Ο Φωκάς (Φλάβιος Φωκάς Αύγουστος, 547 - 5 Οκτωβρίου610) ήταν Βυζαντινός αυτοκράτορας από το 602 έως το 610. Η πρώιμη ζωή του Φωκά είναι σε μεγάλο βαθμό άγνωστη, αλλά πρωτοεμφανίστηκε το 602 ως ηγέτης στην εξέγερση ενάντια στον αυτοκράτορα Μαυρίκιο. Ο Φωκάς κατέλαβε την Κωνσταντινούπολη και εκθρόνισε τον Μαυρίκιο στις 23 Νοεμβρίου 602 και αυτοανακηρύχθηκε Βυζαντινός αυτοκράτορας την ίδια ημέρα. Ο Φωκάς κατήγγειλε βαθιά την ελίτ της Κωνσταντινούπολης και έτσι εγκατέστησε τους συγγενείς του σε υψηλές στρατιωτικές θέσεις και εξαγρίωσε έτσι τους αντιπάλους του.
Ο Φωκάς ήταν ένας ανίκανος ηγέτης, τόσο στη διοίκηση όσο και στον στρατό, και κάτω από αυτόν η Βυζαντινή Αυτοκρατορία απειλήθηκε από πολλαπλούς εχθρούς, με συχνές επιδρομές στα Βαλκάνια από τους Αβάρους και τους Σλάβους και μια εισβολή των Σασσανιδών στις ανατολικές επαρχίες. Λόγω της ανικανότητας και της βιαιότητας του Φωκά, ο Έξαρχος της Καρχηδόνας, ο Ηράκλειος ο Πρεσβύτερος, επαναστάτησε εναντίον του. Ο Ηράκλειος, ο γιος του πρεσβυτέρου, κατάφερε να πάρει την Κωνσταντινούπολη στις 5 Οκτωβρίου 610 και εκτέλεσε τον Φωκά την ίδια ημέρα, προτού ανακηρύχθει βυζαντινός αυτοκράτορας.
Πρώτα χρόνια
Ο Φωκάς γεννήθηκε γύρω στο 547 καθώς οι πηγές καθορίζουν ότι έγινε αυτοκράτορας σε ηλικία 55 ετών.[1] Η Οικογένεια του ακούγεται ότι ήταν Θρακικής καταγωγής ή Έλληνες Καππαδόκες.[2][3] Η βιογραφία του ήταν άγνωστη πριν την άνοδο του στον θρόνο, ήταν αξιωματούχος χαμηλής τάξης την εποχή του αυτοκράτορα Μαυρικίου. Ο Βυζαντινός στρατός επαναστάτησε εναντίον του αυτοκράτορα Μαυρικίου, οι λόγοι ήταν οι δυσκολίες της εκστρατείας στον Δούναβη από το χειμερινό ψύχος και η περικοπή των μισθών. Ο Φωκάς απεστάλη στην Κωνσταντινούπολη ως εκπρόσωπος των δυσαρεστημένων αλλά με την άφιξη του στην Κωνσταντινούπολη ανακήρυξε τον εαυτό του νέο αυτοκράτορα.[4] Ο Πατριάρχης Κυριακός Β΄ τον έστεψε νέο αυτοκράτορα στην εκκλησία του Ιωάννη του Βαπτιστή στο Μπακίρκιοϊ (23 Νοεμβρίου 602), εισήλθε στην Κωνσταντινούπολη δύο μέρες αργότερα (25 Νοεμβρίου 602).[5] Ο Μαυρίκος δραπέτευσε μαζί τους γιους του Θεοδόσιο και Τιβέριο, συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν. Η σύζυγος και οι κόρες του Μαυρίκιου φυλακίστηκαν στην Μονή των Αγίων Μετανοιών, αργότερα εκτελέστηκαν και αυτές.[6]
Βασιλεία
Ο σφετεριστής του θρόνου Φωκάς δεν άργησε να αποκαλύψει τον ειδεχθή του χαρακτήρα, αφήνοντας τον λαό να αναρωτιέται αν έπραξε σωστά με την επιλογή του αυτή. Άσχημος στην όψη, ήταν πολύ χειρότερος στη διοίκηση. Σκληρός και αδίστακτος, με τη χρήση βίας να αποτελεί τον μοναδικό του τρόπο επιβολής. Εισήγαγε και εφάρμοσε μεθόδους βασανιστηρίων και τιμωρίας, όπως η τύφλωση και ο ακρωτηριασμός, που έμελλε να καταστούν παράδοση στο Βυζάντιο. Από τους χειρότερους αυτοκράτορες. Επέτρεψε σε εχθρούς να διεισδύσουν και μεταχειρίστηκε με βαναυσότητα όσους διαφωνούσαν με τις πολιτικές του ή αμφισβητούσαν τα δικαιώματά του στον θρόνο.
