Είναι έδρα ομώνυμης δημοτικής κοινότητας και δημοτικής ενότητας του δήμου Αμυνταίου[2] και σύμφωνα με την απογραφή του 2021, διαθέτει πληθυσμό 3.779 κατοίκων[3]. Σημαντικότερα μνημεία ο προϊστορικός οικισμός Αγίου Παντελεήμονα, η ελληνιστική πόλη των Πετρών, τα βυζαντινά και μεταβυζαντινά μνημεία. Οι λίμνεςΒεγορίτιδα και Πετρών αποτελούν σημαντικούς υδροβιότοπους, ενώ έχουν αναπτυχθεί σημαντικές υποδομές εναλλακτικού τουρισμού. Η περιοχή χαρακτηρίζεται επίσης από τα επισκέψιμα οινοποιεία της.
Όνομα
Η ονομασία της κωμόπολης, από τον 15ο αιώνα, ήταν Συροβίτσεβο. Η ονομασία αυτή με διάφορες παραλλαγές απαντάται έως την απελευθέρωση από τους Τούρκους. Εμφανίζεται και ως Σουροβίτσεβο, Σούροβιτς και τελικά Σόροβιτς.[2] Μετονομάστηκε το 1928 σε Αμύνταιο, προς τιμήν του τοπικού άρχοντα της Λυγκηστίδας, Αμύντα, παππού του Μεγάλου Αλεξάνδρου.[4]
Δημοτική κοινότητα
Η δημοτική κοινότητα Αμυνταίου είναι χαρακτηρισμένη ως αστικός ημιορεινός οικισμός, με έκταση 25,782 χλμ² (2011). Περιλαμβάνει και τους οικισμούς Ανάληψη και Σωτήρας. [5]
(σε παρένθεση ο πληθυσμός της δημοτικής κοινότητας)
Ιστορική αναδρομή
Δεν έχει καταστεί ακριβές πότε κατοικήθηκε για πρώτη φορά η περιοχή. Η αρχαιολογική σκαπάνη επιβεβαιώνει ύπαρξη οικισμού στα βόρεια της λίμνης των Πετρών που ανάγεται στην εποχή του σιδήρου, ενώ στη νοτιοδυτική πλευρά της ίδιας λίμνης και σε λόφο με την επωνυμία «Γκραντίστα» άνθισε πόλη κατά τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους.[11] Η πόλη ήλεγχε το πέρασμα από τη Λυγκηστίδα στην Εορδαία, δηλαδή τη δίοδο από την Άνω στην Κάτω Μακεδονία. Πάντως στα μέσα του 18ου αιώνα δημιουργείται ο πρώτος οργανωμένος οικιστικός πυρήνας του Αμυνταίου, όταν οικογένειες από τις γύρω ορεινές περιοχές κατέβηκαν στην εύφορη κοιλάδα δίπλα στις λίμνες.
Κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους, ανθούσε στην περιοχή πόλη με την επωνυμία Κέλλα[12] χωρίς να έχει προσδιορισθεί η θέση της. Στα τέλη του 18ου αιώνα, ο Αλή πασάς των Ιωαννίνων έγινε κύριος της περιοχής. Μετά τον θάνατό του, πέρασε στα χέρια ενός υπασπιστή του σουλτάνου και προς το τέλος του 19ου αιώνα έγινε τσιφλίκι του Ρεούφ πασά. Οι κάτοικοί της περιοχής έλαβαν μέρος στον Μακεδονικό αγώνα και την είδαν να ελευθερώνεται από την προέλαση του Ελληνικού στρατού προς το Μοναστήρι τον Νοέμβριο του 1912. Σπουδαίος Μακεδονομάχος από το Αμύνταιο ήταν ο Αλέξανδρος Χατζής.[13][14] Ο δημογραφικός χάρτης της περιοχής άλλαξε στα τέλη της δεκαετίας του 1910 οπότε οι Τούρκοι κάτοικοι αποχωρούν και αντικαθίστανται από Έλληνες του Πόντου.
Η μοίρα της περιοχής άλλαξε με την έλευση του σιδηροδρόμου. Το 1892 ο σουλτάνος αποφάσισε την επέκταση της σιδηροδρομικής γραμμής Κωνσταντινούπολης - Θεσσαλονίκης μέχρι το Μοναστήρι. Η γαλλική εταιρεία που ανέλαβε το έργο χάραξε τη γραμμή να περνά από το Αμύνταιο. Ο σιδηρόδρομος κατέστησε την πόλη ως ένα από τα μεγαλύτερα οικονομικά κέντρα της Δυτικής Μακεδονίας. Η άνθηση αυτή κράτησε μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα.
Τηλεθέρμανση
Στον Αμυνταίο υπάρχουν δυο μονάδες συνολικής ισχύος 30MW που παράγουν ενέργεια από την υπολειμματική βιομάζα, απόβλητα είδη της γεωργίας και της κτηνοτροφίας. Εκεί πραγματοποιείται συνδυασμός καύσης με λιγνίτη από θρυμματισμένο ξύλο (κλαδέματα αμπελιών) και υπολείμματα καλαμποκιού.[15][16]