Ο Νέος Σιδηροδρομικός Σταθμός (ΝΕ.ΣΙ.Σ.) Θεσσαλονίκης, αποτελεί τον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό της Θεσσαλονίκης για όλες τις επιβατικές και εμπορικές αμαξοστοιχίες καθώς είναι και ένας σταθμός μετρό.
Βρίσκεται επί της οδού Μοναστηρίου, στη συμβολή της με την Αναγεννήσεως. Ξεκίνησε επίσημα να λειτουργεί τον Σεπτέμβριο του 1961, αλλά ήδη εξυπηρετούσε το κοινό από τα τέλη της δεκαετίας του 1940.
Είναι γνωστός, επίσης ως «Σταθμός» ενώ εκεί έχουν την αφετηρία τους οι περισσότερες λεωφορειακές γραμμές του ΟΑΣΘ. Η είσοδος στο σταθμό γίνεται από την οδό Μοναστηρίου και από την οδό Μαργαροπούλου. Αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους σιδηροδρομικούς σταθμούς στα Βαλκάνια. Η συνολική του έκταση καταλαμβάνει 80 στρέμματα, ενώ το κεντρικό κτήριο καλύπτει επιφάνεια 55.000 τετραγωνικών μέτρων.[1] Διαθέτει μία μεγάλη κεντρική αίθουσα όπου βρίσκονται τα εκδοτήρια, και όλες οι σχετικές με την εξυπηρέτηση επιβατών υποδομές, όπως χώρος αποσκευών, καφέ, εστιατόρια, ταχυδρομείο και εμπορικά καταστήματα, ενώ ο επάνω όροφος στεγάζει τις υπηρεσίες του ΟΣΕ. Επίσης, εντός του Σταθμού βρίσκεται το παρεκκλήσιο του Αγίου Φιλίππου του διακόνου, προστάτη των σιδηροδρομικών και των ταξιδιωτών με σιδηρόδρομο.
Για την απρόσκοπτη μετακίνηση των επιβατών ο σταθμός διαθέτει 4 κρηπιδώματα, η πρόσβαση στα οποία γίνεται με υπόγειο διάδρομο, κυλιόμενες σκάλες και ανελκυστήρες. Η κυκλοφορία των αμαξοστοιχιών εξασφαλίζεται από 8 γραμμές - αποβάθρες, οι μεγαλύτερες των οποίων (3η και 4η) έχουν ωφέλιμο μήκος 440 μέτρα.[1] Όλο το δίκτυο των γραμμών του σταθμού είναι, εδώ και αρκετά χρόνια, ηλεκτροκινούμενο.
Ιστορικό
Πρόδρομες Εργασίες
Η ιστορία του Νέου Σιδηροδρομικού Σταθμού Θεσσαλονίκης ξεκινάει με την διακήρυξη του αρχιτεκτονικού διαγωνισμού το 1935 και την έναρξη των εργασίων ανέγερσης το 1937.[2] Την εποχή εκείνη δαπανήθηκαν 13.805.543 δραχμές για τις απαλλοτριώσεις της απαιτούμενης έκτασης που καλύπτει έως και σήμερα η υποδομή, και επιλέχθηκε μια μοντερνιστική εκδοχή ενός σιδηροδρομικού σταθμού καθώς είχε κριθεί από το τότε υπουργείο Συγκοινωνίας πως ο κλασικός αρχιτεκτονικός ρυθμός θα ήταν αρκετά ακριβότερος και η κατασκευή του κτηρίου περισσότερο χρονοβόρα.[3]
Β' Παγκόσμιος Πόλεμος
Τα επόμενα χρόνια ενώ είχαν ξεκινήσει οι εργασίες υπό την ομάδα του μηχανικού Α. Καρρά έπειτα από προσφυγές το έργο πέρασε στα χέρια γερμανικής εταιρίας που είχε πρωτέρως κερδίσει την πρώτη θέση στον διαγωνισμό. Αμέσως μετά ξεκίνησε ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος
και η κατοχή όπου και καθυστέρησαν για αρκετά χρόνια τα έργα αποπεράτωσης, ενώ κατά την διάρκεια των συγκρούσεων ο περιβάλλον χώρος χρησιμοποιήθηκε από τους κατακτητές ως αποθήκη ξυλείας και βαρελιών καυσίμων καθιστώντας τον χώρο άμεσα εκτεθειμένο σε βομβαρδισμούς.[4]
Μεταπολεμικά Χρόνια
