Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές.Βοηθήστε συνδέοντας το κείμενο με τις πηγές χρησιμοποιώντας παραπομπές, ώστε να είναι επαληθεύσιμο.
Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 05/08/2021.
Αλβέρτος Λεοπόλδος Κλήμης Μαρία Μάιναρντ Γαλλικά: Albert Léopold Clément Marie Meinrad Γερμανικά: Albert Leopold Clemens Maria Meinrad Ολλανδικά: Albert Leopold Clemens Maria Meinrad
Ο Αλβέρτος Α΄ (γαλλ. Albert Ier, 8 Απριλίου1875 - 17 Φεβρουαρίου1934) ήταν βασιλιάς των Βέλγων (1909 - 1934). Αν και τέταρτος αρχικά σε σειρά διαδοχής στον βελγικό θρόνο, λόγω των πρόωρων θανάτων του ξαδέλφου του και του μεγαλύτερου αδελφού του, Βαλδουίνου, διαδέχθηκε ο ίδιος τον θείο του Λεοπόλδο Β΄. Αμέσως ταξίδευσε στο Βελγικό Κογκό,[1] που είχε προσαρτηθεί στο βασίλειο του Βελγίου από το 1908, όπου βρήκε τους γηγενείς κατοίκους σε άθλια κατάσταση λόγω των φρικαλεοτήτων του θείου του. Επιστρέφοντας στο Βέλγιο, κήρυξε μια σειρά από μέτρα για την προστασία του ντόπιου πληθυσμού και τον εκσυγχρονισμό της αφρικανικής χώρας.[2]
Βιογραφία
Πρώιμα χρόνια
Ο Αλβέρτος Λεοπόλδος Κλήμης Μάριος Μεϊνάρδος, πέμπτο παιδί και δεύτερος γιος του Φιλίππου, Κόμη της Φλάνδρας, και της Μαρίας του Χοεντσόλλερν-Σιγκμαρίνγκεν, γεννήθηκε στις 8 Απριλίου 1875 στις Βρυξέλλες. Παππούς του ήταν ο πρώτος Βασιλιάς των Βέλγων, Λεοπόλδος Α΄, και θείος του ο Λεοπόλδος Β΄. Ο Αλβέρτος μεγάλωσε στο Παλάτι του Κόμη της Φλάνδρας, αρχικά ως τρίτος στη σειρά διαδοχής του βελγικού θρόνου. Όταν ο μεγαλύτερος αδερφός του, Βαλδουίνος, πέθανε πρόωρα, ο Αλβέρτος σε ηλικία 16 ετών βρέθηκε στη δεύτερη θέση της σειράς διαδοχής (μετά τον πατέρα του).[3][4][5][6]
Ο Αλβέρτος προετοιμάστηκε επιμελώς για την επερχόμενη βασιλεία του. Από νεαρή ηλικία ασχολήθηκε με την κατάσταση των εργατικών τάξεων της χώρας και ταξίδεψε ανεπίσημα σε εργατικές περιοχές για να παρατηρήσει τις συνθήκες διαβίωσης των ανθρώπων.[2] Λίγο πριν την άνοδό του στο θρόνο, πραγματοποίησε μια μεγάλη περιοδεία στο Βελγικό Κονγκό, το οποίο είχε προσαρτηθεί στο Βέλγιο το 1908, διαπιστώνοντας ότι η αποικία βρισκόταν σε κακή κατάσταση. Μετά την επιστροφή του στο Βέλγιο, συνέστησε μεταρρυθμίσεις για την προστασία του γηγενούς πληθυσμού και για την περαιτέρω τεχνολογική πρόοδο.[7]
Τάχθηκε στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο με την Αντάντ
Ήταν ο πρώτος βασιλιάς του Βελγίου που πήρε όρκο και στην ολλανδική γλώσσα, σε αντίθεση με τους προηγούμενους βασιλείς του Βελγίου που ορκιζόταν μόνο στα γαλλικά. Ήταν μαζί με τη σύζυγό του εξαιρετικά δημοφιλείς στον Βελγικό λαό, σε αντίθεση με τον σκληρό και μισητό θείο του, Λεοπόλδο Β΄.
Ήταν βαθιά θρησκευόμενος χριστιανόςΚαθολικός και έδειξε έντονο ενδιαφέρον στη θρησκεία, προσπαθώντας να τηρήσει τέλεια τους χριστιανικούς κανόνες. Σε αντίθεση με τον γερμανόφιλο θείο του Λεοπόλδο Β΄, ο Αλβέρτος αντιπαθούσε τους Γερμανούς, γι' αυτό αποφάσισε να τηρήσει ουδετερότητα στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο εκβιασμός του Γουλιέλμου Β΄ της Γερμανίας να περάσουν τα στρατεύματά του μέσα από το έδαφος του Βελγίου, τον ανάγκασαν να προσχωρήσει στην Αντάντ μετά από συνεννοήσεις με τη Μεγάλη Βρετανία. Όταν ο Βελγικός στρατός πολέμησε στη μάχη του Μάρνη (6 - 9 Σεπτεμβρίου 1914), ο ίδιος ο βασιλιάς Αλβέρτος ήταν στη μάχη επικεφαλής του βελγικού στρατού. Στις μάχες συμμετείχε η σύζυγός του, Ελισάβετ, ως νοσοκόμα και ο 14χρονος γιος του Λεοπόλδος.
