Η Ελληνική Αστυνομία (ΕΛ.ΑΣ.) είναι Σώμα Ασφαλείας και έχει ως αποστολή την άσκηση της γενικής αστυνόμευσης και τροχαίας, την πρόληψη και καταστολή του εγκλήματος και την προστασία του ελληνικού κράτους και του δημοκρατικού πολιτεύματος στα πλαίσια της συνταγματικής τάξης, και τον έλεγχο της νόμιμης ή παράνομης εισόδου, εξόδου, παραμονής και εργασίας αλλοδαπών στη χώρα και προστασίας συνόρων.[2] Η Ελληνική Αστυνομία με τη σημερινή της μορφή δημιουργήθηκε το 1984, με απόφαση του υπουργού Δημόσιας Τάξης Γιάννη Σκουλαρίκη (που επέλεξε και το όνομά της), με τη συγχώνευση της Χωροφυλακής και της Αστυνομίας Πόλεων.[3]
οι Διευθύνσεις Υγειονομικού και Οικονομικής Επιθεώρησης, αλλά και η Αστυνομική Ακαδημία οι οποίες εποπτεύονται και ελέγχονται από τον Προϊστάμενο Επιτελείου.
Περιφερειακές Υπηρεσίες είναι η Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής, η Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Θεσσαλονίκης, οι Γενικές Περιφερειακές Αστυνομικές Διευθύνσεις και οι Υπηρεσίες που υπάγονται σε αυτές.
Οι Γενικές Αστυνομικές Διευθύνσεις Αττικής και Θεσσαλονίκης και οι Περιφερειακές Αστυνομικές Διευθύνσεις υπάγονται απευθείας στο Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας και εποπτεύονται, κατευθύνονται, συντονίζονται και ελέγχονται από τους Γενικούς Επιθεωρητές Αστυνομίας Βορείου Ελλάδος και Νοτίου Ελλάδος, κατά τομέα ευθύνης.
Από τον Επιτελείου Υπαρχηγό εποπτεύονται και ελέγχονται επίσης οι 4 Γενικές Διευθύνσεις της ΕΛ.ΑΣ. και όλες οι Διευθύνσεις τους. Αναλυτικά αυτές είναι:[5]
Γενική Διεύθυνση Τάξης και Ασφάλειας
Γενική Διεύθυνση Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων
Γενική Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης και Ανθρώπινου Δυναμικού
Γενική Διεύθυνση Διαχειριστικής Τεχνικής Υποστήριξης και Πληροφορικής
Το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας εδρεύει στην πρωτεύουσα του Κράτους και αποτελεί την ανώτατη επιτελική Υπηρεσία με την οποία ο Αρχηγός ασκεί τη διοίκηση του Σώματος και παράλληλα την προϊσταμένη αρχή των Κεντρικών και Περιφερειακών Υπηρεσιών που συγκροτούν την Ελληνική Αστυνομία. Το έργο του Αρχηγείου συνίσταται στη μέριμνα για την εκπλήρωση της αποστολής του Σώματος στο πλαίσιο της πολιτικής κατεύθυνσης του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και προς το σκοπό αυτόν προγραμματίζει, σχεδιάζει, παρακολουθεί, κατευθύνει και ελέγχει τη δράση των Υπηρεσιών του και εξασφαλίζει τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους.
Ιστορία
Η Ελληνική Αστυνομία με τη σημερινή της μορφή λειτουργεί έχοντας αστυνομικά τμήματα και σταθμούς σε διάφορες πόλεις, κωμοπόλεις και χωριά της Ελλάδας και επεμβαίνει σε κλοπές, διαρρήξεις, ληστείες, παράνομη μετανάστευση, κυκλοφορία πλαστών χαρτονομισμάτων, διακίνηση ναρκωτικών, εμπόριο ανθρώπων και οργάνων, και όπου αλλού έχει ευθύνη τήρησης της τάξης, πρόληψης και καταστολής της εγκληματικότητας και στη λήψη των αναγκαίων μέτρων για την ασφαλή τροχαία κίνηση με πεζές και εποχούμενες περιπολίες.
