Αυτός ο κατάλογος αυτοάνοσων ασθενειών έχει κατηγοριοποιηθεί ανά τύπο οργάνου και ιστού για να βοηθήσει στον εντοπισμό ασθενειών που μπορεί να είναι παρόμοιες. Eίναι ένας δυναμικός κατάλογος και πιθανόν ποτέ να μην μπορέσει να ικανοποιήσει συγκεκριμένα πρότυπα πληρότητας. Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας στοιχεία που λείπουν με αξιόπιστες πηγές. Μέχρι σήμερα έχουν καταγραφεί συνολικά περισσότερες από 80 αυτοάνοσες διαταραχές.[1]
Παράγοντες καθορισμού μιας αυτοάνοσης ασθένειας
Παράγοντες
A
"Αποδεκτή" στην προηγούμενη έκδοση αυτού του πίνακα.
C
Μια ασθένεια, που θεωρείται ως αυτοάνοση, απαντάται συχνά σε άτομα με άλλη αυτοάνοση πάθηση. Αυτός ο χαρακτηρισμός δίνεται σε ασθένειες που ταξινομούνται από τους Ρόουζ και Μπόνα[2] ότι έχουν «περιστασιακές» ενδείξεις αυτοάνοσης αιτιολογίας. Οι ασθένειες αυτές είναι, επομένως, πραγματικές αυτοάνοσες ασθένειες και όχι συνοδά συμπτώματα, τα οποία έχουν τοποθετηθεί στο τέλος αυτού του καταλόγου.
E
Η ασθένεια προκαλείται από αυτοάνοση αντίδραση λόγω συγκεκριμένου περιβαλλοντικού παράγοντα.
F
Η ασθένεια προκαλείται από αυτοάνοση αντίδραση μόνο σε ένα μέρος των ατόμων που πάσχουν από αυτήν.
I
Περιγράφεται ως αυτοφλεγμονώδες νόσημα.
L
Τα στοιχεία που δείχνουν ότι υπάρχει αυτοάνοση αντίδραση είναι εξαιρετικά περιορισμένα ή περιστασιακά.
M
Η νόσος εμφανίζεται στην ενότητα "Αυτοάνοσες Ασθένειες" στο MeSH.
N
Δεν αναφέρεται στην προηγούμενη έκδοση αυτού του πίνακα.
R
Η ασθένεια εμφανίστηκε σε προηγούμενη έκδοση αλλά μετονομάστηκε. Στη μετονομασία δόθηκε προτεραιότητα στα επιστημονικά ονόματα έναντι ονομάτων που προέρχονται από τα άτομα που την ανακάλυψαν.
S
«Υπήρχε υποψία» στην προηγούμενη έκδοση αυτού του πίνακα.
T
Η ασθένεια έχει έναν γνωστό ενεργοποιητή, όπως ιογενή λοίμωξη, εμβολιασμό ή τραυματισμό.
X
Μια εξαιρετικά σπάνια ασθένεια, για την οποία υπάρχουν περιορισμένες ευκαιρίες μελέτης και οριστικού προσδιορισμού εάν προκαλείται από αυτοάνοση αντίδραση.
Y
Αναγράφεται στην προηγούμενη έκδοση αυτού του πίνακα με το "Αποδεκτή/Ύποπτη" που έχει μείνει κενό.
Ανοσοποιητική απόκριση που εμφανίζεται ημέρες έως μήνες (συνήθως 1-6 εβδομάδες) μετά τη χειρουργική επέμβαση στο περικάρδιο. Μπορεί επίσης να προκληθεί μετά από ένα τραύμα, μετά από διαδερμική στεφανιαία επέμβαση (π.χ. τοποθέτηση στεντ) ή λόγω βηματοδότη ή τοποθέτησης σύρματος βηματοδότη.[8]
Σπάνια αυτοάνοση ασθένεια που επηρεάζει τους πνεύμονες και τα νεφρά και χαρακτηρίζεται από πνευμονική κυψελιδική αιμορραγία (αιμορραγία στους πνεύμονες) και νεφρική νόσο γνωστή ως σπειραματονεφρίτιδα.[12]
Αυτοαντισώματα: Πρωτεϊνη κολλαγόνου βασικής μεμβράνης σπειράματος τύπου IV
Συνώνυμα: Σύνδρομο Γκουντπάστιουρ, σπειραματονεφρίτιδα τύπου 1
Μία ασθένεια κατά την οποία το ανοσοποιητικό σύστημα του σώματος επιτίθεται στα ηπατικά κύτταρα. Αυτή η ανοσοαπόκριση προκαλεί φλεγμονή του ήπατος.[19]
Αυτοαντισώματα: Αντιπυρηνικά αντισώματα (ΑΝΑ), αντισώματα κατά των λείων μυϊκών ινών (SMA), αντισώματα μικροσωμάτων ήπατος / νεφρών τύπου 1 (LKM-1), τύπου 2 (LKM-2), ή τύπου 3 (LKM-3).
