Το Κύπελλο Ιταλίας (ιταλικά: Coppa Italia) είναι η ετήσια ποδοσφαιρική διοργάνωση του θεσμού του κυπέλλου της Ιταλίας. Είναι η δεύτερη πιο σημαντική διοργάνωση ποδοσφαίρου της Ιταλίας, μετά το ιταλικό πρωτάθλημα (Σέριε Α), και διοργανώθηκε για πρώτη φορά το 1922, αλλά διακόπηκε για να ξαναρχίσει το 1936. Διακόπηκε ξανά το 1943 και επανήλθε το 1958, οπότε και διεξάγεται χωρίς διακοπή.
Η κάτοχος του ιταλικού κυπέλλου αποκτά το δικαίωμα να φορά μια τρίχρωμη κονκάρδα με τα εθνικά χρώματα της Ιταλίας και εξασφαλίζει τη συμμετοχή της στο ΟΥΕΦΑ Γιουρόπα Λιγκ της επόμενης αγωνιστικής περιόδου. Σε περίπτωση που η κάτοχος έχει εξασφαλίσει μέσω του πρωταθλήματος τη συμμετοχή της στο Τσάμπιονς Λιγκ, η φιναλίστ του τελικού την αντικαθιστά στο Γιουρόπα Λιγκ. Η κυπελλούχος Ιταλίας επίσης αγωνίζεται στο εθνικό Σούπερ Καπ απέναντι στην πρωταθλήτρια Ιταλίας, ενώ σε περίπτωση που μία ομάδα έχει κατακτήσει και τους δύο τίτλους, η φιναλίστ του κυπέλλου είναι αυτή που συμμετέχει στον αγώνα του εκάστοτε Σούπερ Καπ.
Όποιος σύλλογος κατακτήσει το κύπελλο δέκα φορές, έχει το δικαίωμα να προσθέσει ένα ασημένιο αστέρι στο έμβλημά του, ανάλογο με το χρυσό αστέρι που αντιστοιχεί στις δέκα κατακτήσεις του εθνικού πρωταθλήματος, κάτι που το κατάφερε η Γιουβέντους, η οποία είναι και η πιο επιτυχημένη ομάδα του θεσμού με 15 κατακτήσεις. Είναι επίσης ο σύλλογος με τις περισσότερες συμμετοχές σε τελικούς, 22 στο σύνολο. Συνολικά δεκαέξι ομάδες έχουν κατακτήσει το κύπελλο και άλλες δέκα έχουν φτάσει στον τελικό ως φιναλίστ.
Τρόπαιο
Το αρχικό τρόπαιο της πρώτης διοργάνωσης του Κυπέλλου Ιταλίας, που κέρδισε το 1922 η Βάντο, καταστράφηκε κατά τη διάρκεια της φασιστικής περιόδου. Η FIGC δημιούργησε ένα αντίγραφο το 1992, με την ευκαιρία των εβδομήντα χρόνων από τη νίκη της Βαντέζε στη διοργάνωση, που επί του παρόντος εκτίθεται στα κεντρικά γραφεία της Κάζα ντι Ρισπαρμίο ντι Σαβόνα στο Vado Ligure. Όπως και το προηγούμενο, το κύπελλο που δίνονταν από το 1936 έως το 1943, καθώς και αυτό που χρησιμοποιήθηκε από το 1958 έως το 1959, ήταν στυλιστικά πολύ διαφορετικά από το σημερινό.[1]
Αν και η επανέναρξη του διοργάνωσης σε μόνιμη βάση είχε ήδη υλοποιηθεί εδώ και δύο χρόνια, μόλις το 1960, πιο συγκεκριμένα στις 30 Μαΐου, η Lega Nazionale Professionisti, ενόψει του τελικού της δωδέκατης διοργάνωσης, αποφάσισε να παρήγγειλε το σημερινό τρόπαιο που είναι από καθαρό χρυσό, του οποίου η κατασκευή ανατέθηκε σε μια εξειδικευμένη εταιρεία του Μιλάνου και είχε τότε αξία δυόμισι εκατομμύρια λιρέτες.
Σύστημα διεξαγωγής
Κατά καιρούς έχουν χρησιμοποιηθεί διάφοροι τρόποι διεξαγωγής του Κυπέλλου Ιταλίας. Σύμφωνα με το ισχύον σύστημα, 78 ομάδες συμμετέχουν στη διοργάνωση, ενώ ο τελικός είναι μονός και διεξάγεται στο Ολίμπικο της Ρώμης. Η διαδικασία έχει ως εξής:
Πρώτη φάση: μονοί αγώνες
Πρώτος γύρος: Διασταυρώνονται 18 σύλλογοι από την Λέγκα Προ Πρίμα Ντιβιζιόνε, 9 σύλλογοι από την Λέγκα Προ Σεκόντα Ντιβιζιόνε και 9 σύλλογοι από την Σέριε Δ
Δεύτερος γύρος: Όλοι οι σύλλογοι από την Σέριε Β προστίθενται στους 18 νικητές του πρώτου γύρου
Τρίτος γύρος: Οι σύλλογοι στις θέσεις 9–20 από τη Σέριε Α της προηγούμενης περιόδου προστίθενται στους 20 νικητές τους δεύτερου γύρου
Τέταρτος γύρος: Διασταυρώνονται οι 16 νικητές του τρίτου γύρου
Δεύτερη φάση: διπλοί αγώνες
Γύρος των 16: Οι σύλλογοι στις θέσεις 1–8 από τη Σέριε Α της προηγούμενης περιόδου διασταυρώνονται με τους 8 νικητές του τέταρτου γύρου