Ο Κούλιτζ θεωρείται ένας από τους καλύτερους προέδρους στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών από υποστηρικτές του δημοσιονομικού συντηρητισμού και της περιορισμένης κρατικής εξουσίας.[1][2] Σε γενικό επίπεδο από ιστορική άποψη οι γνώμες διίστανται.[3][4] Η προεδρία του Κούλιτζ συνέπεσε σε μία περίοδο σημαντικής οικονομικής ευημερίας, των Roaring Twenties. Ως πρόεδρος, έδωσε σημαντική έμφαση στην laissez-faire πολιτική, στους ισορροπημένους προϋπολογισμούς, στη χαμηλή φορολογία, στη μείωση του δημοσίου χρέους και στην λελογισμένη δημοσιονομική πολιτική.[5]
Ο Κούλιτζ ήταν ένας συντηρητικός πολιτικός με ελευθεριακές τάσεις στα οικονομικά και είχε μετριοπαθή, εσωστρεφή και χαμηλών τόνων χαρακτήρα.[6] Εξαιτίας του χαρακτήρα του έλαβε το προσωνύμιο «Silent Cal» (ήσυχος Καλ).[7][8]
Βιογραφία
Ο Κάλβιν Κούλιτζ γεννήθηκε στις 4 Ιουλίου 1872 στο Πλύμουθ Νοτς, μια μικρή πόλη του Βερμόντ και το πρωτότοκο παιδί του Τζον Κάλβιν Κούλιτζ του πρεσβυτέρου και της Βικτώρια Μουρ. Ήταν ο μοναδικός πρόεδρος που γεννήθηκε την Ημέρα της Ανεξαρτησίας. Μεγάλωσε στο Βερμόντ και φοίτησε στο σχολεία "Black River Academy" και στην ιδιωτική ακαδημία "St. Johnsbury Academy" απ'όπου και αποφοίτησε.
Σπούδασε νομική στο Κολλέγιο Άμερστ της Μασαχουσέτης. Εκεί εντάχθηκε στην μυστικιστική αδελφότητα Phi Gamma Delta (ΦΓΔ). Κατά τα φοιτητικά του χρόνια διακρίθηκε για τις ρητορικές του ικανότητες, την ακαδημαϊκή του επίδοση και την έφεση που είχε στην φιλοσοφία. Αποφοίτησε από το Κολλέγιο, με πτυχίο νομικής (BA) το 1895 με διάκριση.[9]
Ύστερα από την αποφοίτησή του από το Άμερστ και με την προτροπή του πατέρα του, ο Κούλιτζ μετακόμισε στο Νορθάμπτον, μια πόλη στη δυτική Μασαχουσέτη προκειμένου να ασκήσει το επάγγελμα της δικηγορίας. Το 1898 άνοιξε το δικό του δικηγορικό γραφείο στο Νορθάμπτον και ειδικεύτηκε πάνω στο εμπορικό δίκαιο.[10] Με το πέρασμα του χρόνου διακρίθηκε ως σκληρά εργαζόμενος και επιμελής δικηγόρος, με τοπικές επιχειρήσεις και τράπεζες να τον εμπιστεύονται για την νομική τους εκπροσώπηση.[11]
Πολιτική καριέρα
Κατά τα φοιτητικά του χρόνια, ο Κούλιτζ συνδέθηκε ενεργά με το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα. Ήδη από το 1896 άρχισε να δραστηριοποιείται με εκστρατείες υποψηφίων και δύο χρόνια αργότερα εξελέγη ως δημοτικός σύμβουλος στο τοπικό συμβούλιο του Νορθάμπτον. Μερικά χρόνια αργότερα το 1906, εξελέγη στο πολιτειακό νομοθετικό σώμα της Μασαχουσέτης.