Μία αυτοάνοση νόσος του ήπατος που προκύπτει από μια αργή, προοδευτική καταστροφή των μικρών χοληφόρων οδών του ήπατος, προκαλώντας τη συσσώρευση χολής και άλλων τοξινών στο ήπαρ, μια κατάσταση που ονομάζεται χολόσταση. Περαιτέρω αργή βλάβη στον ιστό του ήπατος μπορεί να οδηγήσει σε ουλές, ίνωση και τελικά κίρρωση.[23]
Αυτοαντισώματα: Γλυκοπρωτεΐνες anti-p62, και anti-sp100, αντιμιτοχονδριακά αντισώματα (M2), αντισώματα έναντι των SSA/Ro ή SSA.
Φλεγμονή των χοληφόρων πόρων (χολαγγειίτιδα) που οδηγεί σε ουλές (σκλήρυνση) και στένωση των πόρων. Ως αποτέλεσμα, η χολή δεν μπορεί να απελευθερωθεί στη χοληδόχο κύστη και στο λεπτό έντερο και συσσωρεύεται στο ήπαρ.[24]
Σπάνια, χρόνια διαταραχή που μπορεί να επηρεάσει πολλαπλά συστήματα του σώματος. Σχετίζεται με διάμεση πνευμονοπάθεια, δερματομυοσίτιδα και πολυμυοσίτιδα.[25]
Οίδημα (πρήξιμο) του κατώτερου στρώματος του δέρματος και του ιστού. Μπορεί να εμφανιστεί στο πρόσωπο, στη γλώσσα, στον λάρυγγα, στην κοιλιά, στα χέρια και στα πόδια. Συχνά εμφανίζονται φυσαλίδες στο πάνω μέρος του δέρματος.[30]
Σπάνια αυτοάνοση δερματοπάθεια που χαρακτηρίζεται από υποτροπιάζουσες δερματικές και βλεννογονικές βλάβες κατά τη διάρκεια της ωχρινικής φάσης του εμμηνορροϊκού κύκλου που εξαφανίζονται μερικές ημέρες μετά την εμμηνόρροια.[31]
Μία σπάνια δερματική πάθηση που προκαλεί μεγάλες φυσαλίδες γεμάτες με υγρό. Αναπτύσσονται σε περιοχές του δέρματος που συχνά κάμπτονται, όπως η κάτω κοιλιακή χώρα, οι άνω μηροί ή οι μασχάλες.[36]
Αυτοαντισώματα: Εξουδετερωτικά αντισώματα IgG που στοχεύουν στο συστατικό κολλαγόνου τύπου XVII των ημιδεσμοσωμάτων.
Μία χρόνια αυτοάνοση φλεγμονώδης κατάσταση του δέρματος, που χαρακτηρίζεται από έντονη φαγούρα, και φυσαλίδες γεμάτες με υδαρή υγρά.[39] Είναι μια δερματική εκδήλωση της κοιλιοκάκης.
Αυτοαντισώματα: IgA ηωσινόφιλα, αντι-IgA με στόχο την επιδερμική τρανσγλουταμινάση.
Μια χρόνια δερματική πάθηση με ύπαρξη πληγών με φλεγμονή και ουλές στο πρόσωπο, στα αυτιά και στο τριχωτό της κεφαλής και μερικές φορές σε άλλες περιοχές του σώματος. Αυτές οι βλάβες αναπτύσσονται ως ένα κόκκινο, φλεγμονώδες έμπλαστρο με απολέπιση και κρούστα.[41]
Αυτοαντισώματα: ιντερλευκίνη IL-2 και ιντερφερόνη γ (IFN-γ).
Μια σπάνια αυτοάνοση διαταραχή που προκαλεί φυσαλίδες-πομφόλυγες στο δέρμα ως απάντηση σε μικροτραυματισμούς. Οι κοινές περιοχές με φυσαλίδες περιλαμβάνουν τα χέρια, τα πόδια, τα γόνατα, τους αγκώνες και τους γλουτούς. Μπορεί επίσης να επηρεαστεί το στόμα, η μύτη και τα μάτια.[42]
Μεταλλάξεις στο γονίδιο COL7A1 που κωδικοποιεί την άλφα-1 αλυσίδα του τύπου VII κολλαγόνου.
Μία μακροχρόνια δερματολογική κατάσταση που χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση φλεγμονωδών και διογκωμένων οζιδίων και αποστημάτων που πυορροούν και υποτροπιάζουν σε πτυχές του δέρματος. Οι περιοχές που επηρεάζονται συχνότερα είναι οι μασχάλες, η περιοχή κάτω από τους μαστούς και η βουβωνική χώρα.[46]
Μια φλεγμονώδης κατάσταση του δέρματος, που χαρακτηρίζεται από φαγούρα, μη μολυσματικό εξάνθημα στα χέρια και στα πόδια. Αποτελείται από μικρές, πολύπλευρες, επίπεδες κορυφές, ροζ ή μοβ εξογκώματα.[47]
Μια σπάνια διαταραχή που δημιουργεί αποσπασματικό, λευκό δέρμα που φαίνεται πιο λεπτό από το κανονικό. Συνήθως επηρεάζει τις γεννητικές και τις πρωκτικές περιοχές.[48]
Μία σπάνια νόσος που περιλαμβάνει μεμονωμένες περιοχές σκληρού δέρματος στο πρόσωπο, στα χέρια και στα πόδια ή οπουδήποτε αλλού στο σώμα, χωρίς εμπλοκή εσωτερικών οργάνων.[52]
Η οξεία μορφή μιας φλεγμονώδους δερματικής πάθησης. Τα άτομα με PLEVA μπορεί να αναπτύξουν μερικές έως περισσότερες από εκατό βλατίδες που μπορεί να γεμίσουν με αίμα και/ή πύον ή να διαβρωθούν σε κρούστες με κόκκινο-καφέ κηλίδες.[54]
Μία δερματική ασθένεια που προκαλεί κόκκινα, φολιδωτά σημεία με φαγούρα, πιο συχνά στα γόνατα, στους αγκώνες, στον κορμό και στο τριχωτό της κεφαλής. Η ψωρίαση είναι μια κοινή, μακροχρόνια (χρόνια) ασθένεια χωρίς θεραπεία. Έχει περιόδους έξαρσης για μερικές εβδομάδες ή μήνες, για να υποχωρήσει στη συνέχεια για λίγο ή να περάσει σε ύφεση.[56]
Αυτοαντισώματα: CD-8 T κύτταρα, HLA-Cw6, IL-12b, IL-23b, TNF-α, NF-κB.
Μία αυτοάνοση διαταραχή που επηρεάζει το δέρμα και τα εσωτερικά όργανα. Χαρακτηρίζεται από τη συσσώρευση ουλώδους ιστού (ίνωση) στο δέρμα και άλλα όργανα. Η ίνωση προκαλείται από την παραγωγή υπερβολικού κολλαγόνου από το σώμα, το οποίο κανονικά ενισχύει και υποστηρίζει τους συνδετικούς ιστούς.[58]
Μεταλλάξεις στα γονίδια COL1A2 και TGF-β1.
Αυτοαντισώματα: Αντιπυρηνικά αντισώματα, αντι-κεντρομερή και αντι-Scl-70/αντι-τοποϊσομεράσης
Μία κατάσταση κατά την οποία το δέρμα χάνει τα χρωστικά κύτταρά του (μελανοκύτταρα). Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αποχρωματισμένες περιοχές σε διάφορα σημεία του σώματος, συμπεριλαμβανομένου του δέρματος, των μαλλιών και των βλεννογόνων.[61]
Μεταλλάξεις στα γονίδια: NALP-1 RERE, PTPN22, LPP, IL2RA, GZMB, UBASH3A και C1QTNF6.
