Καρπός

Σχηματική αναπαράσταση καρπού τύπου δρύπης.
Για άλλες χρήσεις, δείτε: Καρπός (αποσαφήνιση).

Ο καρπός (λατ.: fructus) στη βοτανική θεωρείται το σύνολο των ιστών του θηλυκού – και των γύρω από αυτό μερών του – άνθους, οι οποίοι συμμετέχουν σε όλες εκείνες τις διεργασίες που συμβαίνουν στις σπερματικές βλάστες, κατά τα διάφορα στάδια αναπτύξεώς τους, μετά τη γονιμοποίηση ή και χωρίς αυτή.

Διάγραμμα τυπικής ράγας σταφυλιού: 1. Σπόρος 2. Περικάρπιο [2a. Εξωκάρπιο 2b. Μεσοκάρπιο 2c. Ενδοκάρπιο] 3.4. Αγγειώδεις δεσμίδες 5. Επιδερμίδα
Τυπικό διάγραμμα καρύου. Διάκριση μεταξύ σπόρου και καρπού.

Σχηματισμός καρπού

Η ανάπτυξη του καρπού αρχίζει μετά τη γονιμοποίηση. Στα αγγειόσπερμα συντελείται διπλή γονιμοποίηση, δηλαδή γονιμοποίηση του ωοκυττάρου και των πολικών πυρήνων, και παράγονται το διπλοειδές ζυγωτό, το οποίο εξελίσσεται και δίνει το διπλοειδές έμβρυο, και το πολυπλοειδές ενδοσπέρμιο. Εκτός όμως από τις γονιμοποιημένες σπερματικές βλάστες, οι οποίες θα δώσουν τα σπέρματα και το ενδοσπέρμιο, στον σχηματισμό του καρπού λαμβάνουν μέρος και άλλοι ιστοί της ωοθήκης και της ανθοδόχης του άνθους[1].

Ο καρπός είναι μια δομή των φυτών που περιέχει τους σπόρους τους. Το περικάρπιο μπορεί να είναι σαρκώδες (όπως στις ράγες ή τις δρύπες).

Συμβολή καρπού

Ο καρπός συμβάλλει:[2]

  1. Στην προστασία των αναπτυσσόμενων σπερμάτων
  2. Στη διευκόλυνση της απελευθέρωσης των ώριμων σπερμάτων
  3. Στη διασπορά των ώριμων σπερμάτων
  4. Στη λίπανση του εδάφους μετά τη σήψη

Ταξινόμηση καρπών

Οι καρποί, αναλόγως της προέλευσής τους, του αριθμού δηλαδή των ανθέων και των υπέρων από τους οποίους προέρχονται, κατατάσσονται σε τρεις μεγάλες ομάδες (με τις γαλλικές ονομασίες στην παρένθεση):[3]

  1. Απλοί καρποί (simples), προέρχονται από ένα άνθος με έναν ύπερο.
  2. Σύνθετοι καρποί (multiples), προέρχονται από ένα άνθος με πολλούς υπέρους.
  3. Αθροιστικοί καρποί (aggrégés), προέρχονται από πολλά άνθη με πολλούς υπέρους (ένας ύπερος σε κάθε άνθος).

Αναλόγως των χαρακτηριστικών τους, μπορεί να είναι ξηροί ή σαρκώδεις, διαρρηκτοί ή αδιάρρηκτοι, με ένα ή περισσότερα σπέρματα.[4]

Αναλυτικά, η ταξινόμηση των καρπών και οι χαρακτηριστικοί φυτικοί εκπρόσωποί τους, έχουν ως εξής:

α/α ΟΜΑΔΕΣ ΚΑΡΠΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΤΥΠΟΣ ΦΥΤΙΚΑ ΕΙΔΗ
1. Απλοί

ένα άνθος, ένας ύπερος

Ξηρός Διαρρηκτός Κάψα τριανταφυλλιά, παπαρούνα
Χέδρωπας ψυχανθή
Αδιάρρηκτος Αχαίνιο αγράμπελη, μαρούλι, ηλίανθος
Κάρυο, Καρύοψη φουντουκιά, οξιά, βαλανιδιά
Σαμάρα φτελιά
Σαρκώδης Αδιάρρηκτος Δρύπη ελιά, ροδακινιά, βερικοκιά, δαμασκηνιά, κερασιά, καρυδιά
Πόμη μηλιά, αχλαδιά, κυδωνιά
Ράγα (Εσπερίδιο, Πέπων) σταφύλι, τοματιά, πιπεριά, εσπεριδοειδή
2. Σύνθετοι

ένα άνθος, πολλοί ύπεροι

Σαρκώδης φράουλα, βατομουριά
3. Αθροιστικοί

πολλά άνθη, πολλοί ύπεροι

Σαρκώδης μουριά, συκιά, πλάτανος


Σημειώσεις

  • Στα Αγγλικά, οι έννοιες των «aggregate» και «multiple» καρπών αντιστρέφονται, έτσι ώστε οι aggregate καρποί να είναι αυτοί που προκύπτουν από ένα άνθος με πολλούς υπέρους. Η διαφορά αυτή στις έννοιες οφείλεται σε μια αντιστροφή στην ορολογία από τον Άγγλο βοτανολόγο John Lindley, την οποία ακολουθούν οι περισσότεροι συγγραφείς της αγγλικής γλώσσας.[5] [6]

Δείτε επίσης

  • Φρούτα – αφορά στον διατροφικό όρο των εδώδιμων καρπών δέντρων και θάμνων.

Πηγές

  1. Δροσόπουλος Ι.Β. (1989) Στοιχεία της φυσιολογίας αναπτύξεως και ωριμάνσεως των καρπών. Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. σελ.156. Αθήνα.
  2. Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. «Η δομή και η λειτουργία του σπέρματος (Σπέρµατα – Καρποί)» (PDF). aua.gr. σελ. 6. 
  3. de Candolle, AP (1813). «Partie III: Connaissance des Termes, ou Glossologie Botanique, Chap. 2: Des Termes Organographique». Théorie élémentaire de la botanique, ou exposition des principes de la classification naturelle et de l'art de décrire et d'etudier les végétaux (στα Γαλλικά). Paris: Déterville. σελ. 376. 
  4. Koning, Ross E. (1994). «Fruit Classification». www1.biologie.uni-hamburg.de (στα Αγγλικά). Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. 
  5. Spjut, Richard W.; Thieret, John W. (1989-01-01). «Confusion between multiple and aggregate fruits» (στα αγγλικά). The Botanical Review 55 (1): 53–72. doi:10.1007/BF02868781. ISSN 1874-9372. https://doi.org/10.1007/BF02868781. 
  6. Beentje, H.; Williamson, J. (2010). The Kew Plant Glossary: an Illustrated Dictionary of Plant Terms. Royal Botanic Gardens, Kew: Kew Publishing.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι