Το σπάρτο ή σπάρτος (επιστημονική-λατινική ονομασία Spartium junceum = σπάρτιον το βουρλοειδές) είναι αγγειόσπερμο, δικοτυλήδονοφυτό, το οποίο ανήκει στην τάξη κυαμώδη και στην οικογένεια χεδρωπά ή κυαμοειδή, η οποία χαρακτηρίζεται από τα πενταμερή ζυγόμορφα άνθη με μορφή πεταλούδας.
Αποτελεί το μοναδικό είδος του γένους του και είναι θάμνος με καταγωγή από τη Λεκάνη της Μεσογείου, που φθάνει σε ύψος μέχρι τα τρια μέτρα.[1] Έχει μακριούς, λεπτούς, μυτερούς στην άκρη βλαστούς, που είναι σχεδόν γυμνοί, χωρίς φύλλα. Τα άνθη του είναι κίτρινα, αρωματικά και σχηματίζουν βότρυες. Ανθίζει από τα μέσα Απριλίου μέχρι τον Ιούνιο, αν και πολλές φορές η ανθοφορία μπορεί να παραταθεί μέχρι και τον Αύγουστο.[2] Ο καρπός του είναι χέδρωπας, όταν ωριμάσει, σκορπίζει τους σπόρους.[3]
Απαντά αυτοφυές σε όλη την Ελλάδα. Τα φυτά βρίσκονται διάσπαρτα σε πεδινές και ημιορεινές περιοχές, και είναι από τα πιο κοινά θαμνώδη είδη στην Ελλάδα. Χρησιμοποιείται συχνά ως καλλωπιστικό για τα εύοσμα και εντυπωσιακά του κίτρινα άνθη, σε πάρκα, κήπους, κατά μήκος των εθνικών οδών, και αλλού.
Τα σπάρτα καλλιεργούνται επίσης ως καλλωπιστικά για τα εύοσμα και εντυπωσιακά τους κίτρινα άνθη και τοποθετούνται κατά μήκος των δρόμων αλλά και, λόγω του δυνατού ριζικού συστήματος τους, για την συγκράτηση των διαβρωμένων εδαφών. Οι βλαστοί τους χρησιμοποιούνται στην κατασκευή καλαθιών και ψάθινων καπέλων. Παλαιότερα χρησιμοποιούταν για την παραγωγή γνέματος, που είχε την ιδιότητα να μη προσβάλλεται από κανένα έντομο, και υφαντών εξαιρετικής αντοχής.[4]