Πάλι τὸν καῦκον ἔπιες, πάλιν τὸν νοῦν ἀπώλεσας
Με τα λόγια αυτά «Πάλιν το ποτηράκι σου (καυκί) ήπιες πάλι το νου σου έχασες» υποδέχτηκε στον Ιππόδρομο ο λαός τον αυτοκράτορα Φωκά που είχε καθυστερήσει να προσέλθει στο θέαμα. Το δίστιχο τραγουδήθηκε από τους Πράσινους και λέγεται ότι ο αυτοκράτορας οργίστηκε τόσο ώστε να διατάξει τη σφαγή 3.000 θεατών.
Την εκτέλεση του Μαυρίκιου και των γιων του, ακολούθησε ο απηνής πολιτικός διωγμός των αντιπάλων του. Μεταξύ των ανθρώπων που θεώρησε ο Φωκάς επικίνδυνους, ήταν και οι δύο ικανότεροι αρχιστράτηγοί του. Με τον θάνατο σε μάχη και του τρίτου, ο Βυζαντινός στρατός βρέθηκε ουσιαστικά ακέφαλος, υπό την τυπική διοίκηση του ανίκανου ανιψιού του Φωκά, Δομέντζιολου. Βλέποντας τη δεινή κατάσταση της άμυνας της αυτοκρατορίας, οι πολυπληθείς εχθροί της άδραξαν την ευκαιρία. Οι Άβαροι κατέλαβαν όλα τα Βαλκάνια από την Θεσσαλονίκη και πάνω, οι χριστιανικοί πληθυσμοί των πόλεων σφαγιάστηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν εξ΄ολοκλήρου. Οι Σασσανίδες Πέρσες μετά την εκτέλεση του Μαυρικίου ακύρωσαν την ειρηνική συνθήκη που έκλεισαν μαζί του, εισέβαλαν από τα ανατολικά υπό την ηγεσία του βασιλιά Χοσρόη Β΄ (603).[7] Ο στρατηγός Ναρσής προσπάθησε να αποστατήσει στους Πέρσες, ο Φωκάς τον προσκάλεσε στην Κωνσταντινούπολη με πρόφαση να συμφιλιωθεί μαζί του και τον έκαψε ζωντανό. Οι Πέρσες κατέλαβαν σύντομα ολόκληρη την Μεσοποταμία, την Συρία και την Μικρά Ασία, έφτασαν ως τον Βόσπορο.[8] Ταυτόχρονα, ξέσπασαν και μεγάλες ταραχές στο εσωτερικό, λόγω μιας εκστρατείας διωγμών κατά των Εβραίων.
Τα πρωτεία του Πάπα
Μόνο στην Ιταλία ο Φωκάς είχε συμπάθειες, αφού είχε αναγνωρίσει το πρωτείο του πάπα της Ρώμης, αποσκοπώντας στην αποκατάσταση εξαίρετων σχέσεων με τη Ρωμαϊκή εκκλησία. Μέχρι σήμερα σώζεται στο Forum Romanorum μαρμάρινη στήλη, χαραγμένη το 608 από τον έξαρχο Ιταλίας Σμάραγδο, που αναφέρεται στην ευσέβεια και τη γενναιοδωρία του αυτοκράτορα και την εσωτερική ειρήνη που εξασφάλισε για την Ιταλία.[9]
Την εποχή που ήταν αυτοκράτορας ο Φωκάς η Βυζαντινή Ιταλία βρισκόταν υπό τις ασταμάτητες επιθέσεις των Λομβαρδών αλλά δεν πρόσφερε χρήματα για να τους αντιμετωπίσει. Το μόνο μεγάλο δημόσιο έργο στην Ρώμη που κατασκευάστηκε με φόρους των πολιτών ήταν ένας κολοσσιαίος ανδριάντας του ίδιου του αυτοκράτορα Φωκά (608).[10] Την εποχή που ο Φωκάς ανέτρεψε τον Μαυρίκιο ο Πάπας Γρηγόριος Α΄ της Ρώμης τον ύμνησε για την επαναφορά της δικαιοσύνης. Ο Γρηγόριος Α΄ είχε επίσης έντονο θαυμασμό για την σύζυγο του Φωκά Λεοντία, την ταύτισε με την σύζυγο του ΜαρκιανούΠουλχερία την οποία η Σύνοδος της Χαλκηδόνας την αποκάλεσε "Νέα Αγία Ελένη". Οι αυτοκρατορικές προτομές έφτασαν τον Μάιο του 603 στην Ρώμη, ο πάπας διέταξε να τις τοποθετήσουν στο ορατόριο του Αγίου Καισαρείου στα αυτοκρατορικά ανάκτορα του Παλατίνου.[11] Ο Πάπας Γρηγόριος Α΄ πέθανε (604) αλλά ο διάδοχος του Πάπας Σαβινιανός (604-608) δεν έλαβε την αυτοκρατορική έγκριση επειδή ο Φωκάς ήταν απασχολημένος αποκλειστικά με την σκληρή καταστολή των αντιπάλων του.[12] Την αυτοκρατορική έγκριση έλαβε τελικά ο διάδοχος του Πάπας Βονιφάτιος Γ΄ (607) ο οποίος πέθανε στα τέλη της ίδιας χρονιάς. Ο Φωκάς αποκάλεσε την παπική εκκλησία της Ρώμης "κεφαλή όλων των εκκλησιών".[13] Ο Φωκάς έστειλε στην Ρώμη έναν επιχρυσωμένο ανδριάντα του με μια μνημειακή στήλη, τοποθετήθηκε στην Ρωμαϊκή Αγορά, γνωστή ως "Στήλη του Φωκά".
Το τέλος
Ο γαμπρός του Φωκά Πρίσκος παρά το γεγονός ότι έγινε κόμης των Εξκουβίτορων ήταν έντονα δυσαρεστημένος με τον πεθερό του, τον καταδίωκε συνεχώς με υποψίες σφετερισμού. Ο Πρίσκος έκανε έκκληση στον έξαρχο της Καρχηδόνας Ηράκλειο τον Πρεσβύτερο να στείλει στρατό για να ελευθερώσει την αυτοκρατορία από τον τύραννο.[14] Ο Ηράκλειος ο Πρεσβύτερος ο οποίος αφού φρόντισε να κόψει τις προμήθειες στην Κωνσταντινούπολη σε σιτηρά προετοίμασε μεγάλο στρατό υπό την ηγεσία του ανεψιού του Νικήτα, ξεκίνησε την εκστρατεία για την πρωτεύουσα (609). Ο στόλος από την άλλη υπό την ηγεσία του ομώνυμου γιου Ηράκλειου έφτασε στην Θεσσαλονίκη και κατόπιν βάδισε προς την Κωνσταντινούπολη. Ο Ηράκλειος έφτασε έξω από τα τείχη της πόλης (3 Οκτωβρίου 610), την κατέλαβε σε δύο μέρες χωρίς αντίσταση (5 Οκτωβρίου 610). Ο Ηράκλειος ο Νεότερος συνέλαβε τον έκπτωτο Φωκά και τον αποκεφάλισε την ίδια μέρα με τα χέρια του, κατόπιν ανακηρύχτηκε νέος αυτοκράτορας.[15]