Έπειτα από τα δύσκολα χρόνια του Εμφυλίου Πολέμου και εφόσον εγκαταστάθηκε πολιτική σταθερότητα, το 1948 ο νέος υπουργός Μεταφορών της Κυβέρνησης Θεμιστοκλή Σοφούλη, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, έχοντας αντίληψη της σημασίας του έργου σε μικρό χρονικό διάστημα υπέγραψε αρκετές συμβάσεις για την ανασυγκρότηση των σιδηροδρόμων με χρηματοδότηση από το σχέδιο Μάρσαλ.[5]
Εγκαίνια και μετέπειτα εποχή
Στις 22 Ιανουαρίου του 1951 πραγματοποιήθηκαν άτυπα εγκαίνια με την παρουσία του πρωθυπουργού και του βασιλικού ζεύγους όπου και τέθηκε ο σταθμός σε χρήση του κοινού, ενώ επεκτάθηκαν νέες λεωφορειακές γραμμές με αφετηρία τον χώρο έμπροσθεν του σταθμού προς όλες τις περιοχές της πόλης.[3]
Τον Φεβρουάριο του 1962[6] πραγματοποιήθηκαν επίσημα εγκαίνια από τον υπουργό Δημοσίων Έργων Δημήτριο Βρανόπουλο σε συνδυασμό με τον εκσυγχρονισμό της σιδηροδρομικής γραμμής Φλώρινας-Θεσσαλονίκης, ως συνέχεια της προϋπάρχουσας από την Αντάντ, Αμυνταίου - Πτολεμαΐδας - Κοζάνης για τη μεταφορά του λιγνίτη.[5]
Τον Απρίλιο του 2006 ξεκίνησαν οι εργασίες κατασκευής του Μετρό Θεσσαλονίκης με σταθμό αφετηρίας τον Νέο Σιδηροδρομικό Σταθμό. Η στάση του Μετρό κατασκευάζεται έμπροσθεν του κτηρίου του Σταθμού με εισόδους από όλες τις πλευρές της οδού Μοναστηρίου. Το 2024 προβλέπεται να ολοκληρωθούν οι κατασκευές και να δοθεί ο χώρος στο κοινό.[5][7][8]
Κύριος χρήστης και διαχειριστής του σταθμού αποτελεί ο ΟΣΕ μέσω του οποίου πραγματοποιούνται δρομολόγια υπεραστικών συνδέσεων προς όλες τις περιοχές της χώρας. Παρακάτω παρουσιάζονται οι κύριες κατευθύνσεις των αμαξοστοιχιών καθώς και η διάκριση των δρομολογίων από τον ΟΣΕ:
Ο Παλαιός Σιδηροδρομικός Σταθμός Θεσσαλονίκης βρίσκεται κοντά στο λιμάνι επί της οδού Παλαιού Σταθμού (νέα δυτική είσοδος) και χρησιμοποιείται ως εμπορευματικός σταθμός και από το 2023 θα επαναλειτουργήσει ως επιβατικός σταθμός του προαστιακού σιδηρόδρομου. Στην έκταση του σταθμού προτίθεται να ανεγερθεί το Μουσείο Ολοκαυτώματος Ελλάδος.[9][10] Στο συγκρότημα του Παλαιού Σιδηροδρομικού Σταθμού και συγκεκριμένα στη συμβολή των οδών Σταθμού και 26ης Οκτωβρίου, λειτούργησε ο σταθμός Θεσσαλονίκη-Πόλις (Salonique Ville).
Ο Σταθμός Διαλογής βρίσκεται στο Δήμο Κορδελιού-Ευόσμου Θεσσαλονίκης. Από τον Σταθμό Διαλογής γίνεται η διακλάδωση των γραμμών προς τον Νέο Σιδηροδρομικό Σταθμό και της μονής γραμμής προς τον Παλαιό Σιδηροδρομικό Σταθμό. Υπάρχει συνδετήρια γραμμή μεταξύ ΝΕ.ΣΙ.Σ. και ΠΑ.ΣΙ.Σ. στην περιοχή της Μενεμένης.
Η παλιά Στρατιωτική Στάση επί της σημερινής οδού Νέα Μοναστηρίου 7Β στο Κορδελιό, αποκαταστάθηκε και λειτουργεί πλέον ως Σιδηροδρομικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. Είναι κτίριο κατασκευασμένο τα έτη 1891-1894. Πανομοιότυπος είναι και ο έτερος σταθμός Στρατιωτικής Στάσης, που βρίσκεται στην Αλεξανδρούπολη[11].
Μηχανοστάσιο της TrainOSE
Ήταν ο προπολεμικός σταθμός Θεσσαλονίκης της Jonction Salonique-Constantinople (Σταθμός Κωνσταντινουπόλεως) και από το 2023 θα επαναλειτουργήσει ως σταθμός του προαστιακού σιδηροδρόμου. Βρίσκεται στην οδό Γεωργίου Γεννηματά.