Υπήρξε μια από τις πιο δημοφιλείς και ξεχωριστές σταρ της χρυσής εποχής του παλιού ελληνικού κινηματογράφου. Οι γονείς της ήταν ποντιακής καταγωγής. Συγκεκριμένα η μητέρα της Δόμνα γεννήθηκε στο Μπακού και ο πατέρας της Χαρίλαος στο Αικατερινεντάρ. Η ίδια γεννήθηκε στον Πειραιά και μεγάλωσε στο Κερατσίνι.[5]
Σπούδασε χορό και από τα οχτώ της χρόνια άρχισε να δίνει παραστάσεις στη Λυρική Σκηνή συμμετέχοντας στο παιδικό μπαλέτο της Λουκίας Σακελλαρίου-Κωτσοπούλου, μαζί με την Ελένη Προκοπίου.
Το θεατρικό της ντεμπούτο έγινε το 1957 στην επιθεώρηση Ελέφαντες και ψύλλοι εκεί όπου γνωρίστηκε με τον Γιάννη Δαλιανίδη. Προηγουμένως την είχε δει ο Ναπολέων Ελευθερίου να χορεύει στο κέντρο «Σε λα πεν» και της έκανε την πρόταση να παίξει στη συγκεκριμένη επιθεώρηση. Αργότερα συνεργάστηκε με τον επιχειρηματία του μουσικού θεάτρου Βασίλη Μπουρνέλη στο Θέατρο Ακροπόλ.
Στην τηλεόραση εμφανίζεται πρώτη φορά στη σειρά Ο Δρόμος το 1977, το σενάριο της οποίας υπέγραφε αρχικά και μέχρι τον θάνατό του ο Κώστας Πρετεντέρης.
Απεβίωσε στις 18 Σεπτεμβρίου του 2022, σε ηλικία 82 ετών, μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο.[6]
Καριέρα
Κινηματογράφος
Η κινηματογραφική της καριέρα συνδέθηκε με τα λαμπερά μιούζικαλ και τις κωμωδίες του Γιάννη Δαλιανίδη. Η συνεργασία τους ξεκίνησε το 1961 στην ταινία Ζητείται ψεύτης. Η ίδια λέει χαρακτηριστικά ότι, αν και ήταν μόλις 21-22 χρόνων, ο Φίνος τη θεωρούσε «φθαρμένη» γιατί είχε πάρει ήδη μέρος σε ταινίες τις οποίες ο σημαντικός παραγωγός τις χαρακτήριζε μέτριες.
Το μοναδικό μιούζικαλ στο οποίο η Μάρθα Καραγιάννη δεν χόρεψε, ήταν το Μερικοί το προτιμούν κρύο γιατί αρχικά στον ρόλο της επρόκειτο να εμφανιστεί η Άννα Φόνσου. Μάλιστα είχε γίνει και δεύτερη πρόταση στην Πόπη Λάζου.
Στη μουσική ταινία Οι θαλασσιές οι χάντρες του 1967 εμφανίζεται ως καθαρά κωμική ηθοποιός, κάτι στο οποίο επέμεινε πολύ ο Γιάννης Δαλιανίδης, παρότι η ίδια πρόβαλλε σθεναρή αντίσταση θεωρώντας ότι ήθελε ο σκηνοθέτης να προβάλλει τη Ζωή Λάσκαρη, ενώ αντίθετα εκείνος της είπε ότι έτσι της δίνει ψωμί για μέχρι τα γεράματά της εννοώντας ότι μπορούσε να ξεχωρίσει και να σταθεροποιηθεί στην κωμωδία και να απαγκιστρωθεί από την εικόνα της λαμπερής σουμπρέτας -χορεύτριας που έχει όριο λήξης.
Τραγούδησε πρώτη φορά στην ταινία Καπετάνιος για κλάματα το 1960 με το τραγούδι «Σαν φυσά το μαϊστράλι», αλλά έκανε μεγάλη επιτυχία τραγουδώντας στην ταινία Γοργόνες και Μάγκες το 1968 με το «Ο άνδρας που θα παντρευτώ». Επίσης τραγούδησε στη βιντεοταινίαΜια τρελή, τρελή ζωντοχήρα του 1988.
