Το κουμουλένιο ή βουτατριένιο είναι η (κανονικά) οργανικήχημική ένωση με ημισυντακτικό τύποH2C=C=C=CH2, αλλά οι έννοιες αυτές επεκτείνονται, επίσης, και σε μια σειρά άλλων υδρογονανθράκων με δύο ή περισσότερους συνεχόμενους διπλούς δεσμούς.[1] Αν μια ένωση περιέχει δύο (μόνο) συνεχόμενους διπλούς δεσμούς ανήκει στα αλλένια, το πρώτο μέλος της των οποίων είναι το προπαδιένιο. Σε αντίθεση με τα περισσότερα αλκάνια και (κάπως λιγότερο) αλκένια, τα κουμουλένια τείνουν να είναι άκαμπτα, γεγονός που τα καθιστά ελκυστικά για τη μοριακή νανοτεχνολογία. Τα πολυΐνια αποτελούν ένα άλλο είδος άκαμπτων ανθρακούχων ενώσεων. Τα κουμουλένια βρίσκονται σε περιοχές του διαστήματος όπου το υδρογόνο είναι (σχετικά) σπάνιο (βλέπετε αστροχημεία). Τα κουμουλένια που περιέχουν ετεροάτομα (δηλαδή και άλλα χημικά στοιχεία εκτός του άνθρακα και του υδρογόνου) ονομάζονται ετεροκουμουλένια[2]. Παραδείγματα ετεροκουμουλενίων είναι το σουλφοξείδιο του άνθρακα (CH2=S=O), αλλά και η κετένη (CH2=C=O).
Η ακαμψία στα κουμουλένια προκύπτει από το γεγονός ότι υπάρχει σε αυτά ένα (τουλάχιστον) εσωτερικό άτομο άνθρακα που σχηματίζει δύο διπλούς δεσμούς. Αυτά τα εσωτερικά άτομα άνθρακα βρίσκονται σε sp υβριδισμό και τα (νοητά) επίπεδα διπλών δεσμών τους είναι κάθετα μεταξύ τους. Τα κουμουλένια με ζυγό αριθμό συνεχόμενων διπλών δεσμών και δύο (τουλάχιστον) ανόμοιους υποκαταστάτες μπορεί να είναι χειρόμορφα, αν και δεν έχουν κλασσικού τύπου στερεοκεντρικό σημείο. Από την άλλη πλευρά, τα κουμουλένια με μονό αριθμό συνεχόμενων διπλών δεσμών και δύο (τουλάχιστον) ανόμοιους υποκαταστάτες μπορεί να παροσιάσουν cis–trans ισομέρεια.
Αντιδράσεις
Οι χαρακτηριστικές αντιδράσεις των κουμουλενίων είναι όμοιες με αυτές των ενώσεων με απομονωμένους διπλούς δεσμούς. Αν και στα μόρια των κουμουλενίων τα εσωτερικά άτομα έχουν δυο π-δεσμούς σε πολύ μικρότερη απόσταση μεταξύ τους, στην ουσία αυτοί οι δυο π-δεσμοί ενεργούν όπως και οι κοινοί π-δεσμοί των ενώσεων με απομονωμένους διπλούς δεσμούς. Αυτό συμβαίνει γιατί οι δυο π-δεσμοί των εσωτερικών ατόμων άνθρακα των κουμουλενίων σχηματίζονται από τη μη υβριδισμένα p-τροχιακά. Όπως αυτά τα τροχιακά είναι κάθετα το ένα προς το άλλο και καταλαμβάνουν κάθετα γωνιακά επίπεδα, οι δυο δεσμοί είναι στην ουσία απομονωμένοι και έτσι ανίκανοι να αλληλεπιδράσουν μεταξύ τους, ώστε να δώσουν κάποια διαφορετική ιδιότητα από κάποιο συνδυασμό τους.
Κουμουλένια με μεταβατικά μέταλλα
Το πρώτο αναφερόμενο τέτοιο σύμπλοκο περιείχε ένα βινυλιδένιο ως συναρμοτή και ήταν η ένωση με μοριακό τύπο Ph2C2Fe2(CO)8, δηλαδή ο 1,1-διφαινυλοβινυλοκτακαρβονυλοδισίδηρος, που προέρχεται από την αντίδραση διφαινυλοκετένης (Ph2C=C=O) και πεντακαρβονυλοσιδήρου [Fe(CO)5]. Δομικά, αυτό το μόριο είναι παρόμοιο με τον εννεακαρβονυλοδισίδηρο [Fe2(CO)9], όπου ένας συναρμοτής μ-CO αντικαθίσταται από 1,1-διφαινυλοβινυλιδένιο. Το πρώτο μονομεταλλικό σύμπλοκο βινυλιδενίου ήταν το (C5H5)Mo(PPh3)(CO)2[C=C(CN)2]Cl[6], που ονομάζεται δικαρβονυλοκυκλοδικυανοβινυλοπενταδιενυλοτριφαινυλοφωσφινοχλωρομολυβδαίνιο.
↑Χρυσό βιβλίο, IUPAC, Compendium of Chemical Terminology, 2nd ed. (the "Gold Book") (1997). Online corrected version: (2006–) "cumulene.
↑Χρυσό βιβλίο, ΙUPAC, Compendium of Chemical Terminology, 2nd ed. (the "Gold Book") (1997). Online corrected version: (2006–) "heterocumulenes.
↑Brand, K. (17 September 1921). «Über Untersuchungen in der Tetraarylbutan-Reihe und über das 1.1 4.4-Tetraphenyl-butatrien. (4. Mitteilung über die Reduktion organischer Halogen-verbindungen.)». Berichte der deutschen chemischen Gesellschaft (A and B Series)54 (8): 1987–2006. doi:10.1002/cber.19210540828.
↑KUNIEDA, TAKEHISA; TAKIZAWA, TAKEO (1977). «Convenient preparation of tetraarylbutatrienes.». CHEMICAL & PHARMACEUTICAL BULLETIN25 (7): 1809–1810. doi:10.1248/cpb.25.1809.
↑King, R.Bruce (August 2004). «The beginnings of terminal vinylidene metal complex chemistry through the dicyanomethylene/oxygen analogy: dicyanovinylidene transition metal complexes». Coordination Chemistry Reviews248 (15-16): 1533–1541. doi:10.1016/j.ccr.2004.05.003.