Προσπάθειες του Αλβέρτου για συμβιβασμό
Ο Αλβέρτος έβλεπε την ατυχή κατάληξη του πολέμου και προσπαθούσε να επιτύχει διμερείς διαπραγματεύσεις με την Αγγλία και τη Γερμανία για τη σύναψη ειρήνης. Βλέποντας την αποτυχία των προσπαθειών του, προσπάθησε μονομερώς να επιτύχει συμφωνία ειρήνης μόνο με τη Γερμανία· ο Κάιζερ όμως αρνήθηκε γιατί ήθελε να χρησιμοποιήσει το Βέλγιο ως μέσο πίεσης στην Αγγλία. Το Βέλγιο υπέφερε σημαντικά από τον πόλεμο. Μετά τη λήξη του ο Αλβέρτος επέστρεψε θριαμβευτικά με την οικογένεια του στις Βρυξέλλες.
Ο Αλβέρτος προέβη σε μια σειρά μεταρρυθμίσεων, όπως την καθιέρωση Συντάγματος και της καθολικής ψηφοφορίας. Στη Διάσκεψη των Παρισίων προσπάθησε να υπερασπίσει τα συμφέροντα του Βελγίου, ζητώντας πολεμικές αποζημιώσεις από τη Γερμανία. Προσπάθησε να πείσει τους εταίρους της Συνόδου να σταθούν επιεικείς στους ηττημένους και να μην εκθρονίσουν τους ηττημένους μονάρχες. Προειδοποίησε ότι μια σκληρή τιμωρία μπορεί να δημιουργήσει νέα μεγάλα προβλήματα στο μέλλον, συσπειρώνοντας τις αντιδραστικές δυνάμεις στη Γερμανία. Δεν εισακούστηκε και οι ανησυχίες του επαληθεύτηκαν αργότερα με την άνοδο του ναζισμού στη Γερμανία και την έκρηξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ατυχές τέλος
Αν και δεινός ορειβάτης, σκοτώθηκε στις 17 Φεβρουαρίου 1934 σε ατύχημα κατά τη διάρκεια μιας αναρρίχησης. Αργότερα υπήρξαν και άλλες εκδοχές σχετικά με τον περίεργο θάνατό του, όπως ακόμη και η δολοφονία του, αλλά τίποτα δεν επιβεβαιώθηκε.
Κάρολος (1903 - 1983), Κόμης της Φλάνδρας. Παντρεύτηκε τη Ζακλίν Περεμπρύν. Δεν απέκτησαν παιδιά. Είχε 1 νόθο παιδί από τη σχέση του με τη Ζακλίν Βερλύ.
8 Απριλίου 1875 - 23 Δεκεμβρίου 1909: Η Βασιλική Υψηλότητα Πρίγκιπας Αλβέρτος του Βελγίου, Πρίγκιπας της Σαξονίας-Κόμπουργκ & Γκότα, Δούκας της Σαξονίας
23 Δεκεμβρίου 1909 - 17 Φεβρουαρίου 1934: Η Μεγαλειότητα Του Ο Βασιλιάς των Βέλγων
Παραπομπές
↑Roger Keyes. Outrageous Fortune: The Tragedy of Leopold III of the Belgians.
↑ 2,02,1Carlo Bronne. Albert 1er: le roi sans terre.
Galet, Emile Joseph. Albert King of the Belgians in the Great War (1931), detailed memoir by the military advisor to the King; covers 1912 to the end of October 1914
Woodward, David. "King Albert in World War I" History Today (1975) 25#9 pp. 638–43
D'Ydewalle, Charles. "Albert King of the Belgians"(1935) Translated by Phyllis Megroz D'Ydewalle a journalist describes his book in the foreword.."This book is not a history, it is a sheaf of memories" The final chapter contains interviews with the people who discovered the king's body after his climbing accident
Catherine Barjansky. Portraits with Backgrounds.
Mary Elizabeth Thomas, "Anglo-Belgian Military Relations and the Congo Question, 1911–1913", Journal of Modern History, Vol. 25, No. 2 (June 1953), pp. 157–165.
Page, Walter Hines; Page, Arthur Wilson (January 1915). "The Well-Beloved King of The Belgians". The World's Work: A History of Our Time. XXIX: 280–288. Retrieved 2009-08-04.