Μεγάλη επιτυχία θεωρείται η εξάρθρωση της τρομοκρατικής οργάνωσης 17 Νοέμβρη το καλοκαίρι του 2002. Κατά τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 που έγιναν στην Αθήνα είχε συστηθεί η Διεύθυνση Ασφάλειας Ολυμπιακών Αγώνων, παράλληλα εξοπλίστηκε με σύγχρονο τεχνολογικό εξοπλισμό και οχήματα.
To 2012 το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Αμνηστίας εξέδωσε έκθεση στην οποία έκανε λόγο για ύπαρξη συστημικού προβλήματος καταπάτησης ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τα ελληνικά σώματα ασφαλείας. Κατηγόρησε τις ελληνικές αρχές για ελλείμματα στη λογοδοσία των αστυνομικών που οδηγούν στην ατιμωρησία και ότι δεν παραδέχονται την έκτασή του προβλήματος κάνοντας λόγο για «μεμονωμένα περιστατικά».[6]
Αρχηγοί της ΕΛΑΣ
Η ΕΛΑΣ δημιουργήθηκε το Νοέμβριο του 1984 από τη συγχώνευση Χωροφυλακής και Αστυνομίας Πόλεων, και ως το Φεβρουάριο του 1985 υπήρξε μία δοκιμαστική περίοδος συναρχηγίας, όπου ο τελευταίος Αρχηγός της Χωροφυλακής Εμμανουήλ Μπριλλάκης και ο τελευταίος Αρχηγός της Αστυνομίας Πόλεων Παναγιώτης Ραφτόπουλος καθοδηγούσαν ταυτόχρονα το νέο Σώμα. Από το Φεβρουάριο του 1985 ως σήμερα, Αρχηγοί της ΕΛΑΣ υπήρξαν οι ακόλουθοι, όλοι με τον βαθμό του αντιστράτηγου:[7]
Το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας αποτελείται από αστυνομικό προσωπικό, πολιτικό προσωπικό, Συνοριακούς Φύλακες και Ειδικούς Φρουρούς.
Αστυνομικό προσωπικό
Το αστυνομικό προσωπικό διακρίνεται σε προσωπικό γενικών και ειδικών καθηκόντων.
Το αστυνομικό προσωπικό γενικών καθηκόντων υπηρετεί σε όλες τις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας. Το αστυνομικό προσωπικό ειδικών καθηκόντων υπηρετεί σε εξειδικευμένες υπηρεσίες και αποτελείται από επιστήμονες όπως ιατρούς διαφόρων ειδικοτήτων, πληροφορικής, βιολόγους, χημικούς, οικονομολόγους, μηχανικούς κλπ.
Η εισαγωγή σπουδαστών στις Σχολές της Ελληνικής Αστυνομίας (Αστυφυλάκων και Αξιωματικών) γίνεται με το σύστημα πρόσβασης των υποψηφίων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με ευθύνη του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
Η φοίτηση στη Σχολή Αξιωματικών, η οποία είναι ισότιμη με τις Σχολές των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, είναι τετραετής. Με την επιτυχή ολοκλήρωση του τετραετούς κύκλου σπουδών οι απόφοιτοι της Σχολής Αξιωματικών οι νέοι Αξιωματικοί γενικών καθηκόντων φέρουν τον βαθμό του υπαστυνόμου Β΄ και μπορούν να εξαντλήσουν την ιεραρχία φθάνοντας μέχρι και τον βαθμό του Αντιστράτηγου - Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας.