Ο Κούλιτζ αναρριχήθηκε ανοδικά στην πολιτική της Μασαχουσέτης, αναδεικνυόμενος τελικά Αντικυβερνήτης της πολιτείας, το 1915 και Κυβερνήτης της Μασαχουσέτης, το 1918. Η απάντησή του στην απεργία της Αστυνομίας της Βοστώνης το 1919 τον ώθησε στο προσκήνιο της πολιτικής της χώρας και του έδωσε τη φήμη του του ανθρώπου της αποφασιστικής δράσης. Λίγο μετά, το 1920, εξελέγη 29ος αντιπρόεδρος επί προεδρίας Ουόρεν Χάρντινγκ, τον οποίο και διαδέχθηκε στην Προεδρία μετά τον ξαφνικό θάνατό του το 1923. Εξελέγη στο αξίωμα το 1924 και κέρδισε τη φήμη του συντηρητικού που πιστεύει στο μικρό κράτος, καθώς επίσης και του ανθρώπου που μιλούσε λίγο.
Αντιπροεδρία (1921–1923)
Ο Κούλιτζ, όντας κυβερνήτης της Μασαχουσέτης, απροσδόκητα επιλέχθηκε στο Εθνικό Συνέδριο των Ρεπουμπλικανών το 1920 ως υποψήφιος για την αντιπροεδρία και συνυποψήφιος του Ρεπουμπλικανού υποψηφίου Ουόρεν Χάρντινγκ για προεδρικές εκλογές του 1920. Ως συνυποψήφιος του Χάρντινγκ, ο Κούλιτζ εστίασε στις εκλογές στην περιοχή των Βορειοανατολικών πολιτειών. Στις ομιλίες του ήταν συνοπτικός.[12] Στις γενικές εκλογές στις 2 Νοεμβρίου 1920, νικητής αναδείχθηκε με μεγάλη άνεση, ο Χάρντινγκ κέρδισε με μεγάλη διαφορά τον τότε Δημοκρατικό υποψήφιο Τζέιμς Κοξ, και ο Κούλιτζ εξελέγη 29ος Αντιπρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών.[13]
Ως Αντιπρόεδρος ο Κούλιτζ δεν είχε πολλά επίσημα καθήκοντα, όμως ήταν ο πρώτος αντιπρόεδρος που συμμετείχε σε συνεδριάσεις του υπουργικού συμβουλίου.[14] Πραγματοποίησε ορισμένες ομιλίες με αποτελεσματική ρητορεία ανά τις Ηνωμένες Πολιτείες, χωρίς όμως ιδιαίτερο δημόσιο ενδιαφέρον, και συμμετείχε σε αρκετά πάρτι και συνεστιάσεις, με τον ίδιο να διατηρεί χαμηλό προφίλ και να αυτοσαρκάζεται γι'αυτό, λέγοντας διάφορα ανέκδοτα.[15]
Προεδρία των ΗΠΑ (1923–1929)
Στις 2 Αυγούστου 1921 ο πρόεδρος Χάρντινγκ πέθανε αιφνίδια από καρδιακή προσβολή στο Σαν Φρανσίσκο. Ο Κούλιτζ εκείνη την περίοδο βρισκόταν στο σπίτι του στο Βερμόντ και όταν έλαβε ετεροχρονισμένα την είδηση του θανάτου του, ορκίστηκε τα ξημερώματα της 3 Αυγούστου 1921, στο σαλόνι του σπιτιού του, από τον πατέρα του που ήταν ειρηνοδίκης. Ύστερα από την ορκωμοσία του ο Κούλιτζ επέστρεψε πίσω στο κρεβάτι του.[16][17] Την επόμενη ημέρα, επέστρεψε στην Ουάσινγκτον και έδωσε δεύτερη φορά, μυστικά, όρκο σε ομοσπονδιακό δικαστή.[18]
