Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν.Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί και να αφαιρεθεί.
Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 23/10/2010.
Ο Μωρίς Ραβέλ, ορθότερα Μορίς Ραβέλ[6][7][8][9][10][11] (πλήρες ονοματεπώνυμο Ζοζέφ Μορίς Ραβέλ, γαλλικά: Joseph Maurice Ravel, 7 Μαρτίου1875 – 28 Δεκεμβρίου1937),[12] ήταν Γάλλοςσυνθέτης. Μαζί με τον Κλοντ Ντεμπισί θεωρούνται οι κύριοι εκπρόσωποι του μουσικού ιμπρεσιονισμού.[13] Τα έργα του για πιάνο αποτελούν ιδιαίτερα δημοφιλή κομμάτια του κλασικού ρεπερτορίου.[εκκρεμεί παραπομπή] Πολλά από αυτά όπως τα Jeux d'eau, Miroirs, Le tombeau de Couperin και το Gaspard de la nuit απαιτούν ιδιαίτερη δεξιοτεχνία από τους εκτελεστές τους. Έχει γράψει επίσης σημαντικά έργα για ορχήστρα όπως το Δάφνις και Χλόη.[εκκρεμεί παραπομπή]
Το πιο γνωστό του έργο είναι το Μπολερό (1928),[14] το οποίο ο ίδιος θεωρούσε ασήμαντο και κάποτε το είχε περιγράψει ως «ένα κομμάτι για ορχήστρα χωρίς μουσική».[15]
Σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο πνευματικής ιδιοκτησίας, τα έργα του Ραβέλ είναι κοινό κτήμα από την 1η Ιανουαρίου του 2008 στις περισσότερες χώρες. Στη Γαλλία, λόγω των ανώμαλων επεκτάσεων του νόμου περί πνευματικών δικαιωμάτων σχετικά με τους δύο παγκοσμίους πολέμους, δεν θα εισαχθούν στο ίδιο καθεστώς έως το 2015.[εκκρεμεί παραπομπή]
Ο Ραβέλ, αν και ήταν ένας κακός μαθητής, που απέτυχε πολλές φορές στο κονσερβατόριο, όπου φοιτούσε [16][17], οι σπουδές του εκεί ήταν γραφτό να οδηγήσουν τη μουσική του σε μορφολογική τελειότητα και να διαμορφώσει ένα πολύ προσωπικό στιλ που, προσπαθώντας να κρατηθεί όσο πιο πολύ μπορούσε μακριά από ξένες επιδράσεις, ανέβλυζε ελευθερία και πρωτοβουλία και αντανακλούσε την ίδια την προσωπικότητα του συνθέτη.[18]
Γεννημένος ο Μωρίς Ραβέλ το 1875 στο Σιμπούρ, κοντά στα γαλλοϊσπανικά σύνορα, από Ελβετό πατέρα και μητέρα βασκικής καταγωγής, έρχεται από παιδί στο Παρίσι, όπου σε ηλικία 7 ετών, αρχίζει μαθήματα πιάνου φανερώνοντας εξαιρετική κλίση στη μουσική.[19] Από την ηλικία των είκοσι χρονών παρουσιάζει τις πρώτες συνθέσεις του «Παβάνα για μια νεκρή Ινφάντη»[20], «Συντριβάνια», κουαρτέτο «Αντανακλάσεις», σονατίνα «Εισαγωγή και αλέγκρο», έργα που συναντούν ψυχρή υποδοχή.[εκκρεμεί παραπομπή]
Στα 1907, με την πρώτη ακρόαση των «Φυσικών ιστοριών», ο Ραβέλ γίνεται επίκεντρο δριμύτατων σχολίων, αλλά έχει ήδη γίνει διάσημος.[21] Εν τω μεταξύ, αρχίζει να χρησιμοποιεί ισπανικά μουσικά στοιχεία, επηρεασμένος από την ισπανική καταγωγή της μητέρας του, συνθέτοντας αριστουργήματα, όπως η «Ισπανική Ραψωδία» , τα «Βαλς Ευγενικά και Αισθηματικά»[εκκρεμεί παραπομπή] και την όπερα «Ισπανική ώρα»[22][23].
Λίγο πριν τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (1912) ανεβαίνει η εξαίσια χορογραφική του σουίτα «Δάφνις και Χλόη», με πρωταγωνιστές τους Νιζίνσκι και Καρσάβινα.[24] Την ίδια χρονιά ενορχηστρώνεται και το αριστούργημά του «Η μάνα μου η χήνα», που έχει πρωτογραφτεί το 1908, για πιάνο σε 4 χέρια.[25]
Μετά τον πόλεμο ανοίγεται για αυτόν μια νέα εποχή που τη σημαδεύουν τα καινούρια του έργα «Βαλς», σονατίνα για βιολί, «Τσιγγάνα», δυο κοντσέρτα για πιάνο, «Το Παιδί και τα Μάγια», «Μπολερό».[εκκρεμεί παραπομπή] Πυροδοτεί πάλι την κοινή γνώμη με το να αρνηθεί τον τίτλο της Λεγεώνας της Τιμής (1920).[26] Ταξιδεύει στις ΗΠΑ και τον Καναδά (1928),[27] έπειτα στην Αγγλία[14] και κατόπιν από το 1932 γυρίζει σχεδόν όλες τις ευρωπαϊκές χώρες για να παρουσιάσει το δημοφιλές κοντσέρτο του σε σολ.[28]
Από το 1933 αρχίζει να έχει προβλήματα με την υγεία του, η οποία συνεχώς επιδεινώνεται, ύστερα από ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα που είχε το προηγούμενο έτος.[29][30] Πεθαίνοντας, τέσσερα χρόνια αργότερα, αφήνει ένα θησαυρό από έργα γραμμένα σε ξεχωριστά καλοδουλεμένη αρμονική και μελωδική γλώσσα, με θαυμάσια ενορχήστρωση, μια από τις καλύτερες όλων των εποχών, που φέρνει τη γνήσια σφραγίδα της εξαιρετικά γόνιμης και ευαίσθητης ιδιοφυίας του.[εκκρεμεί παραπομπή]