Στα τέλη του 19ου αιώνα, η Οθωμανική Αυτοκρατορία συνεργάστηκε με ορισμένους επενδυτές του εξωτερικού για την κατασκευή ενός περιφερειακού σιδηροδρομικού δικτύου στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας. Αυτό το δίκτυο είχε ως στόχο τη διευκόλυνση της μεταφοράς πρώτων υλών και βιομηχανικών προϊόντων, το οποίο θα αποτελούσε κομμάτι ενός μελλοντικού σιδηροδρομικού άξονα Βιέννης – Θεσσαλονίκης μέσω Βοσνίας.[3]
Η σύμβαση υπογράφηκε το 1890, με τη Deutsche Bank του Βερολίνου να αναλαμβάνει την κατασκευή και λειτουργία της γραμμής για 99 έτη, όπου οι όροι περιλάμβαναν την υποβολή μελέτης και την έναρξη εργασιών εντός συγκεκριμένων χρονικών πλαισίων. Η κατασκευή περιλάμβανε γέφυρες και σταθμούς κατά μήκος της γραμμής, ενώ η εταιρία υποχρεώθηκε να αποζημιώσει τους γαιοκτήμονες για την απαλλοτρίωση εδαφών. Σε πρώτο στάδιο, η γραμμή, που άρχισε από τη Θεσσαλονίκη, εγκαινιάστηκε το 1892 έως το Σκύδρα. Η λειτουργία της προβλέπεται να ενθαρρύνει την ανάπτυξη του τοπικού δικτύου.[3]
20ος Αιώνας
Κατά τη διάρκεια του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου, ο σταθμός χρησιμοποιούνταν ως κέντρο επιχειρήσεων του ελληνικού στρατού, καθώς διέθετε εγκαταστάσεις τηλεγραφείου, ιδιαίτερα σημαντικής υποδομής για την επικοινωνία μεταξύ των παραγόντων του μετώπου.[4]
Στον παρακάτω πίνακα απεικονίζεται διαγραμματικά η οργάνωση του χώρου έμπροσθεν του κεντρικού κτηρίου του σταθμού και των αντίστοιχων σιδηροδρομικών ανταποκρίσεων.