Παρά τις εικασίες ορισμένων ότι ο Κούλιτζ θα αντικαθίστατο στις προεδρικές εκλογές του 1824, προτάθηκε από Εθνικό Συνέδριο των Ρεπουμπλικανών του 1924. Ως συνυποψήφιός του και υποψήφιος για την αντιπροεδρία, επιλέχθηκε ο πρώην στρατιωτικός Τσαρλς Ντόους. Στις γενικές εκλογές του Νοεμβρίου 1924, ύστερα από μία ιστορικά υποτονική προεκλογική εκστρατεία, κατάφερε να επικρατήσει και να εκλεγεί για πλήρη θητεία, με σημαντική διαφορά, έναντι του Δημοκρατικού αντιπάλου του, Τζον Ντέιβις, λαμβάνοντας το 54.0% των ψήφων και 382 εκλεκτορικές ψήφους, έναντι 28.8% και 136 εκλεκτορικών ψήφων.[19]
Προεδρία
Ο Κούλιτζ αποκατέστησε την εμπιστοσύνη του κοινού στον Λευκό Οίκο μετά τα σκάνδαλα της κυβέρνησης του προκατόχου του Ουόρεν Χάρντινγκ, και άφησε το αξίωμα με μεγάλη δημοτικότητα[20]. Όπως το έθεσε ένας βιογράφος του, «ενσάρκωσε το πνεύμα και τις ελπίδες της μεσαίας τάξης, μπόρεσε να ερμηνεύσει τις επιθυμίες τους και να εκφράσει τις απόψεις τους. Το ότι αντιπροσώπευσε την λογική του μέσου όρου ήταν η πιο πειστική απόδειξη της δύναμής του».[21] Κάποιοι αργότερα επέκριναν τον Κούλιτζ ως μέρος μιας γενικής αποδοκιμασίας των κυβερνήσεων της πολιτικής του laissez-faire[22]. Η φήμη του γνώρισε αναγέννηση κατά τη διάρκεια της θητείας Ρήγκαν, αλλά η τελική εκτίμηση της προεδρίας του εξακολουθεί να είναι διχασμένη μεταξύ εκείνων που εγκρίνουν τα προγράμματά του για μείωση του μεγέθους του κράτους και των δημοσίων δαπανών και εκείνων που πιστεύουν ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα πρέπει να συμμετέχει περισσότερο στη ρύθμιση και τον έλεγχο της οικονομίας.[23]
Ως Πρόεδρος, ο Κούλιτζ ήταν σθεναρά υπέρμαχος της φυλετικής ισότητας, σε μία ιδιαίτερα τεταμένη περίοδο εντάσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες. Διόρισε αφροαμερικανούς σε θέσεις της ομοσπονδιακής κυβέρνησης των ΗΠΑ και υποστήριξε την προστασία των ατομικών ελευθεριών και των πολιτικών δικαιωμάτων.[24][25][26]
Επί της διακυβέρνησής του, οι Ηνωμένες Πολιτείες, ως προς την εξωτερική πολιτική, ακολούθησαν μάλλον την πολιτική του απομονωτισμού και δεν εμφάνισαν σημαντικές επεκτατικές τάσεις. Ο ίδιος ο Κούλιτζ ήταν υποστηρικτής του δόγματος Μονρόε.[27][28] Η πολιτική αυτή διαφάνηκε και το 1928 με το Σύμφωνο Kellogg-Briand (επίσημα: Γενική Συνθήκη για την Παραίτηση του Πολέμου ως μέσο Εθνικής Πολιτικής) το οποίο είχε στόχο να μην χρησιμοποιούν τα κράτη τον πόλεμο για την επίλυση των διμερών διαφορών.[29][30]
H κριτική πάνω στην κυβέρνηση του Κάλβιν Κούλιτζ, υφίσταται από ορισμένους υποστηρίζοντας ότι η περιορισμένη κυβερνητική παρέμβαση μπορεί να συνέβαλε στις συνθήκες για την μετέπειτα Μεγάλη Ύφεση (1929–1939). Ακόμα οι επιδράσεις του σκανδάλου Teapot Dome για δωροδοκία επί της κυβέρνησης Χάρντινγκ είχαν εισχωρήσει σε στέλεχη της κυβέρνησης του Κούλιτζ.[31]