Την εγκύκλια παιδεία έλαβε από τον Ιερεμία Καββαδία, ιερομόναχο, διδάσκαλο του Ευγένιου Βούλγαρη επίσης. Σε νεαρή ηλικία -περίπου 18 ετών- αναχώρησε για την Ιταλία, όπου παρακολούθησε μαθήματα στα πανεπιστήμια της Πάντοβα και της Μπολώνια.[5]
Κατά την παραμονή του στη Λειψία εκλέχθηκε στον θρόνο του αρχιεπισκόπου Φιλαδελφείας,[7] μια θέση που δεν αποδέχθηκε κατόπιν τριών χρόνων αλληλογραφίας με τους εκπροσώπους της ελληνικής κοινότητας της Βενετίας. Οι όροι του για ανεξάρτητη λειτουργία της ορθόδοξης εκκλησίας έναντι των ενετικών αρχών και της καθολικής εκκλησίας δεν εισακούστηκαν, γεγονός που τον ανάγκασε σε οριστική παραίτησή του από το αξίωμα.
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας της Αικατερίνης Β' σημαντικός αριθμός Ελλήνων λογίων προσκλήθηκε στην Αυτοκρατορία, για να βοηθήσει στη διαχείριση των νεοκατακτημένων εδαφών της Νέας Ρωσίας, στις βόρειες ακτές της Μαύρης Θάλασσας, τη σημερινή νότια Ουκρανία. Το 1776 κατέφθασε εκεί ο Νικηφόρος προσκεκλημένος του Ευγένιου Βούλγαρη, αρχιεπίσκοπο «Σκλαβενίου και Χερσώνος».[8] Ο Βούλγαρης αρχικά τον τοποθέτησε στο αρχιεπισκοπικό συμβούλιο της Παλτάβα και το 1779, και τον όρισε διάδοχό του, το 1779, όταν παραιτήθηκε από τον αρχιεπισκοπικό θρόνο. Το 1782 μετατέθηκε στην αρχιεπισκοπή Αστραχανίου, όπου παρέμεινε έως 1792, οπότε αποσύρθηκε σε μεγάλη ηλικία πλέον στη μονή του Αγίου Δανιήλ, στη Μόσχα, όπου και απεβίωσε το 1800.
Ιδεολογία
Στο επεισόδιο της εκλογής του στη μητρόπολη Φιλαδελφείας ο Νικηφόρος Θεοτόκης επέδειξε ιδιαίτερο ζήλο και προσκόλληση στην ιδέα της ελεύθερης λειτουργίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας, αλλά και της υπαγωγής της στο Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, κάτι το οποίο βέβαια οι ενετικές αρχές δεν ήταν δυνατόν να επιτρέψουν. Οι δε προσπάθειες των Καθολικών να ελέγξουν την Ορθόδοξη Εκκλησία, τον βρήκαν να αντιδρά έντονα αποκηρύσσοντας την Ουνία.[9]
Στη Ρωσία πέραν του λόγιου και θεολογικού του έργου, ο Νικηφόρος είναι επίσης γνωστός για την πολεμική που άσκησε κατά θρησκευτικών ομάδων, όπως οι Αρχαίοι Πιστεύοντες και οι Πνευματικοί Χριστιανοί. Απογοητευμένος από τη μικρή επιτυχία της προπαγάνδας και της πίεσης επί των "Αρχαίων Πιστευόντων" να εγκαταλείψουν τα τελετουργικά τους και να ενωθούν με την επίσημη εκκλησία, άρχισε από το 1780 να έρχεται σε επαφή με τις κοινότητές τους, προσφέροντας νομιμοποίηση των εκκλησιών τους, εφόσον αποδέχονταν την κυριαρχία της επίσημης εκκλησίας.
Όταν αποδέχθηκε τις συγκεκριμένες διευθετήσεις ένας αριθμός τέτοιων κοινοτήτων στις επόμενες δύο δεκαετίες, οι ρυθμίσεις έγιναν αποδεκτές σε εθνικό επίπεδο, με το όνομα 'Ενότητα στην Πίστη'.[10][11] Ορισμένοι ακαδημαϊκοί, επίσης, τον πιστώνουν με τον όρο Ντουχομπόρ[12] περί το 1786, ενώ άλλοι τον αποδίδουν στον διάδοχό του στην Πολτάβα, τον αρχιεπίσκοπο Αμβρόσιο.
Εργογραφία
Στοιχεία Φυσικής εκ νεωτέρων συνερανισθέντα, υπό Νικηφόρου Ιερομονάχου του Θεοτόκου, τόμοι Α'-Β', Λειψία 1766-1767.
Λόγοι εις την Αγίαν και Μεγάλην Τεσσαρακοστήν, μετά και τινών πανηγυρικών, επιφωνηματικών και επιταφίων, Λειψία 1766.
Πόνημα χρυσούν Σαμουήλ Ραββί του Ιουδαίαου εξελέγχον την των Ιουδαίων πλάνην, Λειψία 1769.
Του οσίου πατρός ημών Ισαακ επισκόπου Νινευί του Σύρου τα ευρεθέντα ασκητικά, Λειψία 1770.
Σειρά ενός και πεντήκονοτα υπομνηματιστών εις την οκτάτευχον και τα των Βασιλειών, Λειψία 1772.
Απόκρισις Ορθοδόξου τινός πρός τινα αδελφόν Ορθόδοξον περί των της Κατολίκων Δυναστείας και περί του τίνες οι Σχίσται και οι Σχισματικοί και οι Εσχισμένοι, Χάλλη 1775.
Προσφώνημα τη ευσεβεστάτη, θεοστέπτω, σεβαστή, τρισμεγίστη και φιλανθρωποτάτη αυγούστη κυρία Αικατερίνη Αλεξιάδι, ..., εκφωνηθέν υπό Νικηφόρου, αρχιεπισκόπου Σλαβονίου και Χερσώνος, καθ' ην ημέραν επί τον της αρχιερωσύνης βαθμόν προεβιβάσθη, Βερολίνο 1968.[13]
Απόδειξις του κύρους των της νέας και παλαιάς Διαθήκης βιβλίων, και των εν αυτοίς αληθείας υπεράσπισις ή ανασκευή της εκ του Βολταίρου βίβλου, Βιέννη 1794.
Κυριακοδρόμιον, ήτοι ερμηνεία και μετ' αυτήν ηθική ομιλία εις το κατά πάσαν Κυριακή εν ταις αγίαις των Ορθοδόξων Εκκλησίαις αναγιγνωσκόμενον Ευαγγέλιον, Μόσχα 1796.[14]
Στοιχείων Μαθηματικών εκ παλαιών και νεωτέρων συνερανισθένων, τόμοι 3, Μόσχα 1798 (ο πρώτος τόμος) –1799(οι δύο άλλοι).[15][16][17]
↑Μουρούτη-Γκενάκου, 1979, όπως παρατίθεται στο Ελληνομνήμων.
Βιβλιογραφία
Βλαχάκης, Γ. 1991, Η "φυσική" του Νικηφόρου Θεοτόκη σταθμός στην επιστημονική σκέψη τον 18ο αιώνα.,Διδακτορική διατριβή,Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Αθήνα.
Πατηνιώτης, Μ. 2001, Απόπειρες διαμόρφωσης επιστημονικού λόγου στον ελληνικό χώρο του 18ου αιώνα. Αρχές της φυσικής φιλοσοφίας στο έργο του Ευγένιου Βούλγαρη και του Νικηφόρου Θεοτόκη, Διδακτορική διατριβή, Διαπανεπιστημιακό Πρόγραμμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας των Επιστημών και της Τεχνολογίας, Αθήνα.
Μουρούτη-Γκενάκου, Ζ. 1979, Ο Νικηφόρος Θεοτόκης (1731-1800) και η συμβολή αυτού εις την παιδείαν του γένους, Βιβλιοθήκη Σοφίας Ν. Σαριπόλου, Αθήνα.
Vlahakis, G. 1987, L’oeuvre scientifique de Nikiphoros Theotokis: tentative d’approche fondee plus particulierement sur les "Stichia Physikis" (Elements de Physique), Revue Etudes Sud-Est Europ., XXV, 3:251-261.