Η ταινία Ο παράς κι ο φουκαράς είναι η τελευταία ταινία που έκανε εκτός Φίνου γιατί στη συνέχεια υπέγραψε συμβόλαιο αποκλειστικής συνεργασίας με τη μεγάλη κινηματογραφική εταιρία. Το 1965 έκανε ένα πέρασμα στην ταινία του Γιώργου Κωνσταντίνου5000 ψέματα.
Η συνεργασία της με τον Γιάννη Δαλιανίδη και τον Κώστα Βουτσά απογειώθηκε στην ταινία Το ανθρωπάκι του 1969.
Τελευταία ταινία εκείνη την περίοδο είναι Ο μάγκας με το τρίκυκλο του 1972, ενώ θα επανέλθει μερικά χρόνια αργότερα με την ταινία πρωταγωνιστών του Γιώργου Λαζαρίδη, Ο Ποδόγυρος το 1980.
Τελευταία έπαιξε στις ταινίες Πεθαίνω για σένα (2009) και Από έρωτα (2014).
Η Μάρθα Καραγιάννη όμως δεν έπαιξε μόνο επιθεωρήσεις. Το 1972 συγκρότησε δικό της θίασο και ανέβασε το Καμπαρέ στο θέατρο Καλουτά.
Έπαιξε ανάμεσα σε άλλα Το ρετιρέ της Εύας (1965), Γη SOS (1970), Οι άντρες προτιμούν τις ξανθές (1983), Παγωτό μες στον χειμώνα (1983–84), Αγάπη μου παλιόγρια (1986–87), Απόψε αυτοσχεδιάζουμε (1992–93), Χαμάμ γυναικών (1996–97), Όταν οι γυναίκες το γλεντούν (1998), Αρσενικό και παλιά δαντέλα (1999-2000), Το κορίτσι της γειτονιάς (2002–03), Εκκλησιάζουσες (2004).
Τηλεόραση
Στην τηλεόραση εκτός από το σήριαλ Ο Δρόμος (1977) πρωταγωνίστησε στις σειρές Οι Μικρομεσαίοι του Γιάννη Δαλιανίδη (1992), Ζωή πατίνι του Γιώργου Κωνσταντίνου (1995) και Επτά Θανάσιμες Πεθερές (2004). Εμφανίστηκε ως guest σε δύο επεισόδια της κωμικής σειράς Κωνσταντίνου και Ελένης (1999)
Κινηματογράφος Μάρθα Καραγιάννη
Ο θερινός κινηματογράφος Κατερίνα λειτουργεί από το 1960 στην συνοικία Ευγένεια, στο Κερατσίνι. Το 2016 ο ενοποιημένος, πλέον, Δήμος Κερατσινίου - Δραπετσώνας, αγκαλιάζει το θερινό κινηματογράφο, του οποίου η λειτουργία είχε ανασταλεί, το περιποιείται και το ανοίγει ξανά με το νέο όνομα, που του είχε ήδη δοθεί λίγα χρόνια πριν, αφιερωμένο στην ηθοποιό Μάρθα Καραγιάννη.
Προσωπική ζωή
Η Μάρθα Καραγιάννη παντρεύτηκε τον ποδοσφαιριστή του Ολυμπιακού, Μίμη Στεφανάκο[7] τον Οκτώβριο του 1960. Ο γάμος τους έγινε στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στην Κυψέλη. Μαζί απέκτησαν ένα παιδί που πέθανε τρεις ημέρες μετά τη γέννηση του. Το ζευγάρι χώρισε λίγους μήνες αργότερα.
Το 1973 γνωρίστηκε με τον διεθνή τερματοφύλακα του Παναθηναϊκού, Βασίλη Κωνσταντίνου Η σχέση τους θα διαρκέσει δώδεκα χρόνια και διαλυθεί το 1985 λίγους μήνες προτού επισημοποιηθεί με γάμο.
