Ορθόδοξη Εκκλησία της Πολωνίας
Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Πολωνίας (πολωνικά: Polski Autokefaliczny Kościół Prawosławny), αναφερόμενη συχνά και ως Πολωνική Ορθόδοξη Εκκλησία είναι μία από τις δεκαπέντε αυτοκέφαλες Εκκλησίες που συναποτελούν την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία[2]. Η Αυτοκεφαλία της ανακηρύχτηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως στις 13 Νοεμβρίου 1924, αφού η Πολωνία απέκτησε ξανά την ανεξαρτησία της μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.[3] Αποτελεί το δεύτερο μεγαλύτερο χριστιανικό δόγμα στην χώρα.[4]. Με στοιχεία της ίδιας της Εκκλησίας, ο αριθμός των πιστών της το 2020 ανερχόταν σε 503.996[1] και στην απογραφή του 2011, 156.000 πολίτες δήλωσαν μέλη της,[5] Προκαθήμενος της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Πολωνίας είναι από το 1998 ο Μητροπολίτης Βαρσοβίας και πάσης Πολωνίας Σάββας, ο οποίος προεδρεύει της Ιεράς Συνόδου των Επισκόπων της. Ιστορικά στοιχείαΙστορικά η ίδρυσή της ανάγεται στον 9ο αιώνα, όταν ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως άγιος Φώτιος ο Μέγας (858-877) έστειλε τους αγίους Κύριλλο και Μεθόδιο για να εκχριστιανίσουν τους Σλάβους. Η αποστολή τους στην περιοχή της σημερινής Πολωνίας ολοκληρώθηκε το 880[2]. Στα τέλη της δεκαετίας του 1330, ο πρίγκιπας Ντανίλο της Γαλικίας μετέφερε την ορθόδοξη επισκοπή στο Χέουμ. Η επισκοπή αυτή υπαγόταν στην Μητρόπολη Κιέβου, η οποία τότε ήταν μια από τις Μητροπόλεις του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως[6]. Το 1370, υπήρχαν τρεις ορθόδοξες μητροπόλεις: στο Κίεβο, το Nowogródek και το Halych, ενώ οι πόλεις Turów, Chełm, Włodzimierz, Łuck και Przemyśl ήταν έδρες επισκοπών. Την περίοδο 1386-1572 περίπου ο μισός πληθυσμός της Πολωνίας ήταν Ορθόδοξος[2]. Η κατάσταση άλλαξε όταν τα εδάφη της Ρουθηνίας τέθηκαν υπό την κυριαρχία της Πολωνίας και της Λιθουανίας και αργότερα υπό την Πολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία. Παρά τους διάφορους νομικούς περιορισμούς και διωγμούς, η Ορθόδοξη Εκκλησία κατάφερε να διατηρήσει μια σχετική σταθερότητα. Στο δεύτερο μισό του 16ου αιώνα, η μητρόπολη βρισκόταν στο Κίεβο, ενώ οι έδρες των επισκόπων ήταν στο Polotsk, το Smolensk, το Turów, το Chernihiv, το Chełm, το Vladimir, το Lutsk, το Przemyśl και το Lviv. Ακολούθησαν οι Διαμελισμοί της Πολωνίας και η περίοδος εκρωσισμού των Πολωνών, κατά τη διάρκεια της οποίας η περιοχή υπήχθη εκκλησιαστικώς στο Μινσκ και κατόπιν στην Volhynia[7]. Το 1918, έτος ίδρυσης του Πολωνικού Κράτους, στην Πολωνία οι Ορθόδοξοι αριθμούσαν πέντε εκατομμύρια[2]. Η απώλεια εκκλησιαστικού δεσμού, λόγω των διώξεων που υπέστη η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία στη Σοβιετική Ένωση, δημιούργησε κρίση και το 1924 ανέλαβε το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ιδρύοντας αρκετές αυτόνομες εκκλησίες σε εδάφη των νέων κρατών που άνηκαν προηγουμένως εν όλω ή εν μέρει στη Ρωσική Αυτοκρατορία: Φινλανδία, χώρες της Βαλτικής και Πολωνία[8]. Κατάλογος προκαθημένωνΠροκαθήμενος της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Πολωνίας είναι ο εκάστοτε Μητροπολίτης Βαρσοβίας και πάσης της Πολωνίας, ο οποίος προεδρεύει της Ιεράς Συνόδου.
Η Εκκλησία σήμεραΗ Πολωνική Ορθόδοξη Εκκλησία απαρτίζεται από επτά Επισκοπές και 249 ενορίες[1]. Ο κλήρος αποτελείται από οκτώ επισκόπους, περίπου 400 ιερείς και 40 διακόνους. Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Πολωνίας έχει έντεκα μοναστήρια, με πάνω από εκατό μοναχούς και μοναχές[2]. Ιερά ΣύνοδοςΚύριο διοικητικό όργανο της Εκκλησίας είναι η Ιερά Σύνοδος των Επισκόπων της Αγίας Ορθοδόξου Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Πολωνίας. Πρόεδρος της Ιεράς Συνόδου είναι ο εκάστοτε Μητροπολίτης Βαρσοβίας και πάσης Πολωνίας.
ΜοναστήριαΑνδρικές Μονές
Γυναικείες Μονές
Παραπομπές
Πηγές
Information related to Ορθόδοξη Εκκλησία της Πολωνίας |