Οι απόφοιτοι της Σχολής Αστυφυλάκων, η οποία είναι Ανωτέρα Σχολή Τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, με διάρκεια φοίτησης τρία έτη, είναι ανακριτικοί υπάλληλοι, φέρουν τον βαθμό του Αστυφύλακα και μπορούν να προαχθούν μέχρι το βαθμό του Αστυνομικού Διευθυντή, αν φοιτήσουν στο Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης Ανθυπαστυνόμων, διαφορετικά προάγονται μέχρι και τον βαθμό του Αστυνόμου Β' εφόσον έχουν προαχθεί στο βαθμό του Αρχιφύλακα μέσω προαγωγικών εξετάσεων. Εφόσον δεν δώσουν προαγωγικές εξετάσεις για Αρχιφύλακες, προάγονται μέχρι και τον βαθμό του Υπαστυνόμου Α'.
Πολιτικό προσωπικό
Το πολιτικό προσωπικό ασχολείται με διοικητικής φύσεως δραστηριότητες. Διακρίνεται σε μόνιμο προσωπικό και σε προσωπικό με σύμβαση.
Οι Ειδικοί Φρουροί ασχολούνται, κυρίως, με την φύλαξη ευπαθών στόχων και τη διενέργεια περιπολιών. Μετά από υπηρεσία πέντε ετών εντάσσονται ως μόνιμοι στο σώμα της Ελληνικής Αστυνομίας. Όταν συμπληρώσουν οκτώ έτη υπηρεσίας προάγονται στο βαθμό του Αστυφύλακα, χωρίς να έχουν ανακριτικά καθήκοντα. Δύνανται να εξελιχθούν ως ανθυπαστυνόμοι κατόπιν 30 ετών υπηρεσίας, εφόσον παρακολουθήσουν ειδικό σεμινάριο προκειμένου να αποκτήσουν ανακριτικά καθήκοντα.
Συνοριακοί φύλακες
Οι Συνοριακοί Φύλακες ασχολούνται κυρίως με την αντιμετώπιση της παράτυπης μετανάστευσης. Σε αντίθεση με τους αποφοίτους της Σχολής Αξιωματικών και της Σχολής Αστυφυλάκων, είναι απόφοιτοι Λυκείου ή ισότιμης σχολής με απευθείας πρόσληψη με μικτό σύστημα μορίων-συνέντευξης και άλλων κριτηρίων (σωματικά προσόντα, ψυχοτεχνικές εξετάσεις κ.ά.). Προσλαμβάνονται με σχέση δημοσίου δικαίου επί πενταετή θητεία. Στην Ελληνική Αστυνομία υπηρετούν σήμερα αναλυτικά:[εκκρεμεί παραπομπή]
Αξιωματικοί: 5.778
Λοιποί Κατώτεροι Αστυνομικοί: 44.416
Ειδικοί Φρουροί: 3.323
Συνοριοφύλακες: 1.483
Η Ελληνική Αστυνομία έχει επίσης στην κατοχή της 12.774 περιπολικά και άλλα βοηθητικά και λοιπά οχήματα και 5.000 μηχανές.
Αστυνομική βία
Η Ελληνική Αστυνομία έχει βρεθεί στο επίκεντρο έντονης κριτικής από ανθρωπιστικές οργανώσεις,[8][9][10][11] πολιτικά κόμματα,[12][13] Ελληνικά και διεθνή ΜΜΕ[14] και ακτιβιστές[15] για περιστατικά βίας, τα οποία κατά το παρελθόν οδήγησαν σε σοβαρές κατηγορίες.[16] Μεταξύ άλλων, διεθνείς οργανισμοί, και ΜΜΕ υποστηρίζουν ότι η ύπαρξη συστημικής βίας και διαφθοράς οδηγούν συχνά σε φαινόμενα κακοποίησης ή ανυποταξίας.[17][18] Η Ελληνική αστυνομία έχει επίσης βρεθεί στο επίκεντρο ερευνών για μη παραδειγματική αντιμετώπιση τέτοιου είδους περιστατικών εντός των τάξεων της.[19] Τέλος, ακαδημαϊκές έρευνες έχουν δείξει ότι η Ελληνική Αστυνομία δεν έχει την απαραίτητη εκπαίδευση για την διαχείριση ανθρώπων με ψυχικές ασθένειες, οδηγώντας και εκεί σε συχνά περιστατικά βίας.[20]
Επιλεγμένα περιστατικά που έχουν λάβει χώρα με μεγάλη δημοσιογραφική κάλυψη συμπεριλαμβάνονται τα εξής:
Βασανισμός γυναίκας ΑμεΑ στο Αστυνομικό Τμήμα Ομόνοιας.[21]
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου έχει καταδικάσει την Ελλάδα το 2010 για παραβίαση του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη και για υπερβολική καθυστέρηση της διαδικασίας σε υπόθεση που αφορούσε ξυλοδαρμό από αστυνομικούς, που στο ελληνικό δικαστήριο αθωώθηκαν. Είχαν προηγηθεί πολλαπλές καταδίκες της χώρας και τα προηγούμενα έτη.[22]
Σχέσεις με τη Χρυσή Αυγή
Πολλοί ακαδημαϊκοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι κατά τη περίοδο 2012-2019 υπήρχαν σοβαρές ενδείξεις συνεργασίας της Ελληνικής Αστυνομίας με το νεοναζιστικό - ακροδεξιό κόμμα της Χρυσής Αυγής[23][24][25][26], και σε μεγάλο ποσοστό ήταν ψηφοφόροι της.[27][28]. Η ίδια η Ελληνική Αστυνομία το έχει αρνηθεί και έχει δηλώσει ότι σε εκλογικά τμήματα που ψήφιζαν αστυνομικοί τα ποσοστά της Χρυσής Αυγής είναι κοντά με το μέσο όρο. [29][30] Με βάση εκθέσεις της Διεθνούς Αμνηστίας,[31] μέλη του κόμματος έχουν υποστηριχθεί από ένστολους κατά τη διάρκεια πορειών ή επεισοδίων με αριστερές οργανώσεις.[32] Η Διεθνής Αμνηστία έκανε λόγο για ύπαρξη γενικότερης κουλτούρας στήριξης ακροδεξιών ιδεολογιών από την Ελληνική Αστυνομία.
Ρατσιστική βία
Ειδικές αναφορές σχετικά με συχνά περιστατικά βίας κατά προσφύγων έχουν λάβει τα τελευταία χρόνια, στα οποία η Ελληνική Αστυνομία εμπλέκεται είτε άμεσα[33][34][35] ή με τη προστασία ακροδεξιών διαδηλώσεων. Συγκεκριμένα, ένοπλοι αστυνομικοί έχουν κατηγορηθεί για βία απέναντι σε ανθρώπους άλλου χρώματος ή εθνότητας, καθώς και βασανισμούς.[36]
Σύμφωνα με έκθεση του Δικτύου Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, κατά το 2019 καταγράφτηκαν 17 περιστατικά ρατσιστικής βίας, όπου οι δράστες ήταν ένστολοι. Ο αντίστοιχος αριθμός το 2018 ήταν 22, ιδιαίτερα αυξημένος σε σχέση με τα 10 περιστατικά που καταγράφηκαν κατά το 2017. Τα θύματα ήταν κυρίως πρόσφυγες και μετανάστες, είτε με άδεια παραμονής ή χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα. Ωστόσο στο στόχαστρο των δραστών βρέθηκαν και Έλληνες, όπως μια τρανς γυναίκα, ένα ομόφυλο ζευγάρι και πολίτης λόγω εθνοτικής καταγωγής.[37][38]
Επιπλέον, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, καταδίκασε ακόμα μια φορά, την Ελλάδα τον Απρίλιο του 2019, για πολλαπλές παραβιάσεις του άρθρου 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σχετικά με εξευτελιστική μεταχείριση Αφγανών από την αστυνομία κατά τη διάρκεια έρευνας για ομοεθνή τους φυγόδικο.[39][40]
Παράλληλα, υπάρχουν πολλές κατηγορίες και μαρτυρίες για παράνομη άσκηση βίας όπως η περίπτωση του Δημήτρη Ινδαρέ,[41] και καταγγελίες για αστυνομική αυθαιρεσία κατά το ξημέρωμα του Σαββάτου 9 Μαίου 2019 στην περιοχή της Κυψέλης.[42] Επίσης, έχουν προκύψει μαρτυρίες για περιπτώσεις άσκησης υπέρμετρης βίας από αστυνομικούς των ΜΑΤ.[43][44][45]
Δράση αστυνομικών για τα Δικαιώματα του ανθρώπου.
