Μια διεθνής συμπαραγωγή (γυρισμένη στα αγγλικά)[4] από τον Ιταλό παραγωγό Ούγκο Σανταλουτσία και τον Δυτικογερμανό παραγωγό Ντίτερ Γκέσλερ, η ταινία ήταν μια από τις πιο ακριβές ευρωπαϊκές παραγωγές εκείνη την εποχή και είχε μέτρια επιτυχία στις περιοχές καταγωγής της, αλλά ήταν πιο μέτρια υποδοχή στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου κυκλοφόρησε μια σκληρή περικομμένη έκδοση 177 λεπτών.[5] Γυρίστηκε στο Μόναχο και τις γύρω περιοχές της Βαυαρίας, μεταξύ των οποίων και στα κάστρα που διέμενε ο Λουδοβίκος (Χέρρενχιμζε, Χόχενσβανγκαου, Λίντερχοφ, Νύμφενμπουργκ και Νόισβανσταϊν), και στα στούντιο Τσινετσιτά.
Η ταινία κέρδισε δύο βραβεία Νταβίντ ντι Ντονατέλο, Καλύτερης Ταινίας και Καλύτερης Σκηνοθεσίας, και ήταν υποψήφια για Όσκαρ Καλύτερης Ενδυματολογίας. Ο Χέλμουτ Μπέργκερ και η Ρόμυ Σνάιντερ έλαβαν και οι δύο υποψηφιότητες για το Γερμανικό Βραβείο Κινηματογράφου για την ερμηνεία τους και ο Μπέργκερ κέρδισε το "Ειδικό Νταβίντ ντι Ντονατέλο" για την ερμηνεία του Τρελού Βασιλιά.
Πλοκή
Η ταινία ξεκινά με τη στέψη του Λουδοβίκου. Παρουσιάζονται όλα τα γεγονότα της περιόδου που ήταν βασιλιάς: ο έρωτας με την ξαδέρφη του Ελισάβετ και ο διαλυμένος αρραβώνας με την αδελφή της Σοφία, η καταπιεσμένη ομοφυλοφιλία του, η πίστη του στη θρησκεία, η φιλία του με τον Ρίχαρντ Βάγκνερ, η κακή διαχείριση των οικονομικών τους βασιλείου, η σοβαρή ασθένειά του και εν τέλει, η ψυχολογική κατάρρευσή του. Τότε ο Λουδοβίκος εκτοπίζεται από τον θρόνο και απομονώνεται λόγω ψυχιατρικών προβλημάτων, ώσπου καταλήγει στον μυστηριώδη θάνατό του.
Η ταινία δεν είχε πρωτότυπο σάουντρακ αλλά χρησιμοποίησε έργα των Ρίχαρντ Βάγκνερ (Λόενγκριν, Τανχόυζερ, Τριστάνος και Ιζόλδη), Ζακ Όφφενμπαχ και Ρόμπερτ Σούμαν. Όπως υποδεικνύεται στους τίτλους λήξης της, η ταινία είχε τη διάκριση ότι παρουσίαζε μια ερμηνεία από τον Φράνκο Μανίνο της προηγουμένως αδημοσίευτης πρωτότυπης σύνθεσης για πιάνο από τον Βάγκνερ, την Ελεγεία του σε φλατ ματζόρε, που θεωρείται ως το τελευταίο του έργο για πιάνο.[6]