Γεννήθηκε στο Μπόλτον λε Μουρς (Bolton le Moors) του Λανκασιρ στο Ηνωμένο Βασίλειο το 1801, και μετακόμισε μαζί με την οικογένεια του στο Οχάιο των ΗΠΑ το 1818. Στην ηλικία των 22 ετών ο Κόουλ μετακόμισε στην Φιλαδέλφεια. Ασχολήθηκε αρχικά ως χαράκτης, ενώ ως προς την ζωγραφική υπήρξε κυρίως αυτοδίδακτος μελετώντας βιβλία και τα έργα άλλων καλλιτεχνών. Το 1822 ξεκίνησε να εργάζεται δημιουργώντας πορτραίτα, και σταδιακά μετατόπισε το ενδιαφέρον του στα φυσικά τοπία.[16]Το 1825 μετακόμισε ξανά, στην Νέα Υόρκη μαζί με την οικογένεια του,[17] και από το 1827 εργάζονταν στο δικό του στούντιο ζωγραφικής στα περίχωρα της πόλης.
Λίμνη με νεκρά δέντρα (Lake with Dead Trees, 1825), από τις πρώτες τοπιογραφίες του Κόουλ.
Όψη του όρους Αίτνα από το Ταυρομένιο (A View from Mount Etna from Taormina, 1843).
Κατά την παραμονή του στην Νέα Υόρκη, κατάφερε να πουλήσει 5 πίνακες και να εξασφαλίσει χρηματοδότηση για την πραγματοποίηση ταξιδιού στην κοιλάδα του Χάντσον, όπου ασχολήθηκε με την απεικόνιση των φυσικών χαρακτηριστικών και ιστορικών κτισμάτων της περιοχής.[18] Κατά την επιστροφή στην Νέα Υόρκη, συμμετείχε σε έκθεση ζωγραφικής με τα νέα έργα του, έκανε νέες πωλήσεις πινάκων, και κάποιοι από αυτούς κατέληξαν στην ετήσια έκθεση της Αμερικανικής Ακαδημίας Καλών Τεχνών το 1826. Η εξέλιξη αυτή και τα έργα του Κόουλ προξένησε το ενδιαφέρον άλλων γνωστών ζωγράφων και φίλων της τέχνης, όπως οι Τζον Τρέμπουλ, Άσερ Μπράουν Ντουράντ, και Ουίλλιαμ Ντάνλαπ. Ένα από τα έργα του Κόουλ σχετικά με την απεικόνιση του οχυρού Τικοντερόγκα (View of Fort Ticonderoga from Gelyna) έκανε ιδιαίτερη εντύπωση στον Τρέμπουλ ο οποίος αγόρασε το έργο, και κατόπιν σύστησε τον Κόουλ σε πολλούς από τους πλούσιους πατρόνες με τους οποίους ήταν διασυνδεδεμένος. Το 1836 παντρεύτηκε τη Μαρία Μπάρτοου από το Κάτσκιλ της Νέας Υόρκης και απέκτησε 5 παιδιά.[19]
In 1842, ταξίδεψε σε διάφορες χώρες της Ευρώπης για να μελετήσει την ευρωπαϊκή ζωγραφική και για την απεικόνιση τοπίων. Ιδιαίτερη εντύπωση στον Κόουλ έκανε η Αίτνα για την οποία δημιούργησε διάφορα σχέδια και τουλάχιστον 6 έργα ζωγραφικής.[20]
Πέθανε το 1848 σε ηλικία 47 ετών. Μια από τις κορυφές του βουνού της περιοχής όπου έμενε ονομάστηκε όρος Τόμας Κόουλ προς τιμή του.[21] Το σπίτι όπου ζούσε ανακηρύχθηκε εθνικό ιστορικό μνημείο των ΗΠΑ το 1999 και είναι ανοικτό προς το κοινό.[22]
Ο Κόουλ ήταν κυρίως ζωγράφος φυσικών τοπίων, αλλά δημιούργησε και αλληγορικά έργα. Το πλέον διάσημο από αυτά είναι η Η πορεία της αυτοκρατορίας, μια συλλογή 5 πινάκων στους οποίους απεικονίζεται το ίδιο φυσικό τοπίο κατά την διάρκεια διαφορετικών περιόδων, από την αρχέγονη και πλούσια σε φυσική βλάστηση, έως αυτή της παρακμής της αυτοκρατορίας και των ερημωμένων κτηρίων.
Η πρωτόγονη πολιτεία (The Savage State, 1836).
Η αρκαδική ή βουκολική πολιτεία (The Arcadian or Pastoral State, 1834).
Η ολοκλήρωση της αυτοκρατορίας (The Consummation of Empire, 1835–1836).
Καταστροφή (Destruction).
Ερήμωση (The Course of Empire: Desolation, 1836).
Το ταξίδι της ζωής
Επίσης διάσημο έργο του είναι επίσης και Το ταξίδι της ζωής, μια συλλογή 4 πινάκων όπου ο άνθρωπος εμφανίζεται ως ταξιδιώτης σε μια βάρκα σε διαφορετικά στάδια της ζωής του, από βρέφος έως ηλικιωμένος.
Παιδική ηλικία (Childhood).
Νεότητα (Youth).
Ενηλικίωση (Manhood).
Γηρατειά (Old Age).
Αποχώρηση και επιστροφή
Η αποχώρηση (The Departure, 1837).
Η επιστροφή (The Return, 1837).
Παρόν και μέλλον
Το παρελθόν (The Past, 1838).
Το παρόν (The Present, 1838).
Άλλα έργα
Άλλα διάσημα έργα του είναι το Oxbow (1836), το Notch of the White Mountains, το Daniel Boone at His cabin at the Great Osage Lake, και το Lake with Dead Trees (1825).[23] Ζωγράφισε επίσης και το The Garden of Eden (1828) με τις παραστάσεις του Αδάμ και της Εύας και του φυσικού τοπίου με τους καταρράκτες τα ζώα και τα φυτά να διαθέτουν πλούσιες λεπτομέρειες. Το 2014, ανακαλύφθηκαν αναπαραστάσεις που είχε ζωγραφίσει ο Κόουλ στο σπίτι του και είχαν μετέπειτα επικαλυφθεί.[24]
Η Κόρα γονατίζοντας στα πόδια του Ταμενούντ (Cora Kneeling at the Feet of Tamenund, 1827), φανταστική απεικόνιση σχετικά με το λογοτεχνικό έργο Ο τελευταίος των Μοϊκανών.
Ο κήπος της Εδέμ (The Garden of Eden, 1828).
Η υποχώρηση των νερών του κατακλυσμού (The Subsiding of the Waters of the Deluge, 1829).
Μακρινή όψη των καταρρακτών του Νιαγάρα (Distant View of Niagara Falls, 1830).
Το όνειρο του αρχιτέκτονα (The Architect's Dream, 1840).
Το παρόν λήμμα ενσωματώνει κείμενο από έκδοση που είναι πλέον κοινό κτήμα: Chisholm, Hugh, επιμ.. (1911) Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα (11η έκδοση) Cambridge University Press