Το 2001 έγραψε την αυτοβιογραφία της με τίτλο Ο έρωτας μωρό μου είναι γλέντι που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Άγκυρα». Ένα μεγάλο κομμάτι του βιβλίου περιλαμβάνει συνεντεύξεις που είχε παραχωρήσει μέχρι τότε. Περισσότερα βιογραφικά στοιχεία αλλά και περισσότερες πληροφορίες για τις ταινίες και τα θεατρικά που συμμετείχε περιλαμβάνονται στο δεύτερο βιογραφικό βιβλίο της, με τον τίτλο Μάρθα Καραγιάννη, κορίτσι για μιούζικαλ το 2009, που έγραψε ο Μάκης Δελαπόρτας για τις εκδόσεις «Ορφέας».
Η Μάρθα Καραγιάννη λάτρευε τα ταξίδια για αυτό και δήλωνε «πολίτης του κόσμου». Από το 1980 και μετά γύρισε σχεδόν όλο τον κόσμο.
"Ξέρεις, πάντα, από 17 χρονών τους καρατερίστικους ρόλους κιαλάριζα". Γυναίκα, 1983, Άννυ Χέρρα-Ζυμαράκη.
"Χρόνια τώρα περιμένω πώς και πώς να μεγαλώσω, να πάψω να 'μαι όμορφη, να έρθει η στιγμή να κάνω άλλα πράγματα". Ταχυδρόμος, 1983, Άρης Δαβαράκης.
"Ο χορός ήταν πάντα μέσα μου, στο αίμα μου! Το μουσικό θέατρο με τράβηξε σαν μαγνήτης". Εικόνες, 1986, Πέπη Κεφαλά.
"Και στα πράγματα που έκανα επιτυχία, είναι γιατί κάποιοι άλλοι με σπρώξανε και βρέθηκα μπροστά. Μόνη μου δεν θα τολμούσα. Θέλω πάντα να έχω συμμαχία". Απογευματινή, 1986, Εύα Μπίθα.
"Πιστεύω ότι όταν ένας δεν έχει χιούμορ, δεν αποδέχεται την πραγματικότητα". Τραστ, 1987, Γ.Αποστολίδης.
"Το να βγάζει γέλιο ένας ηθοποιός είναι προσωπική υπόθεση, δεν μαθαίνεται. Ή το έχεις ή όχι". Ραδιοτηλεόραση, 1992, Αρετή Μπέσκα.
"Η TV είναι σαν την ερωμένη. Όλοι τη βρίζουν και όλοι τη θέλουν". Σταρ, 1994, Ανδρέας Γερακάκης.
"Ξεκίνησα με ρόλους ωραίας - γιατί να το κρύψουμε άλλωστε. Μετά άρχισαν οι ονειρεμένοι μπουφόνικοι ρόλοι, έλεγα κουταμάρες, κουταμάρες, κουταμάρες, έβαζα ένα μπικίνι, χόρευα και καθάριζα". Αδέσμευτος, 1995, Γ.Ε.Β.
"Θα μπορούσα να παίζω και στο σπίτι μου, αλλά είμαστε εγωιστικά πλάσματα οι θεατρίνοι. Θέλουμε και το κοινό...γιατί έχεις ανάγκη από την αποδοχή". Λοιπόν, 1996, Χρήστος Σιάφκας".
"Μόλις κάναμε χορευτικό, εκεί ήταν οι γκρίνιες, γιατί με πίεζε. Επειδή ήξερε ότι έχω δυνατότητες με πίεζε να κάνω πράγματα που θέλανε κούραση....Κι ο Γιάννης (ο Δαλιανίδης) έλεγε...'Ας την να κλάψει για να έχει επιτυχία η ταινία'...".
"Δεν θεωρώ κανένα δραματικό ηθοποιό καλύτερο από κωμικό. Οι μεγαλύτεροι ηθοποιοί είναι οι κωμικοί. Εγώ εκτιμώ έναν ηθοποιό για το πώς παίζει, όχι για το τι παίζει". Αδέσμευτος Τύπος, 1999, Σόνια Μαγγίνα.
Από το βιβλίο "Ο έρωτας μωρό μου, είναι γλέντι", 2001, Άγκυρα.