corticosteroids in patients with asthma». Respir Med100 (8): 1307–17. doi:10.1016/j.rmed.2005.11.020. PMID16412623.
↑ 132,0132,1Castro, M; Musani, AI; Mayse, ML; Shargill, NS (Απρίλιος 2010). «Bronchial thermoplasty: a novel technique in the treatment of severe asthma». Therapeutic advances in respiratory disease4 (2): 101–16. doi:10.1177/1753465810367505. PMID20435668.
↑Sergel, Michelle J.· Cydulka, Rita K. (Σεπτέμβριος 2009). «Ch. 75: Asthma». Στο: Allan B. Wolfson· Ann Harwood-Nuss, επιμ. Harwood-Nuss' Clinical Practice of Emergency Medicine (5η έκδοση). Lippincott Williams & Wilkins. σελίδες 432–. ISBN978-0-7817-8943-1.
↑Bush A, Menzies-Gow A (Δεκέμβριος 2009). «Phenotypic differences between pediatric and adult asthma». Proc Am Thorac Soc6 (8): 712–9. doi:10.1513/pats.200906-046DP. PMID20008882.
↑Grant EN, Wagner R, Weiss KB (Αύγουστος 1999). «Observations on emerging patterns of asthma in our society». J Allergy Clin Immunol104 (2 Pt 2): S1–S9. doi:10.1016/S0091-6749(99)70268-X. PMID10452783.
↑Anandan C, Nurmatov U, van Schayck OC, Sheikh A (Φεβρουάριος 2010). «Is the prevalence of asthma declining? Systematic review of epidemiological studies». Allergy65 (2): 152–67. doi:10.1111/j.1398-9995.2009.02244.x. PMID19912154.
↑Bousquet, J; Bousquet, PJ; Godard, P; Daures, JP (Ιούλιος 2005). «The public health implications of asthma.». Bulletin of the World Health Organization83 (7): 548–54. PMID16175830.
↑Manniche L (1999). Sacred luxuries: fragrance, aromatherapy, and cosmetics in ancient Egypt. Cornell University Press. σελίδες 49. ISBN978-0-8014-3720-5.
↑von Mutius, E; Drazen, JM (2012-03-01). «A patient with asthma seeks medical advice in 1828, 1928, and 2012.». New England Journal of Medicine366 (9): 827–34. PMID22375974.
↑Crompton G (Δεκέμβριος 2006). «A brief history of inhaled asthma therapy over the last fifty years». Primary care respiratory journal : journal of the General Practice Airways Group15 (6): 326–31. PMID17092772.