Σπάνια και σύνθετη κληρονομική διαταραχή. Παρουσιάζεται με έναν αριθμό δυνητικά απειλητικών για τη ζωή συμπτωμάτων στους ενδοκρινείς αδένες, όπως επίσης γαστρεντερικές δυσλειτουργίες.[63]
Μια αυτοάνοση διαταραχή που επηρεάζει πολλούς ενδοκρινείς αδένες που παράγουν ορμόνες. Χαρακτηρίζεται από την παρουσία της νόσου του Άντισον μαζί με αυτοάνοση νόσο του θυρεοειδούς ή/και διαβήτη τύπου 1.[65]
Μια αυτοάνοση κατάσταση που επηρεάζει τους ενδοκρινείς αδένες του σώματος. Το σύνδρομο, που συνήθως επηρεάζει τις γυναίκες κατά τη μέση ηλικία, οφείλεται στην αδυναμία των αδένων να παράγουν τις ορμόνες τους.[66]
Συνώνυμα: Αυτοάνοσο πολυαδενικό σύνδρομο τύπου 3 (PGAS-3).
Μια χρόνια φλεγμονή που πιστεύεται ότι προκαλείται από το ανοσοποιητικό σύστημα του σώματος που επιτίθεται στο πάγκρεας. Δύο υπότυποι είναι πλέον αναγνωρισμένοι, ο τύπος 1 και ο τύπος 2.[67]
Αυτοαντισώματα: Αντιπυρηνικά (ANA), αντισώματα έναντι της λακτοφερρίνης, αντισώματα έναντι της καρβονικής ανυδράσης, ρευματοειδής παράγοντας.
Mια αυτοάνοση διαταραχή που μπορεί να προκαλέσει υποθυρεοειδισμό ή υπολειτουργία του θυρεοειδούς. Σπάνια, η ασθένεια μπορεί να προκαλέσει υπερθυρεοειδισμό ή υπερδραστήριο θυρεοειδή.[69]
Μεταλλάξεις στα γονίδια: HLADR5, CTLA-4.
Αυτοαντισώματα: Αντισώματα έναντι υπεροξειδάσης του θυρεοειδούς ή/και θυρεοσφαιρίνης.
Συνώνυμα: Χρόνια λεμφοκυτταρική θυρεοειδίτιδα, θυρεοειδίτιδα Χασιμότο.
Mια κοινή μορφή θυρεοειδίτιδας. Mια αυτοάνοση ασθένεια όπου τα αντισώματα του σώματος στρέφονται κατά των κυττάρων του θυρεοειδούς αδένα προκαλώντας φλεγμονή.[70][71]
Μια σπάνια αιτία πρωτογενούς ωοθηκικής ανεπάρκειας (POI). Συμβαίνει όταν το ανοσοποιητικό σύστημα του σώματος επιτίθεται κατά λάθος στις ωοθήκες προκαλώντας φλεγμονή, ατροφία και ίνωση. Αυτές οι επιδράσεις εμποδίζουν τις ωοθήκες να λειτουργούν κανονικά.[73]
Μια κατάσταση μειωμένης γονιμότητας στους άνδρες. Συμβαίνει όταν το ανοσοποιητικό σύστημα του σώματος επιτίθεται κατά λάθος στους όρχεις με ταυτόχρονη παρουσία αντισωμάτων κατά του σπέρματος (ASA).[76]
Μια διαταραχή του ανοσοποιητικού συστήματος που εντοπίζεται από τα δύο πιο κοινά συμπτώματα - ξηροφθαλμία και ξηροστομία. Η κατάσταση συχνά συνοδεύεται από άλλες διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος, όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα και ο λύκος.[77]
Αυτοαντισώματα: Αντι-SSA (Ro) (συχνά παρόντα επίσης στον συστημικό ερυθηματώδη λύκο).
↑«[Interstitial cystitis=autoimmune cyatitis? Interstitial as a participating disease in lupus erythematosus]» (στα γερμανικά). Zeitschrift für Urologie und Nephrologie68 (9): 633–9. 1975. PMID1227191.
↑«Alopecia Areata». NORD (National Organization for Rare Disorders) (στα Αγγλικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Φεβρουαρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 29 Ιουλίου 2021.
↑«Functional | assessment of pathogenic IgG subclass in chronic autoimmune urticaria». The Journal of Allergy and Clinical Immunology115 (4): 815–21. 2004. doi:10.1016/j.jaci.2004.12.1120. PMID15806004.
↑«Hidradenitis Suppurativa». NORD (National Organization for Rare Disorders) (στα Αγγλικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Φεβρουαρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 30 Ιουλίου 2021.
↑Fitzpatrick, Thomas B. (2005). Fitzpatrick's color atlas and synopsis of clinical dermatology (5th ed.). New York: McGraw-Hill Medical Pub. Division. ISBN 978-0-07-144019-6.