Το σωματείο αυτό δημιουργήθηκε για να προστατεύει τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ και γυναικών αστυνομικών. Κάποιες από τις βασικές τους αρχές είναι η προάσπιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων, η καταπολέμηση των προκαταλήψεων και διακρίσεων και η ίση μεταχείριση όλων των πολιτών.[46] Το σωματείο έχει συμμετάσχει σε δράσεις κατά της ομοφοβίας και του ρατσισμού για την υποστήριξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. [47][48] Επίσης έχουν συμμετάσχει στο pride μαζί με αστυνομικούς που ανήκουν στην παράταξη Δημοκρατική Ενωτική Κίνηση Αστυνομικών (ΔΕΚΑ) oι δύο πρώτοι εκλεγμένα μέλη του Δ.Σ. της Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων Αθηνών (ΕΑΣΥΑ) και αντιπρόσωποι στην Πανελλήνια Ομοσπονδία Αστυνομικών Υπαλλήλων. [49]
Διακριτικά βαθμών ανθυπαστυνόμων, αρχιφυλάκων και αστυφυλάκων
OR-9
OR-8
OR-7
OR-6
OR-5
OR-4
OR-3
OR-2
Αστυφύλακας Παραγωγικής Σχολής
(Π.Σ.)
Δεν υπάρχει
Δεν υπάρχει
Ανθυπαστυνόμος
Αρχιφύλακας (Ανακριτικός Υπάλληλος - Με εξετάσεις)
Αρχιφύλακας (Ανακριτικός Υπάλληλος)
Αρχιφύλακας (Μη Ανακριτικός Υπάλληλος)
Υπαρχιφύλακας (Ανακριτικός Υπάλληλος)
Υπαρχιφύλακας (Μη Ανακριτικός Υπάλληλος)
Αστυφύλακας
1985-1986
Την πρώτη περίοδο λειτουργίας της ΕΛ.ΑΣ, απουσιάζει εντελώς ο βαθμός του Ταξίαρχου, ενώ αυτός του Υπαστυνόμου είναι ενιαίος.[50]. Με το ΠΔ 159/1986, οι βαθμοί της ΕΛ.ΑΣ θα λάβουν την σημερινή τους δομή και τα διακριτικά μεταβάλλονται.
Το Σώμα Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος ιδρύθηκε το 1995 και το 2004 προήχθη σε τμήμα. Η έδρα του βρίσκεται στην Αθήνα. Άρχισε να λειτουργεί με μόλις δύο αξιωματικούς και σήμερα στελεχώνεται από περισσότερα από 80 πρόσωπα.
Έχει επιλύσει πάνω από 6.000 περιπτώσεις απάτης, εκβιασμούς και κακοποίηση παιδιών ενώ έχει αποτρέψει εκατοντάδες αυτοκτονίες. Το σώμα διατηρεί ιστοσελίδα, που ονομάζεται Cyber - Kid, η οποία παρέχει χρήσιμες πληροφορίες σε παιδιά και γονείς που χρησιμοποιούν το διαδίκτυο, ενώ από το 2013 διοργανώνει σειρά εκστρατειών ενημέρωσης σε όλη την Ελλάδα, για να ενημερώσει τα παιδιά και τους γονείς σχετικά με τους κινδύνους της χρήσης του Διαδικτύου.
↑Ν. 4249/2014 "Αναδιοργάνωση της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού Σώματος και της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, αναβάθμιση Υπηρεσιών του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και ρύθμιση λοιπών θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και άλλες διατάξεις"